ΜΙΑ ΔΙΚΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ ΠΟΤΕ, ΓΙΑΤΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΘΗΚΕ Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΤΟΝ ΜΑΡΤΥΡΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΕΩΣ ΚΑΙ EIΔΕ ΣΥΣΣΩΜΟ ΤΟΝ ΛΑΟ ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΑΖΙ ΤΟΥ
«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΣΠΙΘΑΣ, Φ.243, Δεκ. 1961
Τοῦ Μητροπολιτου Φλωρίνης π. Αὐγουστινου Καντιώτου
ΠΡΩΤΟΦΑΝΗΣ ΔΙΑΣΤΑΣΗ, ΜΕΤΑΞΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
ΣΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ!
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΕ˙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΓΙΝΗ ΔΙΚΗ, ΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΙ ΚΑΙ Ο ΛΑΟΣ ΦΩΝΑΖΕ· ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΓΙΝΗ ΔΙΚΗ!
Μία ὡραία πόλις
Μία ἑλληνικὴ πόλις, ἡ ὁποία καὶ μόνον μὲ τὸ ὄνομά της διαλαλεῖ τὴν Ὀρθοδοξίαν, εἶνε ἡ πόλις Κατερίνη, ὀρθότερον δὲ Αἰκατερίνη, ὅπως φέρεται εἰς τὰ παλαιότερα βιβλία καὶ χάρτας.
Ἡ πόλις αὕτη, διὰ νὰ κατατοπίσωμεν ὀλίγον γεωγραφικῶς καὶ ἱστορικῶς τὸν φίλον ἀναγνώστην, εὑρίσκεται ἐπὶ μικρᾶς γονίμου Μακεδονικῆς πεδιάδος, ἡ ὁποία ἀρχίζει ἀπὸ τὰς ὑπωρείας τοῦ Ὀλύμπου καὶ φθάνει μέχρι τῶν ἀκτῶν τοῦ Αἰγαίου πελάγους. Ὁ ἐπισκέπτης βλέπει ἀπὸ τὴν πόλιν τὸν ὑπερήφανον γέρο-Ὄλυμπον νὰ φορῆ πάντοτε τὴν ἄσπρη σκούφια του, νὰ ἔχη τὴν κορυφήν του σκεπασμένην μὲ τὸ χιόνι, καὶ μὲ τὴν ἰδδικήν του γλῶσσαν νὰ ὁμιλῆ εἰς κάθε χριστιανικὴν ψυχὴν καὶ διὰ τῆς θέας τῆς χιόνος νὰ ὑπενθυμίζη τὸ ψαλμικόν˙ «Κύριε! Πλυνεῖς με καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι˙ Κύριε! Εἶμαι ἁμαρτωλός, μαῦρος ὡς τὰ πτερὰ τοῦ κόρακος. Πλῦνέ με καὶ πάλιν πλῦνέ με διὰ τῶν δακρύων τῆς μετανοίας καὶ θὰ γίνω ἄσπρος περισσότερον ἀπὸ τὸ χιόνι». Ναί, ἀγαπητοί μας, ἔτσι λευκὴ καὶ ἀμόλυντος θὰ ἔπρεπε νὰ εἶνε ἡ ψυχή μας. Ἔτσι λευκὴ καὶ ἀμόλυντος, ὅπως ἡ κορυφὴ τοῦ οὐρανογείτονος Ὀλύμπου, θὰ ἔπρεπε νὰ εἶνε ἡ ἀγαπητή μας Πατρίς. Πρὸς τὰ ἄστρα, πρὸς τὴν ἠθικὴν τελειότητα θὰ ἔπρεπε νὰ βαίνωμεν ὡς ἄτομα καὶ ὡς ἔθνος.
Ἡ Κατερίνη εἰς τὰς ἀρχὰς τοῦ παρόντος αἰῶνος ἦτο μία πολίχνη, ἡ ὁποία μόλις ἠρίθμει 5.000 κατοίκων. Ἦτο δὲ ὑπὸ τὴν κυριαρχίαν τῆς ἡμισελήνου. Ἡ ζωὴ τῶν ὑποδούλων σκληρά, ἀφόρητος. Ἀσφάλεια οὐδαμοῦ. Ἡ πρὸς Θεσσαλονὶκην ἄγουσα ὁδός, ὁδὸς αἵματος. Κλοπαὶ καὶ φόνοι καὶ ληστεῖαι ἠκούοντο συχνά. Ἡ εὐφορωτάτη πεδιάς, διηρημένη εἰς τσιφλίκια, ἀνῆλεν εἰς τοὺς Τούρκους. Οἱ ραγιάδες ὡς κτήνη εἰργάζοντο εἰς αὐτά. Οἱ μπέηδες καὶ οἱ ἀγάδες ἔπινον μακαριώτατα τὸν ναργιλέν των καὶ ἔβλεπον γλυκὰ ὄνειρα. Ἡ πόλις, ὅπως καὶ πᾶσα πόλις καὶ χωρίον τῆς Μακεδονικῆς γῆς, ἀνεστέναζε