ΤΑ ΑΓΙΑ ΧΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗΣ ΓΗΣ (‘Aποσπασμα ἀπο τον ενθρονιστηριο λογο του Μητροπολιτου Φλωρινης Αὐγουστινου)
ΤΑ ΑΓΙΑ ΧΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗΣ ΓΗΣ
Ἀπόσπασμα ἀπο τὸν ἐνθρονιστήριο λόγο τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου
«…Ἡ συγκίνησις, τὴν ὁποίαν δοκιμάζω, εἶνε μέγιστη. Εἶνε ἐκ τῶν συγκινήσεων ἐκείνων, αἱ ὁποῖαι δὲν εἶνε δυνατὸν νὰ ἐκφρασθοῦν διὰ τῆς γλώσσης. Συγκινοῦμαι, διότι περὶ τὰς δυσμὰς τοῦ βίου μου ἔρχομαι νὰ ὑπηρετήσω ἐκ νέου τὸν ἀκριτικὸν τοῦτον λαὸν, τὸν ὁποῖον πρὸ εἰκοσιπενταετίας εἶχον ὑπηρετήσει ὡς ἱεροκῆρυξ, ἐν ἡμέραις ἐθνικοῦ μαρτυρίου. Συγκινοῦμαι, διότι πατῶ τὰ ἅγια χώματα τῆς Μακεδονικῆς γῆς, τὰ ποτισμένα μὲ τὰ αἵματα μυριάδων ἡρώων καὶ μαρτύρων. Συγκινοῦμαι, διότι ἐδῶ, εἰς τὴν εὐγενῆ χώραν τῶν Μακεδόνων, φαίνονται ἀκόμη τὰ ἴχνη τῆς πορείας τοῦ κορυφαίου ἀποστόλου Παύλου, τοῦ ὁποίου ἡ καρδία ἰδιαιτέραν ἔτρεφε ἀγάπην πρὸς τοὺς Μακεδόνας χριστιανούς, ὡς δεικνύουν αἰ τρεῖς ἐπιστολαί του πρὸς πόλεις τῆς Μακεδονίας. Συγκινοῦμαι, διότι ἐδῶ διακρίνονται καὶ τὰ ἴχνη τῆς πορείας νεωτέρου ἀποστόλου τῆς Ἐκκλησίας, μιμητοῦ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ὅστις κατʼ ἐπανάληψιν περιώδευσε τὴν περιοχὴν ταύτην, καὶ ἔφθασε μέχρι Σκοπίων, Δυρραχίου καὶ Κρόϊας, κηρύττων τὰ μεγαλεῖα τῆς Ὀρθοδοξίας εἰς ἐπισκοπὴν ὅπου διέλαμψαν κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Τουρκοκρατίας Ἱεράρχαι ἀκτινοβολοῦντες ἀπὸ σοφίαν καὶ ἀρετὴν, τῶν ὁποίων τελευταίος ἧτο ὁ ἀπὸ Πελαγωνείας ἀείμνηστος σοφὸς Ἱεράρχης Χρυσόστομος Καβουρίδης. Κωμόπολις δὲ τῆς περιοχῆς σεμνύνεται διὰ τὴν μνήμην μεγάλου ὁμολογητοῦ τῆς Πίστεώς μας, τοῦ πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Γερμανοῦ. Πῶς νὰ μὴ συγκινοῦμαι πατῶν τὴν ἱερὰν αὐτὴν γῆν, πλήρη ἀναμνήσεων παλαιοτέρας καὶ νεωτέρας ἱστορίας; Πῶς νὰ μὴ συγκινοῦμαι γενόμενος ἐπίσκοπος τῆς Φλωρίνης, ἡ ὁποία φυλάσσει τὰς πύλας τῆς Πατρίδος; Πᾶς λίθος εἰς αὐτὸν τὸν τόπον κράζει φωνῆ μεγάλη. Κωφὸς ὅστις δὲν ἀκούει τὴν κραυγὴν καὶ ἀναίσθητος ὅστις δὲν αἰσθάνεται τὸ ἱερὸν ρίγος….»
«…Καλοῦμαι νὰ ἐκτελέσω τὸ καθῆκον τοῦ ἐπισκόπου εἰς ἐποχὴ ἄκρως τεταραγμένη καὶ ἀνήσυχη, γι᾽αὐτὸ ἡ ψυχή μου δοκιμάζει καὶ κάποιο αἴσθημα τοῦ φόβου. Εἰς ἐποχὴ, κατά την οποία ἡ ἀνθρωπότης διέρχεται κρίσι συνειδήσεως, καὶ κοινωνικοὶ σχηματισμοὶ συντελοῦνται ἐν τῶν κόσμω. Εἰς ἐποχὴν κατά την ὁποία ἔχει ἐφαρμογὴ ἡ προφητεία τοῦ ἀποστόλου Παύλου˙ «Ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί. Ἔσονται γὰρ οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀλάζονες, ὑπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀχάριστοι, ἀνόσιοι, ἄστοργοι, ἄσποδνοι, διάβολοι, ἀκρατεῖς, ἀνήμεροι, ἀφιλάγαθοι, προδόται, προπετεῖς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον ἤ φιλόθεοι, ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας, τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι». (Β΄ Τιμ. 3, 1-5).
