ΤΙ ΜΑΣ ΛΕΙΠΕΙ! (Ἑλλας, Ελλας, μεριμνας και τυρβαζη περι πολλα, ενος δε εστι χρεια)
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ, ΔΕΚΕΝΒΡΙΟΣ 1959, αρ. φυλ. 222
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
ΤΙ ΜΑΣ ΛΕΙΠEI!
Ἑλλάς, ¨Ελλάς, μεριμνᾶς καὶ τυρβάζη περὶ πολλά, ἑνὸς δέ ἐστι χρεῖα
Ἐθνικὰ προβλήματα
Εἴμεθα, ἀγαπητοί μου ἀναγνῶσται, εἴμεθα ἕνα μικρὸ καὶ πτωχὸ βασίλειο. Ἐνῶ εἰς τὴν γειτονικήν μας Τουρκία ἐπὶ ἐκτάσεως γῆς γονίμου ἑνὸς τετραγωνικοῦ χιλιομέτρου 25 «καλοί μας φίλοι» ροφοῦν μακαρίως τὸν ναργιλέν των, ἐπὶ ἵσης ἐκτάσεως γῆς, ἀγόνου ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον εἰς τὴν Ἑλλάδα διπλάσιος καὶ τριπλάσιος ἀριθμὸς ἀνόμων βασανίζεται διὰ νὰ κερδίση τὸν ἐπιούσιον ἄρτον του. Ἐπὶ πλέον διήλθομεν διὰ πυρὸς καὶ σιδήρου μιᾶς τριπλῆς κατοχῆς καὶ εἴδομεν τὴν χώραν μας μεταβαλλομένην εἰς ράχιν Ψαρῶν, ἐπὶ τῆς ὁποίας, κατὰ τὸν ποιητήν, μόνον ὀλίγα ἄνθη δύναται νὰ συλλέξη ἡ ἐπʼ αὐτῆς περιπατοῦσα δόξα. Αἱ ἐλλείψεις μας λοιπὸν εἶνε πολλαί. Μᾶς λείπουν πολλά! Καὶ δρόμοι κατάλληλοι, ἰδίως δρόμοι, οἱ ὁποῖοι θὰ διευκολύνουν τὸν ἀγροτικὸν πληθυσμὸν εἰς τὴν μεταφορὰν τῶν προϊόντων των, τὰ ὁποῖα σήπονται εἰς τοὺς τόπους τῆς παραγωγῆς, καὶ σχολικὰ κτίρια εὐπρεπῆ, καὶ κατοικίαι πρὸς στέγασιν τῶν ἀστέγων, καὶ κλινικαί, καὶ νοσοκομεῖα, ποὺ θὰ ἐξυπηρετοῦν τὰς λαϊκὰς τάξεις χωρὶς νὰ καταρρακώνεται ἡ ἀνθρωπίνη ἀξιοπρέπεια, καὶ κέντρα-ἰνστιτοῦτα μελέτης πρὸς ἀνακάλυψιν καὶ ἀξιοποίησιν τοῦ πλοῦτου, ὁ ὁποῖος κρύπτεται κάτω ἀπὸ τὸ πτωχὸν ἔδαφός μας εἴτε ὡς μέταλλον εἴτε ὡς μαῦρος χρυσὸς (πετρέλαιον). Αὐταὶ καὶ ἄλλαι ἀκόμη εἶνε αἱ ἐλλείψεις μας ποὺ καθημερινῶς διεκτραγωδεῖ ὁ ἡμερήσιος τύπος. Οἱ ξένοι ἐπισκέπται, οἱ ὁποῖοι ζοῦν εἰς μεγάλας καὶ πλουσίας χώρας, θαυμάζουν τὸν καθαρὸν οὐρανόν, τὸ πλούσιον φῶς, τὸ ὑπέροχον κλῖμα, τὰ ὡραῖα τοπία καὶ τὰ ἀρχαιολογικὰ μνημεῖα τῆς Πατρίδος μας, ἀλλὰ βλέποντες τὴν σύγχρονόν μας ζωὴν καὶ συγκρίνοντες αὐτὴν πρὸς τὴν ἰδικήν των μᾶς χαρακτηρίζουν ὡς ἕνα ὑποανάπτυκτον λαόν, ὅστις πολλὰς δεκαετηρίδας θὰ χρειασθῆ, διὰ νὰ φθάση εἰς τὸ ὑψηλὸν ἐπίπεδον τῆς ἰδικῆς των ὑλικῆς εὐημερίας. Πολλαὶ αἱ ἐλλείψεις μας! Ἐὰν αἱ ἐλλείψεις αὐταὶ ἤθελον πληρωθῆ, τότε ἡ μικρὰ καὶ πτωχή μας χώρα ἤθελε γίνει εὐτυχής.
Εὐτυχής; Δὲν ἀρνούμεθα ὅτι ὁ ὑλικός, ὁ οἰκονομικὸς παράγων συντελεῖ κατὰ σημαντικὸν ποσοστὸν εἰς τὴν εὐτυχίαν τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλὰ θὰ εἶνε πλάνη δεινὴ νὰ παραδεχθῶμεν ὅτι ὁ οἰκονομικὸς παράγων ἀποτελεῖ τὸν μοναδικὸν παράγοντα, ἐκ τοῦ ὁποῖου ἐξαρτᾶται ἡ εὐδαιμονία τοῦ ἀνθρώπου. Ὄχι! Ἡ πηγὴ τῆς ἀνθρωπίνης εὐτυχίας εὑρίσκεται βαθύτερον ἀπὸ ὅ,τι φαντάζονται οἱ πολλοί.
Μπορεῖς, ἄνθρωπέ μου, τὴν καλύβην ποὺ κατοικεῖς νὰ κρημνίσης καὶ ἐπὶ τῶν ἐρειπείων νὰ κτίσης μεγαλοπρεπὲς μέγαρον, νὰ τὸ ἐφοδιάσης μὲ ὅλα τὰ κομφὸρ μιᾶς ἀνέτου ζωῆς, ὥστε νὰ μὴ αἰσθάνεσαι οὔτε τὸ ψῦχος τοῦ χειμῶνος οὔτε τὸν καύσωνα τοῦ θέρους, νὰ τὸ ἐπιπλώσης μὲ τὰ πολυτελέστερα ἔπιπλα, ἀλλὰ δὲν θὰ ἀργήσης νὰ πληροφορηθῆς, ὅτι ἡ εὐτυχία δὲν κατοικεῖ ἐκεῖ. Ὡς ὀρθῶς παρατηρεῖ νεώτερος φιλόσοφος «Οἱ ἄνθρωποι εἶνε τόσον δυστυχέστεροι ὅσον περισσότερα σκεύη ἔχουν».
