ΘΑΡΡΑΛΕΑ ΟΜΟΛΟΓΙΑ (Οι αγιοι 40 Μαρτυρες)
Τῶν ἁγίων 40 Μαρτύρων
9 Μαρτίου
Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Θαρραλέα ὁμολογία
(Οἱ ἅγιοι 40 Μάρτυρες)
Γιὰ τοὺς ἁγίους 40 Μαρτύρες, ἀγαπητοί μου, ποὺ ἑορτάζουν, θὰ μιλήσουμε σήμερα. Θὰ προσπαθήσω νὰ προσφέρω λίγα ἄνθη στὴ μνήμη τους.
* * *
Ποιοί ἦταν αὐτοὶ οἱ ἅγιοι; Ἦταν στρατιωτικοί. Ἦταν στὸ ἄνθος τῆς ἡλικίας τους. Ἦταν ἐπίλεκτο σῶμα τοῦ ῥωμαϊκοῦ στρατεύματος. Εἶχαν ἀνάστημα, εἶχαν ἐμφάνισι, ἦταν ἐμπειροπόλεμοι. Εἶχαν καὶ ἀνδρεία. Εἶχαν ἀκόμη πειθαρχία, ἀπόλυτη ὑπακοὴ στοὺς ἀνωτέρους. Ἦταν ὑποδείγματα στρατιωτικά.
Μία φορὰ ὅμως οἱ 40 Μάρτυρες ἐπαναστάτησαν. Γιατί ἐπαναστάτησαν; Ἐπαναστάτησαν ἐναντίον τοῦ αὐτοκράτορος Λικινίου, ὁ ὁποῖος ἐδίωκε ἀπεινῶς τοὺς Χριστιανούς. Ἡ διαταγὴ ἔλεγε· Ὅποιος πιαστῇ νὰ μιλάῃ γιὰ τὸ Χριστό, θὰ συλλαμβάνεται καὶ θὰ ὑφίσταται τιμωρίες μεγάλες, μέχρι καὶ θάνατο.
Οἱ 40 Μάρτυρες δὲν φοβήθηκαν, δὲν ἔκλεισαν τὸ στόμα· ὅταν ἀγαπᾷς τὸ Χριστό, δὲν μπορεῖς νὰ κλείσῃς τὸ στόμα σου. Τοὺς συνέλαβαν ἀμέσως καὶ τοὺς ὡδήγησαν μπροστὰ στὸ διοικητὴ τῆς πόλεως, στὸν Ἀγρικόλαο. Κι αὐτὸς τοὺς λέει·
–Δὲν ἀκούσατε τὴ διαταγὴ ποὺ ἀπαγορεύει νὰ μιλᾶνε γιὰ τὸ Χριστό;
–Ἀκούσαμε τὴ διαταγὴ τοῦ αὐτοκράτορος. Ἀλλὰ κάποια ἄλλη διαταγή, ἀνώτερη, διαταγὴ τοῦ Χριστοῦ, μᾶς λέει νὰ ὁμολογοῦμε τὸ ὄνομά του τὸ ἅγιο παντοῦ.
Ὁ Ἀγρικόλαος διατάζει νὰ τοὺς ῥίξουν στὴ φυλακή, στρατιωτικὴ φυλακή, μέχρι τὸ πρωί.
Τὸ πρωὶ τοὺς βγάζουν. Τοὺς ῥωτοῦν ἂν ἄλλαξαν γνώμη. Ἡ ἀπάντησι ἦταν ἀρνητική.
–Κρίμα σ᾿ ἐσᾶς, τοὺς λέει ὁ διοικητής.
–Δὲν ἀλλάζουμε γνώμη. Εἶνε ἡ μόνη φορὰ ποὺ δὲν ὑπακούουμε σὲ διαταγή.
–Δὲν ὑπακούετε;
Νευρίασε ὁ διοικητής. Σκεπτόταν, πῶς νὰ τοὺς βασανίσῃ περισσότερο. Κάποια στιγμὴ βλέπει ἔξω. Ὅλα ἦταν παγωμένα. Τὸ βρῆκα, λέει· ἀπόψε, ποὺ τὸ κρύο εἶνε δυνατό, ῥίξτε τους γυμνοὺς στὴν παγωμένη λίμνη, καὶ θὰ δοῦμε μετὰ ἂν θὰ ὁμολογοῦν τὸ Χριστό.
