Αυγουστίνος Καντιώτης



ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΑΚΑΡΠΙΑΣ ΜΑΣ ΚΑΙ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ

date Οκτ 10th, 2015 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Δ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 8,4-15)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Η ΑΚΑΡΠΙΑ

ΠΑΘΗ ΑΜ.Ωραῖο, ἀγαπητοί μου, εἶνε τὸ θέαμα τῆς ὑ­παίθρου τὶς μέρες αὐτὲς τοῦ φθινοπώρου. Ἀρχίζει μάχη γιὰ τὴ σπορά. Χαρὰ Θεοῦ! Οἱ γεωργοὶ κάνουν τὸ σταυρό τους καὶ πιάνουν δουλειά, γιὰ νὰ πέσῃ ὁ σπόρος στὴ γῆ. Ἐμπιστεύον­ται τὶς ἐλπίδες τους στὸν Κύριο.
Ἀλλ᾿ ἂν εἶνε ὡραῖο στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων τὸ θέαμα τῆς σπορᾶς στοὺς ἀγρούς, ἀ­συγκρίτως ὡραιότερο στὰ μάτια τῶν ἀγγέλων εἶνε τὸ θέαμα μιᾶς ἄλλης σπορᾶς, σπορᾶς πνευματικῆς, ποὺ γίνεται στὶς ψυχές. Σπέρνει συνεχῶς ὁ Κύριος· σπόρος ἡ ἀλήθεια του, γῆ οἱ καρδιές μας. Ἑκατομμύρια ἀντίτυπα τῆς ἁγίας Γραφῆς τυπώνονται καὶ κυκλοφοροῦν. Χιλιάδες κήρυκες κηρύττουν. Καὶ τώρα, ποὺ τελειοποιήθηκαν τὰ μέσα ἐπικοινωνί­ας καὶ ἐνημερώσεως, καὶ διὰ τῶν αἰθέρων μεταδίδεται ἡ φωνὴ τοῦ κηρύγματος παντοῦ.
Ἀλλ᾿ ὑπάρχει καὶ κάτι λυπηρό. Ἀπὸ τὰ ἑκατομμύρια, ποὺ ἀκοῦνε τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου, ἐλάχιστοι εἶνε ἐκεῖνοι ποὺ τὸ πιστεύουν καὶ τὸ ἐφαρμόζουν. Οἱ ἄλλοι; Εἶνε ἄκαρποι, ὅπως λέει ὁ Κύριος στὴν παραβολὴ τοῦ σπορέως. Ἀλλὰ ποιά εἶνε ἡ αἰτία τῆς ἀκαρπίας αὐτῶν τῶν ψυχῶν; Ὁ Κύριος ἀπαντᾷ· οἱ ἴδιοι! Ἀπ᾽ αὐτοὺς ἄλλοι μὲν μοιάζουν μὲ πατημένο δρόμο, ἄλλοι μὲ πετρῶδες ἔδαφος, καὶ ἄλλοι μὲ ἀκανθοφόρο γῆ. Ἂς δοῦμε ὅμως κάπως λε­πτομερέστερα τὴν ἑρμηνεία τῆς παραβολῆς.

