Αυγουστίνος Καντιώτης



Της Ζωοδοχου Πηγης – ΤΑ ΤΡΙΑ ΝΕΡΑ

date Μαι 6th, 2016 | filed Filed under: εορτολογιο

Τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Τα τρια νερα

09_04_10ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἑορτή, συνέχεια τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς ἀναστάσε­ως τοῦ Κυρίου στὴν ἑβδομάδα τῆς Διακαινη­σί­μου. Εἶνε ἡ ἑορτὴ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς. Ἑ­ορ­τάζουν χωριὰ καὶ πόλεις, ὅπου ἡ εὐσέβεια τῶν κατοίκων ἔ­χει κτίσει ναοὺς τῆς Ζωοδόχου Πη­γῆς. Ἑορτάζουν ἀκόμα καὶ μοναστήρια, μοναστή­ρια τοῦ ἁγίου Ὄρους, ὅπως κ᾽ ἕνα μονα­στή­ρι στὸ Αἰγαῖο πέλαγος, ἡ περίφη­μος μονὴ Λογ­γοβάρδας στὴν ἰδιαιτέρα μου πατρίδα Πάρο.
Ἑορτάζουν σήμερα πολλοί. Ἀλλ᾽ ὅσοι ἔ­χου­με αἴσθημα πατρίδος καὶ χριστιανοσύνης ἂς κλάψουμε. Διότι σήμερα ἑορτάζει καὶ στὴν Κωνσταντινούπολι ὁ ναὸς ἢ μᾶλλον τὸ μοναστήρι καὶ συγ­κρότημα φιλανθρωπικῶν καὶ ἐκ­παιδευτι­κῶν ἱ­δρυμάτων, τὸ περίφημο Μπαλου­κλῆ. Χιλιάδες Ἑλλήνων ἀπ᾽ ὅλα τὰ μέρη, ἀλλὰ καὶ Τοῦρκοι ἀκόμα, συνέρρεαν στὸ προσ­­κύνη­μα αὐτό. Ἦρθε ὅμως ἡ συμφορὰ τοῦ 1955· ὀρ­δὲς βαρβάρων τότε κατέστρεψαν τὰ πάν­τα καὶ ἔκλεψαν τὴν θαυμα­τουργὸ εἰκόνα.
Θέλω νὰ μιλήσω μὲ ἁπλᾶ λόγια, ὥσ­τε ὅλοι νὰ μὲ καταλάβετε.

* * *

Ζωοδόχος Πηγή· τί θὰ πῇ στὰ νέα ἑλληνικά; Νερὸ ποὺ τρέχει, νερὸ ποὺ δίνει ζωὴ – ζωογο­νεῖ, νερὸ ἀθάνατο – ποὺ χαρίζει τὴν ἀθανασία. Ἀφοῦ λοιπὸν ἡ ἑορτὴ ἔχει σχέσι μὲ τὸ νερό, γιὰ νερὸ θὰ μιλήσουμε κ᾽ ἐμεῖς. Ὑπάρχουν τρία εἴδη νεροῦ, τὸ ἕνα ἀνώτερο ἀπὸ τὸ ἄλλο.
Α΄. ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΝΕΡΟ. Τὸ πρῶτο εἶδος εἶνε τὸ γνωστὸ σὲ ὅλους μας, τὸ νερὸ τῶν πηγῶν, τῶν πηγαδιῶν, τῶν χειμάρρων, τῶν ποταμῶν, τῶν λιμνῶν καὶ τῶν ὠκεανῶν. Δὲν συναντᾶται σὲ ἄλλους πλανῆτες. Στὴ σελήνη σταλα­γμα­τιά νερὸ δὲν ὑπάρχει. Ἐδῶ στὴ γῆ τὰ νερὰ καλύπτουν τὰ τρία τέταρτα (3/4) τοῦ πλανήτου.
