Αυγουστίνος Καντιώτης



ΕΧΟΥΜΕ ΤΙΣ ΑΠΟΣΚΕΥΕΣ ΜΑΣ ΕΤΟΙΜΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΟΔΗΓΗΘΟΥΜΕ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ! (ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ)

O πατηρ Αυγουστινος Καντιωτης στη Βεροια το 1943

Από περιοδικὸ «Πελεκὰν» Βεροίας

cf83ceb5cebb-16-cf80-a1῏Ηταν τότε στὴ δεκαετία τοῦ 40-50. Η χώρα τελοῦσε ὑπὸ γερμανικὴ κατοχή. Πολὺ δύσκολοι καιροί: Πεῖνα, ἀνέχεια, φτώχεια, δολοφονίες καὶ αἰματοχυσία, ἀλλὰ καὶ καταστροφικὸς ἀλληλοσπαραγμός.
Σ᾿ αὐτοὺς τοὺς δύσκολους καιρούς, προτρέχει στὴ Βέροια ἡ φήμη ἑνὸς φλογεροῦ ἱερωμένου, τοῦ Αὐγουστίνου Καντιώτη, ὁ ὁποῖος κάποια στιγμὴ καταφθάνει στὴν πόλι μας, τὴν ὥρα ποὺ ἐπικρατεῖ ἡ κατήφεια τῆς σκλαβιᾶς καὶ τοῦ πόνου. Τὸ δυναμικό του κήρυγμα ἀναπτερώνει τὸ ἠθικὸ τοῦ πονεμένου καὶ βασανισμένου χριστιανοῦ καὶ ρίχνει βάλσαμο στὶς ψυχὲς τῶν κατατρεγμένων. ῞Οσοι τὸ ζήσαμε, καί κυρίως ἐμεῖς —παιδιὰ τότε—, διατηροῦμε ζωηρὴ τὴν εἰκόνα αὐτοῦ τοῦ «δυναμικοῦ καὶ φλογεροῦ ἱερωμένου». Πράγματι αὐτὴ ἡ ἀσκητικὴ μορφὴ τοῦ ἀποστεωμένου, ἀλλὰ ψυχικὰ δυνατοῦ, μᾶς γοητεύει ὅλους καὶ προπάντων τοὺς νεώτερους, ποὺ προσδοκοῦν καὶ ὀνειρεύονται ἕναν κόσμο δίκαιο, ἐλεύθερο καὶ εἰρηνικό. Στὴ δημόσια κριτική του, ποὺ πάντα ἀσκεῖ στὸ κήρυγμά του, δὲν μασᾶ τὰ λόγια του, δὲν ὁμιλεῖ μὲ ὑπονοούμενα.
Κατονομάζει ὅλους, ἀκόμα καὶ τοὺς ἱερωμένους, μὲ τοὺς ὁποίους εἶναι ἰδιαίτερα αὐστηρός. Καταγγέλλει τὴν ὑποκρισία ποὺ κυριαρχεῖ. ῾Ο λόγος του εἶναι πάντα ἐναρμονισμένος μὲ ὅσα δίδαξε ὁ ᾿Ενανθρωπήσας Χριστός, καὶ δὲν παρεκκλίνει ἀπὸ αὐτὸν οὔτε «ἐπὶ ἐλάχιστον». Πρὸ πάντων ὅμως διδάσκει μὲ τὸ παράδειγμά του· καὶ αὐτὸ εἶναι, ἴσως, τὸ σπουδαιότερο στοιχεῖο ποὺ τὸν χαρακτηρίζει, τόσο σπάνιο στοὺς ἀνθρώπους, κυρίως στὴν ἐποχή μας.