κάτω ἀπὸ τὸ πέλμα τῶν βαρβάρων κατακτητῶν. Ἀλλʼ εὐλογητὸς ὁ Θεὸς τῶν πατέρων καὶ αἰνετὸν καὶ ὑπερδεδοξασμένον τὸ ὄνομα Αὐτοῦ εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀνέτειλε διὰ τὸν τυραννούμενον λαὸν τὸ χρυσοῦν τῆς ἐλευθερίας ἔτος. Ἦτο τὸ 1912. Γενναῖα τῆς Ἑλλάδος παιδιά, στρατιῶται τῆς ἑβδόμης Μεραρχίας, τῆς ὀνομασθείσης διὰ τὴν ὁρμητικότητά τῆς πτερωτῆς, διέβησαν τὰ σύνορα, ἔθραυσαν τὴν ἀντίστασιν, διῆλθον τὰ πατρώνυμα στενὰ τῆς Πέτρας, ἀκάθεκτοι ὥρμησαν πρὸς τὴν πεδιάδα καὶ μίαν ὡραίαν πρωίαν, ποὺ ἔλαμπεν ὁ καθαρώτατος ἥλιος, τὴν πρωίαν τῆς 16 Ὀκτωβρίου 1912 ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς εἰσῆλθεν εἰς τὴν πόλιν˙ ἡ ἡμισέληνος κατεβιβάσθη˙ ἡ σημαία τοῦ σταυροῦ ὑψώθη ἐν μέσω φρενίτιδος ἐνθουσιασμοῦ, χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως ἀπεριγράπτου τῶν κατοίκων, οἱ ὁποῖοι μετὰ τέσσαρας αἰῶνας στυγερᾶς δουλείας ἔβλεπον ἐπὶ τέλους τὸ ἦμαρ τῆς ἐλευθερίας. Ὀλίγον ἔξω τῆς πόλεως ἔπεσεν, μεταξὺ τῶν ἄλλων, γενναίως αγωνιζόμενος ὁ ἀείμνηστος συνταγματάρχης Σβορῶνος. Πρὸς τιμὴν τοῦ ἥρωος τούτου ἕν χωρίον τῆς περιοχῆς ἔλαβε τὸ ὄνομά του. Αἰωνία ἡ μνήμη τοῦ ἥρωος τούτου καὶ ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἔπεσαν ὑπὲρ τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς ἑλληνικῆς Μακεδονίας. Ἄς ἐπιτραπῆ ἐδῶ μία παρέκβασις. Τὸ ἐρχόμενον, σὺν Θεῶ, νέον ἔτος 1962, καθʼ ὅ σημπληροῦται ἡ πρώτη πεντηκονταετία ἀπὸ τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς Μακεδονίας, τῆς Ἠπείρου καὶ τῶν νήσων τοῦ Αἰγαίου αἱ ἑορτάζουσαι πόλεις θὰ πρέπη ὅλως ἰδιαιτέρως νὰ τιμήσουν τοὺς ἐπιζῶντας ἥρωας τοῦ ἱεροῦ ἐκείνου ἀγῶνος καὶ νὰ καλέσουν εἰς τὰς ἑορτὰς τοὺς συγγενεῖς τῶν πεσόντων ἡρώων.
Ἀλλʼ ἐπὶ τῆ πεντηκονταετηρίδι ταύτη θὰ γράψη ἐν καιρῶ ἰδιαίτερον ἄρθρον ἡ «Σπίθα».
Ἡ πόλις, ἡ ὁποία τῶ 1912 ἠρίθμει μόλις 5.000 κατοίκων, σήμερον μὲ τοὺς πέριξ αὐτῆς συνοικισμοὺς πλησιάζει τὰς 40.000 κατοίκων. Προώδευσεν ἀλματικῶς καὶ ἐξειλίχθη εἰς μίαν ἀπὸ τὰς ἀκαμιοτέρας καὶ ὡραιοτέρας πόλεις τῆς Βορείου Ἑλλάδος. Σπουδαιότατος δὲ παράγων τῆς προόδου τῆς πόλεως ἐκ πάσης ἐπόψεως ἐστάθησαν οἱ χιλιάδες τῶν ἐκ Μικρᾶς Ἀσίας προσφύγων ἀδελφῶν, οἱ ὁποῖοι εἰς τὴν πόλιν καὶ τὴν περιφέρειαν ταύτην εὗρον τὴν δευτέραν αὐτῶν πατρίδα. Διὰ τῶν προσφύγων νὲον αἷμα ἔρρευσεν εἰς τὰς φλέβας τοῦ Ἑλληνισμοῦ, νέος τύπος Ἕλληνος ἐδημιουργήθη ἐκ τῆς συγκράσεως τῶν αἱμάτων Μικρασιατῶν καὶ Μακεδόνων.
Αὐτὴν τὴν πόλιν μὲ ἠξίωσεν ὁ Κύριος νὰ ἐπισκεφθῶ κατὰ τὸν παρελθόντα μῆνα, νὰ παραμείνω ὀλίγας ἡμέρας, νὰ ὁμιλήσω, τῆ ἀδεία τοῦ σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κίτρους, δὶς καὶ νὰ ἐκτιμήσω τὸ ἀκμαῖον θρησκευτικὸν καὶ ἐθνικὸν φρόνημα τῶν κατοίκων.
