Αυγουστίνος Καντιώτης



AΡXAIOI KAI NEOI AΓIOI

date Μαι 11th, 2016 | filed Filed under: εορτολογιο

Ἐπιφανίου, Γερμανοῦ, Θεοδώρου, Ἰω. Βλάχου
12 Μαΐου
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

AΡXAIOI KAI NEOI AΓIOI

«Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῖς» (Ψαλμ. 67,36)

π. ΑυγουστΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἑορτὴ καὶ πανήγυρις. Ἂν ἀνοίξουμε τὰ βιβλία τῆς Ἐκ­κλησίας, θὰ δοῦμε ὅτι ἑορτάζουν τέσσερις ἅ­γιοι, ποὺ σὰν ἀστέρια φωτίζουν τὸν οὐρανὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ προβάλλονται ὡς ὑποδεί­γματα. Ἔζησαν σὲ διά­φο­ρες ἐποχὲς καὶ συνθῆ­­κες, ἀλλὰ μετέχουν ὅλοι στὴν ἴδια ἁγιότητα.

* * *

Ἀρχαιότερος εἶνε ὁ ἅ­γιος Ἐπιφάνιος ἐπί­σκοπος Κύπρου. Τὸν τιμοῦν ἰδιαιτέρως σήμερα στὴ μαρτυρική μας μεγαλόνησο. Τί ἦ­ταν; Ἄνθρωπος. Κανείς δὲ γεννήθηκε ἅγιος· γίνεται ἅγι­ος. Ἅμα θέλῃ ὁ ἄν­θρωπος, ἢ γί­νε­ται ἔν­σαρκος ἄγγελος, ἢ κα­τέρ­χεται στὴ βαθμῖδα τῶν ζῴων καὶ καταντᾷ χει­ρό­τερος καὶ τῶν ζῴ­ων. Γεννήθηκε τὸ 310 στὰ ἅ­για μέρη τῆς Παλαιστίνης ἀπὸ γονεῖς Ἑβραί­ους πτωχοὺς γεωργούς. Γρήγορα τὸν εἵλκυσε ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, προσῆλθε στὸν ἐπίσκοπο Ἐλευθερουπόλεως Λουκιανὸ καὶ ζήτησε τὸ ἅγιο βάπτισμα. Ἐν συνεχείᾳ ἔζησε ἐ­κεῖ αὐ­στη­ρὰ ζωὴ σὲ μοναστήρι ὡς ἱερεύς. Ἡ φήμη του ὡς μορφω­μένου ἀσκητοῦ διεδόθη. Ὅταν στὴν Κύπρο ἐ­κενώθη ὁ ἀρχιεπισκοπι­κὸς θρόνος τὸν ἐξέλεξαν ποιμενάρχη τους. Ἔ­τσι ἔγινε ἐπίσκοπος Κωνσταντίας τὸ ἔτος 367. Ἔζησε βίον ἅ­γιον προσευχῆς, νηστείας, με­λέτης τῶν Γραφῶν. Μιλοῦσε πέντε γλῶσσες. Ὁ λόγος του καὶ τὰ συγγράμματά του ἦταν μαστίγιο καὶ κεραυ­νὸς κα­τὰ τῶν αἱρέσεων. Ἔ­ζησε ἑ­κατὸ σχεδὸν ἔτη καὶ εἶχε διαύγεια πνεύ­ματος. Στὰ πνευματικά του παιδιά, στοὺς ἱερεῖς καὶ διακό­νους, ἔλεγε· Φεύγω ἀπὸ τὸν κό­­­σμο αὐ­τόν· ζη­τῶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Παρέ­δω­σε τὸ πνεῦμα μέσα στὸ πλοῖο, καθὼς ἐπέστρε­φε στὴν Κύπρο μετὰ ἀπὸ ταξίδι στὴν Κων­σταν­τινούπολι. Εἶνε ἀληθὲς ὅτι ὡς ἄν­θρω­πος τότε γιὰ ἕνα δι­άστημα, ἀπὸ ἀφέλεια, εἶχε παρα­συρθῆ καὶ συμφώνησε μ’ ἐκείνους ποὺ ἐξώρι­σαν τὸν ἱε­ρὸ Χρυσόστομο. Στὸ τέλος ὅμως διεπίστωσε τὴν ὑποκρισία καὶ τὶς μηχανορρα­φίες, ποὺ εἶ­χαν στηθῆ εἰς βάρος τοῦ μεγάλου ἐκείνου πατρός, καὶ ἀηδιασμένος ἀπεχώρησε. Τὸν ἔθαψαν μὲ μεγάλες τι­μὲς στὴν ἐπισκοπή του καὶ ἀργότερα τοῦ ἔκτισαν ναό.
Ὁ ἕνας λοιπὸν ἀπὸ τοὺς ἁγίους ποὺ ἑορτά­­ζουν σήμερα ἔζησε τὸν 4ο μ.Χ. αἰῶνα. Ὁ ἄλ­λος ἔζησε τὸν 7ο αἰῶνα· εἶνε ὁ ἅγιος Γερμα­νὸς πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Γεν­νήθηκε περὶ τὸ 640 στὴ Βασιλεύουσα.