Τὸ τονίζω αὐτό, μὲ τὸν ἑαυτό του εἶναι περισσότερο αὐστηρὸς παρὰ μὲ τοὺς ἄλλους. Αὐτή, λοιπόν, ἡ ἀδέκαστη πρῶτα μὲ τὸν ἑαυτό του μορφή, δἐχθηκε πολλοὺς διωγμοὺς καὶ πάμπολλες διώξεις, κυρίως ἀπὸ ἱερωμένους (ἂν δὲν κάνω λάθος).
Δὲν πτοήθηκε ὅμως ποτέ. Κάθε φορὰ ποὺ ἀνέβαζε τοὺς τόνους τῆς κριτικῆς του, ἔλεγε ἀλλὰ καὶ ἔγραφε στὸ ἐκδιδόμενο, μὲ δαπάνη του, ἔντυπο, τὴν «ΣΠΙΘΑ»: «῎Εχουμε τὶς ἀποσκευές μας ἔτοιμες (ποιές ἀποσκευὲς εἶχε ἆραγε αὐτὸς ὁ τόσο λιτὸς ἄνθρωπος, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ξεθωριασμένο ράσο του;) γιὰ νὰ ὁδηγηθοῦμε στὶς φυλακές». ᾿Απ᾿ ὅ,τι θυμᾶμαι, δὲν ἦταν λίγες οἱ φορὲς ποὺ διώχθηκε, φυλακίστηκε καὶ λοιδορήθηκε ἀδίκως. Πρέπει ἐδῶ νὰ ὁμολογήσω, ὅτι ὁ «ἐπαναστάτης» ἱεροκῆρυξ Αὐγουστῖνος Καντιώτης εἶναι ἀπὸ τοὺς ἐλάχιστους ἱερωμένους ποὺ γνώρισα, ποὺ τὸ κήρυγμά του καὶ οἱ πράξεις του ἦταν σὲ ἀπόλυτη, θὰ ἔλεγα, ἁρμονία. Γι᾿ αὐτὸ ἦταν πολλοὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὸν λάτρεψαν καὶ τὸν ἀκολούθησαν.
Κάθε κήρυγμά του ἦταν ἕνα γεγονός, γιατὶ ἦταν θαυμαστὴ ἡ εὐφράδειά του. ῾Ο συναρπαστικὸς καὶ δυναμικὸς θεῖος λόγος του γοήτευε καὶ αἰχμαλώτιζε τὸ ἀκροατήριό του. Γιὰ τὸ λόγο αὐτό, οἱ ναοὶ ἦταν πάντοτε ὑπερπλήρεις ἀπὸ ἀνθρώπους κάθε τάξης, μόρφωσης καὶ καταγωγῆς —πρωτοφανὲς γιὰ τὰ χρονικὰ τῆς πόλης τὴν ἐποχὴ ἐκείνη—. Θὰ κλείσω αὐτὴ τὴν ἀναδρομὴ στὰ χρόνια ἐκεῖνα μὲ ἕνα περιστατικό, τοῦ ὁποίου ἦμουν αὐτόπτης μάρτυς:

῏Ηταν Μεγάλη Παρασκευή. Μετὰ τὴ σύντομη, πέριξ τοῦ ναοῦ, περιφορὰ τοῦ ᾿Επιταφίου (λόγω κατοχῆς) ὁ ἐφημέριος τοῦ ναοῦ τῆς ῾Αγ. Τριάδος Βεροίας, μετὰ τὴν ἀπόλυση, στάθηκε μπροστὰ στὴν ῾Ωραία Πύλη, κρατώντας στὰ χέρια του τὸν Χρυσιποίκιλτο ᾿Επιτάφιο, τὸν ὁποῖο προσκυνοῦσαν οἱ πιστοί, ἀφήνοντας ἐντὸς αὐτοῦ τὸν ὀβολόν τους. ᾿Αφοῦ τελείωσε ἡ διαδικασία αὐτή, ὁ ἱερέας ἐναπόθεσε τὸν ᾿Επιτάφιο μὲ τὰ κέρματα πάνω στὴν ῾Αγία Τράπεζα. Τότε, ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ, ὁ π. Αὐγουστῖνος πετάχθηκε ἀπὸ τὴ θέση του, ἔπιασε τὸν ᾿Επιτάφιο ἀπὸ τὰ ἄκρα καὶ τίναξε τὰ κέρματα, ποὺ μὲ θόρυβο σκορπίστηκαν στὸ μαρμάρινο δάπεδο, λέγοντας στὸν ἱερέα: «Μάζεψε τὰ τριάκοντα ἀργύρια».
Σωστὴ καὶ δίκαιη ἡ ἐνέργειά του· λίγο ἀκραία ἴσως καὶ σκληρή, ὅμως αὐτὸς εἶναι ὁ π. Αὐγουστῖνος. Φαινόμενο σκληροῦ μὲ τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ πρὸ πάντων μὲ τὸν ἑαυτό του. Κατὰ τὴ γνώμη μου, ὁ καλύτερος τρόπος διδασκαλίας εἶναι τὸ παράδειγμα, τὸ πρότυπο· τὰ ἄλλα ἕπονται.
Σήμερα, δυστυχῶς, ποὺ οἱ εἰκόνες (τηλεόραση, ἔντυπα κ.λπ.) βομβαρδίζουν κυριολεκτικὰ τὸν ἄνθρωπο ὅλο τὸ εἰκοσιτετράωρο, τὰ πρότυπα εἶναι παντοῦ ἀρνητικά. Προβάλλονται φορτικὰ οἱ διαστροφές, τὰ ἐγκλήματα, οἱ ἀπάτες, τὸ ψεῦδος καὶ ἡ κραιπάλη. ᾿Αντίθετα καταπνίγονται ἡ ἐντιμότητα, ἡ ἠθική, ἡ ἁγνότητα καὶ ὁ ἀνθρωπισμός. ᾿Απὸ τοὺς λόγους αὐτοὺς τὰ ἀποτελέσματα εἶναι τραγικά. Τὸ ἀντιλαμβάνεται κάθε νοήμων ἄνθρωπος. Καὶ τὸ ἐρώτημα εἶναι εὔλογο: Ποῦ πάει ἡ σημερινὴ κοινωνία;

Μ. Μ.
(περιοδικὸ «Πελεκὰν» Βεροίας, φ. 59/Σεπτ.-Ὀκτώβριος 2006, σ. 3)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.