Ο ΑΜΠΕΛΩΝΑΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ (Ματθ. 21,33)
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΔ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. Φύλλου 2037
Κυριακὴ ΙΓ΄ Ματθαίου (Ματθ. 21,33-42)
3 Σεπτεμβρίου 2017
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Ο Αμπελωνας του Κυριου
(Ματθ. 21,33)
Ὡραία παραβολή, ἀγαπητοί μου, εἶπε ὁ Κύριος, τὴν παραβολὴ τοῦ οἰκοδεσπότου τοῦ ἀμπελῶνος· «Ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησεν»· κάποιος ἄνθρωπος ἦταν νοικοκύρης, ὁ ὁποῖος φύτεψε ἀμπέλι κ᾽ ἔβαλε γύρω του φράχτη καὶ ἔσκαψε μέσα σ᾽ αὐτὸ πατητήρι καὶ ἔχτισε πύργο, κι ἀφοῦ ἀνέθεσε τὴν καλλιέργειά του σὲ γεωργοὺς ἔφυγε σ᾽ ἄλλο μέρος (Ματθ. 21,33). Ἡ παραβολὴ αὐτὴ δὲν ἀκούγεται συχνά· εὐκαιρία λοιπὸν τώρα νὰ τὴν προσέξουμε.
Ποιός εἶνε ὁ «ἀμπελών», καὶ ποιός εἶνε ὁ «οἰκοδεσπότης» τοῦ ἀμπελῶνος; νά τί θὰ ἐξετάσουμε σήμερα μὲ συντομία.
* * *
«Ἀμπελὼν» στὴν ἀρχή, κατὰ τὴν περίοδο τῆς παλαιᾶς διαθήκης, ἦταν ἡ Ἰουδαϊκὴ Συναγωγή, καὶ κατόπιν, τὴν περίοδο τῆς καινῆς διαθήκης, εἶνε ἡ Χριστιανικὴ Ἐκκλησία. Καὶ ὁ «οἰκοδεσπότης», ὁ ἰδιοκτήτης καὶ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, εἶνε ὁ Θεός, ὁ δημιουργὸς ὅλου τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου.
Αὐτὸς ἀνάμεσα ἀπ᾽ ὅλα τὰ ἔθνη διάλεξε τὸν Ἰσραήλ, τὸ Ἰουδαϊκὸ ἔθνος· κι ὅπως ἕνας ἄνθρωπος κτηματίας ἀπὸ διάφορα χέρσα ἀγροτεμάχια διαλέγει ἕνα ὡρισμένο κομμάτι γῆς, τὸ ἀσφαλίζει, τὸ καθαρίζει, ἀρχίζει νὰ τὸ καλλιεργῇ, φυτεύει μέσα σ᾽ αὐτὸ κλήματα καὶ σὲ λίγο καιρὸ τὸ βλέπεις καὶ μεταβάλλεται σ᾽ ἕνα ὡραῖο ἀμπέλι, κάπως ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς ἀνάμεσα ἀπὸ τὰ διάφορα ἔθνη διάλεξε τὸ Ἰουδαϊκὸ ἔθνος καὶ ἔδειξε γι᾿ αὐτὸ μεγάλη φροντίδα ὥστε, μέσα στὸν χέρσο ἀγρὸ τῆς ἀνθρωπότητος, νὰ τὸ ἀναδείξῃ ἕνα πνευματικὸ καὶ θεῖο ἀμπελῶνα ποὺ θ᾽ ἀποδώσῃ πολὺ καρπό.