Ἡ ὡραία πόλις…
Ἡ Κατερίνη διακρίνεται διὰ τὴν εὐσέβειαν τῶν κατοίκων της. Ἐξ ἐπόψεως δὲ ἠθικῆς, ἐξ ἧς ἐξετάζεται ἐν τῶ παρόντι ἄρθρω ἡ πόλις, ἡ Κατερίνη ἧτο καθαρὰ ἐκ τοῦ ἁμαρτήματος ἐκείνου, ἐκ τοῦ ὁποίου, κατὰ τὴν Ἀποστολικὴν Σύνοδον, ἔπρεπε νὰ ἀπέχουν οἱ χριστιανοί. Ἰδοὺ ἡ ἀπόφασις˙ «Ἔδοξε τῶ Ἁγίω Πνεύματι καὶ ἡμῖν μηδὲν πλέον ἐπιτίθεσθαι ὑμῖν βάρος πλὴν τῶν ἐπάναγκες τούτων, ἀπέχεσθαι εἰδωλοθύτων καὶ αἵματος καὶ πνικτοῦ καὶ πορνείας, ἐξ ὦν διατηροῦντες ἑαυτοὺς εὖ πράξετε» (Πράξ. 15, 28-29). Ἡ πορνεία ἧτο ἔξω τῆς ὀρθοδόξου ταύτης πόλεως. Μέχρι τοῦ 1917 οἶκος άνοχῆς δὲν ἐλειτούργει εἰς τὴν πόλιν. Κατὰ τὸ ἔτος ἐκεῖνο, διαρκοῦντος τοῦ πρώτου παγκοσμίου πολέμου, διῆλθον εκ τῆς πόλεως ταύτης Ἀγγλογαλλικὰ στρατεύματα καὶ πρὸς… ἐξυπηρέτησιν τῶν στρατιωτῶν τῶν ξένων τούτων ἐθνῶν, τῶν ἐν ἀκολασία ζώντων, ἠνοίχθη ἐν τῆ πόλει τὸ πρῶτον διαφθορεῖον. Τοῦτο σὺν τῆ προόδω τοῦ χρόνου ἤρχισε νὰ ἐνισχύεται καὶ νὰ ἐξαπλώνη τὰ ἁμαρτωλὰ δίκτυά του συγκλεῖον εἰς ἀπώλειαν πολλὰς ψυχάς.
Ὁ εὐσεβὴς λαὸς διὰ τὸ ἄνοιγμα καὶ τὴν λειτουργίαν τοῦ διαφθορείου τούτου ἐδυσφόρησε καὶ ἐζήτησε τὴν κατάργησίν του. Ἀλλὰ μὴ εἰσακουσθεὶς ἐξανέστη πρὸ πενταετίας περίπου. Ἑκατοντάδες ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ἐπέδραμον κατὰ τοῦ διαφθορείου, εἰς τὸ ὁποῖον δυστυχισμέναι ὑπάρξεις γυναικῶν ἀντὶ εὐτελοῦς ἀμοιβὴς ἐπώλουν τὰς σάρκας των. Πρὸς τῆς καραυγῆς τοῦ λαοῦ ἔντρομοι αἱ γυναῖκες ἐγκατέλειψαν τὸ κέντρον καὶ ἐξελιπάρουν τὴν εὐσπλαχνίαν. Οὐδεμία ἐξ αὐτῶν ἐθίγη ὑπὸ τοῦ διαμαρτυρομένου πλήθους, τὸ ὁποῖον δὲν ἐζήτει τὴν θανάτωσιν τῶν δυστυχισμένων γυναικῶν, ἀλλὰ τὴν σωτηρίαν τῆς πόλεως ἐκ τῆς διαφθορᾶς. Μαζὶ μὲ τὰ γύναια ἔντρομοι ἔφυγαν καὶ οἱ κατὰ τὴν ὥραν ἐκείνην πελάται τοῦ κέντρου. Ἄφησαν δὲ ὡς ἐνθύμια… τὰ πηλίκιά των. Ἦσαν Ἕλληνες ἀξιωματικοὶ καὶ στρατιῶται. Τὶ αἶσχος! Ὁ Ἕλλην στρατιώτης καὶ ἀξιωματικὸς νὰ γίνεται τακτικὸς θαμὼν τῶν ἁμαρτωλῶν κέντρων καὶ νὰ ἀτιμάζη τὴν στολήν του, στολὴν ἱππότου τοῦ Σταυροῦ, φρουροῦ τῆς τιμῆς καὶ ἀξιοπρεπείας τοῦ ἀσθενοῦς γυναικείου φύλλου! Τὸ ἁμαρτωλὸν κτίριον ἐντὸς ὀλἰγου κατεκρημνίσθη. Ὅταν ἔφθασεν ἡ ἀστυνομία ἦτο πλέον ἀργά.
Μετὰ τὴν κατακρήμνισιν τοῦ διαφθορείου ἐκείνου τὸ κακὸν περιωρίσθη αἰσθητῶς καὶ πρὸς στιγμὴν ἐνομίσθη ὅτι θὰ ἐξηλείφετο. Ἀλλὰ δυστυχῶς! Τὸ κακόν, ὅπως ἡ πορνεία, ἔχει βαθείας ῥίζας. Καὶ διὰ τοῦτο μετὰ πάροδον χρόνου τινὸς ἀνεβλάστησε καὶ ἐνεφανίσθη ἀπειλητικώτερον. Νέος νόμος περὶ πορνείας ἐψηφίσθη ἐν τῆ πολιτισμένη χώρα μας, ἵνα μὴ φαίνηται αὕτη καθυστερημένη ἐν σχέσει πρὸς ἄλλας χώρας! Ἐκ πρώτης ὄψεως ἐφαίνετο ὅτι ὁ νόμος περιώριζε τὸ κακόν. Διότι δὲν ἐπέτρεπεν ἵνα ἐν τῶ αὐτῶ οἰκήματι παραμένουν πολλαὶ διεφθαρμέναι γυναῖκες, αἱ ὁποῖαι νὰ συζοῦν καὶ νὰ διευθύνωνται ὑπὸ ἀρχαιοτέρας τινὸς ἐκφαυλιστρίας γραίας, θέσιν… μητρὸς ἐπεχούσης. Οὕτως ὁ νόμος ἔκλειε καὶ ἐσφράγιζε τοὺς οἴκους ἀνοχῆς. Εὐχάριστον τοῦτο. Ἀλλʼ ἀμέσως διʼ ἄλλης διατάξεως ὁ νέος νόμος συνετέλεσεν ὥστε νὰ ἐξαπλωθῆ τὸ κακὸν ἀφαντάστως. Διότι εἰς ἑκάστην πόρνην, ἀπόφοιτον τῶν διαλυομένων οἴκων ἀνοχῆς, ἐπετράπη νὰ ἐφοδιασθῆ μὲ εἰδικὸν βιβλιάριον, νὰ ἐγκατασταθῆ εἰς δωμάτιον καὶ πληρώνουσα φόρον ἐπιτηδεύματος εἰς τὴν ἐφορίαν νὰ ἐξασκῆ, ὑπὸ τὴν προστασίαν της Ἀστυνομίας, τὸ ἐπάγγελμά της ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι ἐπαγγελματίαι. Ἀντελήφθητε τὶ ἔκαμον οἱ σοφοὶ νομοθέται μας; Κατήργησαν τοὺς οἴκους ἀνοχῆς, τὰ πολυτάξια ταῦτα σχολεῖα τῆς πανδήμου Ἀφροδίτης, καὶ ἤνοιξαν ἄλλα μικρότερα, μονοτάξια σχολεῖα λειτουργοῦντα μὲ μίαν καὶ μόνον σεσημασμένην πόρνην, ἱκανὴν νὰ διδάξη καὶ νὰ διαφθείρη ἑκατοντάδας νέων.
