Η γενναιοτητα του επισκοπου Βαβυλα
Η γενναιοτητα του επισκοπου Βαβυλα
AYTOI EINAI EΠΙΣΚΟΠΟΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ!!!
- Aπὸ τὸ βιβλίο Ἐλευθέρα καὶ ζῶσα Ἐκκλησία, τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου, Ἀθῆναι 1955, σσ. 174)
Παραδείγματα ψυχικοῦ ἡρωισμοῦ, ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ βρῇ φυλλομετρώντας καὶ μελετώντας τὶς σελίδες τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, ἰδίως τῶν πρώτων αἰώνων τοῦ Χριστιανισμοῦ [εἶνε πολλά].
Ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν σχετικῶν παραδειγμάτων θ᾿ ἀναφέρουμε ἕνα, τὸ ὁποῖο θὰ εἶνε ἄγνωστο στοὺς περισσότερους.
* * *
Τὸν τρίτο μ.Χ. αἰῶνα ἐπίσκοπος τῆς Ἀντιοχείας, τῆς μεγάλης ἐκείνης πόλεως τῆς Συρίας στὴν ὁποία οἱ ἀκόλουθοι τοῦ Ναζωραίου ὠνομάστηκαν γιὰ πρώτη φορὰ «Χριστιανοί», ἦταν ὁ Βαβύλας. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του ὡς ἐπισκόπου συνέβη ἕνα ἔκτακτο γεγονός, τὸ ὁποῖο μνημονεύει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος σὲ ἐγκωμιαστικὴ ὁμιλία του γιὰ τὸν ἱερομάρτυρα αὐτόν. Ἕνας βασιλιᾶς –τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα δὲν ἀναφέρει ὁ Χρυσόστομος, κατὰ δὲ τὸν συγγραφέα Μιχαὴλ Γαλανὸ ὁ βασιλιᾶς αὐτὸς ἦταν ὁ ῾Ρωμαῖος αὐτοκράτορας Νουμεριανός (283-284 μ.Χ.), ἐνῷ κατ᾿ ἄλλους ἦταν μᾶλλον ὁ Ἄραβας Φίλιππος, φίλος τῶν Χριστιανῶν (244-249 μ.Χ.)–, ὁ βασιλιᾶς αὐτὸς ὑπέγραψε σύμφωνο εἰρήνης μὲ τὸ βασιλιᾶ τῶν Περσῶν, καὶ γιὰ νὰ τὸν δεσμεύσῃ στὴν τήρησι τῆς συμφωνίας ζήτησε καὶ πῆρε ὡς ὅμηρο τὸ γυιὸ τοῦ Πέρσου μονάρχου· ἀλλὰ τὸν ὅμηρο αὐτόν, χωρὶς καμμιά ἀφορμή, παραβαίνοντας κάθε θεῖο καὶ ἀνθρώπινο νόμο, τὸν κατέσφαξε ἀπάνθρωπα! Μεγάλο σκάνδαλο. Καὶ ἐνῷ διέπραξε τέτοιο ἔγκλημα, εἶχε τὴν ἀναίδεια ὁ βασιλιᾶς αὐτός, σταθμεύοντας στὴν Ἀντιόχεια, μὲ μεγάλη πομπὴ καὶ ἐπίδειξι, νὰ πάῃ στὸν ἱερὸ ναὸ ὅπου λειτουργοῦσε ὁ σεβάσμιος ἐπίσκοπος. Ἀλλὰ ὁ Βαβύλας στάθηκε στὴν θύρα τοῦ ναοῦ καὶ μὲ παρρησία ἤλεγξε τὸ βασιλιᾶ γιὰ τὸ πρωτοφανὲς ἔγκλημα καὶ ἐμπόδισε τὴν εἴσοδό του στὸ ναό. Ἐγκωμιάζοντας τὸ Βαβύλα γιὰ τὴν ὑπέροχη στάσι του ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει τὰ ἑξῆς ἀξιομνημόνευτα ποὺ συνιστοῦν ἄριστο ὑπόδειγμα τέτοιων ἀφοριστικῶν ἀποφάσεων τῆς Ἐκκλησίας (βλ. καὶ Κων. ῾Ράλλη, Ποινικὸν Δίκαιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, Ἀθῆναι 1907, σ. 154).