Καὶ τί δὲν ἔκανε γι᾽ αὐτὸ τὸ λαὸ ὁ Θεός! Μὰ τ᾽ ἀποτελέσματα δὲν ἦταν αὐτὰ ποὺ περίμενε. Ὁ προφήτης Ἠσαΐας θαυμάζοντας τὴν τόση φροντίδα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν καταρτισμὸ αὐτοῦ τοῦ ἀμπελῶνος τοῦ Κυρίου, τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ, παρουσιάζει τὸ Θεὸ νὰ ρωτάῃ μὲ παράπονο τὸ λαό του· «Τί ποιήσω ἔτι τῷ ἀμπελῶνί μου καὶ οὐκ ἐποίησα αὐτῷ;» (Ἠσ. 5,4). Ὦ Ἰουδαῖοι, σᾶς ἐρωτῶ· τί ἀπομένει ἀκόμη, τί εἶνε ἐκεῖνο ποὺ ἔπρεπε νὰ κάνω γι᾽ αὐτὸ τὸ ἀμπέλι μου, γιὰ σᾶς δηλαδή, καὶ δὲν τὸ ἔκανα; ἀπαντῆστε μου. Καὶ ὁ πιὸ αὐστηρὸς κριτὴς τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ, μελετώντας τὴν ἱστορία τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ ἀπὸ τὴν ἀρχαία ἐποχὴ μέχρι τὴν σταύρωσι τοῦ Χριστοῦ, δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ κρύψῃ τὸ θαυμασμό του γιὰ τὴν ἐξαιρετικὴ ἐπιμέλεια, ποὺ ἀξιώθηκε νὰ ἔχῃ ἐκ μέρους τῆς Θείας Προνοίας ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς, ἀπὸ τὴν καθημερινή του ἐπιβίωσι μέχρι τὴν ἠθικὴ καὶ θρησκευτική του καθοδήγησι.
Τὰ δείγματα τῆς ἐξαιρετικῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς Ἰουδαίους εἶνε πολλά· εἶνε ὁ «φραγμός» (ὁ προστατευτικὸς φράχτης ποὺ περιβάλλει τὸ ἀμπέλι), ἡ «ληνός» (τὸ πατητήρι γιὰ τὰ σταφύλια), ὁ «πύργος» (τὸ κτήριο ποὺ μένουν οἱ ἐργάτες καὶ φύλακες). «Φραγμὸς» εἶνε ὁ Μωσαϊκὸς Νόμος, ὁ ὁποῖος μὲ τὶς ἐντολὲς καὶ διατάξεις του ξεχώριζε τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τοὺς ἄλλους λαοὺς ποὺ ζοῦσαν μὲ τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα τῆς σκοτεινῆς εἰδωλολατρίας. «Ληνὸς» ἦταν τὸ θυσιαστήριο, ποὺ κατὰ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ εἶχαν κατασκευάσει οἱ Ἰουδαῖοι, γιὰ νὰ ἔχουν μπροστά τους διαρκῆ τὴν ὑπόμνησι πὼς εἶνε ἁμαρτωλοὶ κ᾽ ἔχουν ἀνάγκη ἐξιλασμοῦ καὶ συγχωρήσεως. «Πύργος» ἦταν ὁ Ναὸς τοῦ Σολομῶντος, στὸν ὁποῖο συγκεντρώνονταν ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς γῆς οἱ Ἰουδαῖοι γιὰ τὴ λατρεία τους κ᾽ ἐκεῖ ἔνιωθαν τὴ δύναμι τῆς φυλῆς τους ἰσχυρή, ἱκανὴ νὰ νικήσῃ τοὺς ἐχθρούς τους, ἀφοῦ στηριζόταν στὴν πανίσχυρη δύναμι τοῦ Θεοῦ.
Ἀπέναντι τώρα σ᾽ αὐτὲς τὶς θεῖες εὐλογίες τί ὤφειλαν νὰ κάνουν οἱ Ἰουδαῖοι; Θὰ ἔπρεπε, βλέποντας τὴν τόση ἀγάπη τοῦ Κυρίου, νὰ δείξουν κι αὐτοὶ ἀγάπη γιὰ τὸ ἀμπέλι τους, νὰ φρουροῦν κι αὐτοὶ τὸν ἀμπελῶνα, νὰ συνασπίζωνται καὶ νὰ διώχνουν τοὺς «μονιούς», δηλαδὴ τοὺς ἀγριόχοιρους ποὺ λέει ὁ ψαλμῳδός (Ψαλμ. 79,14), ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ σὰν ἄγρια θηρία θὰ ἐπιχειροῦσαν νὰ κάνουν ζημιὰ στὸ ἀμπέλι τοῦ Κυρίου· νὰ δέχωνται ἐπίσης καὶ νὰ περιποιοῦνται τοὺς καλοὺς ἐργάτες τοῦ ἀμπελῶνος, τοὺς προφῆτες δηλαδὴ καὶ ὅσους κατὰ διαστήματα ἔστελνε ὁ Θεὸς γιὰ τὴν καλλιέργεια καὶ τὸν καταρτισμὸ τῶν ψυχῶν τους· καὶ τέλος νὰ φιλοτιμοῦνται καὶ αὐτοί, σὰν κλήματα μέσα σ᾽ αὐτὸ τὸ ἀμπέλι, ν᾽ ἀποδώσουν καρπό. Κάθε Ἰουδαῖος ἦταν καὶ ἕνα κλῆμα στὸν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου, ἀπ᾽ τὸ ὁποῖο ὁ Θεῖος Ἀμπελουργὸς περίμενε καρποὺς πνευματικούς, ἔμπρακτη δηλαδὴ ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν. Μὲ τέτοιους καρποὺς καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι θὰ εὐφραίνονταν καὶ τὸ Θεὸ καὶ οἰκοδεσπότη τοῦ ἀμπελῶνος θὰ εὐχαριστοῦσαν, ποὺ θὰ ἔβλεπε ὅτι οἱ φροντίδες καὶ τὰ δῶρα του δὲν πῆγαν χαμένα.
Καὶ τί ἔκαναν λοιπὸν οἱ Ἰουδαῖοι ἀντὶ ὅλων αὐτῶν; Μικροὶ καὶ μεγάλοι δὲν ἔδειξαν νὰ ἐκτιμοῦν τὶς δωρεὲς καὶ εὐλογίες τοῦ Θεοῦ. Ἄφησαν ἀφρούρητο τὸ ἀμπέλι. Καὶ ἀντὶ νὰ δεχθοῦν τοὺς ἀπεσταλμένους τοῦ Κυρίου ἄφησαν καὶ μπῆκαν μέσα σ᾽ αὐτὸ πολλοὶ ψευδοπροφῆτες, ψευδοδιδάσκαλοι, ψευδοαρχιερεῖς, οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι σὰν «μονιοὶ» – ἀγριόχοιροι κατέστρεψαν τὶς πνευματικὲς φυτεῖες τοῦ Θεοῦ. Ὅπως εἴπαμε, ἀντὶ νὰ δεχθοῦν τοὺς πραγματικοὺς καὶ γνησίους ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ, τοὺς ἔδιωξαν· ἄλλους τοὺς «ἔδειραν», ἄλλους τοὺς βασάνισαν μὲ μύριους τρόπους, ἄλλους τοὺς θανάτωσαν, καὶ ἄλλους τοὺς «ἐλιθοβόλησαν» (Ματθ. 21,35). Καὶ ὁ ἀμπελώνας ἄρχισε νὰ φυτρώνῃ ἀγκάθια καὶ τριβόλια. Καρπὸς πουθενά! Τὰ κλήματα ξερά. Οἱ γεωργοὶ ὀκνηροὶ καὶ ἀδιάφοροι. Τέλος, ὡς τὸ ἀποκορύφωμα τῆς κακίας τῆς Ἰουδαϊκῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία εἶχε ἐκφυλισθῆ σὲ ἄκαρπο ἀμπέλι, ἦλθε ὁ φόνος τοῦ Υἱοῦ τοῦ οἰκοδεσπότου, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸν ὁποῖο οἱ Ἰουδαῖοι, ὅπως λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο, ἀφοῦ τὸν συνέλαβαν, τὸν «ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος καὶ ἀπέκτειναν» (ἔ.ἀ. 21,39).