Μετὰ τὴν δημοσίευσιν τοῦ νόμου τούτου ἡ πορνεία ἐν τῆ πόλει ἀνεζωογονήθη καὶ νέα κέντρα ἀκολασίας ἐδημιουργήθησαν, τὰ ὁποῖα ἐφαίνοντο μὲν ὅτι λειτουργοῦν μὲ μίαν, ἀλλὰ εἰς τὴν πραγματικότητα καὶ ἄλλοι ἔκτακτοι προσελαμβάνοντο ἀναλόγω τῶν ἀναγκῶν τῆς πελατείας. Δύο ἐξ αὐτῶν τῶν ἁμαρτωλῶν κέντρων ἠνοίχθησαν πλησίον σχολείου καὶ ναῶν καὶ ἐντὸς πυκνοκατωκημένης περιοχῆς. Ὁποία δὲ κατάστασις πέριξ τῶν κέντρων τούτων ἐδημιουργήθη εἰς βάρος τῆς ἠθικῆς τῶν περιοίκων ἀφήνομεν νὰ ἐκφράση ἔγκριτος κάτοικος τῆς πόλεως, ὅστις διʼ ἐπιστολῆς του πρὸς καθημερινὴν ἐφημερίδα τῆς Θεσσαλονίκης διαμαρτυρόμενος ἔγραφε τὰ ἐξῆς˙ «Σὲ ἀγροτικὸ συνοικισμὸ τῆς Κατερίνης ἐφύτρωσε ἕνα κακόφημο σπίτι, ἐντὸς τοῦ ὁποίου ἀπὸ τὰς 7 τὸ βράδυ ἕως τὰς 3 τὸ πρωὶ γίνεται τῆς κακομοίρας. Τὸ ῥαδιόφωνον εἰς ὑπερέντασιν, τὰ μπουζούκια, οἱ ἀγριοφωνάρες τῶν νταήδων, τὸ βρισίδι καὶ τὰ αἰσχρόλογα κάνουν τὶς γρηὲς τοῦ συνοικισμοῦ νὰ σταυροκοπιοῦνται, τὶς νοικοκυρὲς νὰ διπλοκλειδώνουν τὸ σπίτι, γιὰ νὰ μὴ ξεπορτίζουν τὰ παιδιά τους καὶ συμμετάσχουν στὸ τσιμποῦσι. Καὶ οἱ κατατσακισμένοι ἀπʼ τὶς καὶ ἐργατικές τους δουλειὲς νοικοκυραῖοι νὰ μὴ μποροῦν νὰ κλείσουν μάτι ὅλη νύκτα, διότι ἐκτὸς τῆς ὀχλαγωγίας τῶν θαμῶνων τοῦ σπιτιοῦ παίρνουν μέρος καὶ τὰ ἕρημα τὰ σκυλιὰ τῆς γειτονιᾶς σὰν νὰ ἔχουν καταβῆ σαράντα λύκοι ἀπὸ τὸν Ὄλυμπον!!! Εἴπαμε νὰ ἐξελιχθῆ ἡ Ἑλλὰς καὶ νὰ μὴ εἶνε ὑποανάπτυκτος. Ὄχι ὅμως καὶ κατʼ αὐτὸν τὸν τρόπον».