Ἀλλʼ ὅ,τι συμβαίνει εἰς μίαν οἰκίαν, μπορεῖ νὰ συμβῆ καὶ εἰς τὴ μεγάλη οἰκία, ἡ ὁποία λέγεται πολιτεία. Μπορεῖ καὶ αὐτὴ νὰ κατασκευάση τὸ τελειότερον δίκτυον συγκοινωνίας, νὰ λάβη πρόνοιαν διʼ ὅλας τὰς τάξεις καὶ τὰ ἐπαγγέλματα, ὥστε κανεὶς νὰ μὴ ὑποφέρη οἰκονομικῶς, νὰ ἔχη ἄφθονον ἄρτον καὶ εὐχάριστα θεάματα, νὰ ψυχαγωγῆται διαρκῶς μὲ ἑορτὰς καὶ πανηγύρεις καὶ ὅμως ἡ πολιτεία αὕτη, νὰ εὑρίσκεται εἰς τὰς παραμονὰς καταρρεύσεως καὶ οἱ κάτοικοι αὐτῆς νὰ εἶνε δυστυχεῖς, πολὺ δυστυχεῖς, παρʼ ὅλην τὴν ἐξωτερικὴν εὐτυχίαν, ἐν μέσω τῆς ὁποίας κολυμβοῦν. Ἐγράφη πρὸ καιροῦ ὅτι αἱ περισσότεραι αὐτοκτονίαι ἐν Εὐρώπη σημειώνονται εἰς τὸ βασίλειον τῆς Σουηδίας, ἡ ὁποία ἀπʼ ἀπόψεως οἰκονομικῆς ἀνέσεως ἔρχεται πρώτη ἐν Εὐρώπη. Ὅλα τὰ ἔχουν ἐκεῖ. Καὶ θὰ ἔπρεπε νὰ εἶνε εὐτυχεῖς. Καὶ ὅμως εἶνε δυστυχεῖς. Διότι κάτι τὸ σπουδαῖον λείπει ἀπὸ τὴν ζωήν των. Λείπει ἡ ψυχή, λείπει ὁ ἄνθρωπος!
Ὁ ἄνθρωπος; Ναί, ὁ ἄνθρωπος. Διότι αὐτὸ ποὺ φαίνεται σήμερον μὲ ὅλην τὴν μεγαλοπρέπειαν τοῦ ἐξειλιγμένου ἐπιστημονικῶς ἀνθρώπου δὲν εἶνε ὁ ἄνθρωπος μὲ ὅλον τὸ βάθος καὶ τὸ πλάτος τῆς ἐννοίας, τὴν ὁποίαν περικλείει ἡ λέξις. Ἐὰν ἤθελεν ἀφαιρεθῆ τὸ προσωπεῖον, ἤ μᾶλλον τὰ διάφορα προσωπεῖα, μὲ τὰ ὁποία ἐμφανίζεται ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, θὰ παρουσιάζετο μὲ ὅλην τὴν γυμνότητά του ὁ κύριος ἄνθρωπος, ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος καὶ θὰ προεκάλει τὰ δάκρυα διὰ τὸ κατάντημά του. Ἐάν, ὡς λέγει διάσημος ἰατροφιλόσοφος τῆς ἐποχῆς μας, ἐὰν ἕκαστος ἄνθρωπος ἧτο δυνατὸν πρὸς στιγμὴν νὰ λάβη ἐξωτερικὸν σχῆμα ποὺ νʼ ἀνταποκρίνεται πρὸς τὴν ψυχικὴν κατάστασίν του, πρὸς τὰς ἁμαρτωλάς, τὰς ἐγκληματικὰς ροπὰς καὶ κλίσεις καὶ πάθη, τότε θὰ παρουσιάζετο ἐνώπιόν μας θέαμα ποὺ θὰ προεκάλει φρίκην καὶ ἀποτροπιασμόν. Ὁ ἕνας θὰ ἐνεφανίζετο ὡς χοῖρος ἀκάθαρτος, ὁ δεύτερος ὡς τράγος ἀσελγής, ὁ τρίτος ὡς ἄρκτος ἀδηφάγος, ὁ τέταρτος ὡς ταῦρος μαινόμενος, ὁ πέμπτος ὡς λύκος αἱμοδιψής, ὁ ἕκτος ὡς ἱέραξ ἁρπακτικός, ὁ ἕβδομος ὡς κάμηλος μνησίκακος, ὁ ὄγδοος ὡς ἀλώπηξ πονηρά, ὁ ἕνατος ὡς ὄφις συρόμενος καὶ συρίζων…
Ὁ ἄνθρωπος, ἰδοὺ ἡ μεγάλη ἔλλειψις!
* * *
Διὰ τὴν ἔλλειψιν ἀνθρώπων ὄχι μόνον κατὰ τὴν ἐξωτερικὴν μορφήν, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἐσωτερικὴν ἀξίαν ἀνεστέναζε καὶ ὁ προφητάναξ Δαυΐδ, ὅταν ἐν τῶ 11ω ψαλμῶ ἔλεγεν˙ «σῶσόν με, Κύριε, ὅτι ἐκλέλοιπεν ωὅσιος, ὅτι ωλιγώθησαν αἱ ἀλήθειαι ἀπὸ τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων», ἐν δὲ τῶ 48ω˙ «ἄνθρωπος ἐν τιμῆ ὤν οὐ συνῆκε˙ παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς».
Διὰ τὴν ἔλλειψιν ἀνθρώπων ἀνεστέναζε ὁ προφήτης Ἡσαΐας λέγων˙ «ἧλθον καὶ οὐκ ἧν ἄνθρωπος. Ἐκάλεσα καὶ οὐκ ὁ ὑπακούων» (Ἡσ. 50, 2).