Τοὺς ξεγύμνωσαν, ὅπως τοὺς γέννησε ἡ μάνα τους. Παιδιὰ 20 ἕως 27 ἐτῶν. Τοὺς ἔρριξαν πάνω στὴν παγωμένη λίμνη. Τὸ μαρτύριο λόγῳ ψύχους εἶνε φοβερό. Δὲν εἶμαι γιατρός, γιὰ νὰ σᾶς περιγράψω πῶς ἐπέρχεται ὁ θάνατος ἀπὸ τὸ ψῦχος. Ὅπως τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος ἐπάνω στὰ ψηλὰ βουνὰ ὑπέστησαν κρυοπαγήματα, ἔτσι καὶ οἱ 40 Μάρτυρες.
Δὲν φοβήθηκαν, δὲν δείλιασαν· χαρὰ εἶχαν. Ναί –ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι–, γλέντι εἶχαν. Καὶ ἔλεγαν ὁ ἕνας στὸν ἄλλο· Κουράγιο, ἀδέρφια! Μιὰ φορὰ περνᾶμε ἀπ᾽ τὴ ζωή. Μετὰ ἀπὸ λίγο ὅλα τελειώνουν καὶ θὰ βρισκώμαστε κοντὰ στὸ Θεό. Ἡ νύχτα αὐτὴ εἶνε ἱστορικὴ γιὰ μᾶς. Κουράγιο, ἀδέρφια! «Δριμὺς ὁ χειμών (=σκληρὸ τὸ κρύο), ἀλλὰ γλυκὺς ὁ παράδεισος». Ἔτσι ἔλεγαν καὶ ἔκαναν τὴν προσευχή τους· Χριστέ, δός μας δύναμι. Σαράντα μπήκαμε στὴ λίμνη, σαράντα νὰ βγοῦμε· οὔτε ἕνας νὰ μὴ γίνῃ προδότης!
Τότε ἐκεῖ στὴν παγωμένη λίμνη συνέβησαν τρία θαύματα, τὸ ἕνα μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ ἄλλο.
⃝ Τὸ πρῶτο. Ἕνας φύλακας, ποὺ τοὺς φρουροῦσε, ἀκούει ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ὁλόγλυκα τραγούδια. Ἔμεινε ἐκστατικὸς βλέποντας τὶς οὐράνιες δυνάμεις, ποὺ κρατοῦσαν στέφανα καὶ πλησίαζαν τοὺς μάρτυρες. Ἀλλὰ σ᾿ ἕνα μάρτυρα ὁ ἄγγελος δὲν ἔβαλε στεφάνι. Τί συνέβη; Αὐτὸς δείλιασε, κάμφθηκε. Ἀποφάσισε νὰ βγῇ ἀπὸ τὴν παγωμένη λίμνη καὶ νὰ πάῃ κοντὰ στὴ φωτιά, γιὰ νὰ ζεσταθῇ. Ὅταν ὁ δήμιος εἶδε τὸ στεφάνι νὰ αἰωρῆται καὶ ὁ μάρτυρας νὰ λιποτακτῇ, ἄφησε τοὺς ἄλλους συστρατιῶτες του στὸ φυλάκιο, ξεντύθηκε, κ᾽ ἔπεσε μέσα στὴ λίμνη τὴν παγωμένη λέγοντας· Κ᾿ ἐγὼ εἶμαι Χριστιανός!
⃝ Τὸ δεύτερο θαῦμα. Τὸ πρωὶ πλέον εἶχαν ξεψυχήσει ὅλοι. Κρυστάλλιασαν τὰ κορμάκια τους. Ἕνας μόνο ἀνέπνεε ἀκόμα. Κ᾿ ἐκείνη τὴν ὥρα μιὰ γυναίκα τρέχει κοντά του. Ἦταν ἡ μάνα του. Τὰ κάρρα εἶχαν ἔρθει καὶ τοὺς ἔβαζαν ἐπάνω σὰν σφαχτά, γιὰ νὰ τοὺς πᾶνε νὰ τοὺς κάψουν. Ἡ μάνα τὸν πῆρε στὴν ἀγκαλιά της καὶ εἶπε· Παιδί μου, μὴ χωρίσῃς ἀπὸ τοὺς συστρατιῶτες σου· μὴ λείψῃς κ᾿ ἐσὺ ἀπὸ τοὺς συντρόφους σου. Τὸν σήκωσε στὰ χέρια καὶ τὸν πῆγε – ποῦ; ἐπάνω στὸ κάρρο! Ὦ μάνα ποὺ εἶχες τέτοιον ἡρωισμό!