Ματαίωσις δίκης
Δυστυχῶς αἱ φωναὶ καὶ διαμαρτυρίαι οἰκογενειαρχῶν τῆς πόλεως, οἱ ὁποῖοι μὲ ἀνησυχίαν ἔβλεπον τὴν ἐπέκτασιν τῆς διαφθορᾶς, δὲν ἐλαμβάνοντο σοβαρῶς ὑπʼ ὄψιν ὑπὸ τῶν ἁρμοδιῶν, τινὲς τῶν ὁποίων μὲ μειδίαμα εἰρωνείας ἤκουον τὰς διαμαρτυρίας, ὡς νὰ ἔλεγον˙ «Τώρα, εἰς τὸν εἰκοστὸν αἰῶνα τῆς ἐξελίξεως καὶ τῶν ἐλευθεριῶν (τρέμε Ὄλυμπε!) τὶ σεῖς παρουσιάζεσθε καὶ ζητεῖτε πράγματα, τὰ ὁποῖα μόνον εἰς τὴν ἐποχὴν τοῦ Μεσαίωνος ἠδύναντο νὰ ἔχουν θέσιν;». Ἐκ τῆς ἀδιαφορίας των ἐν τέλει ἀπογοητευθέντες οἱ διαμαρτυρόμενοι ἀπεφάσισαν κατʼ ἄλλον τρόπον νʼ ἀντιδράσουν. Καὶ ἀντέδρασαν, ὡς ἥρμοζεν εἰς Ἕλληνας καὶ Ἑλληνίδας μὲ ἱερὰς παραδόσεις αἰώνων, τὰς ὁποίας ὁ πανδαμάτωρ χρόνος δὲν ἠδυνήθη νὰ ἐξαλείψη ἀπὸ τὰς καρδίας των. Ἑκατοντάδες εὐσεβῶν γυναικῶν, ἐκ τοῦ ἡρωικωτάτου Πόντου καταγομένων, συνεκεντρώθησαν, ἔκαμαν διαδήλωσιν, ἔφθασαν ἔξω ἀπὸ τὰ διαφθορεῖα καὶ διεμαρτυρήθησαν ἐντόνως. Ἐπενέβη τότε ἡ Ἀστυνομία. Ἤρχισαν ἀνακρίσεις, ἐσχηματίσθη φάκελλος διὰ φθορὰν πραγμάτων, διʼ ἀπειλάς, διατάραξιν τάξεως καὶ παραβίασιν οἰκογενειακοῦ ἀσύλου… Ὤ! τῆς ὑποκρισίας τοῦ αἰῶνός μας! Ἐδῶ ἁρμόζει τὸ Κυριακὸν λόγιον˙ «Οὐαὶ ὑμῖν, Γραμματεῖς καὶ Φαρισαίοι ὑποκριταί, οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες» (Ματθ. 23, 24). Τὸ ὅτι αἱ γυναῖκες διεμαρτυρήθησαν, ἔθραυσαν τυχὸν μερικοὺς ὑαλοπίνακες, διετάραξαν τὴν τάξιν καὶ ἀνησύχησαν τὰς ἐνοίκους καὶ τοὺς πελάτας τοῦ διαφθορείου, αὐτὰ ἐθεωρήθησαν ὡς σοβαρά, ἄξια δίκης καὶ καταδίκης. Τὸ ὅτι ὅμως τὸ διαφθορεῖον φθείρει σωματικῶς καὶ ψυχικῶς τοὺς νέους, διαταράσσει τὴν ἡσυχίαν τῶν περιοίκων, κλονίζει τὴν ἠθικὴν ὑπόστασιν τῶν οἰκογενειῶν, ἀποτελεῖ πρόκλησιν ἔμπροσθεν τοὺ ἱεροῦ Ναοῦ καὶ τρομερὸν σκάνδαλον τῶν παιδικῶν συνειδήσεων, αὐτὰ ὅλα οὐδόλως συγκινοῦν τοὺς ἁρμοδίους. Δυστυχῶς ὁ σημερινὸς ψευδὴς πολιτισμὸς προσέχει τὰ μικρὰ καὶ ἀσήμαντα, τὰ κουνουπάκια, καὶ καταπίνει τὰ μέγιστα, τὰς καμήλους, τὰ τεράστια, δηλαδή, σκάνδαλα, ποὺ διαλύουν τὰς κοινωνίας. Ἔτσι ἔπραττε κάποτε καὶ ἡ ἀστυνομία τῆς ἀρχαίας Πομπηίας, ἡ ὁποία ἐφύλαττε τοὺς οἴκους τῶν πορνῶν, ἵνα μη οἱ πελάται αὐτῶν ἐνοχλῶνται ὑπʼ οὐδενὸς ἐν καιρῶ τῶν αἰσχρῶν ἐρώτων καὶ ὀργίων των.
Αἱ γυναῖκες, αἱ ὁποῖαι ἐθεωρήθησαν ὡς πρωτοστατήσασαι εἰς τὴν ἔντονον διαμαρτυρίαν ἔξωθεν τοῦ διαφθορείου, παρεπέμφθησαν ἵνα δικασθοῦν εἰς τὸ Μονομελὲς τῆς Κατερίνης. Ἡ δίκη ἔγινεν εἰς τὰς 28-4-61. Κατʼ αὐτὴν οὐδεὶς μάρτυς ὑπερασπίσεως τῶν γυναικῶν ἐνεφανίσθη. Καὶ ὅμως θὰ ἔπρεπε νὰ ἐμφανισθοῦν πολλοί… Αἱ γυναῖκες κατεδικάσθησαν εἰς δύο μηνῶν φυλάκισιν ἑκάστη. Κατὰ τῆς ἀποφάσεως ταύτης ἔκαμον ἔφεσιν καὶ ἡ ὑπόθεσις παρεπέμφθη εἰς τὸ Τριμελὲς Πλημμελειοδικεῖον τῆς πόλεως, ὅπερ ὡς δικάσιμον ὤρισετὴν 15-11-61. Ὑπὸ τῶν γυναικῶν καὶ ἄλλων τιμίων ἀγωνιστῶν παρεκλήθην, ἵνα παραστῶ ὡς μάρτυς ὑπερασπίσεως. Ἐθεώρησα καθῆκόν μου, ἵνα παραστῶ εἰς τὸ δικαστήριον καὶ ὑπερασπίσω τὰς γυναῖκας, αἱ ὁποῖαι ἠγωνίζοντο ὑπὲρ ὑποθέσεως συγκινούσης τὴν ἀδιάφθορον συνείδησιν τοῦ Ἔθνους. Ἐζήτησα τὴν ἄδειαν παρὰ τοῦ Σεβ, Μητροπολίτου Κίτρους κ. Βαρνάβα, ἥν καὶ ἔλαβα προθύμως, καὶ οὕτως ἐγκαίρως εὑρέθην εἰς τὴν πόλιν τῆς Κατερίνης. Ἐπίσης ὡς μάρτυς ὑπερασπίσεως προσεκλήθη καὶ ὁ κ. Νικ. Πετρόπουλος, ἐκλεκτὸς Γυμνασιάρχης τοῦ Γυμνασίου Θηλέων Κατερίνης, ὅστις προθύμως προσῆλθεν εἰς τὸ Δικαστήριον.