«Ἡ δική μας ἐποχὴ-παρατηρεῖ βαθυστόχαστος σύγχρονος συγγραφεύς-εὐρίσκεται ὑπὸ τὰ σημεῖα μιᾶς φρικώδους αὐξήσεως τοῦ κακοῦ, συνοδευομένης ὑπὸ τῆς ἀρνήσεως τῆς ὑπάρξεως του». Κατακλυσμὸς πλάνης, ἀπιστίας, ἀθεΐας, ἠθικῆς διαφθορᾶς καὶ πνευματικῆς συγχύσεως. Κατακλυσμὸς χειρότερος τοῦ κατακλυσμοῦ τῆς ἐποχῆς τοῦ Νῶε. Κατακλυσμὸς ὁ ὁποῖος κινδυνεύει νὰ καλύψη καὶ τὰς ὑψηλοτέρας κορυφὰς τοῦ καλοῦ. «Ὥσπερ αἰ ἡμέραι Νῶε!…». Τὸ κατακλυσμιαῖον δὲ κῦμα τῆς πλάνης καὶ τῆς κακίας ἐκ τῶν μεγάλων ἀστικῶν κέντρων τοῦ δῆθεν πολιτισμένου κόσμου ἔφθασε καὶ μέχρις ἡμῶν καὶ προσβάλλει ἐπικινδύνως τὸν μέχρι χθὲς ἀδιάφορον ἑλληνικὸν χῶρον.
* * *
Καὶ ἐδῶ κύματα ἐπάλληλα παρατηροῦνται, ἐπαφρίζοντα τὰς ἑαυτῶν αίσχύνας. Ἡ οἰκογένεια, τὸ βασιλικὸν τοῦτο κύτταρον τοῦ Ἔθνους, κλονίζεται ἐκ θεμελίων. Ὁ γάμος μᾶλλον ὡς ἐμπορικὴ πρᾶξις παρὰ ὡς μυστήριον θεωρεῖται. Ἡ προικοθηρία ὀργιάζει. Πτωχὰ καὶ τίμια κορίτσια τοῦ λαοῦ, ἄξια νὰ γίνουν μητέρες, περιφρονοῦνται. Τὰ διαζύγια αὐξάνονται καταπληκτικῶς. Τὸ ¼ τῶν γάμων ἐν τῆ Πρωτευούση τῆς Ἑλλάδος διαλύονται. Φρίττει τις ἀναλογιζόμενος, ὅτι τὰ περισσότερα διαζύγια ἐκδίδονται ἐπὶ παραβάσει θεμελιώδους νόμου τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ὀλίγον ἀκόμη καὶ θὰ ἐθεσπίζετο ὑπὸ τῆς διαλυθείσης Βουλῆς τὸ αὐτόματον διαζύγιον, ἄν κατʼ αὐτοῦ δὲν ἐξηγείρετο ὁ εὐσεβὴς Ἑλληνικὸς λαὸς. Δεκάδες χιλιάδες παράνομα ζεύγη συζοῦν ἀναισχύντως ὑπὸ τὸν ἑλληνικὸν ἥλιον. Ἡ ἀποφυγὴ γεννήσεως τέκνων λαμβάνει πλέον ἀνησυχητικὰς διὰ τὴν ἐπιβίωσιν τῆς φυλῆς μας διαστάσεις. Ἡ Ἑλλάς, χώρα ἄλλοτε πολυτέκνων καὶ πατριαρχικῶν οἰκογενειῶν, ἔχει κατʼ ἀναλογίαν τὰ ὀλιγότερα τέκνα ἐν συγκρίσει πρὸς ὅλας τὰς χώρας τῶν Βαλκανίων. Γενοκτονία συντελεῖται, ὄχι πλέον ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν τοῦ Γένους, ἀλλʼ ὑπὸ τῶν ἰδίων τῶν Ἑλλήνων ἐν τοῖς οἴκοις αὐτῶν καὶ ἐν τοῖς ἰατρείοις. Διʼ ὀλιγοπαιδίαν – παρτατηρεῖ ὁ ἱστορικὸς Πολύβιος – ὑπετάγη εἰς τοὺς Ρωμαίους κατακτητὰς ἡ ἀρχαία Ἑλλάς. Τὸ ἴδιον κινδυνεύει νὰ πάθη καὶ ἡ νεωτέρα Ἑλλάς, ἐὰν δὲν ληφθοῦν ριζικὰ μέτρα προστασίας τῶν πολυτέκνων. Ἡ νεότης μας σήπεται ἐν τὴ φιληδονία καὶ τῶ πανσεξουαλισμῶ, ἐκπαιδευόμενη εἰς τὰ σύγχρονα σχολεῖα τῆς διαφθορᾶς, ὁποῖα κατήντησαν οἰ κινηματογράφοι. Ὁ σεβασμὸς πρὸς τοὺς μεγαλυτέρους ἐξέλιπεν. Ἡ πράσινη τράπεζα ἔχει μυριάδας ὀπαδῶν, ὄχι μόνον εἰς τὰς πόλεις, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰ χωρία. Τὸ ἀλκοὸλ δηλητηριάζει τὰς ρίζας τῆς νέας γενεᾶς. Ἡ ψευδορκία ἐν τοῖς Δικαστηρίοις ἀνατρέπει τὸ ἔργον τῆς Δικαιοσύνης. Ἡ βλασφημία τῶν θείων στιγματίζει τὴν Πατρίδα. Μίαν Πατρίδα εἰς τὴν ὁποία ἄλλοτε οὐδεὶς ἐτόλμα νὰ βλασφημήση. Ἐὰν δὲ καὶ ἐτόλμα κάποιος, κατεδικάζετο εἰς τὴν ἐσχάτην τῶν ποινῶν. Ἡ πρὸς τὸ Θεῖον εὐλαβεια ὁσήμεραι ἐξελίπει. Ἱερὰ θέσμια καὶ ἱεραὶ παραδόσεις περιφρονοῦνται καὶ καταπατοῦνται. Ἡ Κυριακὴ ἠμέρα βεβηλώνεται. Τὸ ποσοστὸν τῶν τακτικῶς ἐκκλησιαζομένων κατῆλθεν εἰς τὸ 2%. Ἑκατοντάδες ναῶν τῶν παραμεθορίων ἐπαρχιῶν ἰδίως δὲ τῆς ἠμετέρας ἐπαρχίας, παραμένουν χωρὶς ἱερεῖς. Ἐχορτάριασαν τὰ προαύλια τῶν ναῶν. Ἐπὶ τούτοις δὲ 30 περίπου αἱρέσεις ξενικῆς προελεύσεως ὡς ἀγέλαι λύκων ἔχουν εἰσβάλει καὶ κάμνουν θραύσι εἰς τὸ Ὀρθόδοξο ποίμνιο. Ἰδίως δὲ ἡ αἵρεσις τῶν Χιλιαστῶν ὡς ἐπιδημία τοῦ Σατανᾶ ἔχει διαδοθῆ εἰς ὅλα σχεδὸν τὰ μέρη τῆς Ἑλλάδος.