«Αὐτὸς λοιπὸν ὁ Βαβύλας τότε, ἀφοῦ ἡ χάρις τοῦ ἁγίου Πνεύματος τοῦ ἐμπιστεύθηκε τὴν ἐδῶ στὴν Ἀντιόχεια Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, δὲν θὰ ἔλεγα μὲν ὅτι ὑπερέβη τὸν προφήτη Ἠλία καὶ τὸν μιμητή του Ἰωάννη τὸν βαπτιστή, μήπως καὶ ὁ λόγος μου εἶνε πολὺ ἀσεβής, πάντως τοὺς ἔφτασε τόσο, ὥστε νὰ μὴ ὑστερήσῃ στὸ ἐλάχιστο ἀπὸ τὸ ἐλεύθερο φρόνημα τῶν γενναίων ἐκείνων ἀνδρῶν. Γιατὶ ὄχι ἕνα τετράρχη λίγων πόλεων (ὅπως ἦταν ὁ Ἡρῴδης ποὺ ἤλεγξε ὁ βαπτιστής) οὔτε τὸ βασιλιᾶ ἑνὸς ἔθνους (ὅπως ἦταν ὁ Ἀχαὰβ ποὺ ἤλεγξε ὁ Ἠλίας), ἀλλὰ ἐκεῖνον ποὺ κατεῖχε τὸ μεγαλύτερο μέρος ὅλης τῆς οἰκουμένης, αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ φονιᾶ, καὶ ποὺ διοικοῦσε πολλὰ ἔθνη καὶ πολλὲς πόλεις καὶ ἄπειρα στρατεύματα, καὶ ποὺ ἀπὸ κάθε πλευρὰ ἦταν φοβερός, καὶ ἀπὸ τὸ μέγεθος τοῦ ἀξιώματος καὶ ἀπὸ τὸ θράσος τοῦ χαρακτήρα, σὰ νά ᾽ταν κανένας τιποτένιος δοῦλος καὶ τελείως ἀνυπολόγιστος, ἔτσι τὸν πέταξε ἔξω ἀπ᾽ τὴν Ἐκκλησία, μὲ τόση ἀταραξία καὶ ἀφοβία, μὲ ὅση ἕνας τσοπᾶνος θ᾽ ἀποχώριζε ἀπ᾽ τὸ κοπάδι κάποιο πρόβατο γεμᾶτο ψώρα κι ἀρρωστημένο, ἐμποδίζοντας ἔτσι τὴν ἀσθένεια τοῦ ἀρρώστου νὰ μεταδοθῇ στὰ ὑπόλοιπα. Κι αὐτὰ τὰ ἔκανε βεβαιώνοντας ἐμπράκτως τὸ λόγο τοῦ Σωτῆρος, ὅτι δοῦλος εἶνε μόνο αὐτὸς ποὺ κάνει τὴν ἁμαρτία (βλ. Ἰω. 8,34), ἔστω κι ἂν ἔχῃ πάνω στὸ κεφάλι του μύρια στέμματα, ἔστω κι ἂν φαίνεται πὼς ἐξουσιάζει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἶνε πάνω στὴ γῆ· ἐνῷ αὐτὸς ποὺ νιώθει ὅτι γιὰ κανένα κακὸ δὲν τὸν ἐλέγχει ἡ συνείδησί του, κι ἂν συγκαταλέγεται στὴν τάξι τῶν ὑπηκόων, βασιλεύει περισσότερο ἀπ᾽ ὅλους τοὺς βασιλιᾶδες»(*).
* * *
Ἀκοῦτε γλῶσσα θαρραλέου ἐπισκόπου; Μεγαλειότατοι κατὰ τὴν χριστιανικὴ ἠθικὴ εἶνε αὐτοὶ ποὺ στέκουν στὸ ὕψος τῆς ἀποστολῆς τους ὡς Χριστιανοὶ μέσα στὸν κόσμο, ἔστω καὶ ἂν κατὰ κόσμον εἶνε οἱ κατώτεροι ἀπ᾽ ὅλους. Αὐτοὶ εἶνε τὸ ἁλάτι καὶ τὸ φῶς τοῦ κόσμου (βλ. Ματθ. 5,13-14). Αὐτοὶ ἔχουν τὴν ἐσωτερικὴ μεγαλοπρέπεια, τὴν ἀκτινοβολία, τὸ ἄφθαρτο στέμμα τῆς ἁγιότητος, ἡγεμονεύουν καὶ βασιλεύουν στοὺς ἑαυτούς των. Ἐνῷ αὐτοὶ ποὺ βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὴ φοβερὴ κυριαρχία φρικτῶν ἐλαττωμάτων καὶ παθῶν, ἔστω καὶ ἂν εἶνε πλούσιοι, ἔστω καὶ ἂν εἶνε στρατηγοί, ἔστω καὶ ἂν εἶνε βασιλεῖς, ἔστω καὶ ἂν εἶνε ἐπιστήμονες καὶ σοφοί, εἶνε ντροπιασμένοι δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας. Μεγαλειότης εἶνε μία, ἡ ἀρετή· ἀθλιότης εἶνε μία, ἡ κακία.
