Αυγουστίνος Καντιώτης



ΑΣΒΕΣΤΟΣ ΚΑΙ ΑΚΟΙΜΗΤΟΣ ΛΥΧΝΟΣ Α΄ – ΠΡΟΣΛΑΛΙΑ ΣΤΑ 100 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ, ΦΛΩΡΙΝΑ 15-6-2007 (Του πανοσολ. Αρχιμανδριτου Γρηγοριου Καθηγουμενου της Ιερας Μονης Δοχειαρiου)

date Οκτ 24th, 2018 | filed Filed under: ΑΦΙΕΡΩΜΑ, ΒΙΟΓΡΑΦ. π. ΑΥΓΟΥΣΤ.

ΑΣΒΕΣΤΟΣ ΚΑΙ ΑΚΟΙΜΗΤΟΣ ΛΥΧΝΟΣ Α΄ –

ΠΡΟΣΛΑΛΙΑ ΣΤΑ 100 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ, ΦΛΩΡΙΝΑ 15-6-2007

Του πανοσ. Αρχιμανδρίτου Γρηγορίου, Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου

Μητρ.Φλωρινης -ΑΓ.ΟΡΟΣ

Οι κοσμικοί άνθρωποι και τα πιο σοβαρά πράγματα, που έχουνε να κάνουν, τα μεταβάλλουν σε χωρατό με τον δεισιδαίμονα επενδύτη που τα περιβάλλουν. Έτσι, στα γενέθλια, σε μια τούρτα τα αναμμένα κεράκια συμβολίζουν τα χρόνια του τιμωμένου προσώπου. Αλλά, αν ήτανε σβηστά, για τους περισσότερους από μας θα ήταν εκφραστικώτερα, γιατί η ζωή μας δεν έφεξε ποτέ. Και, αν σβήσουν όλα μαζί, συντομεύει η ζωή του ανθρώπου. Αν ένα ένα, μικραίνει…

Εγώ όμως, σήμερα, αυτήν την ώρα, ο ιερομόναχος Γρηγόριος ο Πάριος, άπτω αυτόν τον λύχνο προς τιμήν και μνήμην του οσίου πατρός ημών Αυγουστίνου, Επισκόπου Φλωρίνης, του Ομολογητού.

Ο λύχνος είναι από τα αρχαιότερα λατρευτικά σκεύη της Εκκλησίας. Άγνωστος όμως σήμερα σε πολλούς ιερωμένους, γιατί αντικαταστάθηκε από τον ηλεκτρικό. Ο λύχνος αυτός έκαιγε με καθαρό λάδι πάνω στο καθαγιασμένο τραπέζι της καταλλαγής, της συμφιλιώσεως του ανθρώπου με τον Θεό. Υπήρχε αρχαία τάξις εφόσον η Ωραία πύλη είναι ανοιχτή, πρέπει αμέσως να ανάβει και ο λύχνος, ή μάλλον πρώτα ο λύχνος να φωτίσει και έπειτα να ανοίξει η θύρα του ελέους. Ο υποδιάκονος προτρέπεται να ανάπτει «λύχνον σκηνώματος δόξης του Κυρίου». Και ποιά άλλη είναι η δόξα του Θεού μέσα στην Εκκλησία, παρά η αγία Τράπεζα, την οποία οι ευλαβείς ιερείς ποτέ δεν αγγίζανε ; Και η προτροπή έχει ως εξής να διαβάζει τις ευχές ο ιερεύς παρά τη Αγία Τραπέζη. Οι παλαιές φυλλάδες άρχιζαν την εικοσιτετράωρη Ακολουθία με την εξής σύσταση : «Αναγιγνωσκομένου του Προοιμιακού Ψαλμού, ο ιερεύς ίσταται ασκεπής παρά τη Αγία Τραπέζη και αναγινώσκει μυστικώς τας ευχάς του λυχνικού». Από αυτόν τον λύχνο πήραν και την προσωνυμία ευχές «του λυχνικού».

Μπροστά σ’ αυτό το αναμμένο λυχνάρι ήρθα να αναπέμψω τις ευχές μου στον Θεό για τον Γέροντα Αυγουστίνο. Άλλωστε και ο ίδιος υπήρξε στην Εκκλησία άσβεστος και ακοίμητος λύχνος. Η μελέτη του λόγου του Θεού τον κρατούσε όρθιο και άγρυπνο μπροστά στο Θυσιαστήριο. Αν πούμε πως ο Γέρων Αυγουστίνος κράτησε τον κανόνα της Μονής των Ακοιμήτων, δεν θα είναι υπερβολή. Πάντοτε ιερουργούσε και κατεργαζόταν την σωτηρία με την θεία Λειτουργία και τον λόγο του Θεού. Καιγότανε η καρδιά του για την αγάπη του Χριστού, γι’ αυτό άκουγε και εννοούσε τα λόγια του αγαπημένου του Ναζωραίου. Το πάθημα του Λουκά και του Κλεόπα ήταν άγνωστο για τον Γέροντα. Η καθαρή του πολιτεία του είχε αφαιρέσει το κάλυμμα από τα μάτια του. Με ανακεκαλυμμένο πρόσωπο έβλεπε τα θεία πράγματα. Ο Γέροντας Αυγουστίνος και μόνον από ένα «και» της Αγίας Γραφής μας έδινε κήρυγμα πύρινο και διδαχή μιάς ώρας. Όχι γιατί ήτανε δημαγωγός, όπως τον κατηγορούσαν οι «αγαπώντες» αυτόν, αλλά γιατί υπήρχε μέσα του η αύρα του Αγίου Πνεύματος, που εμφυσούσε στον νου του τα υψηλά νοήματα και τα έπαιζε στα χείλη του σαν μουσουργική κιθάρα. Συγχωρέστε με. Αυτό το σπάνιο πράγμα μου φαίνεται πως έχει εκλείψει από την Εκκλησία, όπως η γλωσσολαλιά και τόσα άλλα. Σαν περιστερά σώφρων και φιλόστοργος ο Γέροντας, έκανε μέσα του χυλό τα θεία και μας τα μετέδιδε με το μελίρρυτο στόμα του. Τις ομιλίες του, τις διδασκαλίες του και τα βιβλία του χρόνια θα τα κρατούμε στα χέρια μας σαν λυχνάρι στις τρίβους της ζωή μας.