* * *
Ἱδοὺ ἐν ἀδραῖς γραμμές ἡ ἠθικὴ καὶ θρησκευτικὴ κατάστασις τῆς ἐποχῆς μας. Εὔκαιρον εἰπεῖν τὸ τοῦ προφήτου: «Ἀρὰ καὶ ψεῦδος καὶ φόνος καὶ κλοπὴ καὶ μοιχεία κέχυται ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ αἴματα ἐφʼ αἰμασι μίσγουσι. Διὰ τοῦτο πενθήσει ἡ γῆ καὶ σμικρυνθήσεται σὺν πᾶσι τοῖς κατοικοῦσιν αὐτὴν» (Ὡσ 4, 2-3). Ἡ κατάστασις αὐτὴ πρέπει νὰ μεταβληθῆ. Καὶ ἀλλοίμονον ἐὰν δὲν μεταβληθῆ. Ἀλλὰ πῶς θὰ μεταβληθῆ; Πῶς ἡ οἰκογένεια θὰ ἐπανεύρη τὸν προορισμόν της; Πῶς ὁ γάμος θὰ παύση νὰ εἶναι ἐμπορικὴ συνναλαγή; Πῶς θὰ σταματήση τὸ ρεύμα τῶν διαζυγίων; Πῶς ἡ νεολαία μας θὰ ἠλεκτρισθῆ καὶ πάλιν ἀπὸ τὰ ἰδεώδη τῆς Πίστεως καὶ τῆς Πατρίδος; Πῶς τὰ παγόβουνα τῆς θρησκευτικὴς ἀδιαφορίας θὰ διαλυθοῦν; Πῶς θὰ σιγήσουν τὰ πολυβολεῖα τοῦ Ἅδου, τὰ στόματα, λέγω, τῶν ἀπίστων καὶ τῶν βλασφήμων, τὰ βάλλοντα κατὰ τῆς Θεότητος; Πῶς οἱ λύκοι οἱ λυμαινόμενοι τὸ ποίμνιον τοῦ Ἰησοῦ, θὰ διωχθοῦν; Πῶς τὰ κενά τῶν ἐφημεριακῶν θέσεων θὰ συμπληρωθοῦν; Πῶς το 2% τῶν τακτικῶς ἐκκλησιαζομένων θὰ γίνη 10%, 20%, 50%, 80% ; Πῶς θὰ ἐπανέλθη ὁ κόσμος εἰς τὴν Ἐκκλησίαν; Πῶς θὰ τακτοποιηθῆ τὸ ἐκκλησιαστικὸν χάος, καὶ ἥλιος θρησκευτικῆς καὶ ἠθικῆς ἀναγεννήσεως θὰ ανατείλη εἰς τὸν τόπον μας καὶ θὰ φαιδρύνη τὰ πρόσωπα μας, διὰ νὰ εἴπωμεν ἐν ἀγαλλιάσει τὸ «Δόξα σοι τῶ δείξαντι τὸ φῶς»; Φόβος καὶ ἀγωνία μὲ συνέχει ἀναλογιζόμενον τὰς εὐθύνας μου ἀπέναντι Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων. Ὁ κόσμος ἀναμένει θαύματα ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπον. Ἀλλὰ τίς εἰμι ἐγώ; Αἱ προσωπικαί μου δυνάμεις εἶνε ὀλίγαι καὶ ἀσθενεῖς. Τὶ θὰ δυνηθῶ νὰ πράξω; Ὦ Κύριε! Ποῖον σταυρὸν ἐπωμίζεται ὁ δούλος σου εἰς τὴν πρεσβευτικήν του ἡλικίαν! Πόσον φοβοῦμαι καὶ δειλιῶ! Ἡ ψυχή μου νοσταλγεῖ αὐτὴν τὴν στιγμὴν τὴν ἔρημο διὰ να κλαύσω ἐκεῖ τὰ ἀμαρτήματα μου καὶ τὰ ἀμαρτήματα τοῦ λαοῦ.