Ἦταν παιδὶ μεγάλης καὶ πλουσίας οἰκογενεί­ας. Ἔχα­σε ὅμως τὸν πατέρα του, τὸν πατρίκιο Ἰουστι­νιανό, τὸν ὁποῖον ἀδίκως θανάτωσε ὁ βασι­λεὺς Κωνσταντῖνος ὁ Πωγωνᾶτος, διότι τὸν θεώρη­σε συνένοχο στὸν φόνο τοῦ πατέρα του. Καὶ μόνο αὐτό; Τὸ Γερμανό, ποὺ ἔμεινε ὀρφα­νὸς σὲ ἡ­λικία 20 ἐτῶν, τὸν ὑ­πέβαλε διὰ τῆς βί­ας σὲ ἀπάνθρωπο εὐνουχισμό· ἐν τούτοις, λόγῳ τῆς ἀξίας του, τὸν ἔκανε κληρι­κό. Ἀλλὰ ὁ Κύριος «ὀρ­φανὸν καὶ χήραν ἀνα­λήψεται καὶ ὁδὸν ἁ­μαρτωλῶν ἀφανιεῖ» (Ψαλμ. 145,9). Ὁ Θε­ὸς τὸν προστάτευσε. Λόγῳ τῆς ἀ­ρετῆς, τῆς ἁ­γιότητος καὶ τῆς μορφώσεώς του ἐξελέγη μητροπολίτης Κυζίκου σὲ ἡ­λι­­κία 37 ἐτῶν. Καὶ ἀργότερα, τὸ 715, ὅταν ἐχήρευσε ὁ θρόνος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐξ­ελέγη πατριάρχης μὲ τὴν ἐπιδοκιμασία ὅ­λων· ἦταν τότε 75 ἐ­τῶν. Κήρυττε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπερή­σπιζε τὴν ὀρθόδοξο πίστι. Ἀλ­­λὰ τότε ξέ­σπασε ἡ καταιγίδα τῆς εἰκονομαχί­ας. Αὐτοκρά­τωρ ἦταν ὁ θηριώδης Λέων ὁ Ἴ­σαυρος, ποὺ ὑποστή­ριζε τὴν αἵρεσι τῶν εἰ­κο­νομάχων. Τὸν κά­λεσε καὶ τοῦ ζήτησε νὰ συμμορφωθῇ μὲ τὰ διατάγματά του· ὁ Λέων θεω­ροῦ­σε τὶς ἅ­­γιες εἰκόνες ὡς εἴδωλα. ―Σὲ δια­τάζω, τοῦ εἶ­πε, νὰ ξεκρεμάσῃς ἀπὸ τὶς ἐκκλησίες τὶς εἰ­­κό­νες. —Τέτοιο πρᾶγμα ἐγὼ δὲν κάνω, ἀπήν­τη­σε ὁ πατριάρχης στὸ βασιλιᾶ. Προέτρεψε μάλιστα τὸ λαὸ ν’ ἀντισταθῇ στοὺς ἀσεβεῖς νόμους. Ἡ στάσις αὐτὴ τὸν ὡδήγησε σὲ μεγάλη ῥῆξι μὲ τὸν αὐτοκράτορα, καὶ τέλος ὁ ἅγιος Γερμανὸς ἄφησε τὸ ὠμοφόριό του πάνω στὴν ἁγία τράπεζα, παραιτήθηκε ἀπὸ τὸ θρόνο, ἀ­ποσύρθηκε σ᾿ ἕνα πατρικό του κτῆ­μα στὴ θέσι Πλατάνι, καὶ ἔζησε ἐκεῖ δέκα ἀκόμη χρόνια. Στὶς 12 Μαΐου τοῦ 740, μετὰ ἀπὸ σύντομη ἀ­σθένεια, παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸ Θεό.
Ἔζησαν λοιπὸν ὁ ἕνας ἅγιος στὴν Κύπρο τὸν 4ο αἰῶνα, ὁ ἄλλος στὴν Κωνσταντινούπο­λι τὸν 7ο αἰῶνα. Ὁ τρίτος ἅγιος ποὺ ἑορτάζει σήμερα ἔζησε τὸν 10ο αἰῶνα στὰ Κύθηρα, ἕ­να μικρὸ νησὶ κάτω ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο, καὶ λέγεται Θεόδωρος. Γεννήθηκε στὸ Βυζάν­τιο στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορος ῾Ρωμανοῦ (919-948) καὶ ἦρθε στὸ Μοριά. Δὲν ἦταν οὔ­τε ἐπί­σκοπος οὔ­τε πατριάρχης· ἦταν ἁπλὸς ἀ­σκητής. Καλλι­ερ­γοῦσε τὴ γῆ, ἔβοσκε πρόβατα, μά­ζευε ἐλιές, κλάδευε ἀμπέλια. Εἶχε ὅμως μέσα του τὸ Θεό. Καὶ ὅποιος πιστεύει καὶ λατρεύει τὸ Θεό, εἶνε χίλιες φορὲς ἀνώτερος κι ἀ­πὸ βα­σιλιᾶς. Γιατὶ ὁ Χριστός μας δὲ βλέπει πρόσωπα καὶ ἀξιώ­μα­τα· βλέπει καρδιές. Κι ὅ­σο ἀξί­ζουν ἁ­πλοϊκοὶ ἄνθρωποι, δὲν ἀξίζουν με­γάλοι καὶ τρανοί. Αὐτὸς εἶχε ἀξία. Ἡ φήμη του δια­δό­θηκε καὶ μαζευόταν κόσμος. Ἔτσι ἔζησε· ἀσκήτευσε, ἁγίασε καὶ θαυματούργησε.
Τέλος ὁ τέταρτος ἅγιος ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα ἔζησε τὸν 17ο αἰῶνα. Εἶνε ὁ Ἰωάννης ὁ Βλάχος.Ἦταν ἡ ἐποχὴ τῆς τουρκοκρατίας, ποὺ τὸ γιαταγάνι θέριζε τὰ κεφάλια τῶν Χριστιανῶν. Βλαχία εἶνε ἡ σημερινὴ ῾Ρουμανία, ὅπου ζοῦσαν χιλιάδες Χριστιανοὶ καὶ Ἕλληνες. Ἐκεῖ γεννήθηκε ὁ Ἰωάννης ἀπὸ γένος ἀρχοντικό. Ἦταν πολὺ νέος, 15 χρονῶν, ὅ­­ταν σὲ μία ἐπιδρομὴ τῶν Τούρκων συνελήφθη αἰ­χμάλωτος. Ἦταν ὡραῖος, καὶ κάποιος ἀγαρη­νὸς στρατιώτης τὸν ἀγόρασε μὲ μιαρὸ σκο­πὸ νὰ ἀσελγήσῃ πάνω του. Ὁ Ἰωάννης, ἁγνὸς καὶ σώφρων, φοβήθηκε καὶ βρίσκοντας εὐκαι­ρία θανάτωσε τὸ μιαρὸ Τοῦρκο. Οἱ συνοδοιπόροι του τὸ ἔμαθαν καὶ τὸν παρέδωσαν στὴ γυναῖκα τοῦ φονευθέν­τος. Αὐτὴ πῆρε ἀπὸ τὸ βεζίρη ἄδεια νὰ τὸν κάνῃ ὅ,τι θέλει. Ἡ πονη­ρὰ γυναίκα, βλέπον­τας τὸ κάλλος του, ἔβαλε σκοπὸ νὰ τὸν κά­νῃ σύζυγό της. Τοῦ ζητοῦσε μόνο νὰ ἀλλαξοπιστή­σῃ καὶ ὑποσχόταν νὰ τοῦ δώ­σῃ ὅλη τὴν περιουσία της. Ὁ ἅγιος φοβήθη­κε. Ἔκανε τὸ σταυρό του νὰ τὸν ἐνισχύσῃ ὁ Χριστός, καὶ ἀρνήθηκε κάθε πρότασι. Ἐ­κεί­νη τότε τὸν παρέδωσε στὸν ἔπαρχο, κι αὐ­τὸς τὸν ἔρριξε στὴ φυλακή. Ὑπέμεινε φρικτὰ μαρ­τύρια. Τέλος οἱ Τοῦρκοι, βλέποντας ὅτι δὲν κατορθώνουν τίποτα, ζήτησαν ἀπὸ τὸ βεζίρη νὰ τὸν θανατώσουν. Καὶ τέτοια ἅγια ἡμέρα τοῦ ἔτους 1662 τὸν κρέμασαν στὴν ἀγ­χόνη καὶ παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸν Πλάστη.