* * *

⃝Ἡ πρώτη αἰτία, ἀγαπητοί μου, ποὺ δὲν καρποφορεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶνε ἡ ἀνευλάβεια ποὺ ἔχουν πολλοί. Καὶ τὴν ἀνευλάβεια τὴ δημιουργεῖ κυρίως ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ ἑωσφορι­κὴ ἰδέα ὅτι αὐτοί, ὡς ἀνώτερα πνεύματα, δὲν ἔχουν ἀνάγκη τὰ ἁπλᾶ λόγια τῶν ἁλιέων τῆς Γαλιλαίας. Περιφρονοῦν τὸ εὐαγγελικὸ κήρυ­γμα. Τοὺς φαίνεται μωρία. Ἂν βρεθοῦν σὲ θρη­σκευτικὴ ὁμιλία, εἰρωνεύονται· «Αὐτὰ ποὺ λέ­ει ὁ κήρυκας εἶνε γιὰ νήπια…». Αὐτοὶ εἶνε σοφοί, βλέπετε, καὶ θέλουν ν᾿ ἀκοῦνε ῥητορεία Δημοσθένους καὶ διαλεκτικὴ Σωκράτους!… Δὲν προσέχουν τὴν οὐσία τῶν λόγων, ποὺ εἶνε πνεῦμα καὶ ζωή, ἀλλὰ τὴ μορφή, τὶς λέξεις.
Στέκονται κάτω ἀπ᾽ τὸν ἄμβωνα ὄχι σὰν ἀ­κροαταὶ ποὺ διψοῦν ν᾿ ἀκούσουν τὴν ἀλήθεια ἀλλὰ σὰν κριταί. Ἀλλοίμονο ἂν ὁ ἱεροκήρυκας πέσῃ σὲ κανένα συντακτικὸ λάθος· εἶνε ἕ­τοιμοι νὰ τὸν διαπομπεύσουν. Ἀλλὰ ὁ λόγος αὐτός, ποὺ αὐτοὶ ἐπικρίνουν, θὰ κρίνῃ καὶ αὐ­τοὺς καὶ τὸν κόσμο ὁλόκληρο. Διότι τὸ κήρυ­γμα δὲν εἶνε κοσμικὴ λογοτεχνία. Ὁ γιατρὸς ὅ­­ταν συνιστᾷ ἕνα φάρμακο δὲν ῥητορεύει, καὶ ὁ γνήσιος κήρυκας δὲν ἀνεβαίνει στὸ βῆ­μα γιὰ νὰ παρατάξῃ φανταχτερὲς λέξεις καὶ εἰ­κόνες καὶ νὰ ἱκανοποιήσῃ αἰσθητικὲς ἰδιοτρο­πίες· ἐμφανίζεται ἀπὸ ἐσωτερικὴ ἐπιταγὴ ὡς πρέσβυς τοῦ Κυρίου γιὰ ν᾽ ἀναγγείλῃ μὲ φόβο Θεοῦ καὶ νὰ ἑρμηνεύσῃ μὲ ἁπλᾶ λόγια τὸ δι­άγγελμα τοῦ ἐσταυρωμένου Βασιλέως· «Μετα­νοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ» (Μᾶρκ. 1,15).
Ἀλλὰ δυστυχῶς τὰ θέματα περὶ μετανοίας καὶ πίστεως, ποὺ εἶνε τὰ βαθύτερα καὶ ὑψηλό­τερα ἀπ᾽ ὅλα, δὲν συγκινοῦν αὐτοὺς ποὺ ἀρέ­σκονται σὲ λεκτικὰ καρυκεύματα. Ἀκοῦνε ἀδι­ά­φορα ἢ γελοῦν, ὅπως οἱ σύγχρονοι τοῦ Νῶε ὅταν ἐκεῖνος τοὺς ἔλεγε ὅτι ὁ κόσμος θὰ καταστραφῇ, ἢ ὅπως οἱ ἐπικούρειοι ἀκροαταὶ τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὅταν ἐκεῖνος τοὺς ἔ­λεγε ὅτι οἱ νεκροὶ θ᾿ ἀναστηθοῦν. Γελοῦν. Ἂς γελοῦν· θά ᾽ρθῃ ὥρα ποὺ θὰ κλάψουν πικρά.
Αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ ἀκροαταὶ μοιάζουν κα­­τὰ τὴν παραβολὴ μὲ τὸν πατημένο δρόμο. Εἴ­δατε νὰ φυτρώνουν ἄνθη στὸ δημόσιο δρόμο, ποὺ τὸν πατοῦν διαρκῶς ἄνθρωποι καὶ ἁμάξια; Ἔτσι καὶ στὶς ψυχὲς τῶν ὑπερηφάνων δὲν ἀν­θεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὑπερηφάνεια σκλήρυνε τὴ συνείδησί τους. Ἡ καρδιά τους ἔγινε πέρασμα τῶν ἐναερίων πνευμάτων, τὰ ὁποῖα δὲν ἀ­φήνουν οὔτε σπυρὶ ἀληθείας στὴν ἐπιφάνειά της. Ὦ ὑπερήφανες καρδιές! ἂν δὲν ταπεινωθῆτε «ὡς τὰ παιδία» (Ματθ. 18,3), ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἔστω κι ἂν ἐξαγγέλλεται ἀπὸ ἕνα Χρυσόστομο ἢ Μέγα Βασίλειο, δὲν πρόκειται νὰ ῥιζώσῃ καὶ νὰ καρπίσῃ μέσα σας.
⃝ Ἀλλ᾽ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ὑπερήφανη καρδιὰ ὑ­πάρχει καὶ ἡ δειλή. Ὅσοι εἶνε δειλοὶ ἀ­κοῦνε στὴν ἀρχὴ μὲ εὐλάβεια καὶ χαρὰ τὸ κήρυγμα. Συγ­κινοῦνται, ἀναστενάζουν, δακρύζουν. Κι ὁ ἱεροκήρυκας σχηματίζει τὴν ἰδέα, ὅτι αὐτοὶ θὰ ἐξελιχθοῦν σὲ σπουδαίους Χριστιανούς. Πόσο ὅμως πλανᾶται! Ἔρχονται περιστάσεις καὶ ἀποδεικνύεται, ὅτι οἱ ἀκροαταὶ αὐτοὶ δὲν ἔχουν ῥίζα καὶ βάθος.