* * *
Ἀλλὰ τὴν ταραχήν, τὴν ἀγωνίας καὶ τοὺς φόβους, τὰ ὁποῖα δοκιμάζω ἀφʼ ἧς στιγμῆς ἐξελέγην ἐπίσκοπος, ἔρχεται νὰ ἀποβάλη ἐκ τῆς ψυχῆς μου ἡ πρὸς τὸν Ἰησοῦν τοῦ Ναυῆ φωνὴ τοῦ Θεοῦ: «Ἴσχυε καὶ ἀνδρίζου, μὴ δειλιάσης, μηδὲ φοβηθῆς, ὅτι μετὰ σοῦ Κύριος ὁ Θεός σου εἰς πάντα, οὖ ἐὰν πορεύη» (Ιησ. Ναυῆ 1,9). Ἡ φωνὴ αὐτὴ ἀκούεται καὶ σήμερον καὶ παρηγορεῖ καὶ ἐμψυχώνει πάντα μαχητὴν τῆς στρατιᾶς τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος καλεῖται νὰ συνάψη μάχας κατὰ τοῦ ἐν τῶ κόσμω πολυειδοῦς κακοῦ, κατὰ τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων, καὶ νὰ κρημνίση τὰ Ἱεριχούντεια τείχη τῆς ἀμαρτίας, νὰ καθαιρέση τὰ ὀχυρώματα τοὺ Σατανᾶ, κατὰ τὴν ἔκφρασιν τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τοῦ στρατηγοῦ τούτου τῶν πνευματικῶν μαχῶν, καὶ νὰ ὑψώση ἐν θριάμβω τὴν σημαίαν τοῦ Ἐσταυρωμένου, συντελών οὕτως εἰς τὴν ἐπέκτασιν τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς. Τὰ ὅπλα μας εἰς αὐτὸν τὸν πόλεμον, τὸν ὁποῖον διεξάγει ἡ Ἐκκλησία διὰ μέσου τῶν αἰώνων, δὲν εἶναι, κατὰ τὸν αὐτὸν Ἀπόστολον, «σαρκικὰ» (Β΄ Κορ. 10, 4). Δὲν εἶνε ὑλικά. Δὲν εἶνε χάλυψ καὶ σίδηρος. Δὲν εἶνε πυρῖτις καὶ πυρηνικὴ ἐνέργεια. Εἶνε ὅπλα πνευματικά. Ὅπλον πνευματικόν, δεδοκιμασμένον εἰς μυρίας μάχας τοῦ Χριστιανισμοῦ κατὰ ὀρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν, ὅπλον ἀήττητον, ὑπεράνω ὅλων τῶν ἄλλων ὅπλων, ὅπλον ὑπερφυσικὴς δυνάμεως, διὰ τοῦ ὁποῖου τελοῦνται τὰ μεγάλα ἐν τῆ Ἱστορία θαύματα, εἶνε ἡ πίστις εἰς τὸν Χριστόν. «Αὐτὴ ἐστὶν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τὸν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν» (Α΄ Ἰω. 5, 4). Ὤ πόσον παρήγορος καὶ ένισχυτικὴ εἶνε ἡ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ˙ «Μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία, πιστεύετε εἰς τὸν Θεόν, καὶ εἰς ἐμὲ πιστεύετε!» (Ἰωάν. 14, 1). Μὲ τὴν πίστιν εἰς τὸν Χριστόν οἱ δώδεκα Ἀπόστολοι ένίκησαν ρήτορας, φιλοσόφους καὶ αὐτοκράτορας, καὶ ύψωσαν τὴν σημαίαν τοῦ Σταυροῦ εἰς τὴν Ἀκρόπολην τῶν Άθηνῶν καὶ εἰς τὸ Καπιτόλιον τῆς Ρώμης. Μὲ τὴν πίστιν αὐτήν οἱ μάρτυρες τῶν πρώτων αἰώνων ἐθριάμβευσαν κατὰ τῆς εἰδωλολατρίας. Μὲ τὴν πίστιν αὐτὴν οἱ μεγάλοι Πατέρες καὶ διδάσκαλοι της Ἐκκλησίας αντεμετώπισαν τς αἰρέσεις καὶ διεξήγαγον ὐπερόχους ἀγῶνας ὑπὲρ τῶν δικαίων τοῦ λαοῦ. Μὲ τὴν πίστιν αὐτὴν οἱ ἀείμνηστοι πατέρες τοῦ 21 ἀνέστησαν τὸ Ἐλληνικὸν Ἔθνος ἐκ τῆς δουλείας 4 αἰώνων. Μὲ τὴν πίστιν αὐτὴν ἡ μικρὰ στρατιὰ τοῦ 12 ἐξώρμησεν ἐκ τῆς Μελούνας καὶ ἐδιπλασίασε τὴν Πατρίδα. Μὲ τὴν πίστιν αὐτὴν ἐγράφη ἡ ἐποποιΐα τοῦ 40 εἰς τὰ ὑψηλὰ βουνὰ τῆς Ἀλβανίας. Μὲ τὴν πίστιν αὐτὴν καὶ ἡ γενεὰ τοῦ 1945 ἠγωνίσθη εἰς τὰ ὑψηλὰ βουνὰ τῆς Μακεδονίας καὶ ἔσωσε διὰ μίαν ἀκόμη φορὰν τὴν ἐλευθερίαν. Γενναῖοι πρόμαχοι τῆς Πατρίδος, παλαιότεροι καὶ νεώτεροι, δὲν ἐφείσθησαν θυσιῶν. «Ἔδωκαν τὸ αἴμα των ἀντὶ ὕδατος, καὶ τὰς σάρκας των ἀντὶ χώματος, καὶ τὰ ὀστᾶ των ἀντὶ λίθων» διὰ νὰ κτισθῆ ἡ ἐλευθέρα Ἑλλάς. Ἀλλʼ ἄν ἡ Ἑλλάς ἐκτίσθη διὰ τοιούτων θυσιῶν, καὶ ἡ Ἐκκλησία ἐκτίσθη διὰ θυσίας ὑπερβαίνουσης πᾶσαν ἄλλην θυσίαν, διὰ τῆς θυσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ….