Γιὰ τὸν ἄκαρπο, τὸν ἀχάριστο καὶ ἐγκληματικό τους βίο οἱ Ἰουδαῖοι ἀποδοκιμάζονται πλέον ἀπὸ τὸ Θεό, καὶ στὸ ἑξῆς ἀμπελὼν τοῦ Θεοῦ ἐκλεκτὸς γίνεται ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Σ᾽ αὐτὴν στρέφει τώρα τὴν πρόνοιά του, τὴν στοργικὴ καὶ μεγάλη καὶ παντουργό, ὁ Κύριος. Ἡ «δεξιά» του ἐφύτευσε τὴν Ἐκκλησία μέσα στὸν κόσμο, ὅπως λέει ὁ ψαλμῳδὸς κι ἀκοῦμε κάθε φορὰ ποὺ λειτουργεῖ ἀρχιερεύς· «Κύριε Κύριε, ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἴδε καὶ ἐπίσκεψαι τὴν ἄμπελον ταύτην καὶ κατάρτισαι αὐτήν, ἣν ἐφύτευσεν ἡ δεξιά σου» (Ψαλμ. 79,15-16). Αὐτὸς ἔδωσε σ᾽ αὐτὴν τὸν Εὐαγγελικὸ Νόμο ὡς ἰσχυρὸ καὶ ἀκατάλυτο «φραγμόν»· αὐτὸς ἵδρυσε τὸ ἀληθινὸ θυσιαστήριο, τὴν ἁγία τράπεζα, ὅπου προσφέρεται ἡ ὑπερτάτη θυσία, τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ποὺ εἶνε ἡ πνευματικὴ «ληνὸς» ἀπὸ τὴν ὁποία ποτίζονται καὶ τρέφονται οἱ πιστοί· αὐτὸς ἐπισκέπτεται τὸν ἀμπελῶνα του, τὴν Ἐκκλησία, κατὰ μυστηριώδεις τρόπους· αὐτὸς τὴν καλλιεργεῖ μὲ τὶς τελειότερες μεθόδους πνευματικῆς καλλιεργείας· αὐτὸς διορίζει στὸν ἀμπελῶνα του ἐργάτες, ἐπιστάτες καὶ γεωργούς· αὐτὸς ἐκδιώκει τοὺς «μονιούς» (εἴτε τοὺς ἐξωτερικοὺς διῶκτες εἴτε τοὺς ἐσωτερικοὺς αἱρεσιάρχες), ὅσους κατὰ καιροὺς ἐξαπολύει κατὰ τοῦ θείου ἀμπελῶνος σὲ θηριώδεις ἀγέλες ὁ μισόκαλος δαίμονας· αὐτός…
Ἀλλὰ ποιός ποτὲ θὰ μπορέσῃ νὰ μετρήσῃ καὶ νὰ περιγράψῃ τὰ ἄπειρα δείγματα τῆς ἀγάπης, μὲ τὴν ὁποία περιβάλλει τὴν Ἐκκλησία ὁ Κύριος! Ἡ ἁγία Τριὰς ἐργάζεται ἀκαταπαύστως καὶ φροντίζει γιὰ τὴν προκοπὴ καὶ τὴ δόξα τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ ἀμπελῶνος κατὰ τέτοιο τρόπο, ὥστε καὶ οἱ ἄγγελοι, ἀντικρύζοντας τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ἱστορική της πορεία καὶ τὴν ἀναγεννητική της ἐπίδρασι στὴν ἀνθρωπότητα διὰ μέσου τῶν αἰώνων, θαυμάζουν τὴν ἀγάπη, τὴ στοργή, τὴ σοφία τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
* * *
Στὸν ἀμπελῶνα αὐτόν, ἀγαπητοί μου, ἀνήκουμε κ᾽ ἐμεῖς. Εἴμαστε τὰ κλήματα, γιὰ τὴν καλλιέργεια τῶν ὁποίων τόση φροντίδα καὶ ἐπιμέλεια δείχνει ὁ ἐπουράνιος Πατέρας μας. Ἂς μὴ δείξουμε τὴν ἐλεεινὴ συμπεριφορὰ ποὺ ἔδειξαν οἱ Ἰουδαῖοι· μὴ περιφρονήσουμε τὴ δωρεά· μὴ μείνουμε ἀργοὶ καὶ ἀμελεῖς· μὴ φανοῦμε ἀχάριστοι. Ἀλλὰ εὐχαριστώντας ἀκατάπαυστα τὸν Κύριο, γιατὶ μὲ τὸ ἄπειρο ἔλεός του μᾶς συμπεριέλαβε κ᾽ ἐμᾶς στὸν ἀμπελῶνα του, ἂς φιλοτιμηθοῦμε νὰ παρουσιάσουμε καρποὺς πίστεως καὶ ἀρετῆς, τοὺς ὁποίους –ἀσφαλῶς– δικαίως θὰ ζητήσῃ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὁ οἰκοδεσπότης τοῦ ἀμπελῶνος, ὁ Θεός.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἄρθρο ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ τῆς ἱ. μητροπόλεως Αἰτωλίας & Ἀκαρνανίας «Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός» (Μεσολόγγι, φ. 217/11-8-1939, σ. 85-86).
Μεταγλώττισις στὴν ὁμιλουμένη σήμερα καὶ μικρὴ ἀνάπτυξις 12-8-2017.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.