Διώκονται γιὰ τὴν πίστι; κινδυνεύει ἡ ζωή τους; ἢ ἐξ αἰτίας τηρήσεως τοῦ θείου νόμου ἀπειλοῦνται τὰ ὑλικά τους συμφέροντα; θὰ κάνουν ὑποχώρησι, θὰ ποῦν ψέμα, θὰ καταπατήσουν τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς, θ᾽ ἀγνοήσουν φιλίες καὶ ὑποχρεώσεις, θὰ κολάσουν τὴν ψυχή τους γιὰ ν᾽ ἀ­ποφύγουν μιὰ ὑλικὴ ζημιά. Καλὴ ἡ Θρησκεία, ἐφ᾿ ὅσον δὲν ζητάει θυσί­ες! μόλις στὸν ὁρίζοντα προβάλῃ ὁ σταυρός, ὁ δι­ωγμὸς δηλαδή, τότε τὰ ὡσαννὰ σταματοῦν, ὁ ἐνθουσι­ασμὸς πέφτει, ὁ ζῆλος μαραίνεται, καὶ ὁ δει­λὸς χριστιανὸς ἐγκαταλείπει τὴ μάχη.
Καὶ ὄχι μόνο ἐν καιρῷ διωγμοῦ ἀλλὰ καὶ ἐν καιρῷ θλίψεως. Παρατηρῆστε. Συμβαίνει δυσ­τύχημα στὴν οἰκογένεια; ἔρχεται ὁ θάνατος; Ὁ δειλὸς ταράζεται, γογγύζει κατὰ τῆς θεί­ας προνοίας· παύει νὰ ἐκκλησιάζεται, νὰ μελετᾷ καὶ νὰ προσεύχεται. «Ἀφοῦ ἤμουν τόσο καλός», λέει, «γιατί νὰ μοῦ ἔρθῃ τὸ δυστύχημα;». Βλέπει δηλαδὴ τὶς σχέσεις του μὲ τὸν Κύ­ριο ἐμπορικά. «Σὲ ἀγαπῶ, Κύριε! πρέπει νὰ μοῦ δώσῃς ὅλα τ᾽ ἀγαθά. Ἔτσι θὰ σ᾽ ἀγαπῶ πε­ρισσότερο». Αὐτὸς εἶνε ὁ συμφεροντολόγος θρῆσκος. Ἀλλ᾿ ἐὰν ὁ Κύριος ἀφαιρέσῃ κάτι ἀ­πὸ τὰ εἴδωλα ποὺ λατρεύει, τότε πικραίνεται καὶ φεύγει ἀπὸ κοντά του. Δὲν εἶχε ῥίζα ὁ ἄν­θρωπος αὐτός. Ἂν ἀγαποῦσε τὸ Θεὸ ἀνιδιοτελῶς, θὰ ἔμενε πιστὸς μέχρι τέλους.
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δὲ μένει στὸν ὑπερήφα­νο καὶ δὲν καρποφορεῖ σὲ ψυχὲς δειλῶν. Αὐτοὶ μοιάζουν μὲ τὴν πετρώδη γῆ, στὴν ὁ­ποία ἔπεσε μὲν ὁ σπόρος καὶ βλάστησε, ἀλλὰ μὲ τὶς πρῶτες καυστικὲς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου «ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα» (Λουκ. 8,6).
⃝ Ἄκαρποι οἱ ὑπερήφανοι, ἄκαρποι οἱ δειλοί, ἀλλ᾿ ἄκαρποι καὶ ὅσοι κυριεύονται ἀπὸ μέριμνες τοῦ βίου, ἀπάτη τοῦ πλούτου καὶ ἡδονές.
Ἀπ᾽ τὸ πρωὶ ὣς τὸ βράδυ ὁ κόσμος κινεῖται πυρετωδῶς σὰν μηχανὴ μέσα σ᾽ ἕνα κύκλο μυ­ρίων μεριμνῶν. Δὲν εἶνε μόνο οἱ φροντίδες γιὰ τὴν τροφὴ καὶ τὸ ροῦχο· σ᾽ αὐτὲς προσ­θέτει καὶ νέες περιττὲς φροντίδες, ποὺ καταν­τοῦν κωμικές. Ἡ γυναίκα γιὰ καλλυντικά, βαφὲς καὶ ἀρώματα ξοδεύει χρήματα ἀλλὰ καὶ ὧρες πολύτιμες. Ὁ ἄντρας πάλι δὲ μπορεῖ χωρὶς τσιγάρο, χαρτοπαίγνιο, τυχερὰ παιχνίδια, ἀπολαύσεις Βάκχου καὶ Ἀφροδίτης.
Ψυχὴ ποὺ κυλιέται μέσα στὶς φροντίδες αὐ­τὲς μοιάζει κατὰ τὴν παραβολὴ μὲ χωράφι, ποὺ δέχτηκε μὲν τὸν καλὸ σπόρο, ἀλλὰ μαζὶ μὲ τὸ σπό­ρο φύτρωσαν καὶ ἀγκάθια, ποὺ μεγάλωσαν, ἀ­πορρόφησαν τοὺς χυμοὺς τῆς γῆς κ᾽ ἔπνιξαν τὰ τρυφερὰ στάχυα. Ἀφαιρέστε ἀπ᾽ τὸ χωράφι τ᾽ ἀγκάθια, γιὰ ν᾽ ἀναπτυχθοῦν καὶ καρποφορήσουν τὰ στάχυα. Ἀφαιρέστε ἀπ᾽ τὶς ψυχὲς τὶς μέριμνες γιὰ τὰ μάταια, τὴ μανία τοῦ πλούτου καὶ τὶς ἡδονὲς τοῦ βίου, καὶ θὰ δῆτε ν᾽ ἀναπτύσσωνται οἱ ἀρετὲς τοῦ Εὐαγγελίου.

