Αυγουστίνος Καντιώτης



ΓΙΑΤΙ ΖΟΥΜΕ;

date Φεβ 6th, 2016 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ ΙΣΤ΄ Ματθαίου (Ματθ. 25,14-30)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

ΓΙΑΤΙ ΖΟΥΜΕ;

«Πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ!…» (Ματθ. 25,26)Π. Αυγουστινος

Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱε­ρὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο. Ἀπὸ τὴν ὡραία πα­ραβολὴ τῶν ταλάντων θέλω νὰ προσέξετε ἰδιαιτέρως τὸ τέλος της. Εἶπε ὁ Χριστός· «Ὁ ἔχων ὦτα ἀ­κού­ειν ἀκουέτω», ὅποιος ἔχει αὐ­τιὰ ἂς ἀ­κού­ῃ (Ματθ. 11,15· 13,9,43). Αὐτὸς ὁ λόγος διαβαίνει τοὺς αἰῶνες, φτά­­νει καὶ σ᾿ ἐμᾶς καὶ ἀ­πευθύνεται στὸν καθένα μας.
–Μά, θὰ πῆτε, δόξα τῷ Θεῷ ἔ­χου­με αὐτιὰ καὶ ἀκοῦμε. Τί νόημα ἔχει αὐτὸ γιὰ μᾶς;
Ἔχουμε βέβαια αὐτιά· ἀλλὰ ὁ Χριστὸς ἐδῶ μιλάει γιὰ κάτι βαθύ­τε­ρο. ᾿Eρχό­μαστε στὴν θεία λειτουργία, ἀλλὰ ἀρκεῖ αὐτό; Ἄν, ὅταν ὁ ἱε­ρεὺς διαβάζει τὸ εὐ­αγ­γέλιο καὶ οἱ ψάλτες ψάλ­­λουν τὰ τροπάρια, δὲν ἔ­χουμε ἐκεῖ τὸ νοῦ μας καὶ δὲν προσέχουμε τὰ λόγια, τί τὸ ὄ­φελος; Ἔχουμε αὐτιά, ἀλλὰ πνευματικὴ ὠ­φέλεια δὲν γίνεται. Ἂν βγαίνοντας ἀπὸ τὸ ναὸ δὲν ξέρουμε τί εἶπε ὁ ἀπό­στολος, τί εἶπε τὸ εὐαγγέλιο, ποιά τροπάρια ἀκούστηκαν, τό­τε ἤ­μαστε παρόντες σωματι­κῶς ἀλ­λὰ ἀπόντες πνευ­ματικῶς. Κι ἀφοῦ τὸ πνεῦμα ἔχει ἀπείρως ἀ­νώ­τερη ἀξία ἀπὸ τὸ σῶ­μα, κα­ταλαβαίνετε τό­τε τί σημασία ἔχει ὁ λό­γος τοῦ Χριστοῦ «Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω».
Ἔχουμε αὐτιὰ γιὰ ν᾿ ἀκοῦμε κουτσομπολιά, διαβολές, συκοφαντίες, ὕβρεις ἐναντίον ἀδελφῶν, αἰσχρὲς βλασφημίες. Ἔχουμε τεν­τωμένα αὐτιὰ ἐπὶ ὧρες ὁλόκληρες στὸ ῥαδι­όφωνο καὶ στὴν τηλεόρασι, γιὰ ν᾿ ἀκοῦμε ὅλα ἐ­κεῖνα τὰ ἀνόητα, ἄχρηστα καὶ αἰσχρὰ ποὺ με­ταδίδουν. Ἔχουμε αὐτιὰ γιὰ τὸ διάβολο, γιὰ τὸ Θεὸ δὲν ἔχουμε. Στοὺς χίλιους ἀνθρώπους ζήτημα ἂν ἕνας ἔχῃ αὐτὴ τὴ μυστικὴ ἀ­κοὴ ποὺ εἶπε σήμερα ὁ Χριστός.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος προφήτευσε, ὅτι θὰ ἔρθουν χρόνια ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ κλείσουν τ᾿ αὐτιά τους στὸ Θεὸ καὶ θὰ τ᾿ ἀνοίξουν γιὰ ν᾿ ἀκοῦνε πλάνες καὶ διδασκαλίες δαιμονίων (βλ. Α΄ Τιμ. 4,1).