* * *

Τέσσερις λοιπὸν ἅγιοι, ποὺ ἔζησαν σὲ δια­φό­ρους καιρούς. Τί δείχνει αὐτό; Ὅτι «᾿Ιησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13,8), δὲν ἀλλάζει. Λένε μερικοὶ εἰρωνευόμενοι· Αὐτὰ «τῷ καιρῷ ἐκεί­νῳ»!… Λάθος κάνεις. Πάντοτε, σ᾿ ὅλες τὶς ἐ­ποχές, ὑπάρχουν ἅγιοι.
Ἰδιαιτέρως ἡ Ἑλλὰς εἶνε χώρα ἁγίων καὶ μαρτύ­ρων. Κάθε τόπος ἔχει τὸν ἅγιό του· ἡ Κέρκυρα τὸν ἅγιο Σπυρίδωνα, ἡ Ζάκυνθος τὸν ἅγιο Διονύσιο, ἡ Κεφαλονιὰ τὸν ἅγιο Γε­ράσιμο, τὰ Κύθηρα τὸν ἅγιο Θεόδωρο, ἡ Λάρισσα καὶ ἡ Πρέσπα τὸν ἅγιο Ἀχίλλιο κ.ο.κ..
Σήμερα; θὰ ρωτήσετε, εἶνε ἡ χώρα μας χώ­ρα ἁγίων; Ὄχι δυστυχῶς! Γιατί; Διότι γιὰ ν’ ἀ­ποδώσῃ ἕνα χωράφι, θέλει καλλιέργεια· θέ­λει πότισμα, λίπασμα, ὄργωμα, καὶ πρὸ παν­τὸς καλὸ σπόρο. Διότι ὅ,τι σπέρνεις θὰ θερί­σῃς. Μὲ καταλάβατε; Τί σπέρνουμε λοιπὸν σήμερα; Παλαιότερα δὲν ὑπῆρχε ὅλη αὐτὴ ἡ κακοήθεια καὶ τὰ παιδιὰ ἦταν πιὸ κοντὰ στὸ Θεό. Ἐνῷ τώρα τί ἀκούει καὶ τί δέχεται τὸ παιδί; Εἶδε ποτὲ τὴ μάνα του νὰ γονατίζῃ καὶ νὰ προσεύχεται; παρατήρησε ποτὲ τὸν πατέ­ρα του νὰ νηστεύη, ἄκουσε στὸ σχολεῖο ἀπὸ τὸ δάσκαλο ἢ τὸν καθηγητή του ῥήματα Κυ­ρίου; Ἀπὸ ῥαδιόφωνο, τηλεόρασι, ἔντυπα καὶ ἐφημερίδες τὸ βομβαρδίζουν ἡ ἀθεΐα καὶ ὑλιστικὲς θεωρίες περὶ ἐξελίξεως καὶ καταγω­γῆς τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν πίθηκο. Μὲ τέ­τοια σπορὰ τί περιμένουμε νὰ θερίσουμε;
Φύγαμε ἀπὸ τὸ Θεό, τὸν λησμονήσαμε· ἀπὸ ᾿κεῖ προέρχονται ὅλα τὰ κακά. Τὸ εἶπε ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός· «Θά ᾿ρθῃ ἐποχή, ποὺ θ’ ἀ­δειά­σουν οἱ ἐκκλησιὲς καὶ θὰ γεμίσουν οἱ φυλακές». Σήμερα δὲ διαβάζουν Εὐαγγέλιο, βί­ους ἁγίων καὶ συναξάρια, ἐκκλησία δὲν πατοῦν, ἐξομολόγησι δὲν ἔχουν, θεία κοινωνία δὲ γνω­ρίζουν. Ἀκόμα καὶ οἱ καμπάνες τοὺς ἐνοχλοῦν.
Μιλῶ ἔξω ἀπὸ τὰ κόμματα. Μὲ γνωρίζετε. Ξέρετε, ὅτι σήκωσα κεφάλι καὶ διαμαρτυρή­θη­κα στὴ δικτατορία. Δὲν προσκύνησα κανέ­να. Ἀνήκω στὸ Θεὸ καὶ στὴν Ἑλλάδα. Σᾶς λέγω λοιπόν· Τὰ κόμματα χωρίζουν, ὁ Χριστὸς ἑ­νώνει! Κοντὰ στὴν Ἐκκλησία, κοντὰ στὸ Θεό, κοντὰ στοὺς ἁγίους μας! Μείνετε πιστοί! Καὶ ἕνας νὰ μείνῃς, μὴ δειλιάσῃς. Δὲ θὰ νικήσουν οἱ πολλοί, θὰ νικήσῃ ὁ Χριστὸς καὶ μόνο ὁ Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑ­περυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ ῾Αγίου Γερμανοῦ τῆς ὁμωνύμου κοινότητος Πρεσπῶν – Φλωρίνης τὴν 12-5-1985.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.