Ἀλλʼ ἐνῶ ἡ πόλις μετὰ πολλοῦ ἐνδιαφέροντος παρηκολούθει τὴν ὅλην ὑπόθεσιν καὶ ἀνέμενε νὰ γίνη ἡ δίκη, ἵνα νέαι πτυχαὶ τῆς ἐν τῆ πόλει διαφθορᾶς ἀποκαλυφθοῦν, ὁπότε αἱ διαμαρτυρηθεῖσαι γυναῖκες ὄχι τιμωρίας ἀλλὰ δημοσίου ἐπαίνου ἄξιαι θʼ ἀπεδεικνύοντο, ἡ δίκη δυστυχῶς δὲν ἔγινε. Διατί; Διότι τὴν τελευταίαν στιγμὴν ἐν τῶ δικαστικῶ φακέλλω ἀνεκαλύφθη, ὅτι ἔλειπον αἱ νομικαὶ προϋποθέσεις τῆς εἰσαγωγῆς τῆς ὑποθέσεως εἰς δίκην! Ἔλειπεν ἡ κατʼ ἔγκλεισιν μήνυσις. Ἔλειπε μία ὑπογραφή, ἡ ὑπογραφὴ τῆς διευθύντριας τοῦ διαφθορείου. Ἔλειπεν ἀκόμη ἡ ἐμπρόθεσμος ὑποβολὴ τῆς νομίμου ἐγκλήσεως, καθʼ ὅσον ἀπὸ τῆς ἡμέρας τῶν ἐπεισοδίων (16-10-60) μέχρι τῆς ἡμέρας τῆς ἐκδικάσεως τῆς ὑποθέσεως ἐνώπιον τοῦ Μονομελοῦς (28-4-61) εἴχε παρέλθει ἡ τρίμηνος προθεσμία τῆς νομίμου ἐγκλήσεως. Διό, μὴ ὑπάρχοντος νομικοῦ ἐρείσματος, ἡ κατηγορία κατέρρευσε καὶ αἱ γυναῖκες τὴν φορὰν αὐτὴν ἄνευ δίκης ἐκηρύχθησαν ἀθῶαι. Τὸ πυκνὸν ὅμως ἀκροατήριον ποὺ δὲν ἐπερίμενε μίαν τοιαύτην ἐξέλιξιν τῆς ὑποθέσεως ἐξεπλάγη καὶ ἐφώναξε πρὸς τοὺς συνηγόρους καὶ δικαστάς˙ «Νὰ γίνη δίκη». Τὸ δὲ ἄξιον πολλῶν ἐπαίνων εἶνε ὅτι καὶ αὐταὶ ἀκόμη αἱ γυναῖκες, ἐγερθεῖσαι ἐκ τοῦ ἐδωλίου, ἐφώναζον˙ «Νὰ γίνη ἡ δίκη καὶ ἄς κρεμασθοῦμε. Ἀρκεῖ νὰ φανερωθοῦν τὰ αἴσχη τῆς πορνείας καὶ νὰ σώσωμεν τοὺς ἄνδρας μας καὶ τὰ παιδιά μας». Τις ἤκουσε τὴν φωνὴν τῶν γυναικῶν αὐτῶν καὶ δὲν συνεκινήθη; Ἀνεδείχθησαν αἱ γυναῖκες αὐταὶ ἄξια τέκνα τοῦ Πόντου, εἰς τὸν ὁποῖον, ὡς λέγει ἡ ἔνδοξός του ἱστορία, ἐπὶ ἐπτακόσια ἔτη κατὰ τὴν ἀρχαίαν ἐποχὴν δὲν ἠκούσθη κροῦσμα πορνείας ἤ μοιχείας. Διὰ τοῦ στόματος τῶν ἀπλοϊκῶν αὐτῶν γυναικῶν ἠκούετο ἡ ἀθάνατος φωνὴ τοῦ Πόντου. Ὦ Πόντε! Ξύπνα διὰ νὰ ἴδης τὰ παιδιά σου. Οἱ υἱοὶ καὶ θυγατέρες σου δὲν λησμονοῦν τὴν γενεάν των, τὰ ἤθη καὶ ἔθιμά των, τὴν ἔνδοξον κληρονομίαν των.