Ἔχουμε ἀκοή, τὸ ὑπέροχο αὐτὸ τάλαντο τοῦ Ὑ­­ψί­στου, κάνουμε ὅμως κακὴ χρῆσι τῆς πο­λυ­τίμου αὐτῆς αἰσθήσεως.
Ἀλλὰ καὶ τὰ ἄλ­λα δῶρα τοῦ Θεοῦ ὄχι μόνο δὲν τὰ ἀξιοποιοῦ­με, μὰ καὶ τὰ χρησιμοποιοῦ­με γιὰ τὴν ἁ­μαρτία.
⃝ Τὴν ὅρασι π.χ. μᾶς τὴν ἔδωσε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ βλέ­πουμε τὸ θαυμάσιο πανόραμα ποὺ ἁ­πλώ­νεται γύρω μας· νὰ βλέπουμε τὴ θάλασσα, τὶς λίμνες, τὰ δέντρα, τὰ φυτά, τὰ ἄστρα, τὸν ἥ­λιο, τὸ φεγγάρι, καὶ νὰ λέμε τὸ «Ὡς ἐμεγαλύν­θη τὰ ἔργα σου, Κύριε· πάντα ἐν σοφίᾳ ἐ­ποίησας» (Ψαλμ. 103,24). Νὰ λέμε κ᾿ ἐμεῖς· «Σ᾿ εὐ­χαριστῶ, Θεέ μου, ποὺ μοῦ ᾿δωσες τὰ μάτια». Ἀλλ᾿ ὅπως κάνουμε κακὴ χρῆσι τῆς ἀκοῆς, κάνουμε ἀκόμη χειρότερη χρῆσι τῆς ὁράσεως· βλέπουμε ὅ,τι αἰσχρὸ καὶ ἀνήθικο ὑπάρχει. Ἀντὶ νὰ κλεινώμαστε στὸ δωμάτιό μας γιὰ προσευχὴ καὶ μελέτη τοῦ Εὐαγγελίου ἢ νὰ συζητοῦμε ὠφέλιμα πράγματα μὲ τοὺς οἰκείους μας, καρφώνουμε τὰ μάτια μας στὸ κουτὶ τοῦ διαβόλου, τὴν τηλεόρασι.
⃝ Μᾶς ἔδωσε ὁ Θεὸς τὴ γλῶσσα γιὰ νὰ συν­εν­νοούμεθα· νὰ μιλάῃ ὁ ἄντρας στὴ γυναῖκα, ὁ πατέρας στὸ παιδί, ὁ ἀδελφὸς στὸν ἀδελφό, ὁ δάσκαλος στὸ μαθητὴ κ.λπ.. Μᾶς ἔδωσε τὴ γλῶσσα γιὰ νὰ διδάσκῃ ὁ ἱ­ε­ρεὺς τὸ ποίμνιό του, γιὰ νὰ προσευχώμαστε στὸν οὐράνιο Πατέρα. Μᾶς ἔδωσε τὴ γλῶσσα γιὰ νὰ λέμε τὴν ἀλήθεια καὶ μόνο αὐ­τήν. Κ᾿ ἐμεῖς τί κάνουμε· μὲ τὴ γλῶσσα λέμε ψέματα, συκοφαντοῦμε, διαβάλλουμε, πᾶμε στὸ δικαστήριο καὶ ὁρκιζόμαστε· μ᾿ αὐτὴν ἀ­νάβουμε φωτιὰ ποὺ καίει. Ἡ γλῶσσα τέλος φτάνει στὸ ζε­νὶθ τῆς ἁμαρτίας ὅταν βλασφη­μῇ. Προτιμότερο νὰ μὴν εἴχαμε γλῶσσα, πα­ρὰ νὰ γίνεται ὄργανο βλασφημίας καὶ διαφθο­ρᾶς.
⃝ Ὅλα τὰ μολύναμε, ὅλα τὰ τάλαντα τοῦ Θεοῦ τὰ καταστρέφουμε. Τὰ μάτια, τὰ αὐτιά, τὴ γλῶσσα, ἀλλὰ καὶ τὸ πολυτιμότερο ἀγαθὸ ποὺ ἔχουμε, τὴν καρδιὰ καὶ τὸ νοῦ. Μᾶς τά ᾿δωσε ὁ Θεὸς γιὰ ν᾿ ἀγαποῦμε καὶ νὰ σκεπτώ­μαστε ὅ,τι ὡραῖο καὶ ὑψηλὸ ὑπάρχει στὸν κόσμο, κ᾿ ἐμεῖς μισοῦμε καὶ δὲν σκεπτόμαστε ὀρθά. Μᾶς τά ᾿δωσε γιὰ νὰ συγχωροῦμε, κ᾿ ἐ­μεῖς κρατοῦμε ἐκδίκησι στὴν καρδιά μας.