Μὲ τὴν πίστιν εἰς τὸν Χριστὸν καὶ εἰς τὴν ἀποστολὴν τῆς Ἐκκλησίας πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ συνεχίσωμεν τὴν πορείαν ἐν μέσω τοῦ κόσμου. Τίποτε δὲν πρέπει νὰ μᾶς πτοήση καὶ νὰ μᾶς ἐκτρέψη ἀπὸ τὴν ἱστορικὴν πορείαν, τὴν ὁποίαν ἐχάραξαν αἱ θυσίαι τῶν προηγουμένων γενεῶν. Ὅσον πυκνὸν καὶ ἄν εἶνε σήμερον τὸ σκότος, τὸ φῶς θὰ νικήση τελικῶς. Πίστις κατὰ τὸν ποιητὴ εἶνε˙ «νὰ περιμένης τὸν ἥλιον τὰ μεσάνυκτα». Θὰ ἔλθη ὁ ἥλιος ἀδελφοί! Μὴ ἀπογοητευώμεθα! Ἀρκεῖ ἕκαστος ἐξ ἠμῶν νὰ ἐκτελέση τὸ καθῆκον του ἀπέναντι τῆς Ἐκκλησίας. Ἄρκεῖ ἕκαστος νὰ γίνη φῶς διὰ τὸν ἑαυτόν του, καὶ διὰ τὸν κύκλον τῶν συνανθρώπων του. Φῶς οἱ γονεῖς διὰ τὰ τέκνα των˙φῶς ὁ διδάσκαλος διὰ τοὺς μαθητάς του˙ φῶς ὁ ἀξιωματικὸς διὰ τοὺς στρατιῶτες του˙ φῶς ὁ ἐπιστήμων διὰ τοὺς ἀγράμματους καὶ ἀπλοϊκοὺς ἀνθρώπους˙ φῶς οἱ ἐν ἐξουσίαις καὶ ἀρχαῖς διὰ τὸν λαόν˙ φῶς πρὸ παντός, οἱ κληρικοί. Φῶς ἀρετῆς καὶ πίστεως ὅσοι φοροῦν τὸ τίμιον ράσον τοῦ Ὀρθοδόξου Ἕλληνος κληρικοῦ, τὸ ὁποῖον ἐλάμπρυνε διὰ μαρτυρικῶν αἱμάτων ἀτελεύτητος σειρὰ ἱερομαρτύρων καὶ ἐθνομαρτύρων, ἀπὸ τοῦ Γρηγορίου τοῦ Ε΄ μέχρι τοῦ Χρυσοστόμου Σμύρνης καὶ τῶν τελευταίων κληρικῶν τῆς ἐθνικῆς μας τραγωδίας, οἱ ὁποῖοι προσέφεραν ἑαυτοὺς ἱερὰ σφάγια εἰς τὸν βωμὸν τοῦ ὑπερτάτου καθήκοντος.
Ἡ Ἱ. Μητρόπολις τῆς Φλωρίνης, τῶ παραδείγματι τῶν ἁγίων καὶ τῶν ἡρώων στοιχοῦσα, πρέπει καὶ πάλιν νὰ γίνη φάρος, ἀκτινοβολῶν τοῖς ἐγγύς καὶ τοῖς μακράν. Εἰς ἡμᾶς τοὺς κληρικοὺς πρέπει νὰ εὑρίσκη ἐντονώτεραν ἀπήχησιν ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου˙ «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 5, 16). Σκοπὸς τῆς ποιμαντικῆς εἶνε, κατὰ Γρηγόριον τὸν Θεολόγον, «πτερῶσαι ψυχὴν, ἁρπάσαι κόσμου καὶ δοῦναι Θεῶ, καὶ τὸ κατʼ εἰκόνα ἤ μένον τηρῆσαι, ἤ κινδυνεῦον χειραγωγῆσαι, ἤ διαρρυὲν ἀνασώσασθαι, εἰσοικίσαι τε τὸν Χριστὸν ἐν ταῖς καρδίαις διὰ τοῦ Πνεύματος, καὶ τὸ κεφάλαιον, θεὸν ποιῆσαι καὶ τῆς ἄνω μακαριότητος, τὸν τῆς ἄνω συντάξεως».
Ἄς ἐπιτραπῆ εἰς τὸ σημεῖον τοῦτο νʼ ἀνοίξω τὴν καρδίαν μου καὶ νὰ σᾶς εἴπω: Δὲν ἦλθον ἐδῶ, ἀδελφοί μου, διὰ σκοποὺς ἰδιοτελεῖς. Δὲν ἦλθον διὰ θησαυρισμὸν καὶ διὰ δόξαν. Ἦλθον μὲ τὴν ἐν Κυρίω ἀπόφασιν διὰ νὰ ὑπηρετήσω τὸν μαρτυρικὸν τοῦτον λαόν, τοῦ ὁποῖου, διὰ νὰ ὁμιλήσω μὲ τὴν γλῶσσαν τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ φιλήσω τὰ πόδια. Ἦλθον νὰ κηρύξω τὸ Εὐαγγέλιον καὶ νʼ ἀναφλέξω τὸν σπινθῆρα τῆς πίστεως, ὁ ὁποῖος ὑπάρχει ἀκόμη εἰς τὰ στήθη τῶν ἀνθρώπων. Ὅπως ἔζησα ὥς ἱεροκῆρυξ ἐπὶ 30 ἔτη, οὕτω θὰ ζήσω καὶ ὠς ἐπίσκοπος. Ἁπλότης καὶ λιτότης ἧτο καὶ θὰ εἶνε ὁ τρόπος τῆς ζωῆς μου. Συγγενεῖς κατὰ σάρκα δὲν θὰ ἔχουν θέσιν εἰς τὴν Μητρόπολιν. Ἄν ποτὲ ἔλθη συγγενής μου πρὸς ἐπίσκεψιν, θὰ κοιμηθῆ εἰς τὸ ξενοδοχεῖον. Συγγενεῖς διʼ ἐμὲ θὰ εἴνε οἱ ἀκούοντες καὶ φυλάσσοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. Εἰς τὴν Μητρόπολιν θὰ ὑπάρχη μικρὸς ἐπιτελεῖον ἐκ θεολόγων καὶ ἄλλων ἱεραποστολικῶν προσώπων, τὰ ὁποῖα θὰ ἐργάζονται πρὸς δόξαν Θεοῦ. Κατὰ τὰ ἀρχαῖα πρότυπα, ἡ Μητρόπολις θά μεταβληθῆ εἰς κοινόβιον. Κατά Παύλειον, «ἔχοντας διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσησόμεθα» (Α΄ Τιμ. 6, 