Οὕτω κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην παρουσιάσθη πρωτοφανὴς διάστασις μεταξὺ κατηγορουμένων καὶ δικαστηρίου. Τὸ μὲν δικαστήριον ἔλεγε˙ Δὲν δύναται νὰ γίνη ἡ δίκη, οἱ δὲ κατηγορούμενοι καὶ ὁ λαὸς μαζὺ ἐφώναζον˙ Θέλομεν νὰ γίνη ἡ δἰκη! Τιμῶ τὴν δικαιοσύνην τῆς Πατρίδος μου καὶ τοὺς Ἕλληνας δικαστὰς καὶ ἔχω ἐμπιστοσύνην εἰς τὴν δικαίαν κρίσιν των. Ἀλλά, ὡς μὴ σπουδάσας νομικὴν ἐπιστήμην, ἀμαθὴς καγὼ Ἕλλην τολμῶ νὰ ὑποβάλω μίαν ἐρώτησιν πρὸς τοὺς ἁρμοδίους καὶ περιμένω ἀπάντησιν: Πῶς κατὰ τὴν πρώτην δίκην οὐδεὶς ὀφθαλμὸς τῆς Θέμιδος εἶδεν ὅ,τι οἱ πάντες εἶδον κατὰ τὴν δευτέραν δίκην; Τυφλὴ λοιπὸν ἦτο ἡ Θέμις εἰς τὰς 28-4-61 καὶ εἰς τὰς 15-11-61 ἤνοιξε τοὺς ὀφθαλμούς της διὰ νὰ ἴδη, ὅτι ἡ ὑπόθεσις δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ εἰσαχθῆ εἰς δίκην; Διατὶ αἱ γυναῖκες ἐξ ἀρχῆς δὲν ἐκηρύχθησαν ἀθῶαι, ἀλλʼ ἐκδικάσθησαν μὲ δἰμηνον φυλάκισιν καὶ ἐπὶ μῆνας αὐταὶ καὶ αἱ οἰκογένειαί των ἔζων ἐν ἀγωνία μὲ τὴν σπάθην τῆς τιμωρίας κρεμαμένην ὑπὲρ τὰς κεφαλάς των; Διατί; Λάθος; Ἄλλα λάθη καὶ ἀβλεψίαι ἐκθέτουν τὴν δικαιοσύνην εἰς τὰ ὄμματα τοῦ λαοῦ μας, ὡς μὴ διὰ τῶν ὀργάνων της, δικαστῶν καὶ συνηγόρων, μελετῶσαν μετʼ ἐπιστασίας πολλῆς ὅλα τὰ στοιχεῖα, τὰ ἀπαρτίζοντα τοὺς δικαστικοὺς φακέλλους. Ὦ Δικαιοσύνη! Λεπτὸν τὸ εργον σου. Ὑψηλὴ ἡ ἀποστολή σου. Μεγάλη ἡ εὐθύνη σου. Μὴ κοιμᾶσαι. Ἀγρύπνει, ἵνα μὴ καὶ τὸ ἐλάχιστον σοῦ διαφεύγη, ἵνα μὴ ἀβλεψίαι καὶ πλάναι συντελοῦν, ὥστε νὰ στέλλωνται εἰς τὰς φυλακὰς οἱ ἀθῶοι καὶ οἱ ἐγκληματίαι νʼ ἀθωώνωνται.
Ἐν πάση περιπτώσει αἱ ὑπὸ κατηγορίαν γυναῖκες ἠθωώθησαν. Ἦτο καὶ τοῦτο μία νίκη, νίκη ὅμως ἡ ὁποία ἐκερδήθη ἄνευ πολέμου, τοῦ ἐχθροῦ ἐξαφανισθέντος ἐκ τῆς αἰθούσης τοῦ δικαστηρίου καὶ μὴ τολμῶντος νʼ ἀντικρύση τὸ φῶς τῆς ἀληθείας. Ἡ «διευθύντρια» τὴν ἡμέραν ἐκείνην ἠσθένει… Ὁ εὐσεβὴς λαὸς ἐν τῶ ναϋδρίω τοῦ Ἱεροῦ Φωτίου ηὐχαρίστησε τὸν Θεόν, ἔψαλε παράκλησιν καὶ ἐδεήθη ὑπὲρ τῆς ὁλοσχεροῦς ἐξαλείψεως τῆς κοινωνικῆς αὐτῆς πληγῆς. Τῆ παρακλήσει δὲ τοῦ λαοῦ καὶ τῆ ἀδεία τοῦ Μητροπολίτου, τηλεφωνικῶς διαβιβασθείση ἐξ Ἀθηνῶν, ὡμιλήσαμεν δὶς ἐν τῆ πόλει. Τὴν πρωΐαν τῆς Κυριακῆς κατὰ τὴν Λειτουργίαν εἰς τὸν Ἱ.Ν. Ἁγίας Τριάδος, τὸ δὲ ἀπόγευμα τῆς ἰδίας ἡμέρας ἐν τῶ Μητροπολιτικῶ Ναῶ τῆς Ἀναλήψεως.
Ἀπείρω ἐλέει Θεοῦ κηρύττω ἐπὶ 25 ετίαν. Ὡς ἱεροκῆρυξ πολλὰς συγκινήσεις ἔχω δοκιμάσει καὶ πλήθη λαοῦ εἶδον νὰ συρρέουν εἰς τὰ κηρύγματα, ἀλλὰ τὸ πλῆθος ποὺ συνέρρευσεν εἰς τὸν Μητροπολιτικὸν Ναὸν τῆς Κατερίνης τὸ ἀπόγευμα ἐκεῖνο διὰ νʼ ἀκούση τὸν ἱεροκήρυκα ἦτο τι τὸ πρωτοφανές. Λαός, ὄχι μόνον ἐκ τῆς πόλεως Κατερίνης, ἀλλὰ καὶ ἐκ τῶν πέριξ χωρίων καὶ ἄλλων πόλεων τῆς Μακεδονίας εἴχε προσέλθει. Δυστυχῶς δὲν δυνάμεθα ἐδῶ εἰς τὸν στενὸν χῶρον τῆς «Σπίθας» οὔτε περίληψιν τῆς ὁμιλίας νὰ δημοσιεύσωμεν. Ὁ ἀξιότιμος διευθυντὴς τῆς ἐν Κατερίνη ἐκδιδομένης ἐφημερίδος «Νέα Ἐποχή», παρευρεθεὶς κατὰ τὸ κήρυγμα ἐκράτει σημειώσεις καὶ ἐν τῶ φύλλω τῆς 1-12-61 ἐδημοσίευσε τὴν ὁμιλίαν κατὰ τὰ κυριώτερα αὐτῆς σημεῖα, ἐν δὲ κυρίω ἄρθρω ὁ ἴδιος ὁ διευθυντὴς σχολιάζων τὸ γεγονὸς γράφει, ὅτι ἡ πρωτοφανὴς διὰ τὴν πόλιν τῆς Κατερίνης συγκέντρωσις «ἀπέδειξεν ὅτι ὁ λαός μας εἰς τὸ βάθος τῆς ψυχῆς καὶ τῆς συνειδήσεώς του διατηρεῖ ἀνεξάντλητα ἀποθέματα δυνάμεως ὑγείας καὶ ἀναγεννήσεως».