Θυμάμαι μια ομιλία του στον Άγιο Κωνσταντίνο Ομονοίας, την άγια νύχτα των Χριστουγέννων. Το πότε μη το ζητάτε, πάντα ζω εκτός χρόνου. Όχι μόνο μας οδήγησε στην σπηλιά, όχι μόνον είδαμε τον αστέρα, όχι μόνον προσκυνήσαμε τον Χριστό, αλλά, το σπουδαιότερο απ’ όλα, μας τον λίκνισε στην βρώμικη καρδιά μας. Και, αφού δεν διέκρινε δάκρυα στα μάτια των ακροατών, έκλεισε από την λύπη του την ομιλία μ’ έναν καντιωτικό επίλογο : «Σας ομιλώ, χριστιανοί μου, για το μυστήριο των μυστηρίων, την σάρκωση του Λόγου του Θεού, και κανείς σας δεν συγκινείται. Θα ανέβω μια μέρα στον άμβωνα και θα σας πω : «Χριστιανοί, χριστιανοί, απόψε είδα την Παναγία» και, όταν θα αρχίσετε να κλαίτε, θα σας μουντζώξω και θα πάω σε μια σπηλιά να κλαύσω τις αμαρτίες μου».

Και άλλη μιά αναφορά : Όταν οι πολιτικοί μας καπηλευότανε την έννοια της δημοκρατίας, εξήγγειλε ομιλία με θέμα : «Ποιός ο αληθινός δημοκράτης ;». Θέλησε ο Γέροντας να ταξιδέψει στα ανταριασμένα και επαφρίζοντα κύματα της εποχής εκείνης και, με μια ωραία διαδρομή στην Ιστορία, απέδειξε ότι ο μόνος αληθινός δημοκράτης είναι ο θάνατος. Υπήρξε τόσο παραστατικός, όσο καμιά άλλη φορά. Την δυσθυμία του ακροατηρίου τότε, με μια υπέροχη στροφή στην αιώνια ζωή, την μετέβαλε αμέσως σε ευθυμία.

Και μια άλλη στροφή στου «λυχναριού» τα λόγια (γιατί όλα αυτά τα κηρύγματα ήταν απογευματινά Κυριακάτικα) θα μας δώσει την πληροφορία πώς ο Γέροντας ήταν εκσυγχρονισμένος δάσκαλος της ευσεβείας, αλλά όχι συσχηματισμένος με τον αιώνα τούτον τον απατεώνα. Ο ταλαίπωρος νους μας θόλωσε με τις επισκέψεις του ανθρώπου στο φεγγάρι. Τότε ο Γέρων ανήγγειλε ομιλία με θέμα : «Υπάρχει ζωή στους άλλους πλανήτες ;». Ασφυκτικά γέμισε η αίθουσα και τα πεζοδρόμια. Απέδειξε περίτρανα το απεριόριστο της θείας δυνάμεως. Ο Θεός μπορεί τα πάντα. τίποτε δεν είναι αδύνατο για τον Θεό. Και έτσι, αν υπάρχει και άλλος κόσμος, αυτό δεν πρέπει να μωλωπίζει την πίστη μας και να την κλονίζει.

Ο Γέρων δεν το έπαιξε ποτέ μεγάλος Θεολόγος, αν και είχε πολλές δυνατότητες. Βρέθηκε στο μεταίχμιο του κηρύγματος της καθηκοντολογίας και θεολογίας. Εξακολούθησε όμως με τον ίδιο τρόπο να διδάσκει. Άριστα ταίριαζε την θεολογία με την καθηκοντολογία. Δεν χώρισε τα βιβλία της Εκκλησίας σε θεολογικά και ηθικοπλαστικά. Και «αυτά είναι δια τους διανοούμενους και τα άλλα για τους απλούς ανθρώπους». Πίστευε βαθειά πως ο Χριστός δεν ήρθε να κάνει επιστήμη και θρησκεία, αλλά Εκκλησία, που βιώνει την ζωή του Χριστού και των Αγίων.

Έλεγε χαρακτηριστικά : «Εμείς με την “Αμαρτωλών σωτηρία” υπομάσχαλα θα πορευθούμε στην Εκκλησία. Τα κηρύγματα της θεώσεως και τα αγιοπατερικά του ξένιζαν του παππού και με πολλή πικρία έλεγε. «Γιατί εμείς μέχρι τώρα τι κηρύτταμε, τον πελοποννησιακό πόλεμο ;».

(Συνεχίζεται)

ΠΗΓΗ : «ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ», ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
τευχ, 32, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2017, σσ. 22 κ.ε.

——————

<iframe width=»560″ height=»315″ src=»https://www.youtube.com/embed/s1w7pCM3hpg» frameborder=»0″ allow=»autoplay; encrypted-media» allowfullscreen></iframe>

—————–

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.