Διὰ τὴν ἔλλειψιν ἀνθρώπων ἀνεστέναζε καὶ ὁ ἰδικός μας ἀρχαῖος πρόγονος, ὁ φιλόσοφος Διογένης, ὅστις διὰ νὰ παραστήση ἐπὶ τὸ ζωηρότερον τὴν ἔλλειψιν ταύτην ἐν μέση μεσημβρία, τοῦ ἡλίου μεσουρανοῦντος, ἤναψε φανὸν καὶ ἐξῆλθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ πλατείας τῶν Ἀθηνῶν καὶ εἰς τὴν ἐρώτησιν˙ τὶ ζητεῖς; ἀπήντα στερεοτύπως˙ «ἄνθρωπον ζητῶ». Δὲν εὕρισκεν ἄνθρωπον! Ποῦ; Εἰς τὸ κλεινὸν ἄστυ, τὴν πρωτεύουσαν ἐκείνην, εἰς τὴν ὁποίαν ὁ πολιτισμὸς ὡς τέχνη καὶ ὡς ἐπιστήμη εἴχε φθάσει εἰς τοιοῦτον ὕψος ποὺ καὶ σήμερον προκαλεῖ τὸν παγκόσμιον θαυμασμόν. Ἀλλὰ καὶ διὰ τὸν φιλόσοφον Διογένην δὲν ἔκαμνεν ἐντύπωσιν ὁ ἐξωτερικὸς αὐτὸς πολιτισμός. Διʼ αὐτὸν ἕνας ἄνθρωπος ψυχικῶς καλλιεργημένος, σώφρων καὶ ἐγκρατὴς τῶν παθῶν, εἰλικρινὴς καὶ δίκαιος, ἤξιζεν ἀπείρως περισσότερον ἀπὸ ἕνα Παρθενῶνα. Καὶ τοιοῦτος ἄνθρωπος ἔλειπεν εἰς τὴν ἐποχὴν τῆς παρακμῆς, εἰς τὴν ὁποίαν ὁ κυνικὸς αὐτὸς φιλόσοφος ἔζη. Διʼ αὐτὸ καὶ ἐξῆλθε μὲ φανὸν εἰς τοὺς δρόμους πρὸς ἀναζήτησιν ἀνθρώπου.
Διὰ τὴν ἔλλειψιν ἀνθρώπου ὄχι πλέον ἐν τῆ ἀρχαία είδωλολατρικῆ, ἀλλὰ καὶ ἐν τῆ χριστιανικῆ κοινωνία, ἀνεστέναζε καὶ ὁ περίφημος ἱεροκῆρυξ Ἠλίας Μινιάτης, ὅστις ἀπὸ τοῦ ἄμβωνος κατὰ τὴν Μ. Παρασκευὴν ὁμιλῶν πρὸς τὰ πλήθη ἔλεγεν˙ «Εἰς ἕνα καιρόν, ὅπου ὡσὰν μεσημέρι λάμπει ἡ Ὀρθοδοξία, ἀνάπτω καὶ ἐγὼ τὸν λύχνον τοῦ Εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, ἔρχομαι εἰς μίαν ἐκκλησίαν, γεμάτην ἀπὸ χριστιανοὺς καὶ ζητῶ χριστιανόν, ζητῶ χριστιανόν. Μὰ πῶς; τοῦτο ὁποῦ βλέπω ἐδῶ καὶ ἀλλοὺ εἰς πόλεις, εἰς κάστρα, εἰς ἐπαρχίας, εἰς βασίλεια, εἰς τὸ περισσότερον μέρος τῆς οἰκουμένης δὲν εἶνε χριστιανοί… Ὅθεν ἔρχομαι εἰς τὴν ἐκκλησίαν ἔως μέσα εἰς τὸ θυσιαστήριον˙ ἐδῶ ἐλπίζω νὰ εὕρω τὸν χριστιανὸν ὀποὺ ζητῶ, ἀνάμεσα εἰς τόσους Ἀρχιερεῖς, Ἱερεῖς, Μοναχούς, εἰς τόσους ἱερωμένους, ὅπου τὸ ἔθνος τὸ ἅγιον, τὸ βασίλειον ἱεράτευμα, οἱ διάδοχοι τῶν ἀποστόλων, αἱ ἔμψυχοι εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ. Θαρρῶ νὰ εὕρω χριστιανόν, μάλιστα ἕνα ἅγιον, ἕνα ἀσκητήν, ἕνα θαυματουργόν, ἕνα διδάσκαλον, ἕνα Ἰωάννην Χρυσόστομον ἤ ἕνα μεγάλον φωστῆρα τῆς Ἐκκλησίας: Ζητῶ, ἐξετάζω, στοχάζομαι μὰ ἀλλοίμονον τὶ βλέπω; Ἐδῶ βλέπω εἰς τὴν ἔπαρσιν Ἑωσφόρους, εἰς τὴν φιλαργυρίαν Ἰουδαίους, εἰς τὰ σαρκικὰ Ἐπικούρους, εἰς τὴν ἀμάθειαν ζῶα, εἰς τὴν πονηρίαν δαίμονας». (Ἴδε Ἠλ. Μινιάτη «Διδαχαὶ καὶ Λόγοι» ἔκδοσις η Ἀθῆναι 1925 σελ. 17-18).