⃝ Τοὺς ἔκαψαν ὅλους. Καὶ γιὰ νὰ μὴ μείνουν ὑπολείμματα καὶ τὰ πάρουν οἱ Χριστιανοί, ἔρριξαν τὰ λείψανά τους στὸ ποτάμι. Τότε ἔγινε καὶ τρίτο θαῦμα. Οἱ Χριστιανοὶ εἶδαν φῶς. Ἄστραψε τὸ ποτάμι, σὰν νὰ ἔπεσαν διαμάντια καὶ σάπφειροι ἐπάνω στὰ νερά. Ἐπέπλεαν τὰ ἀποκαΐδια τῶν μαρτύρων! Οἱ Χριστιανοὶ μάζεψανε τὰ ἅγια λείψανα, ποὺ εἶνε τιμιώτερα χρυσίου καὶ ἀργυρίου.
Ἔτσι καὶ οἱ 40 Μάρτυρες μποροῦσαν νὰ ποῦν μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό· «Διήλθομεν διὰ πυρὸς καὶ ὕδατος, καὶ ἐξήγαγες ἡμᾶς εἰς ἀναψυχήν» (Ψαλμ. 65,12).
Δὲν σᾶς εἶπα, ποιά ἦταν ἡ πατρίδα τῶν 40 Μαρτύρων. Εἶνε ἡ Μικρὰ Ἀσία. Ἡ πατρίδα τους ὑπάρχει μέχρι σήμερα, ἀλλὰ δὲν ἔχει ἐπάνω στὶς ἐκκλησίες της σταυρό… Ὑπάρχει ἀκόμα ἡ λίμνη τῆς Σεβαστείας. Κάτοικοι τῆς Σεβαστείας ἦταν οἱ 40 Μάρτυρες.
* * *
Συγκρίνετε τώρα, ἀγαπητοί μου, τὴ ζωὴ τῶν 40 Μαρτύρων μὲ τὴ δική μας ζωή, ἰδίως στὴν ὁμολογία τῆς πίστεως. Τί θὰ πῇ ὁμολογία πίστεως; Σήμερα δὲν στοιχίζει τίποτα ὁ χριστιανισμός. Δὲν σημειώνουν τὸ ὄνομά σου οὔτε σὲ ἀπολύουν ἀπὸ τὴ θέσι σου γιατὶ ἐκκλησιάζεσαι. Εἶστε ἐλεύθεροι νὰ πᾶτε στὴν ἐκκλησία. Γιά φανταστῆτε νὰ βγῇ μιὰ διαταγὴ ποὺ νὰ λέῃ· Ὅποιος πάῃ στὴν ἐκκλησία θὰ συλλαμβάνεται… Ἀλλὰ ἔρχονται οἱ ἡμέρες αὐτές. Θὰ παύσῃ ὁ εὔκολος χριστιανισμός, καὶ θά ᾿ρθῇ ὁ χριστιανισμὸς τοῦ αἵματος. Διάλειμμα εἶνε αὐτό. Μὴ γλεντοκοπᾶτε, μὴ διασκεδάζετε. Νὰ προετοιμάζεστε.
Τοὺς 40 Μάρτυρες τοὺς ἔβαλαν στὴ γραμμὴ καὶ τοὺς ρωτοῦσαν· Τί εἶστε; Ἀπαντοῦσαν μὲ δύο λέξεις· «Εἶμαι Χριστιανός». Αὐτὸ ἀκούστηκε σαράντα φορές· σαράντα κανονιὲς ἐναντίον τοῦ διαβόλου. Καὶ τὶς δυὸ αὐτὲς λέξεις τὶς πλήρωσαν μὲ τὸ κεφάλι τους.
Τώρα ποῦ εἶνε ἡ ὁμολογία τῆς πίστεώς μας; Μᾶς ἔχει βάλει ὁ διάβολος λουκέττο στὸ στόμα καὶ δὲν ὁμολογοῦμε τὸ Χριστό. Γι᾿ αὐτὸ λέει ὁ Μέγας Βασίλειος· «Ὦ μακάριες γλῶσσες! Μόνο γι᾿ αὐτὲς τὶς δύο λέξεις, “Εἶμαι Χριστιανός”, πήγατε στὸν παράδεισο».