Νὰ γίνη δημοψήφισμα
Ἐκ τῆς ὁμιλίας μου ἐκείνης ἕν σημεῖον ἐπιθυμῶ καὶ ἐδῶ νὰ τονίσω. Μερικοὶ λέγουν, ὅτι ἡ διὰ τῆς ἀστυνομίας διάλυσις τῶν κέντρων άκολασίας ἀντίκειται εἰς τὸ φιλελεύθερον Πολίτευμα τῆς χώρας μας. Εἰς τοῦτο ἀπαντῶντες ἠρωτήσαμεν: Πόσοι εἶνε ἐκεῖνοι ποὺ θέλουν νὰ λειτουργῆ ἐν τῆ πόλει των πορνεῖον; Ἄς λυθῆ τὸ φλέγον θέμα κατὰ τὸν πλέον δημοκρατικώτερον τρόπον. Ἄς γίνη δημοψήφισμα ἐν Κατερίνη. Ἄς κληθοῦν ἄνδρες καὶ γυναῖκες διὰ νὰ ἐκφράσουν ἐλευθέρως τὴν γνώμην των. Εἴμεθα βέβαιοι, ὅτι ὁ εὐγενὴς λαὸς τῆς Μακεδονικῆς ταύτης πόλεως, μὲ συντριπτικὴν πλειοψηφίαν θʼ ἀποφανθῆ ὅτι δὲν θέλει νὰ λειτουργοῦν διαφθορεῖα ἐν τῆ πόλει του. Ἐκ τῶν 13 χιλιάδων ψηφοφόρων οὔτε 100 θὰ εἶνε ἐκεῖνοι, ποὺ θὰ ψηφίσουν ὑπὲρ τοῦ πορνείου. Καὶ ὄχι μόνον ἡ πόλις τῆς Κατερίνης, ἀλλὰ καὶ ὅλαι αἱ ἄλλαι πόλεις τῆς Ἑλλάδος, καλούμεναι εἰς δημοψήφισμα θὰ ἐψήφιζον κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον. Καὶ οὕτω οὐδαμοῦ τῆς ἑλληνικῆς γῆς θὰ ἠδύνατο νὰ σταθῆ οἶκος διαφθορᾶς.
Ἐνῶ τώρα; Ἀρκεῖ ἡ ὑπογραφὴ 2-3 προσώπων, θλιβερῶν ἐκτελεστῶν διατάξεων ἀντιχριστιανικοῦ νόμου, νʼ ἀνοίξη κέντρα ἀκολασίας, νὰ ἐπιβάλη καθεστὼς ἀνομίας, καθεστὼς αἰσχρότητος, ὅπερ ἀποδοκιμάζει κατὰ 90% ὁ λαός. Ποῦ, ἐρωτῶμεν, ποῦ ἡ ἀληθὴς ἔννοια τῆς δημοκρατίας; Διὰ τοῦτο, ὅπως καὶ ἄλλοτε ἐγράψαμεν, εἶνε ἐπείγουσα ἀνάγκη, ἵνα τὸ Σύνταγμα τῶν Ἑλλήνων τροποποιηθῆ καὶ ἐπὶ θεμάτων τεραστίας κοινωνικῆς σημασίας νὰ καλῆται καὶ νὰ ἀποφαίνεται ὁ λαὸς διὰ δημοψηφίσματος, ὡς τοῦτο συμβαίνει ἐν τῆ ἀληθῶς δημοκρατουμένη χώρα τῆς Ἑλβετίας.
Ἀλλὰ τὸ θέμα, ὅπερ ἤνοιξεν ὁ ἀγὼν τῶν ἐν Κατερίνη γυναικῶν δὲν ἔληξε. Ὁ ἀγὼν θὰ συνεχισθῆ, ὡς εἴπομεν καὶ ἐν τῶ κηρύγματί μας.
Τελευτῶντες ποιούμεθα ἔκκλησιν πρὸς τὸν Γεν. Ἐπιθεωρητὴν Χωροφυλακῆς Βορ. Ἑλλάδος στρατηγὸν κ. Μήτσου, διακρινόμενον διὰ τὰ πατριωτικὰ καὶ αὐστηρά του ἤθη, ὡς καὶ τὸν ἀξιότιμον Ὑπουργὸν Βορ. Ἑλλάδος κ. Μανέντην, ἵνα πατρικῶς καὶ ἐγκαίρως ἀκούσουν τὴν φωνὴν τοῦ λαοῦ καὶ κλείσουν τὰ διαφθορεῖα, ἵνα μὴ ἡ ὑπόθεσις αὕτη λάβη ἄλλην τροπήν, ἀναγκαζομένου τοῦ λαοῦ νὰ ἐφαρμόση τὸ τελευταῖον ἄρθρον τοῦ Συντάγματος. Δὲν ἀπειλοῦμεν, ἀλλὰ προειδοποιοῦμεν. Ἡ Ἑλλάς, ἡ προσφιλής μας πατρὶς δὲν πρέπει νὰ καταντήση εἰς ἀπέραντον πορνοστάσιον. Ἡ Ἑλλάς, θεωρία καὶ πράξει, πρέπει νὰ μείνη Ὀρθόδοξος χώρα. Διʼ αὐτὸ τὸ ἰδανικὸν ἀξίζει πᾶσα θυσία.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.