Το κομματι του φτωχου (ταινια μικρου μηκους) 2) Εικονα του αμαρτωλου. Δεν υπαρχει ημερα εις την ζωη του αμαρτωλου που το παθος του, ως απαισιο ορνεο να μη βυθιζη το ραμφος του & να αποσπα τις σαρκες του & να τον τυραννη & να τον βασανιζη. Παρακολουθηστε τον μεθυσο, τον σαρκολατρη…! Ποσοι Προμηθεις δεσμωται υπαρχουν! Αθλιοι ημεις! Δεν μπορουμε μονοι μας, χωρις την βοηθεια του Χριστου να απελευθερωθουμε απο τα δεσμα.
ΤΟ ΚΟΜΜΑΤΙ ΤΟΥ ΠΤΩΧΟΥ
Χριστιανικὴ ταινία μικροῦ μήκους. Παραγωγή ὁρισμένων εὐσεβῶν Ὀρθοδόξων χριστανῶν
https://youtu.be/DN-Gn7dbGIg
Ἀπὸ τὸ βιβλίο «ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ»
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου, σελ. 68-71
Εικονα του αμαρτωλου
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΑΤΕ, αγαπητοί, τήν εικόνα τοῦ Προμηθέως. Όπως είδομεν, μέ τον μύθον τοῦτον ό μεγαλοφυής ποιητής τής άρχαιότητος περιέγραψε τό δράμα τού άνθρώπου, παντός άνθρώπου. Καί σήμερον, ὅπως καί τότε ὅτε έγραφεν ό Αισχύλος, ό άνθρωπος πού ύπερηφανεύεται και άποστατεῖ άπό τον Θεόν περιπίπτει εις δυστυχίαν άπερίγραπτον. Κατασκευάζει μόνος του τάς άλύσεις, μέ τάς οποίας προσδένεται έπάνω είς τούς γυμνούς βράχους. Τον δέρνουν όλοι οί άνεμοι. Ό ρ ν ε α σαρκοβόρα όρμοῦν καί κατατρώγουν τάς σάρκας του. «Ω τον δυστυχή! Δίδει τό αίμά του, τήν ζωήν του, διά νά τρέφη τά θανατηφόρα πάθη. Αυτά εἶνε τά άδηφάγα όρνεα πού ποτέ δέν χορταίνουν. Μέσα είς τά στήθη του δέν έχει άνάπαυσιν. Ύπό τήν τυραννίδα τοῦ πάθους χάνει τήν άξιοπρέπειάν του, ράκος, σκέλεθρον καταντᾶ. Καί εάν ποτε έλθη εις συναίσθησιν τής τρομερός του καταστάσεως, άντιλαμβάνεται ότι εἶνε άνίκανος μέ μόνας τάς ἰδικάς του δυνάμεις νά άπελευθερωθῆ. Φωνάζει, κλαίει, διαμαρτύρεται, σείει τάς άλύσεις του, άλλά δέν μπορεῖ νά τὶς σπάση. Θά εἶνε μέχρι θανάτου Προμηθεύς δεσμώτης.