8). Δώρα δὲν θὰ δέχωμαι παρʼ οὐδενὸς ὑφισταμένων μου. Ὅτι θὰ ὑπολείπεται ἐκ τοῦ μισθοῦ, τὸν ὁποῖον μοῦ δίδει ἡ Πατρίς, θὰ διατίθεται ὑπὲρ φιλανθρωπικῶν καὶ ἱεραποστολικῶν σκοπῶν. Εὐαγῆ ἱδρύματα θὰ ὑποστηρίξω ἤ καὶ νέα θὰ ἱδρύσω. Φίλοι μου θὰ εἶνε ὅσοι πιστεύουν εἰς τὸν Θεόν. Οἱ κατὰ κόσμον πτωχοὶ καὶ ταπεινοὶ θὰ προσελκύουν ἱδιαίτερον τὸ ένδιαφέρον μου. Διότι πίστις μου εἶνε, ὅτι ἕκαστος πτωχὸς καὶ ταπεινὸς κρύπτει εἰς τὰ στήθη του μίαν μεγαλειότητα, πρὸ τῆς ὁποίας ὑποκλίνονται οἱ ἄγγελοι. Εἰς γἀμους, κηδείας καὶ μνημόσυνα δὲν θὰ λαμβάνω μέρος. Ἀρκεῖ δια τὴν ἱεροτελεστίαν ὁ ἱερεὺς τοῦ Ὑψίστου. Οὐδὲν ἔχει νὰ προσθέση ὁ ἀρχιερεύς. Μόνον εἰς γάμους ὀρφανῶν, θυμάτων πολέμου καὶ μόνον εἰς κηδείας ἀναπήρων πολέμου, ὡς καὶ εἰς γάμους ἤ κηδείας προσώπων ζώσης θρησκευτικότητος, καὶ διὰ λόγου καὶ ἔργου εὐεργετησάντων τὴν κοινωνίαν, θὰ λαμβάνω μέρος, διὰ νὰ τιμᾶται ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ εὐσέβεια. Ὄχι ὁ ἄδικος πλοῦτος ἤ ἡ μάταια δόξα θά ἔχουν τὸ προβάδισμα εἰς τὰς ἀρχιερατικάς μου προτιμήσεις, ἀλλʼ ἡ χριστιανικὴ ἀξία, ἔστω καὶ ἄν αὐτὴ κατοικῆ εἰς καλύβην ἤ καλύπτεται ἀπὸ τὰ ράκη ἑνὸς ἐπαίτου. Παράνομα ζεύγη δὲν θὰ ἀνεχθῶ εἰς τὴν περιφέρειάν μου. Θὰ φθάσω μέχρις ἀφορισμοῦ. Οὕτω μόνον θὰ ἀσφαλισθῆ ὁ τίμιος γάμος. Τοὺς δημοσίως ἀμαρτάνοντας δημισίως καὶ θὰ ἐλέγχω, κατὰ τὴν ἀποστολικὴν ἐντολὴν (Α΄ Τιμ. 5, 20). Μέτρον δέ, μὲ τὸ ὁποῖον θὰ κρίνωνται οἱ λόγοι καὶ αἱ πράξεις, θὰ εἶνε ὁ αἰώνιος νόμος τοῦ Θεοῦ, τὀ Εὐαγγέλιον. Ὅ, τι συμφωνεῖ μὲ τὸ Εὐαγγέλιον, θὰ ἐπαινῆται˙ ὅ, τι δὲν συμφωνεῖ μὲ τὸ Εὐαγγέλιον, θὰ ἐλέγχεται καὶ θʼ ἀποδοκιμάζεται. Συμβιβασμοὶ εἰς ζητήματα πίστεως δὲν θὰ εἶνε ἀνεκτοί. Διότι εἰς τὰ ὦτα μου ἠχεῖ πάντοτε ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου˙ «Καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἤ ἄγγελος ἐξ ουρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρʼ ὅ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω» (Γαλ. 1, 8).
Καὶ ἐπειδὴ εἶμαι ἐπίσκοπος ὄχι μόνον τῆς πόλεως Φλωρίνης καὶ δύο ἤ τριῶν ἄλλων ἀστικῶν κέντρων τῆς περιφερείας, ἀλλʼ εἶμαι ἐπίσκοπος καὶ 100 καὶ πλέον χωρίων, τὰς περισσοτέρας Κυριακὰς καὶ ἐορτὰς θὰ εὑρίσκωμαι ἐν μέσω τοῦ λαοῦ τῆς ὑπαίθρου τῆς χώρας, ὁ ὁποῖος καὶ αἰσθάνεται περισσότερον τὴν ἀνάγκην τὴς παρουσίας τοῦ Ἱεράρχου. Νεώτερος περιώδευσα τὰ χωρία τῆς Φλωρίνης πεζῆ ἀπὸ Πρέσπας μέχρι Σκρᾶ, ἀλλὰ τώρα ταπεινὸν ὄχημα θʼ ἀντικαταστήση τὸ ὀνάριον τοῦ Ὶησοῦ ἐν τῆ μηχανοκινήτω ἐποχῆ μας. Κατὰ τὰς περιοδείας οὐδὲν θὰ λαμβάνω ἐκ τῶν ναῶν. Ἀδάπανον θὰ κηρύξω τὸ Εὐαγγέλιον. Ἐν τῆ διοικήσει θὰ εἶμαι ὄχι δεσπότης, ἀλλὰ πατὴρ φιλόστοργος καὶ ἀδελφὸς τῶν ἐκτελούντων πιστῶς καὶ εὐσυνειδήτως τὰ ἱερατικά των καθήκοντα. Διὰ τοὺς παρεκκλίνοντας ὅμως ἐκ τῆς εὐθείας ὁδοῦ καὶ σκανδαλίζοντας τὸν λαὸν θὰ εἶμαι αὐστηρός τιμωρός. Μεσάζοντας δὲν θὰ δέχωμαι. Ὁ ἔχων δίκαιον θὰ τὸ λαμβάνη ἀπʼ εὐθείας. Τὰ ἡνία τῆς διοικήσεως θὰ κρατῶ ὁ ἴδιος. Ἤ μᾶλλον πρέπει νὰ τὰ κρατῆ ὁ Ἀρχηποίμην Χριστός. Ὦ Χριστέ! Σὺ γενοῦ ὁ καλὸς ἡνίοχος τῆς ἐπισκοπῆς. Σὺ ὁδήγει ποιμαινομένους καὶ ποιμαίνοντα εἰς νομὰς σωτηρίους. Σὺ ἀσφάλιζε τὴν ποίμνην σου ἐκ λύκων λυμαινομένων αὐτήν.