Διʼ ἔλλειψιν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι νʼ ἀξίζη νὰ λέγωνται ἄνθρωποι, ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι νʼ ἀναπνέουν, ζοῦν καὶ κινοῦνται μέσα εἰς τὴν ἀτμόσφαιραν τῶν ὑψηλῶν ἰδανικῶν ἀναστενάζει καὶ σήμερον, ἡ Ἑλληνικὴ κοινωνία. Ἄνθρωπον ζητεῖ ἡ ἐπιχείρησις διὰ την κανπνικὴν διεξαγωγὴν τῆς ἐργασίας της, ἄνθρωπον ζητεῖ τὸ ἐργοστάσιον διὰ τὴν φύλαξιν καὶ συντήρησιν τῶν μηχανῶν, ἄνθρωπον ζητεῖ τὸ κατάστημα καὶ τὸ γραφεῖον, διὰ τὴν τιμίαν διαχείρησιν. Ἄνθρωπος ζητεῖται περισσότερον διʼ ὑψηλότερα ἔργα. Ἄνθρωπον ζητεῖ ἡ νέα διὰ νὰ ἑνώση τὴν ζωήν αὐτῆς εἰς ἀδιάσπαστον συζυγίαν, καὶ δυστυχῶς ἀντʼ αὐτοῦ μετʼ ὀλιγοχρόνιον συμβίωσιν ἀνακαλύπτει κτηνάνθρωπον, χειρότερον ἀκόμη καὶ τοῦ κτήνους, ὅστις μὲ τὴν βάναυσον διαγωγήν του θρυμματίζει μέσα εἰς τὴν ψυχήν τῆς νέας εἰς τὸ ἰδανικὸν μιᾶς ὡραίας συζυγικῆς ζωῆς, ποὺ ἔπλαθε. Ἄνθρωπον ζητεῖ καὶ ὁ νέος διὰ τὴν δημιουργίαν τῆς οικογενειακῆς του ἐστίας καὶ δυστυχῶς ἀντʼ αὐτῆς δὲν ἀργεῖ νὰ πληροφορηθῆ ὅτι καὶ τῆς τίγρεως ἀγριωτέρα καὶ τῆς ἀλώπεκος πονηροτέρα εἶνε ἡ κακή, ἡ ἰδιότροπος, ἡ γλωσσώδης καὶ ἀκόλαστος γυνή. Ἀνθρώπους ζητεῖ καὶ ἡ Πατρὶς διὰ νὰ τοὺς τοποθετήση εἰς τὰς ὑπευθύνους θέσεις πρὸς ὑπηρεσίαν τοῦ λαοῦ. Ἀνθρώπους ζητεῖ καὶ ἡ Θρησκεία διὰ νὰ τάξη εἰς τὰς ἱερὰς διακονία της, ἵνα ἐκεῖθεν φωτίζη διὰ τοῦ λόγου καὶ τοῦ παραδείγματός των τὸν λαόν. Ἄνθρωπον ζητεῖ πᾶς ἄνθρωπος, διὰ νὰ τῶ ἀνοίξη τὰ βάθη τῆς καρδίας του καὶ νὰ τῶ ἐκμυστηρευθῆ τοὺς μυστικοὺς πόνους του καὶ παρηγορηθῆ. Καὶ δὲν εὑρίσκει. Καὶ μελαγχολικῶς περιπατεῖ τὸν δρόμον τῆς ζωῆς καὶ δοκιμάζει τὸ αἴσθημα τῆς ἐρημότητος, τὸ αἴσθημα ἐκεῖνο, ποὺ αἰσθάνεται ὁ ὁδοιπόρος ὅταν διαβαίνη τὴν ἔρημον Σαχάραν. Σαχάρα καὶ Σαχάρας ἐρημότεραι ἔχουν καταντήσει αἱ μεγαλουπόλεις μὲ τὰ ἑκατομμύρια, μὲ τὰς μυρμηκιὰς τῶν ἀνθρώπων.
Ἄνθρωπον ζητῶ!
* * *
Ἀλλὰ διατὶ ἡ ἔλλειψις αὕτη ἀνθρώπων τιμίων, εὐσυνειδήτων, ἀνιδιοτελῶν, ἀνθρώπων τῶν ὁποίων ἡ διέλευσις ἀπὸ τὸν πλανήτην μας θὰ εἶνε ὡς ἡ διέλευσις Ἐκείνου, ὅστις διῆλθε τὴν ζωὴν αὐτοῦ εὐεργετῶν; Νομίζομεν ὅτι ἐν τῆ ἐρωτήσει ἐγκρύπτεται καὶ ἡ ἀπάντησις. Ἀλλʼ ἄς ἀναπτύξωμεν τὴν ἀπάντησιν. Ἐρωτᾶτε διατὶ δὲν ὑπάρχουν ἄνθρωποι; Ἀπλούστατα διότι δὲν ἐδόθη ἡ πρέπουσα σημασία εἰς τὸν ἄνθρωπον, καὶ εἰς τέχνην ἐκείνην, ἡ ὁποία εἶνε τέχνη τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν, καὶ αὐτὴ εἶνε ἡ ἐκ νηπιακῆς ἡλικίας ἀγωγὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἀγωγή, ἡ παιδαγωγικὴ ἐπιστήμη εἶνε πλέον ἐγκαταλελειμμένη τέχνη καὶ ἐπιστήμη, οἱ δὲ ἐργάται αὐτῆς οὐδεμιᾶς προσοχῆς καὶ ἐκτιμήσεως ἀπολαμβάνουν ἐν τῆ συγχρόνω κοινωνία. «Δάσκαλος!». Μετὰ πόσης εἰρωνείας προφέρεται ἡ λέξις αὕτη σήμερον. Ἕνας ποὺ κτίζει μίαν γέφυραν ἤ στρώνει ἕνα δρόμον ἤ κατασκευάζει μίαν δεξαμενήν ὀμβρίων ὑδάτων εἶνε μέγας καὶ πολύς, καὶ ἀνακηρύσσεται εὐεργέτης, ἄξιος νὰ ραίνεται μὲ ἄνθη κατὰ τὴν διέλευσίν του. Ἀλλʼ ἕνας παιδαγωγός, ὅστις ἐπὶ δεκαετηρίδας ἠσχολήθη μὲ τὸ θεῖον ἔργον τῆς ἀγωγῆς τοῦ ἀνθρώπου οὐδεμιᾶς ἀξιοῦται τιμῆς. Ποῦ εἴδατε, παρακαλῶ, εἰκόνας καὶ ἀγάλματα ἀειμνήστων διδασκάλων καὶ καθηγητῶν, οἱ ὁποῖοι ἐκοπίασαν διὰ τὴν μόρφωσιν τῆς γενεᾶς; Σπάνιαι αἱ περιπτώσεις τιμῆς αὐτῶν. Ὁ κανὼν εἶνε ἡ περιφρόνησις. Καὶ πότε ἐτιμήθησαν ἐν τῶ ἔθνει ἡμῶν αἱ μητέρες ἐκεῖναι, αἱ ὁποῖαι ὄχι ἀπλῶς ἐγέννησαν, ἀλλὰ καὶ ἀνέθρεψαν ἄξια τέκνα;