Πῶς σχηματίζονται οἱ δεξαμενὲς τοῦ νεροῦ στὴν ξηρά; «Ὅλα ἐν σοφίᾳ ἐποίησεν» ὁ Κύριος (Ψαλμ. 103,24). Τὸ νερὸ μαζεύεται ἐκεῖ μὲ τὴν ἐ­ξάτμισι τῶν θαλασσῶν, λιμνῶν καὶ ποταμῶν. Καὶ ἡ ἐξάτμισι αὐτὴ εἶνε τόσο κανονική, ποὺ κι ὁ μεγαλύτερος μαθηματικὸς δὲ θὰ μποροῦ­­σε νὰ τὴν ὑπολογίσῃ. Γίνεται δηλαδὴ τόση ἐ­ξά­τμισι ὅση χρειάζεται ν᾽ ἀναπληρωθοῦν τὰ νερὰ τῆς ξηρᾶς. Ἐὰν ἡ ἐξάτμισι ἦταν μεγαλύ­τερη, θὰ εἴχαμε πολλὲς βροχές, τὰ ποτάμια θὰ φούσκωναν, οἱ πηγὲς θὰ γέμιζαν, ἡ στάθμη τῶν ὑδάτων μέσα στὴ γῆ θὰ ἔφτανε πολὺ ψηλά. Ἂν πάλι ἡ ἐξάτμισι ἦταν μικρότερη, δὲν θὰ ὑ­πῆρχαν σύννεφα καὶ βροχές, ἡ γῆ θὰ ἐξηραίνετο, ἐνῷ ἡ θάλασσα θὰ ὑψωνόταν καὶ ὅλος ὁ πλανήτης θὰ ἐκαλύπτετο ἀπὸ νερά. Παγ­κό­­σμιος πλημμύρα· δὲν θὰ ἔμενε ψυχὴ ζῶσα. Ἡ σοφία Θεοῦ τὰ ῥύθμισε ὅλα μὲ μέτρο. Γι᾽ αὐ­τὸ οἱ πρόγονοί μας ―ποὺ πίστευαν στὸ Θε­ό― εἶ­­παν· «Ὁ θεὸς ἀεὶ γεωμετρεῖ». Ἔτσι σχηματίζον­ται καὶ τὰ σύννεφα καὶ πέφτει ἡ βροχή.
Ἡ βροχὴ δίνει ζωή. Ζωογονεῖ τὰ σπέρματα, κάνει ν᾽ ἀνθίζουν καὶ νὰ πρασινίζουν οἱ κάμ­ποι, νὰ γεμίζῃ ἡ γῆ ἀπὸ καρπούς. Εὐλογημένη ἡ βροχή. Ἂν δὲ βρέξῃ ὁ Θεός, παρ᾽ ὅλη τὴν ἐπιστήμη (τοὺς γεωπόνους, τὴν τεχνολο­γία, τὰ γε­ωργικὰ μηχανήματα), βλάστησι δὲν ὑ­πάρ­χει. Δὲ βλέπετε τί γίνεται σὲ χῶρες ποὺ μαστίζον­ται ἀπὸ ἀνομβρία; Ἂν φιλοσοφήσου­με, κάθε σταγό­να βροχῆς εἶνε λίρα καὶ πάνω ἀπὸ λίρα.
Μιὰ προφητεία λέει, ὅτι θὰ ᾽ρθῇ μέρα ποὺ τὰ νερὰ θὰ μολυνθοῦν καὶ δὲ θὰ τολμᾷ κανεὶς νὰ πιῇ γιατὶ θὰ φαρμακώνε­ται (βλ. Ἀπ. 8,10-11). Αὐ­τὸ πραγματο­ποι­ήθηκε στὶς μέρες μας (ὅ­πως εἴδαμε στὸ ἀτύχημα τοῦ Τσερνόμπιλ). Τώρα, γιὰ νὰ βρῇς νερὸ καθαρό, πληρώνεις! Αὐτὰ εἶνε τ᾽ ἀποτε­λέσματα τῆς ἄνευ Θεοῦ τεχνο­λο­γίας. Βγάλαμε δυστυχῶς τὸ Θεὸ ἀπ᾽ τὴ ζωή μας.