* * *

Πολλὲς φορὲς ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὴ φωνὴ τοῦ Κυρίου. Κάνατε ἆραγε κάτι γενναῖο, ἀρχίσατε ζωὴ χριστιανική, παρουσιάσατε καρ­πούς; Ἐὰν ναί, οἱ καρδιές σας εἶνε καλὴ γῆ· συνεχίστε. Ἐὰν ὅμως ὄχι, τότε κλάψτε γιὰ τὴν ἀκαρπία καὶ ἀναζητῆστε τὴν αἰτία.
Λίγες λέξεις ἄκουσαν οἱ Νινευῗτες ἀπὸ τὸν Ἰωνᾶ κ᾽ ἔδειξαν μετάνοια. Λίγα εἶδε κι ἄκουσε ὁ ἑκατόνταρχος Λογγῖ­νος τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ κι ἄλλαξε ζωή. Καὶ σύ, φίλη ψυχή, ποὺ χρόνια ἀκοῦς τὶς σάλπιγγες τῶν οὐρανῶν, γιατί δὲν ἀλλάζεις; Τί ἆραγε συμβαίνει στὴν καρδιά σου; Μήπως ἡ ὑπερηφάνεια σ᾽ ἔχει σκληρύνει; Μήπως ἡ δειλία καὶ τὸ συμφέρον δὲ σ᾽ ἀφήνουν νὰ σηκώσῃς τὸ σταυρό; Ἢ μήπως ἡ ζάλη κοσμικῶν φροντίδων, ἡ δίψα τοῦ χρήματος καὶ ἡ λύσσα τῶν ἡδονῶν σὲ κρατοῦν μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ τοῦ θείου λόγου;
Καλλιέργησε τὴν καρδιά. Ζήτησε μὲ πίστι τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου. Σύντριψε μὲ τὸ σφυρὶ τῆς ταπεινώσεως τὴν πέτρα τῆς ὑπερηφανεί­ας. Κάψε μὲ τὴ φλόγα τῆς προσευχῆς τ᾽ ἀγκά­θια τῶν μεριμνῶν. Ὄργωσε βαθειὰ μὲ τὸ ἀλέτρι τῆς αὐταπαρνήσεως καὶ πέταξε τὰ μικρὰ ἢ μεγάλα ἐλαττώματα. Ὕψωσε στὸ κέντρο τὴ σημαία τοῦ σταυ­ροῦ, νὰ τὴ βλέπουν ν᾿ ἀνεμίζῃ καὶ νὰ φεύ­γουν τὰ ἐναέρια πνεύματα καὶ νὰ μὴν ἁρπάζουν τὸ σπόρο. Φράξε μὲ τὸ φράχτη τῆς ἀδιαλεί­πτου προσοχῆς τὸ χωράφι. Πότιζε μὲ δάκρυα συνεχοῦς μετανοίας τὸ ἔδαφος τῆς καρδιᾶς, γιὰ νὰ γίνῃ καὶ σ᾽ ἐσένα ἐκεῖνο ποὺ ψάλλει ἡ Ἐκκλησία γιὰ ὅσους καλλιέργησαν τὴν ψυχή τους καὶ τὴν ἔκαναν κῆπο τοῦ Χριστοῦ· «Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς τῆς ἐρήμου τὸ ἄ­γονον ἐγεώργησας καὶ τοῖς ἐκ βάθους στενα­γμοῖς εἰς ἑκατὸν τοὺς πόνους ἐκαρποφόρησας».

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Γραπτὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία μεταδόθηκε ἀπὸ τὸν ῾Ραδιοφωνικὸ Σταθμὸ Λαρίσσης τὸ 1949

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.