Τὴν ὥρα ποὺ οἱ μάρτυρες εἶπαν «Εἶμαι Χριστιανός», ἔγιναν τέσσερα πράγματα.
⃝ Τὸ πρῶτο· ἐπάνω στὰ οὐράνια, κάθε φορὰ ποὺ ἀκουγόταν τὸ «Εἶμαι Χριστιανός», ἡ μουσικὴ τῶν ἀγγέλων ἔπαιζε θριαμβευτικὰ τὸ ἐμβατήριο· Δόξα σ᾽ ἐσένα, Χριστέ, ποὺ γεννᾷς τέτοια παιδιὰ ἡρωικά!
⃝ Τὸ δεύτερο· ἔσκουζε, γιὰ νὰ μιλήσω πιὸ ἁπλᾶ, ἔσκουζε ὁ διάβολος. Ἤθελε νὰ τοὺς πιάσῃ στὸ δίχτυ τοῦ φόβου, ἀλλὰ δὲν μπόρεσε.
⃝ Τὸ τρίτο· ἕνας ἄγγελος ἔγραφε τὰ ὀνόματά τους στὸ βιβλίο τῶν ὁμολογητῶν τῆς πίστεως, ποὺ ἀπ᾿ ἔξω γράφει· «Πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 10,32).
⃝ Καὶ τὸ τελευταῖο· μόλις ἀντήχησε ἡ φωνὴ «Εἶμαι Χριστιανός», καθάρισε ὁ ἀέρας. Τί θὰ πῇ αὐτό; Ὅτι μὲ τὰ πόδια μας βρωμίζουμε τὴ γῆ, μὲ τὰ χέρια μας κάνουμε τὰ αἴσχη, κ.τ.λ.· ὅταν λοιπὸν ἡ γλῶσσα πῇ «Εἶμαι Χριστιανός», μὲ τὴν ὁμολογία γίνεται κάθαρσις.
Ὅλοι πρέπει νὰ ὑποστοῦμε τὴν κάθαρσι. Ὅλοι πρέπει νὰ περάσουμε ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη τῆς μετανοίας.
Στοὺς ἔσχατους καιροὺς λίγοι δυστυχῶς θὰ μετανοοῦν. Θὰ γίνῃ σπάνιο πρᾶγμα τότε ὁ πιστός. Πιὸ εὔκολο πρᾶγμα θὰ εἶνε νὰ βρῇς διαμάντια παρὰ νὰ βρῇς πιστὸ Χριστιανό. Ναί, τὸ εἶπε ὁ Χριστὸς γιὰ τὴ δευτέρα παρουσία του· «Ἂν ἔρθω», λέει, «ἄλλη μιὰ φορά, θὰ βρῶ ἆραγε τὴν πίστι ἐπὶ τῆς γῆς;» (βλ. Λουκ. 18,8).
Πότε θὰ ἔρθῃ ὁ Χριστός; Δὲν ξέρουμε πότε. Ξαφνικὰ σάλπιγγα οὐράνια θὰ σείσῃ τὰ πάντα. Θὰ λάμψῃ ὁ τίμιος σταυρός. Θὰ παρουσιασθῇ ὁ Ἐσταυρωμένος γιὰ νὰ δικάσῃ τὴ γῆ. Νὰ δικάσῃ τοὺς βασιλεῖς, τοὺς δικαστάς, τοὺς γιατρούς, τοὺς ἱερεῖς, τοὺς ἐπισκόπους, τοὺς πάντας. Θὰ ἔρθῃ ὁ Κύριος ὄχι πλέον ὡς νήπιο, ὄχι ὡς ἐσταυρωμένος. Καὶ τότε ἐνώπιόν του «πᾶν γόνυ κάμψῃ» (Φιλιπ. 2,10). Κάθε γόνατο θὰ γονατίσῃ, καὶ κάθε καρδιὰ θὰ κλάψῃ, καὶ κάθε γλῶσσα θὰ ψάλῃ καὶ θὰ πῇ· «Εἷς ἅγιος, εἷς» «Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός» (ἔ.ἀ. 2,11)· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ποὺ ἔγινε στὴν αἴθουσα τοῦ ἑορτάζοντος συλλόγου «40 Μάρτυρες» Κοζάνης (ὁδ. τότε Πέλλης τώρα Πλακοπίττη 11), τὴν Κυριακὴ καὶ παραμονὴ τῆς ἑορτῆς 8-3-1964 βράδυ.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.