Ἡ ἀγωγὴ εἶνε παραμελημένη! Καὶ μόνον ἡ φυσικὴ ἀγωγή, καὶ αὐτὴ εἰς τὸ εὐτελέστερον αὐτῆς εἶδος, εἰς τὸ ποδόσφαιρον, ἔχει τοὺς πολυπληθεῖς θαυμαστὰς καὶ θιασώτας. Ὅποιος δώσει τἲς ἐπιτυχέστερες κλωτσιὲς εἰς τὴν μπάλλαν αὐτὸς εἶνε ὁ ἥρως, καὶ ἐὰν εἰς ἕνα τοιοῦτον μικρὸν καὶ ἀνάξιον λόγου ἀγῶνα συντριβῆ καὶ ἐκπνεύση, ὁλόκληρος πόλις μὲ δάκρυα καὶ θρήνους θὰ τὸν ὁδηγήση εἰς τὴν τελευταίαν κατοικίαν του, καὶ θὰ τὸν κηδεύση ὡς δὲν ἐκήδευσε ποτὲ τὸν λαμπρότερον ἐκπαιδευτικὸν ἄνδρα της, ὁ ὁποῖος ἠνάλωσε τὴν ζωήν του εἰς τὴν ἕδραν διδάσκων καὶ κατηχῶν τὴν νεότητα. Ἀλλὰ διὰ νὰ καταλάβη τις πόσον ὀλίγον ἔχει νὰ ὠφελήση τὴν κοινωνία μία τοιαύτη φυσικὴ ἀγωγὴ τῶν νέων, ἐὰν καλῶς, ἐννοεῖται, ἀρκεῖ τις νὰ διαβάση τὸ προοίμιον τοῦ πανηγυρικοῦ λόγου τοῦ Ἰσοκράτους, ὅστις ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς Ἀθηναίους ἔλεγεν, ὅτι δυστυχῶς ἡ πόλις τιμᾶ καὶ βραβεύει τοὺς ἀθλητὰς σωματικῶν ἀγώνων, ἐνὼ περὶ τῶν ἄλλων ἐκείνων ἀνδρῶν, οἱ ὁποῖοι καλλιεργοῦν τὰς ψυχὰς τῶν νέων καὶ ὠφελοὺν τὰ μέγιστα τὴν κοινωνίαν, οὐδεὶς ὁ λόγος. Ἀλλὰ σᾶς ἐρωτῶ, ἐὰν αὐτοὶ οἱ ἀθληταὶ τῶν γυμνικῶν ἀγώνων ἤθελον ἀποκτήσει διπλασίαν δύναμιν καὶ δεξιότητα ἀπὸ ὅ,τι ἔχουν, τὶ ἤθελεν ἐξ αὐτῶν ὠφεληθῆ ἡ κοινωνία; Ἐνῶ καὶ ἐὰν εἶς ἄνθρωπος ἤθελεν ἀποκτήσει σοφίαν, ἀρκεῖ αὐτὸς διὰ νὰ ὠφελήση καὶ σώση ὁλόκληρον πόλιν.
Παρημελημένη ἡ ἀγωγή! Ἀλλʼ ἐδῶ, θὰ εἴπητε ἐκπαιδευτήρια παντὸς εἴδους, ἀνώτεραι σχολαί, δύο πανεπιστήμια καὶ ὁλόκληρον Ὑπουργεῖον μὲ πλῆθος ὑπαλλήλων μεριμνᾶ ὄχι μόνον διὰ τὴν φυσικήν, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν διανοητικὴν καὶ πνευματικὴν ἀγωγὴν τῆς ἑλληνικὴς νεότητος.
Δὲν ἀρνούμεθα ὅτι ἡ πολιτεία μεριμνᾶ. Ἀλλὰ μεριμνᾶ καὶ διὰ τὸν φλοιὸν καὶ ὄχι διὰ τὴν οὐσίαν. Μεριμνᾶ διὰ τὴν ἐπιφάνειαν, καὶ ὄχι διὰ τὸ βάθος. Ζητεῖ νὰ λύση προβλήματα τῆς ἐκπαιδεύσεως δευτερεούσης καὶ τριττευούσης σημασίας, ἀλλὰ τὸ πρῶτον πρόβλημα, ποὺ πρέπει νὰ λύση, δὲν φαίνεται νὰ τὴν συγκινῆ. Καὶ τὸ ἀρχικόν, τὸ πρῶτον θέμα, ποὺ πρέπει νὰ συγκεντρώση ὅλων τὴν προσοχὴν εἶνε: Τὶς ὁ σκοπὸς τῆς ἀγωγῆς τῶν Ἑλληνοπαίδων; Ἐπʼ αὐτοῦ σύγχυσις ἀληθής, βαβυλωνία γνωμῶν καὶ ἀντιλήψεων ἐπικρατεῖ εἰς τοὺς ἐγκεφάλους τῶν «μεγάλων» ἐκπαιδευτικῶν μας ἀνδρῶν. Ἐὰν ἀνοίξη τις τὰ παιδαγωγικὰ συγγράμματα, θὰ ἴδη ὅτι οἱ παιδαγωγοὶ δὲν συμφωνοῦν, ἀλλʼ ἄλλος ἄλλα προτείνει ὡς σκοπὸν τῆς ἀγωγῆς. Προτείνουν σκοπούς, οἱ ὁποῖοι μόνον ἐὰν παραδεχθῆ τις ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε απλῶς ἕν ἐξελιγμένον κτῆνος θὰ ἠδύναντο νὰ σταθοῦν ὡς σκοποὶ τῆς ἀγωγῆς. Εἰς τὸ σημεῖον τοῦτο ἐνθυμούμεθα τὸν ἀείμνηστον φιλόσοφον καθηγητὴν Ἀνδροῦτσον, ὅστις ἀναλαβὼν ποτε τὴν Γενικὴν Γραμματείαν τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας συνεκάλεσε ὅλους τοὺς παιδαγωγούς, οἱ ὁποῖοι τότε ἐν τῆ αὐλῆ τῆς Ἑλλάδος ὡς ἄλλοι ἀλέκτορες ἔκρωζον τὰ ἐκπαιδευτικὰ συνθήματα καὶ ἤθελον νὰ ἐπιβάλουν τὰς ἰδικάς των ἐκπαιδευτικὰς ἀρχὰς καὶ ἀντιλήψεις ἐν ἀγνοία τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Ὁ ἀείμνηστος καθηγητὴς εἰς τὴν συγκέντρωσιν αὐτῶν εἶπε: «Κύριοι, θεωρεῖσθε ὡς οἱ κορυφαῖοι τῆς ἐκπαιδεύσεως ἐν Ἑλλάδι, οἱ ὁποῖοι ἔχετε τὴν ἀξίωσιν νὰ μεταρρυθμίσετε τὴν Ἑλληνικὴν ἐκπαίδευσιν ἐπὶ τὰ βελτίω. Πρὸ πάσης ἄλλης ἐκπαιδευτικῆς συζητήσεως ἐπιθυμῶ ὡς ὑπεύθυνος τοῦ Ὑπουργείου νὰ ἀκούω τὰς γνώμας σας ἐπὶ τοῦ σπουδαιοτέρου τῶν προβλημάτων: Τίς, κύριοι, τὶς ὁ σκοπὸς τῆς ἀγωγῆς τῶν Ἑλληνοπαίδων;». Εἰς τὴν ἐρώτησιν αὐτὴν τοῦ καθηγητοῦ οἱ παιδαγωγικοὶ νόες ἔδιδον ἕκαστος ἐξ αὐτῶν μὲ τὴν σειράν του τὴν ἀπάντησιν. Ὅσοι ἧσαν οὗτοι, τόσαι ἧσαν καὶ αἱ γνῶμαί των! Ὁ καθηγητὴς εἰς τὸ τέλος εἶπε: «Κύριοι! Σᾶς ἤκουσα. Κανεὶς ἐξ ὑμῶν δὲν διετύπωσε τὸν ἀληθῆ σκοπὸν τῆς ἀγωγῆς τῶν Ἑλληνοπαίδων. Ὅλοι περὶ σκοποῦ, ὁμιλεῖτε, ἀλλʼ ἐκτὸς σκοποῦ εὑρίσκεσθε. Ἐὰν πιστεύετε ὅτι αὐτὰ τὰ ὁποῖα εἴπατε εἶνε ὁ ἀληθὴς σκοπὸς τῆς ἀγωγῆς, ποὺ θὰ ὁδηγήση τὸ ἑλληνικὸν ἔθνος εἰς τὴν εὐτυχίαν, ὑπάγετε εἰς τὰς οἰκίας σας καί, ἐὰν ἔχετε ἰδικά σας παιδιά, ἐφαρμόσατε εἰς αὐτὰ τὰς ἐκπαιδευτικὰς ἀρχάς σας, καὶ περιμένομεν νὰ ἴδωμεν τὰ ἀποτελέσματα, τὶ θὰ γίνουν τὰ παιδιά σας».
Δυστυχῶς οἱ κύριοι αὐτοὶ δὲν ἐπῆγαν εἰς τὰ σπίτια των, ἀλλʼ ἔμειναν εἰς τὰς ἀνωτέρας θέσεις τὴς ἐκπαιδεύσεως ἐπὶ δύο καὶ πλέον δεκαετηρίδας καὶ ἔδωκαν κατεύθυνσιν τοιαύτην εἰς τὴν ἀγωγὴν τῶν Ἑλληνοπαίδων, ὥστε ὁ ἄνθρωπος, ὁ ἕλλην, ὁ χριστιανός, ὁ ὀρθόδοξος, νʼ ἀποχρωματίζεται συνεχῶς, νὰ ἐξαφανίζεται μέσα εἰς τὴν σκιὰν καὶ τὴν ὁμίχλην τῶν στεππῶν, καὶ νέος τύπος ἀνθρώπου νὰ ἐμφανίζεται. Καὶ δείγματα τοῦ νέου τούτου τύπου ἀνθρώπου εἶδεν ἡ Ἑλλὰς καὶ ἔφριξεν ἐνώπιον ἐγκληματικότητος πρωτοφανοῦς εἰς τὴν μακραίωνα ἱστορίαν τῆς πατρίδος. Ἡ Ἑλλὰς ἐθέρισεν ὅ,τι οἱ κακοὶ δαίμονες ἀφειδῶς ἔσπειραν εἰς τὸν ἀγρὸν τῆς νεότητος. Ζιζάνια ἔσπειραν, ζιζανίων ἐπλήσθη ὁλόκληρος ἡ Ἑλλάς.
* * *
Ἡ ὀρθή, λοιπόν, λύσις τοῦ προβλήματος τῆς ἀγωγῆς τῶν Ἑλληνοπαίδων ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς ὀρθῆς λύσεως ἡ ὁποία θὰ δοθῆ εἰς τὸ τεθὲν ἐρώτημα: Τὶς ὁ σκοπὸς τῆς ἀγωγῆς; Καὶ ὁ σκοπὸς αὐτὸς δὲν εἶνε, δὲν δύναται νὰ εἶνε ἄλλος παρὰ ἐκεῖνος διὰ τὸν ὁποῖον ἐδημιουργήθη ὁ ἄνθρωπος. Ἐφʼ ὅσον πιστεύομεν ὅτι ὁ κόσμος δὲν προῆλθεν ἐκ τῆς τύχης, ἐκ τῆς συμπαιγνίας τῶν στοιχείων, ἀλλʼ εἶνε δημιούργημα τοῦ ὑπερτάτου Νοός, τοῦ Πανσόφου, τοῦ Παναγάθου Θεοῦ, καὶ ὅτι ἕκαστον δημιούργημα, καὶ τὸ ἐλάχιστον, ἔχει τὸν σκοπόν του, διὰ τὸν ὁποῖον ἐδημιουργήθη, εἴμεθα ὑποχρεωμένοι ὑπὸ τῆς λογικῆς νὰ παραδεχθῶμεν ὅτι καὶ τὸ ἐξοχώτερον ἐξ ὅλων τῶν ἐπὶ γῆς δημιουργημάτων, ὁ ἄνθρωπος, ἔχει σκοπόν, καὶ ὅτι τὸν σκοπὸν αὐτοῦ γνωρίζει καλύτερον παντὸς ἄλλου Ἐκεῖνος, ὅστις ἐδημιούργησεν τὸν ἄνθρωπον. Καὶ τὸν σκοπὸν τοῦτον ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτει ἐν τῆ Γραφῆ διὰ τὴς γραφίδος τοῦ θεοπνεύστου συγγραφέως τοῦ πρώτου βιβλίου αὐτῆς, τῆς Γενέσεως, ἐν τῆ ὁποία ὑπάρχει ὁ ὁρισμὸς τοῦ ἀνθρώπου εἰς ὀλίγας λέξεις, αἱ ὁποῖαι ζυγίζουν ἀπείρως περισσότερον ἀπʼ ὅλους τοὺς τόμους τῶν περὶ τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου συγγραμμάτων τῶν σοφῶν τοῦ κόσμου. Ἰδοὺ αἱ λέξεις: «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατʼ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθʼ ὁμοίωσιν» (Γεν. Α΄ 26). Ὁ ἄνθρωπος εἶνε κορυφαῖα ἀξία, εἶνε ἡ κορωνὶς τῆς ὁρατῆς δημιουργίας. Εἶνε εἰκὼν αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ ὡς πρὸς τὸ λογικὸν καὶ τὴν ἐλευθερίαν τῆς βουλήσεως, κάμνων δὲ καλὴν χρήσιν τῶν δυνάμεων τούτων δύναται ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐξελιχθῆ εἰς ἠθικὴν καὸ θρησκευτικὴν προσωπικότητα, νὰ ὁμοιάση μὲ τὸν Θεὸν ὡς πρὸς τὰς ἀρετάς. Ὅθεν σκοπὸς εἶνε ἡ διʼ ἀρετῆς ὁμοίωσις τοῦ Θεοῦ, καὶ ἡ ἐν τῶ Θεῶ ἀνάπαυσις καὶ μακαριότης τοῦ ἀνθρώπου, μὲ ἄλλους λόγους ἡ ἐκπλήρωσις τῆς ἐντολῆς, ἡ ὁποιία ἀπευθύνεται πρὸς ὅλους καὶ λέγει˙ «Ἔσεσθε τέλιοι, ὥσπερ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν» (Ματθ. 5, 48).