Ὑπῆρχε παλαιότερα μία ὡραία συνήθεια· οἱ ἄνθρωποι, προτοῦ νὰ πιοῦν ἕνα ποτήρι νερό, ἔκαναν τὸ σταυρό τους καὶ ἔλεγαν «Δόξα σοι, ὁ Θεός». Εἴδατε τώρα κανένα νὰ τὸ κάνῃ; Τὰ θεωροῦμε ὅλα φυσικά. Πίνουμε τὸ δροσε­ρὸ νερό, τρῶμε ὅλα τὰ ἀγαθά, καὶ ὄχι «Δόξα τῷ Θεῷ» δὲ λέμε, ἀλλὰ τὴ μπουκιὰ ἔ­χουμε στὸ στόμα καὶ τὸ Θεὸ βλαστημᾶμε! Τὰ πουλάκια πίνουν νερὸ καὶ ὑψώνουν τὸ κεφάλι σὰ νὰ λένε, Σ᾽ εὐχαριστοῦμε, Κύριε. Ὁ ἀστροναύτης ποὺ πάτησε πρῶτος στὴ σελήνη εἶπε διψασμένος· Πό­τε νὰ κατεβῶ στὴ γῆ, ν᾽ ἀνοίξω τὴν κάνουλα τοῦ σπιτιοῦ μου νὰ πιῶ νερό!… Θὰ μᾶς στερήσῃ τ᾽ ἀγαθά του ὁ Θεός, γιατὶ εἴμαστε ἀχάριστοι, χειρότεροι κι ἀπ᾽ τὸ σκύλο, ποὺ τοῦ πετᾷς ἕνα κόκκαλο, κ᾽ ἐπειδὴ δὲν ἔχει γλῶσ­σα νὰ σ᾽ εὐχαριστήσῃ κουνάει τὴν οὐρά του σὰν νὰ σοῦ λέῃ· Σ᾽ εὐχαριστῶ, ἀφεντικό.
Β΄. ΤΟ ΑΓΙΑΣΜΕΝΟ ΝΕΡΟ. Τὸ ἕνα νερὸ λοι­πὸν εἶνε τὸ φυσικό, ἡ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Τὸ ἄλ­­λο ποιό εἶνε; Εἶ­νε ἀνώτερο ἀπὸ τὸ φυσικό. Εἶ­νε τὸ ἁγιασμένο νερό, ὁ ἁγιασμὸς τῶν Θεοφανείων. Δὲν εἶ­νε μῦθος, εἶνε ἀλήθεια· τὸ νε­ρὸ ἐκεῖνο, ποὺ ἁγιάζει ὁ ἱερεὺς τὴν ἡμέρα τῶν Φώτων, οἱ πιστοὶ Χριστιανοὶ τὸ κρατοῦ­σαν ἐπὶ δεκαετίες, καὶ δὲ σάπιζε – δὲ χαλοῦσε.