Λάβε, άγαπητέ μου, ώς παράδειγμα οίονδήποτε άμαρτωλό, καί θά δῆς ότι δέν υπάρχει ημέρα εις τήν ζωήν του πού τό πάθος, τό άπαίσιον τοῦτο όρνεον, νά μή βυθίζη τό ράμφος, νά μή άποσπα τὶς σάρκες του, νά μή τον τυραννή καί βασανίζη. Ό μέθυσος δέν δύναται νά θραύση τά ποτήρια καί νά εἴπη «Δέν θά πίω πλέον τό άλκοόλ, πού καίει τήν σάρκα καί κολάζει τήν ψυχήν μου». Ό σαρκολάτρης δέν δύναται νά κόψη τά δεσμά, μέ τά όποία τον έχει δέσει τό πάθος. Άλλου ίσως κάποτε έδειξεν άνδρείαν, έπροχώρησεν είς τάς γραμμάς, έκοψε συρματοπλέγματα τού εχθρού- άλλά τώρα δέν ήμπορεῖ νά κόψη τά συρματοπλέγματα τοῦ πάθους του, δέν δύναται νά εἴπη «Δέν θά πατήσω πλέον εις τον οίκον τής αμαρτίας». Πόσοι Προμηθείς δεσμῶται υπάρχουν! Άθλιοι ημείς! Δέν δυνάμεθα μόνοι νά άπελευθερωθοῦμε άπό τά δεσμά. Όμοιάζομεν, για ένθυμηθοῦμε ζωηρά εἰκόνα τοῦ Άριστοτέλους, όμοιάζομε μέ τούς δυστυχεῖς εκείνους ανθρώπους, τούς οποίους συνελάμβανον αρχαῖοι λησταί και κατεδίκαζον εις οικτρόν θάνατον προσδένοντες αυτούς εις τά πτώματα νεκρῶν, άπό τά όποια ήτο αδύνατον νά λυθοῦν. Νεκρός καί ζωντανός μαζί· οποῖον δράμα! Καί ὅμως, άδελφέ· αυτό τό δράμα, πού ακούεις καί φρίττεις, υπάρχει μέσα μας. Δέν ακούεις τον απόστολο Παῦλο πού λέγει «Τίς με ρύσεται έκ τοῦ σώματος τοϋ θανάτου τούτου;» (‘Ρωμ. 7,24); Ποῖος θά μέ λύση άπό τήν άμαρτία, πού ωσάν πτώμα μυρίζει, καί ὅμως είμαι αναγκασμένος νά συζῶ μετ’ αυτῆς καί νά αναπνέω τήν θανατηφόρον δυσωδίαν;…
Εις αυτήν τήν κατάστασιν ευρισκόμενοι, άνάγκη επείγουσα είνε νά προσκαλέσωμε Ἐκεῖνον πού αξίζει νά λέγεται καί γράφεται Ο ΕΛΕΥΘΕΡΩΤΗΣ.
Είνε ό ’Ιησοῦς Χριστός. ’Άκουσε, άγαπητέ άναγνώστα, τό χαρμόσυνον μήνυμα πού μετέδωκε τό πρῶτον εις τούς βοσκούς τῆς Βηθλεέμ ό άγγελος· «Ίδου ευαγγελίζομαι υμῖν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τω λαω, ὅτι έτέχθη ύμῖν σήμερον σωτήρ, ὅς έστι Χριστός Κύριος, έν πόλει Δαυίδ» ( Δουκ. 2,10-11).
’Αμφιβάλλεις ὅτι έγεννήθη Σωτήρ; Ίδέ ! Υπάρξεις πού ήσαν προσδεδεμέναι έπάνω εις τούς βράχους μιας υλιστικῆς καί κτηνώδους ζωῆς καί έφαίνετο ὅτι εκεῖ θά άπέθνησκον καί θά έγίνοντο βορά τᾶν εναερίων πνευμάτων, αίφνης ήλευθερώθησαν καί ψάλλουν τον ὕμνον της ελευθερίας. Μία ώρα πραγματικῆς ελευθερίας πλησίον τού Χριστοῦ αξίζει άπείρως περισσότερον από έτη καί δεκαετηρίδας καί αιώνας μιας ζωης ή οποία διαρρέει μέσα είς τά σιδηρά δεσμά της άμαρτίας.
’Αδελφέ, εις ποίαν κατάστασιν εύρίσκεσαι; Είσαι Προμηθεύς δεσμώτης, η Προμηθεύς λυόμενος; Μένεις είς την κακίαν, η ζητείς καί αγωνίζεσαι ν’ απαλλαγῆς άπ’ αυτήν; Έζήτησες μέ πίστιν, μέ δάκρυα, μέ φλογερά καρδία τήν βοήθεια ’Εκείνου ὁ ὁποῖος ήλθε νά σέ έλευθερώση; Σέ αφήνω μόνον νά σκεφθῆς αυτά ένώπιον τῆς φάτνης τοῦ Κυρίου.<
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.