Ὁ Βαβύλας, γιὰ τὸν ἔλεγχο ποὺ ἐξήσκησε ὄχι μόνο γιὰ τὴ δολοφονία ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλες ἐκδηλώσεις τῶν εἰδωλολατρῶν, τὸν συνέλαβαν, τὸν ἔδεσαν μὲ ἁλυσίδες, τὸν ἔσυραν, τὸν διαπόμπευσαν διὰ μέσου τῶν δρόμων καὶ πλατειῶν, τὸν ἔρριξαν στὶς φυλακές, κι ἀφοῦ τέλος τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ ἐκεῖ τὸν ἐκτέλεσαν. Δὲν κάμφθηκε. Δὲν λιγοψύχησε. Δὲν ἐγκατέλειψε, δὲν ἐπρόδωσε τὴ θέσι στὴν ὁποία τὸν ἔβαλε ὁ Βασιλεύς του, ὁ Χριστός, ἀλλὰ σὰν πιστὸς στρατιώτης ἀγωνίστηκε ὑπὲρ τῆς ἀληθείας «ἕως τοῦ θανάτου» (Σ. Σειρ. 4,28) καὶ ἀντιστάθηκε κατὰ τῆς ἁμαρτίας μαχόμενος «μέχρις αἵματος» (Ἑβρ. 12,4). Ἀναδείχθηκε ἥρωας, ἀριστοῦχος στὰ πνευματικὰ τῆς Ἐκκλησίας (ἑορτάζεται στὶς 4 Σεπτεμβρίου). Ἡ σκόνη, ἡ στάχτη τοῦ σώματός του, τὸ ἱερὸ λείψανο μαζὶ μὲ τὶς σιδερένιες ἁλυσίδες τοῦ μαρτυρίου ἦταν πολύτιμο κειμήλιο καὶ θησαυρὸς τῆς ἐκκλησίας τῶν Ἀντιοχέων, ὅπως διασῳζόταν ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, προτρέποντας τοὺς προεστῶτες τῶν Ἐκκλησιῶν· Κρατῆστε τὴν Ἐκκλησία ἐλεύθερη καὶ ἀδούλωτη, «μὴ γίνεσθε δοῦλοι ἀνθρώπων» (Α΄ Κορ. 7,23).
* * *
Ἄλλο παράδειγμα θαρραλέας στάσεως ποιμένος ἀπέναντι σὲ ἐγκληματοῦντες βασιλεῖς καὶ αὐτοκράτορες ἀναφέρεται πάντοτε τὸ παράδειγμα τοῦ ἐπισκόπου Μεδιολάνων ἁγίου Ἀμβροσίου, ὁ ὁποῖος τὸ 390 μ.Χ. ἐμπόδισε τὸν αὐτοκράτορα Θεοδόσιο νὰ μπῇ στὸ μητροπολιτικὸ ναό, γιατὶ ἦταν ἔνοχος γιὰ ἀμείλικτη ἀνθρωποσφαγὴ 7.000 κατοίκων τῆς πόλεως Θεσσαλονίκης. –Μόνο, τοῦ εἶπε μπροστὰ σὲ ὅλους, μόνο μετάνοια παρατεταμένη μπορεῖ νὰ ἐξαλείψῃ ἕνα τόσο μεγάλο ἁμάρτημα καὶ νὰ ἐξιλεώσῃ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ δημιούργησε κ᾽ ἐξουσιάζει τὰ πάντα. Ὁ Θεοδόσιος ὑπάκουσε, ὑπέκυψε στὸν ἀφορισμὸ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, κι ὅταν ἐπέστρεψε στὰ ἀνάκτορα ὑπέβαλε τὸν ἑαυτό του στὸ ἐπιτίμιο τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὸ ὁποῖο μόλις μετὰ ἀπὸ ὀχτὼ μῆνες λύθηκε καὶ ἔγινε πάλι δεκτὸς στὴν κοινωνία τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, ἀφοῦ προηγουμένως ὡμολόγησε δημοσίως μέσα στὸν ἱερὸ ναὸ τὴν ἁμαρτία καὶ πέφτοντας μπρούμυτα καὶ ἐκφωνώντας ἐκεῖνο τὸ λόγο τοῦ Δαυῒδ «Ἐκολλήθη τῷ ἐδάφει ἡ ψυχή μου· ζῆσόν με κατὰ τὸν λόγον σου»· κόλλησα, δηλαδή, στὸ ἔδαφος τῆς γῆς, ταπεινώθηκα πολύ, κάνε με νὰ ζήσω κατὰ τοὺς ὁρισμούς σου (Ψαλμ. 118,25) παρακάλεσε νὰ τοῦ δοθῇ συγγνώμη.