⃝ Νὰ προχωρήσω καὶ σ᾿ ἄλλες δωρεὲς τοῦ Θεοῦ; Νά ὁ πλοῦτος· εἶνε ἕνα ἀγαθό. Οἱ πλού­σιοι μὲ τὰ χρήματά τους πόσα καλὰ μποροῦν νὰ κάνουν! Μὲ τὴν πλεονεξία ὅμως καὶ τὴν ἀσωτία τους κάνουν μόνο κακά.
⃝ Ἡ ἐπιστήμη. Οἱ τεχνῖτες (οἱ ῥάφτες, οἱ μαραγκοί, οἱ χτίστες, οἱ ζωγράφοι κ.τ.λ.) μποροῦν νὰ μεταδώσουν τὸ τάλαντο τῆς τέχνης ποὺ τοὺς ἔδωσε ὁ Θεὸς καὶ σ᾿ ἄλ­λα παιδιὰ καὶ νέους καὶ νὰ μὴν τὸ κρατοῦν μυστικό. Οἱ δάσκαλοι καὶ οἱ καθηγηταί, λόγῳ τῆς θέσεώς τους, μποροῦν νὰ διδάσκουν τὸ Θεὸ καὶ νὰ σπείρουν στὶς καρδιὲς τῶν νέων τὴν πίστι· ἀλ­λ᾿ αὐτοί, μὲ τὰ λόγια καὶ τὴ συμ­περιφορά τους, διδάσκουν ἀθεΐα ἀσωτία, διαφθορά. Οἱ ἐπιστήμονες ἔχουν τάλαντο· ἀλ­λ᾽ αὐτὴ τὴ στι­γμὴ ποὺ σᾶς μιλῶ χιλιάδες ἐπιστήμονες, Ἀμερικανοὶ Ῥῶσοι Γερμανοὶ Ἄγ­γλοι κ.λπ., χρησιμοποιοῦν τὰ μυστικὰ τῆς ἐπιστήμης τους ὄχι γιὰ τὸ καλὸ τῆς ἀνθρωπότητος· τὰ χρησιμοποιοῦν γιὰ τὴν καταστροφή της.
⃝ Ἀκόμη κι αὐτὴ ἡ ἱερωσύνη. Ὁ ἱε­ρεὺς τοῦ Ὑψίστου πρέπει νὰ εἶνε ἐξ ὁλοκλήρου ἀφωσιωμένος στὸ Θεό, νὰ εἶνε «φῶς» καὶ «ἅλας τῆς γῆς» (Ματθ. 5,14,13), νὰ εἶνε ὅπως τὸν πε­­ριγράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὶς ἐπιστολές του· ἀλλ᾿ αὐ­τὸς συχνὰ γίνεται σκάνδαλο…
Ἔτσι ὅλοι, μικροὶ – μεγάλοι, κάνουμε κακὴ χρῆ­σι τῶν πολυτίμων δωρεῶν τοῦ Θεοῦ, ὑλι­κῶν καὶ πνευματικῶν, καὶ μοιάζουμε μὲ τὸν πο­νηρὸ δοῦλο τῆς σημερινῆς παραβολῆς. Τοῦ ἔδωσε ὁ κύριός του ἕνα τάλαντο (ἕξι χιλιάδες χρυσὲς δραχμές), ἀξιόλογο ποσό, γιὰ νὰ ἐργαστῇ μ᾿ αὐτὸ καὶ νὰ τὸ πολλαπλασιάσῃ. Κι αὐτὸς ἄνοιξε ἕνα λάκκο καὶ τὸ ἔθαψε. Γι᾿ αὐτό, ὅταν ὁ κύριός του τοῦ ζήτησε λογαριασμό, τὸν καταδίκασε γι᾿ αὐτή του τὴν ἐνέργεια. Εἶχε ὑποχρέωσι νὰ ἐργαστῇ καὶ νὰ αὐ­ξήσῃ τὸ τάλαντο, ὅπως ἔκαναν οἱ δύο ἄλλοι, ποὺ ὁ πρῶτος πῆρε πέντε καὶ τὰ ἔκανε δέκα, ὁ δεύτερος πῆρε δύο καὶ τὰ ἔκανε τέσσερα· αὐτὸς τὸ ἔθαψε κ᾿ ἔτσι τὸ ἀχρήστευσε. Δὲν συνέβαλε καθόλου στὴν ὑπηρεσία καὶ βοήθεια τῶν συνανθρώπων του.