* * *
Οὕτω πως σκέπτομαι νὰ βιώσω καὶ νὰ πολιτευθῶ ἐν μέσω ὑμῶν, ἀδελφοί μου. Δὲν εἶμαι προφήτης διὰ νὰ γνωρίζω ὁποίας θυέλλας θὰ ἐγείρη κατʼ ἐμοῦ ὁ Σατανᾶς ἐν τῆ ἐφαρμογῆ τοῦ προγράμματός μου, τὸ ὁποῖον εἶνε πρόγραμμα ὄχι ἰδικῆς μου ἐφευρέσεως, ἀλλὰ πρόγραμμα ἀπορρέον ἐκ τῆς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου, πρόγραμμα τὸ ὁποῖον τόσον ἐπιτυχῶς ἐφήρμοσαν οἱ ἀείμνηστοι Πατέρες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπιθυμοῦμεν νὰ ἀποδείξωμεν, ὅτι τὸ Εὐαγγέλιον δύναται νὰ έφαρμοσθῆ καὶ ἐν τῆ παρούση γενεᾶ, εἰς ὅλας τὰς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς. Θέλομε νὰ αἰσθανθοῦν οἱ ἄνθρωποι, ὅτι τὸ Εὐαγγέλιον «δύναμις Θεοῦ ἐστὶν εἰς σωτηρίαν παντὶ τῶ πιστεύοντι» (Ρωμ. 1, 16), καὶ ὅτι ὑπὸ τὰ ἄστρα δὲν ὑπάρχει ἄλλο ὄνομα ἱκανὸν νὰ σώση τὀν κόσμον, εἰμη τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Θέλομε νὰ ἀποδειχθῆ διʼ ἔργων χριστιανικῆς ζωῆς, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἀπέθανεν, ἀλλὰ ζῆ καὶ βασιλεύει εἰς τοῦς αἰῶνας.
Αὐτοὶ εἶνε οἱ πόθοι μου οἱ ὁποῖοι κατακαίουν τὴν καρδίαν μου. Θὰ ἐπιτύχωμεν; Ἡ ἀγωνία ἐπανέρχεται εἰς τὴν ψυχήν μου. Ἀλλʼ ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν τριακονταετῆ μέχρι τώρα περιπετειώδη διακονία μου δὲν μὲ ἄφησε νὰ καταισχυνθῶ, ἐλπίζω ὅτι καὶ εἰς τὸ ὑπόλοιπον τῆς διακονίας μου θὰ μὲ βοηθήση νὰ μὴ καταισχυνθῶ. Σκοπός μου δὲν εἶνε ὁ θρόνος, ἀλλʼ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος γινώσκει. Ἄν παραστῆ ἀνάγκη, ὡς ἐδήλωσα καὶ εἰς τὸ μικρόν μου μήνυμα, θὰ θυσιάσω τὸν θρόνον χάριν τῶν ἀρχῶν, τὰς ὁποίας διεκήρυξα ἐπὶ τριακονταετίαν ἐνώπιον τοῦ ἐλληνικοῦ λαοῦ, καὶ δὲν θὰ θυσιάσω τὰς ἀρχὰς χάριν τοῦ θρόνου. Ζητῶ τὴν ἠθικὴν συμπαράστασιν καὶ τὰς προσευχὰς ὅλων σας διὰ τὴν ἐπιτυχίαν τοῦ ἔργου.
Τελευτῶν δὲ ὑψώνω ἱκέτιδας χεῖρας πρὸς τὸν Οὐρανόν, καὶ παρακαλῶ καὶ δέομαι, ὅπως Κύριος ὁ Θεὸς φυλάττη ὑπὸ τὰς πτέρυγας τῆς αὐλου δόξης Του τὴν προσφιλῆ πόλιν καὶ κώμην τῆς ἐπαρχίας ταύτης ἐκ πάσης βαρβαρικῆς ἐπιδρομῆς, προστατεύη τὰς οἰκογενείας σας, εὐλογῆ τὰ τίμια έργα τῶν χειρῶν σας, παρηγορῆ τοὺς τεθλιμμένους, καὶ εἰς πάντας χαρίζη τὰ ἐγκόσμια καὶ ὑπερκόσμια ἀγαθά Του. «Ἡ δὲ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς καὶ ἡ κοινωνία τοῦ Ἀγίου Πνεύματος εἴη μετὰ πάντων ὑμῶν. Ἀμήν».