***
Τέτοιους ἐπισκόπους ἔχει ἀνάγκη περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη φορὰ ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐμφανισθοῦν στὸν ὁρίζοντα τέτοιοι ἐπίσκοποι, εἶνε ἀνάγκη νὰ ἐπανέλθουμε στὸ σύστημα τῆς ἐκλογῆς τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ λαός, ὁ εὐσεβὴς λαός, ἐξέλεγε τοὺς ποιμένες του. Ἐφ᾿ ὅσον ὁ εὐσεβὴς λαὸς μένει μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐκλογή, ἡ δὲ ἐκλογὴ τῶν προεστώτων τῆς Ἐκκλησίας διενεργεῖται μὲ τὸν τροπὸ ποὺ διενεργεῖται σήμερα, ὅπως γνωρίζουν πάντες «οἱ παροικοῦντες ἐν Ἰερουσαλήμ» (πρβλ. Λουκ. 24,18)…, Βαβύλες ἐπίσκοποι μὴν περιμένετε ν᾿ ἀνατείλουν στὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Βαβύλες, ὑποθέτω, δὲν διορίζονται μὲ πολιτικὰ διατάγματα καὶ προκειμένου ν᾽ ἀναλάβουν καθήκοντα δὲν ὁρκίζονται ἐνώπιον ἐπιγείων ἀρχόντων. Μιὰ Ἐκκλησία δούλη, ὅπως ἀποδεικνύουν τὰ γεγονότα, ποὺ κολακεύει καὶ κολακεύεται, ποὺ δίνει καὶ παίρνει κίβδηλα παράσημα ματαίας δόξης, ποὺ ἀναπαύεται μακαρίως ἐπάνω σὲ μαλακὰ ἀνάκλιντρα καὶ χρυσοστόλιστους θρόνους, ποιά, παρακαλῶ, νικηφόρο μάχη μπορεῖ νὰ δώσῃ κατὰ τοῦ συγχρόνου κόσμου, ὁ ὁποῖος ἀνασταυρώνει τὸν Θεάνθρωπο σὲ τοῦτο τὸν αἰῶνα τῶν φώτων καὶ ἐπιστημῶν;
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
―――――――――――――――――
- (*) «Οὗτος τοίνυν τότε τοῦ Χριστοῦ τὴν Ἐκκλησίαν τὴν ἐνθάδε ὑπὸ τῆς τοῦ Πνεύματος χάριτος ἐγχειρισθείς, τὸν Ἠλίαν καὶ τὸν τούτου ζηλωτὴν Ἰωάννην ὅτι παρήλασε μὲν οὐκ ἂν εἴποιμι, μὴ καὶ λίαν φορτικὸν τὸ λεγόμενον ᾖ, ἔφθασε δὲ οὕτως, ὡς μηδὲ τὸ τυχὸν ἀπολειφθῆναι τῆς ἐλευθερίας τῶν γενναίων ἐκείνων ἀνδρῶν. Οὐ γὰρ τετράρχην πόλεων ὀλίγων, οὐδὲ ἑνὸς ἔθνους βασιλέα, ἀλλὰ τὸν τὸ πλεῖστον μέρος τῆς οἰκουμένης ἁπάσης κατέχοντα, αὐτὸν δὴ τοῦτον τὸν ἀνδροφόνον, καὶ πολλὰ μὲν ἔθνη, πολλὰς δὲ πόλεις καὶ στρατιὰν ἄπειρον κεκτημένον, καὶ πάντοθεν ὄντα φοβερὸν ἀπό τε τοῦ μεγέθους τῆς ἀρχῆς, ἀπό τε τῆς τῶν τρόπων θρασύτητος, ὡς ἀνδράποδον εὐτελὲς καὶ οὐδενὸς ἄξιον λόγου, οὕτω τῆς Ἐκκλησίας ἐξέβαλε, μετὰ τοσαύτης ἀταραξίας καὶ ἀφοβίας, μεθ᾿ ὅσης ἂν ποιμὴν πρόβατον ψώρας ἐμπεπλησμένον καὶ νενοσηκὸς τῆς ποίμνης ἀπείρξειε, κωλύων εἰς τὰ λοιπὰ διαβῆναι τὴν νόσον τοῦ κάμνοντος. Καὶ ταῦτα ἔπραττεν, ἔργῳ τὸν τοῦ Σωτῆρος λόγον βεβαιῶν, ὅτι μόνος δοῦλός ἐστιν ὁ τὴν ἁμαρτίαν ποιῶν (βλ. Ἰω. 8,34), κἂν μυρίους ἐπὶ κεφαλῆς ἔχῃ στεφάνους, κἂν ἁπάντων δοκῇ τῶν ἐπὶ γῆς ἀνθρώπων κρατεῖν· ὁ δὲ οὐδὲν ἑαυτῷ συνειδὼς πονηρόν, κἂν ἐν τῇ τῶν ὑπηκόων καταλέγηται τάξει, πάντων ἐστὶ βασιλέων βασιλικώτερος» (Ἑ.Π. Migne 50,541).
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς περικοπὲς στὸ cd …Α τῆς σειρᾶς «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868)
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.