Ὑπάρχει τοῦ σκοποῦ τούτου ἄλλος ὑψηλότερος καὶ εὐγενέστερος;
Καὶ ὁ σκοπὸς αὐτὸς ἀμυδρῶς ἐκφραζόμενος ἐν τῶ προχριστιανικῶ κόσμω ἔγινε πλέον εὐκρινέστερος καὶ ὁρατὸς καὶ κατορθωτός, ὅταν ὁ Θεὸς ἔκλινεν οὐρανοὺς καὶ κατέβη προσλαβὼν σάρκα ἀνθρωπίνην καὶ ἐν τῶ προσώπω τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔλαμψε καὶ ἠκτινοβόλησεν ὑπὲρ μυρίους ἡ Ἀρετή. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς διʼ ὅλης τῆς ζωῆς του ἐγένετο ὁ τύπος καὶ ὑπογραμμὸς πρὸς τὸν ὁποῖον συμμορφούμενος ὁ ἄνθρωπος ἐπιτυγχάνει τὸν θεῖον προορισμόν του. Ἐκ τῆς θεανδρικῆς προσωπικότητος τοῦ Κυρίου ἀπορρέει μυστικὴ δύναμις, ἡ ὁποία βοηθεῖ τὸν ἄνθρωπον νὰ μορφώση τὸν ἑαυτόν του κατὰ τὸ αἰώνιον καὶ μοναδικὸν πρότυπον, κατὰ τὴν ἄχραντον εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ διὰ τῆς μιμήσεως, λοιπόν, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὁμοίωσις τῶ Θεῶ, ἡ θέωσις τοῦ ἀνθρώπου, ἰδοὺ ἀληθὴς σκοπὸς πρὸς τὸν ὁποῖον ὡς πρὸς πολικὸν ἀστέρα πρέπει νὰ προσανατολίζεται πᾶσα ὑγιὴς παιδαγωγικὴ ὅλων τῶν ἐποχῶν καὶ τῶν αἰώνων.
* * *
Ἐὰν ὅλοι οἱ ἐν Ἑλλάδι μὲ τὸ ἔργον τῆς ἀγωγῆς τῆς νέας γενεᾶς καθʼ οἱονδήποτε τρόπον ἀσχολούμενοι ἤθελον συμφωνήσει εἰς τὸ πρῶτον, τὸ σπουδαιότερον τοῦτο θέμα, τότε ὅλα τὰ ἄλλα προβλήματα τῆς ἀγωγῆς θὰ ἠδύναντο νὰ λυθοῦν εὐχερῶς. Διότι ὅλα τὰ ἄλλα ζητήματα οὐχὶ οὐσίας ἀλλὰ μορφῆς, ὑφʼ ἥν θὰ παρουσιάζεται ἑκάστοτε ἀναλόγως τῶν ἀναγκῶν ἥ ἐκπαίδευσις.
Καὶ ἐξηγούμεθα: Παρατηρεῖται π.χ. εἰς τὸ ἔθνος μας ἔλλειψις μορφωμένων νέων οἱ ὁποῖοι νὰ ἔχουν ἀπολυτήριον Γυμνασίου ἤ πτυχίον μιᾶς ἀνωτέρας σχολῆς τοῦ Κράτους; Ἄς αὐξηθῆ ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν καὶ φοιτητῶν, ἐφʼ ὅσον ὑπάρχει τρόπος ἀπορροφήσεώς των ὑπὸ ἰδιωτικῶν καὶ δημοσίων ὑπηρεσιῶν. Δὲν ὑπάρχει ὅμως; ἀλλʼ ἀντιθέτως ἑκατοντάδες καὶ χιλιάδες ἐπὶ ἔτη ἀναμένουν σειρὰν διορισμοῦ; Ἴδετε καὶ τελευταῖον διαγωνισμὸν τοῦ ΙΚΑ, εἰς τὸν ὁποῖον διὰ τὴν πρόσληψιν 900 θέσεων γραφέων προσῆλθεν ὁλόκληρος στρατιᾶ, 5073 νέων μὲ ἀπολυτήρια Γυμνασίου καὶ Ἀνωτάτων Σχολῶν. Ἡ φρόνησις ἐπιβάλλει τότε νὰ ἐλαττώσωμεν τὸν ἀριθμὸν τῶν εἰσακτέων εἰς τὰ Γυμνάσια, τὰς Σχολάς. Ἐξ ἄλλου διαπιστώνεται ἔλλειψις νέων μὲ τεχνικὰς γνώσεις; Ἄς αὐξήσωμεν τὸν ἀριθμὸν τῶν εἰσακτέων καὶ ἄς ἀνοίξωμεν σχολὰς τέχνης εἰς ὅλας τὰς πόλεις, ὥστε ἡ Ἑλλὰς νʼ ἀποκτήση εἰδικευμένους ἐργάτας, ἱκανοὺς καὶ εἰς τὸ Ἐξωτερικὸν νὰ συναγωνίζονται τοὺς ἐργάτας τῶν ξένων ἐθνῶν καὶ ὄχι διὰ τεχνικὰς ἐργασίας νὰ καλῶμεν ἐκ τοῦ Ἐξωτερικοῦ ξένους τεχνίτας καὶ τοὺς ξένους τούτους νὰ ἀμείβωμεν μὲ τεράστια ποσὰ διὰ τὴν παροχὴν τῶν ἐπαγγελματικῶν των γνώσεων. Ἀλλʼ οἱασδήποτε σχολὰς καὶ ἐὰν ἀνοίξωμεν, οἱανδήποτε μορφὴν καὶ ἐὰν δώσωμεν εἰς αὐτάς, ἕν ποὺ δὲν θὰ πρέπη νὰ λησμονήσωμεν ποτέ, τὸ σπουδαιότερον εἶνε ἡ ἐν Κυρίω ἀνατροφὴ τῆς