* * *
Καὶ τώρα ἀγαπητοί, παρακαλῶ μὴ διαλυθῆτε. Ἀλλʼ ὅπως εἴμεθα ὅλοι ἐδῶ συγκεντρωμένοι, νὰ μεταβῶμεν εἰς τὴν ἄλλην Φλώριναν, τὴν Φλώριναν ἡ ὁποῖα κοιμᾶται εἰς τους τάφους ἐπʼ έλπίδι ζωῆς ἐξ ἀναστάσεως. Μᾶς φωνάζουν οἱ τάφοι. Ἐκεῖ που ἀναπαύονται τὸν μακάριον ὕπνον οἱ ἀείμνηστοι ἡρωες, οἱ ὑπὲρ Πίστεως καὶ Πατρίδος ἀγωνισθέντες καὶ πεσόντες. Στρατιωτικὸς ἐγὼ ἱερεὺς κατὰ τὰς τραγικὰς ἡμέρας τοῦ Ἔθνους, ἐγνώρισα ἀρκετοὺς στρατιώτας καὶ ἀξιωματικούς, οἱ ὁποῖοι ἀναπαύνονται τώρα εἰς τὰ μνήματα. Μετʼ ἐμοῦ παρίσταται αὐτὴν τὴν ὥραν καὶ ὁ τέως στρατιωτικὸς ἱερεὺς Αρχιμ. Γερμανὸς Δημητρόπουλος. Ἄς πορευθῶμεν λοιπὸν ἐκεῖ καὶ ἄς ψάλωμεν Τρισάγιον. Διότι οἱ νεκροὶ μᾶς κυβερνοῦν. Καὶ τὰ πνεύματά των ὑπερίπτανται αὐτὴν τὴν ὥραν ὑπεράνω ἡμῶν καὶ περιχαρῆ μᾶς ὑποδέχονται, διότι βλέπουν, ὅτι μὲ τὴν θυσίαν των μᾶς ἄφησαν πατρίδα ἐλευθέραν. (Και ὲπορευθησαν εὶς τον Ἁγιο Γεώργιο Φλωρίνης, ὁπου είναι οι τάφοι τῶν θυσιασθέντων στρατιωτῶν και ὰξιωματικῶν υπέρ τῆς Μακεδονίας)
……………………………………………………………………………………………………………………..
ΠΡΟΣΕΥΧΗ
(Κατὰ τὴν ἐνθρόνισιν τοῦ Συντάκτου τῆς «Σπίθας» εἰς τὸν Μητροπολιτικὸν θρόνον τῆς Φλωρίνης διενεμήθη ἀναμνηστικὸν φυλλάδιον. Ἐνταῦθα ἀναδημοσιεύομεν τὴν εἰς τὴν 4ην σελ. τοῦ φυλλαδίου δημοσιευομένην Προσευχήν).
Κύριε ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστέ, Σὺ εἶσαι ὁ ἐπίσκοπος καὶ ὁ ποιμὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν. Σὺ ἠγάπησας τὸν ἄνθρωπον ὅσον οὐδεὶς ἄλλος. Σὺ ἔκλινας οὐρανοὺς καὶ κατέβης, καὶ μετὰ τῶν ταπεινῶν καὶ περιφρονημένων τῆς γῆς συνανεστράφης. Σὺ ἐδίδαξας τὴν ούράνιον διδασκαλίαν. Σὺ ἐποίησας τὰ θαύματα. Σὺ άνέβης ἐπὶ τῦ Σταυροῦ καὶ ἥπλωσας τὰς παναχράντους χεῖρας Σου καὶ ὑπὲρ τῶν σταυρωτῶν Σου προσευχήθης. Τὸ τίμιόν Σου αἶμα ἐγένετο τὸ λύτρον τῆς ἀνθρωπότητος. Οὔτε ἄνθρωπος οὔτε ἄγγελος οὔτε ἀρχάγελλος, ἀλλὰ Σὺ, Κύριε, ἔσωσας ἡμᾶς, Σὺ εἶσαι ὁ Εὐεργέτης ἡμῶν.
Ἡ εὐεργεσία Σου, Κύριε, συνεχίζεται ἐν τῶ κόσμω. Συνεχίζεται διὰ μέσου τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ὰποστολικῆς Ἐκκλησίας Σου. Αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία εἶνε ἱερὰ μάνδρα. Εἰς αὐτὴν εὐρίσκουν ἀσφάλειαν τὰ λογικὰ πρόβατα. Πρόβατον, τὸ ὁποῖον ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν μάνδραν, τὸ τρώγει ὁ λύκος. Καὶ χριστιανὸς ὁ ὁποῖος ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν, ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξον διδασκαλίαν καὶ τὰ μυστήρια, τὸν τρώγει ὁ νοητὸς λύκος, ὁ Σατανᾶς. Ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας Σου, Κύριε, δὲν ὑπάρχει σωτηρία.
Ὦ Κύριε, πόσον, ὀλίγοι ἀπέμειναν ἐν τῆ Ἐκκλησία Σου! Οἱ πολλοὶ περιπλανῶνται εἰς τὰς χαράδρας καὶ τὰ πυκνὰ δάση τῆς ἀμαρτίας. Ἐκ τῶν 100 προβάτων τὰ 2 ἔμειναν πλησίον Σου. Καὶ αὐτὰ πόσον ἀδύνατα καὶ ἐξασθενημένα!
Ὦ Ἐσταυρωμένε Κύριε! Ὦ μεγάλε Ποιμὴν τῶν προβάτων! Φώτισον τοὺς μικροὺς ποιμένας, τοὺς ἐπισκόπους καὶ τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας Σου, ἐνδυνάμωσον αὐτοὺς διὰ νὰ μιμηθοῦν τὸ ἄγιόν Σου παράδειγμα, διὰ νὰ κάμουν τὸ πᾶν ὥστε νὰ ἐπιστρέψουν ὅλα τὰ πρόβατα εἰς τὴν ἱερὰν Σου ποίμνην καὶ νὰ γεμίσουν πάλιν οἱ ναοί Σου ἀπὸ πιστοὺς, καὶ μαζὶ μὲ ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους νὰ ὑμνῶμεν καὶ νὰ δοξάζωμεν τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸν καὶ τὸ Ἄγιον Πνεῦμα, τὸν ἕνα ἐν Τριάδι Θεόν. Ἀμήν.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.