Ἀλλ᾽ ὑπάρχει κ᾽ ἕνα ἄλλο ἁγιασμένο νερό. Εἶνε τὸ νερὸ τῆς ἱερᾶς κολυμβήθρας, ὅπου βα­­πτισθήκαμε ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος» (βάπτ.). Τὸ βάπτισμα ὅμως προϋποθέτει πίστι. Τὸ νερὸ τοῦ βαπτίσματος δὲν εἶ­νε κοινὸ νερό. Εἶνε ἀνώτερο ἀπ᾽ τὸν Ἰ­ορ­δά­­νη. Μέσα στὰ νε­ρὰ τῆς κολυμβή­θρας ὁ ἄνθρωπος ἀναγεννᾶ­ται. Γι᾽ αὐτὸ εἶπα ὅτι χρειάζεται συνειδη­τὴ πίστι. Καὶ παρ᾽ ὅλο ὅτι ὁ νηπιοβαπτισμὸς εἶνε σή­μερα ἀναμφιβόλως ἔγκυρος θεσμὸς τῆς ἐκκλη­σί­ας, ἀπὸ πλευρᾶς συ­νειδητῆς συμμετο­χῆς θὰ συνέφερε νὰ μὴ βαπτίζωνται τὰ παιδιὰ μικρά, ἀλλὰ νὰ μεγαλώνουν, νὰ γίνωνται λ.χ. 18 χρο­νῶν, καὶ τότε νὰ ἀποδέ­χωνται τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ βαπτίζων­ται· διαφορετικά, ἂς διαλέγουν ὅποια θρησκεία θέλουν. Ἐγὼ θὰ προτιμοῦσα, μέσα στοὺς ἑκα­τό, νὰ ξέρω ὅτι πιστεύει ἕνας, ἀλλ᾽ ὁ ἕνας αὐ­τὸς νὰ πιστεύῃ πρα­γματικά. Δὲν ἔ­χει ἀνάγκη ὁ Χριστὸς ἀπὸ πλήθη.
Ἡ σημερι­νὴ κατάστασι στοὺς ναοὺς εἶνε ἀ­παράδε­κτη. Νονός, μάνα, πατέρας ἀσεβοῦν· γίναμε θεομπαῖ­χτες. Τὸ βάπτισμα εἶνε μέγα μυ­στήριο· ὁ ἄνθρωπος μπαίνει στὸ νερὸ μαῦρος σὰν τὸν κόρακα, καὶ βγαίνει λευκὸς σὰν τὸ πε­ριστέρι. Αὐτὴ εἶνε ἡ πίστι μας. «Ὁμολο­γῶ ἓν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Σύμβ. πίστ. 10). Καὶ γι᾽ αὐ­τό, ὅταν ἕνα βρέφος κινδυνεύ­ῃ νὰ πεθά­νῃ ἀ­βάπτιστο, ἡ Ἐκκλησία μας ἐπιτρέπει τὸ ἀ­ερο­βάπτισμα, νὰ ὑψώσῃ δηλα­δὴ κάποιος τὸ παιδὶ τρεῖς φορὲς στὸν ἀέρα καὶ νὰ πῇ «Βαπτί­ζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ (τάδε) εἰς τὸ ὄ­νομα τοῦ Πατρός, καὶ τοῦ Υἱοῦ, καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος», καὶ τὸ παιδὶ εἶνε βαπτισμένο.
Γ΄. ΤΟ ΑΘΑΝΑΤΟ ΝΕΡΟ. Σᾶς ἔδειξα τὸ φυσι­κὸ νερό, καὶ τὸ ἁγιασμένο νερὸ τῶν Θε­οφανείων καὶ τοῦ βαπτίσματος. Καὶ τώρα τὸ τρίτο νε­ρό. Ἀλλὰ ἐδῶ δυσκολεύομαι. Μὲ τί γλῶσσα, μὲ τί παραδείγματα, μὲ τί εἰκόνες νὰ μιλήσω;
Ἂν ὑποθέσουμε ὅτι κάποιος μᾶς λέει, Στὸ Βόρειο Πόλο ἢ στὸ Νότιο ἢ στὸν Ἰσημερινὸ ἢ σὲ κάποια νῆσο τῶν Ἀντιλλῶν βρέθηκε μιὰ πη­γὴ – βρύση θαυματουργὸς καὶ ὅποιος πιῆ ἀ­πὸ αὐ­τὴν βλέπει θαύματα (ὁ τυφλὸς βρίσκει τὸ φῶς του, ὁ κουτσὸς περπατᾷ κ.τ.λ.), τότε πλή­θη θὰ ἔτρεχαν ἐκεῖ νὰ πιοῦν. Καταλαβαίνετε ποιό νερὸ εἶνε τὸ ἀνώτερο ἀπ᾽ ὅλα; Εἶνε τὸ ἀ­θάνατο νερό, αὐτὸ ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα.
Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Ἐμένα ρωτᾶτε; Ρωτῆστε μιὰ γυναίκα ἁμαρτωλή, ἕνα κουρέλι τοῦ δρόμου, μία πόρνη, τὴ Σαμαρείτιδα, ποὺ συνάν­τησε ὁ Χριστὸς στὸ φρέαρ τοῦ Ἰακώβ. Στὸν ὑ­πέροχο διάλογο μαζί της ὁ Κύριος τῆς μίλησε γιὰ ἕνα νερό, ποὺ ὅποιος πίνει ἀπ᾽ αὐτὸ δὲν δι­ψᾷ πλέον. Δός μου, Κύριε, τὸ νερὸ αὐτό, λέει ἡ γυναίκα. Καὶ ἐν συνεχείᾳ, ὅταν τοῦ εἶπε ὅτι περιμένουν τὸ Μεσσία ποὺ θ᾽ ἀπαντήσῃ σὲ κάθε ἀνάγκη μας, ὁ Χριστὸς τῆς εἶπε· Ἐγὼ εἶμαι ὁ Μεσσί­ας, ἐγὼ ἔχω τὸ νερὸ ποὺ ξεδιψᾷ τὶς ψυχές. Ἔτσι πίστεψε ἐκείνη, ἔγινε ἀπόστολος, ὠνομάστηκε Φωτεινὴ καὶ μαρτύρησε γιὰ τὸ Χριστό.

* * *

Τὸ συμπέρασμα, ἀγαπητοί μου. Ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ ἀθάνατο νερό, ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ Ζωοδό­χος Πηγή. Δικά του εἶνε οἱ πηγές, τὰ ποτάμια, οἱ θάλασσες, οἱ ὠκεανοί· δική του ἡ ἱερὰ κολυμβήθρα καὶ τὰ ἁγιασμένα νερά. Ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἴδιος ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς. Βρύση τὰ ἀθάνατα λόγια του καὶ τὸ μυστήριο τῆς θείας κοινωνίας. Ἕνας δικός μας ποιητής, ὁ Ἀχιλλεὺς Παράσχος, ἔγραψε·
«Χριστέ, σὲ τοῦτα τ᾽ ἄπιστα καταραμένα χρόνια,
ποὺ δὲν πιστεύουν τίποτα οὔτε ἀγαποῦν κανένα,
ἐγὼ πιστεύω κι ἀγαπῶ ὁλόψυχα ἐσένα.
Πιστεύω σὰν τὴ μάνα μου, πιστεύω σὰν παιδάκι.
Πίνω τὸ ἀθάνατο νερὸ κι ἀφήνω τὸ φαρμάκι».
Ἀδελφοί μου, δοκιμάστε. Σᾶς μιλῶ μὲ πίστι, ποὺ ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια μου γίνεται ἀκρά­δαν­τη. Δὲν ὑπάρχει κάτω ἀπὸ τὰ ἄστρα ἄλλη ἀ­λήθεια μεγαλύτερη ἀπὸ αὐτή. Ὁ Χριστὸς εἶ­νε ἡ Ζωοδόχος Πηγή. Κι ὅπως δὲν περνάει μέ­ρα ποὺ νὰ μὴν πιῆτε ἕνα ποτήρι νερό, ἔτσι ―σᾶς βάζω κανόνα― νὰ μὴν περνάῃ μέρα χω­ρὶς ν᾽ ἀνοίξετε τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ ἔχει τὸ ἀθάνατο νερό. Καὶ πίνετε, πίνετε, πίνετε! Ἐκεῖ θὰ βρῆτε χα­ρὰ καὶ ἀγαλλίασι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦ­τε εἰς πάν­τας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(ἱ. ναὸς Κοιμήσεως Θεοτόκου Σκοπιᾶς – Φλωρίνης 9-5-1986)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.