* * *

Ἡ παραβολὴ μᾶς διδάσκει, ἀδελφοί μου, ὅ­τι ἔχουμε κάποιες ἱε­ρὲς ὑποχρεώσεις καὶ κάποιο προορισμὸ ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ πρέπει νὰ τὰ ἐκπληρώσουμε.
Δὲν θὰ τιμωρηθῇ μόνο αὐτὸς ποὺ κάνει τὸ κακό· θὰ τιμωρηθῇ κι αὐτὸς ποὺ δὲν κάνει τὸ καλό. Πολλοὶ ἄνθρωποι λένε· Ἐγὼ δὲ σκό­τωσα, δὲν πόρνευσα, δὲν μοίχευσα, δὲν προσ­έβαλα τὴν τιμὴ τοῦ ἄλλου, δὲν πῆγα στὸ δικαστή­ριο ν᾽ ἁπλώσω τὸ χέρι μου στὸ Eὐ­αγ­γέλιο, δὲν συκοφάντησα, δὲν ἔκλεψα… Ἐν τούτοις, καὶ ἂν δὲν κάναμε αὐτὰ τὰ ἁμαρτή­ματα, δὲν μποροῦμε νὰ πάρουμε πιστοποιητικὸ ἁγιότητος οὔτε νὰ βγάλουμε εἰσιτήριο γιὰ τὸν παράδεισο. Θὰ τιμωρηθῇ ὡς κακοποι­ὸς ὄχι μόνο ὁ κλέφτης, ὁ ἀπατεώνας, ὁ μοιχός, ὁ πόρνος, ὁ βλάστημος, ἀλλὰ καὶ πᾶς μὴ ἀγαθοποιός, καθένας ποὺ μποροῦσε νὰ κάνῃ τὸ καλὸ καὶ δὲν τὸ ἔκανε.
Θεέ μου, συχώρεσέ μας· πόσα καλὰ μπορούσαμε νὰ κάνουμε σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο καὶ δὲν τὰ κάναμε! Πόσα τάλαντα ἔχουμε κρυμμένα καὶ δὲν τὰ ἀξιοποιήσαμε! Δάσκαλοι, καθηγηταί, ἐπιστήμονες, ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἄντρες γυναῖκες καὶ παιδιά, ἔχουμε χαρίσματα, ὑλικὰ καὶ πνευματικά, καὶ θὰ μᾶς ζη­τήσῃ ὁ Θεὸς λογαριασμὸ γι᾿ αὐτά. Θὰ μᾶς ζη­τήσῃ τὸ κεφάλαιο καὶ τὸν τόκο.
Ἀδελφοί μου, ἂς κάνῃ ὁ καθένας μας ἕναν ἀπολογισμὸ καὶ ἂς δῇ, τί καλὸ ἔκανε σὰν παιδὶ στὸ σπίτι του, τί καλὸ ἔκανε σὰν πατέρας, σὰν μάνα, σὰν ἐργαζόμενος, σὰν ὑπάλλη­λος, σὰν ἐπιστήμονας, σὰν παιδαγωγός, σὰν στρατιωτικός, σὰν κληρικός…; Ἀλλοίμονο καὶ τρισ­αλλοίμονο, φωτιά, κό­λα­σι, ἀπώλεια καὶ κα­ταστροφὴ μᾶς περιμένει.
Ὦ Εὐαγγέλιο, τὰ λόγια σου εἶνε αἰώνια! Ἂς προσπαθήσουμε νὰ τὰ ἐφαρμόσουμε.

* * *

Ἀγαπητοί μου! Ἂς μετροῦμε τὴν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου ὄχι μὲ τὴν ἀπραξία τῆς κακίας, ἀλ­λὰ μὲ τὴν ἐνεργητικότητα τῆς καλωσύνης. Δραστήριους μᾶς θέλει τὸ Εὐαγγέλιο ὅλες τὶς ἡμέρες καὶ ὧρες τῆς ζωῆς μας, μέχρι τὴν τελευταία μας πνοή. Ἂν ζήσουμε ἔτσι, ὅταν ἔρθῃ ἡ φρικτὴ ἡμέρα τῆς κρίσεως, δὲν θ᾿ ἀ­κούσουμε τὸ «Πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ!» (Ματθ. 25,26), ἀλλὰ τὸ «Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! …εἴσ­ελθε εἰς τὴν χαρὰ τοῦ Κυρίου σου» (ἔ.ἀ. 25,21). Ἔπαινο ὁ καθένας μας ν᾿ ἀ­κούσῃ ἀπὸ τὸν Κύριο γιὰ ὅλα τὰ καλὰ ποὺ θὰ ἀγωνιστῇ νὰ κάνῃ στὸν κόσμο.
Εἴθε τῆς χαρᾶς τοῦ παραδείσου ν᾿ ἀξιωθοῦ­­με ὅλοι ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ· ὅν, παῖδες, ὑ­μνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰ­ῶνας.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης 5-2-1978)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.