νέας γενεᾶς, ἡ ὁποία θʼ ἀρχίζη ἀπὸ τὸ λίκνον καὶ θὰ τελειοῦται εἰς τοὺς ἑλληνικοὺς στρατῶνας. Καὶ ὅπως εἰς οἱονδήποτε εἶδος ἀλεύρου καὶ εἰς οἱονδήποτε σχῆμα ἄρτου ὁ ἀρτοποιὸς ρίπτει ἀπαραιτήτως τὴν ζύμην, ἔτσι καὶ εἰς πᾶν εἶδος ἐκπαιδεύσεως θὰ ρίπτεται ἀπαραιτήτως ἡ πνευματικὴ ζύμη, ἡ ἠθικὴ καὶ θρησκευτικὴ διδασκαλία, ἡ ὁποία κέντρον θὰ ἔχη τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. Αὐτὸς εἶνε Ο ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ. Ὅστις ἀξίζει νὰ ὀνομάζεται Διδάσκαλος καὶ Καθηγητὴς ἐν ἀπολύτω ἐννοία (Ματθ. 23, 8). Αὐτὸς πρέπει νὰ εἶνε τὸ Α καὶ τὸ Ω πάσης ἐκπαιδεύσεως.
Εἶνε ἀνάγκη, λέγουν, νὰ στρέψωμεν τὴν προσοχήν μας εὶς τὰς τεχνικὰς ἐπιστήμας. Οὔτε ἡμεῖς ἀντιλέγομεν. Δώσατε ὅσην θέλετε τεχνικὴν μόρφωσιν εἰς τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος. Ἄς γίνουν τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος ἄριστοι τεχνῖται, ποὺ νὰ νικοῦν τοὺς τεχνίτας ὅλων τῶν Ἐθνῶν, ὅπως κάπου οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί των, οἱ ὁποῖοι ἐκ παραλλήλου πρὸς τὰς θεωρητικὰς ἐπιστήμας ἐκαλλιέργουν ἐναμίλλως καὶ τὰς πρακτικὰς καὶ ὄχι μόνον Πλάτωνας καὶ Ἀριστοτέλας, ἀλλὰ καὶ Φειδίας καὶ Ἰκτίνους ἀνέδειξαν. Ἀλλὰ τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος ποὺ θὰ κρατοῦν εἰς τὰς χεῖράς των τὰ συγχρονα ἐργαλεῖα τῆς τέχνης δὲν πρέπει νὰ παύσουν νὰ στρέφουν τὸ βλέμμα πρὸς Ἐκεῖνον, ὅστις τὴν νεότητά του διῆλθεν ὄχι ἐν σχολαῖς ἀλλʼ ἐν ἐργαστηρίω καὶ εἰς τὰς ἁγίας του χεῖρας ἐκράτει τὰ ἐργαλεῖα τοῦ τέκτονος, εἰργάζετο καὶ ἡγίασεν αὐτά. Ἀπὸ τῶν στηλῶν τῆς μικράς ταύτης ἐφημερίδος ὑποδεικνύομεν ὅτι εἰς τὰς αἰθοῦσας τῶν παραδόσεων ὅλων τῶν τεχνικῶν σχολῶν ποὺ πρόκειται νὰ ἱδρυθοῦν κατὰ τὸ νέον πρόγραμμα τῆς μεταρρυθμιζομένης ἐκπαιδεύσεως, πρέπει ἀπαραιτήτως νʼ ἀναρτηθῆ ἡ Εἰκῶν τοῦ Κυρίου ὡς νέου ἐργαζομένου ἐν τῶ ἐργαστηρίω τοῦ δικαίου Ἰωσήφ.
Ἀλλʼ ἡ ἀγωγὴ τῆς Ἑλληνικῆς νεότητος, διὰ νὰ φέρη τὰ λαμπρὰ ἀποτελέσματα, ποὺ προσδοκῶμεν δὲν πρέπει νὰ περιορισθῆ εἰς τοὺς τέσσαρας μόνον τοίχους τῶν αἰθουσῶν τῶν Σχολείων. Διότι ἐκτὸς τῶν σχολείων πάσης φύσεως ὑπάρχει καὶ ἄλλο σχολεῖον, σχολεῖον μέγα καὶ εὐρὺ καὶ αὐτὸ εἶνε ἡ σὐγχρονος κοινωνία. Δίδει καὶ αὐτὴ τὰ ἰδικά της μαθήματα. Καὶ μάλιστα ὄχι ἀφηρημένα, ἀλλὰ συγκεκριμένα. Τὰ δίδει ἐποπτικῶς καὶ ὡς ἐκ τούτου ἐπιδροῦν βαθύτερον εἰς τὰς διανοίας καὶ τὰς καρδίας τοῦ παιδικοῦ καὶ νεανικοῦ κόσμου.
Καὶ γεννᾶται ἤδη τὸ ἐρώτημα: Ἡ σημερινὴ Ἑλληνικὴ κοινωνία βοηθεῖ τὸ ἔργον τῆς ἀγωγῆς; Οἰκοδομεῖ ἤ κρημνίζει τὸ οἰκοδόμημα τῆς ἀγωγῆς;
Λόγω ἐλλείψεως χώρου ἡ ἀπάντησις εἰς τὸ ἐρώτημα τοῦτο θὰ δοθῆ εἰς ἄλλον ἄρθρον, ὅπερ θʼ ἀσχοληθῆ μὲ τοὺς ἐκτὸς τοῦ Σχολείου βοηθοὺς καὶ παράγοντας τῆς ἀγωγῆς τῆς παιδικῆς καὶ νεανικῆς ἡλικίας.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.