Αυγουστίνος Καντιώτης



Σε τι διαφερει η Προηγιασμενη θεια λειτουργια απο τις αλλες Θειες λειτουργιες, του αγιου Ιακωβου, του μεγαλου Βασιλειου και του ιερου Χρυσοστομου

date Απρ 17th, 2019 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΚΑ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 10442

Προηγιασμενη θεια λειτουργια

17 Ἀπριλίου 2019 (2004)

Ακρα-ταπειν.Νὰ εὐχαριστήσουμε, ἀγαπητοί μου, τὸ Θεὸ ποὺ μᾶς ἐλέησε νὰ γεννηθοῦμε μέσα στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, τὸ περιβόλι αὐτὸ ποὺ εἶνε γεμᾶτο λουλούδια πνευματικά. Ἕνα τέτοιο λουλούδι, ποὺ μόνο μέσα στὴ γλάστρα τῆς Ὀρθοδοξίας φυτρώνει, εἶνε ἡ προηγιασμένη λειτουργία. Γι᾽ αὐτὴν θὰ μιλήσουμε.

* * *

Ἡ λειτουργία αὐτὴ διαφέρει ἀπὸ τὶς λειτουργίες τοῦ ἁγίου Ἰακώβου, τοῦ μεγάλου Βασιλείου καὶ τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Σὲ τί διαφέρει;

1. Τὴν πρώτη διαφορὰ τὴ λέει τὸ ὄνομά της· ὀνομάζεται προ-ηγιασμένη. Γιατί ὠνομάστηκε ἔτσι; Στὶς ἄλλες λειτουργίες, ποὺ εἴπαμε, ἐπάνω στὴν ἁγία τράπεζα εἶνε τὰ τίμια δῶρα, ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος, καὶ τὴν ἱερὰ ἐκείνη στι­γμὴ ποὺ ὁ ἱερεὺς λέει «Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν…» ἔρ­χεται τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο καὶ κάνει τὸ ψωμὶ σῶμα καὶ τὸ κρασὶ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας. Εἶνε τὸ πιὸ μεγάλο θαῦμα. Στὴν προηγιασμένη ὅ­μως δὲν συμβαίνει αὐτό· τὰ δῶρα ἔχουν ἁ­γι­ασθῆ πρωτύτερα, σὲ ἄλλη λειτουργία ποὺ ἔ­χει κάνει προηγουμένως ὁ ἱερεύς. Φυλάσσον­ται στὸ ἅγιο ἀρτοφόριο καὶ ἐξάγονται τώρα· εἶνε ἤδη ἁγιασμένα, εἶνε σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ.

Γιατί τὸ ἔκανε αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία; Γιὰ τὸν ἑξ­ῆς λόγο. Ὁ 52ος (ΝΒ΄) κανόνας τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμε­νι­κῆς Συνόδου λέει, ὅτι τὴ μεγάλη Τεσσαρακο­­­­στὴ ἀπαγορεύεται νὰ γίνεται λειτουργία Βασιλείου καὶ Χρυσοστόμου· ἐπιτρέπεται μόνο Σάββατο καὶ Κυριακή, καθὼς καὶ στὴν ἑ­ορ­τὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Γιατί; Διότι ἡ λειτουργία Βασιλείου καὶ Χρυσοστόμου ἔχει ἀ­ναστά­σιμο χαρακτῆρα, ποὺ δὲν συμβιβάζεται μὲ τὸ πένθιμο κλῖμα τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς.

–Καὶ δὲν φτάνουν οἱ λειτουργίες τοῦ Σαββάτ­ου καὶ τῆς Κυριακῆς; θὰ ρωτήσετε.

Οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ δὲν ἦταν σὰν κ᾿ ἐμᾶς ψυχροὶ καὶ ἀδιάφοροι. Ἔνιωθαν τὴν ἀνάγκη νὰ κοινωνοῦν ὄχι μόνο τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυ­ριακή, ἀλλὰ καὶ ἐντὸς τῆς ἑβδομάδος· καὶ Τετάρ­τη ποὺ εἶνε ἡ ἡμέρα τῆς προδοσίας, καὶ Παρα­σκευή, ποὺ εἶνε ἡ ἡμέρα τῆς σταυρώσε­ως τοῦ Χριστοῦ. Κι ὅπως ἡ μάνα καὶ πρὶν μιλή­σῃ τὸ παιδί της καταλαβαίνει τί θέλει, ἔτσι καὶ ἡ Ὀρ­θόδοξος Ἐκκλησία, ἡ γλυκειά μας μάνα, ἀ­κούει τὰ παιδιά της τί θέλουν. Καὶ ὅπως καμ­μιά μάνα δὲν ὑπάρχει ποὺ τὸ παιδί της θὰ ζητή­σῃ ψωμὶ καὶ θὰ τοῦ δώσῃ πέτρα (πρβλ. Ματθ. 7,9. Λουκ. 11,11), ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία μας· ἐφ᾿ ὅσον τὰ παιδιά της ζητοῦ­σαν πνευματικὸ ψωμί, «τὸν οὐ­ράνιον ἄρτον» (θ. Λειτ.), ἐκτὸς Σαββάτου καὶ Κυρι­ακῆς ποὺ γίνεται λειτουργία Χρυσοστόμου καὶ Βασιλείου, ὥρισε τὶς Τετάρτες καὶ Παρασκευ­ὲς τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἢ ἂν συμπέ­σῃ κι ἄλλη ἑορτή, νὰ τελῆται ἡ προηγιασμένη, γιὰ νὰ κοινωνοῦν συχνότερα οἱ Χριστιανοί.

2. Διαφέρει ἡ προηγιασμένη καὶ στὴν ἀκολουθία της. Ἔχει μερικὰ κατανυκτικὰ λόγια.

α΄) Πρῶτα – πρῶτα ἔχει περισσότερα ἀναγνώ­­σματα· ἔχει ψαλμοὺς καὶ ἄλλα ἐκλεκτὰ κομμάτια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπὸ τὴ Γένε­σι καὶ τὶς Παροιμίες. Κοντὰ σ᾿ αὐτὰ ὑπολογίστε καὶ τὰ ἀναγνώσματα ἀπὸ τοὺς μεγάλους προφῆ­τες καὶ μάλιστα τὸν Ἠσαΐα, τὸ λεγόμενο «πέμ­πτο εὐαγγελιστή», ποὺ ἀκοῦμε στὶς ὧρες. Συνιστῶ σὲ ὅλους ὅσοι ξέρετε γράμματα, τὶς ἡμέρες αὐτὲς νὰ διαβάζετε τὸν προφήτη Ἠ­σαΐα, ἔστω καὶ ἂν δὲν καταλαβαίνετε ὅλες τὶς προφητεῖες, ποὺ εἶνε «βαθειὰ νερά»· ὡρισμέ­να σημεῖα οὔτε οἱ μεγαλύτεροι θεολόγοι μπο­ροῦν νὰ τὰ καταλάβουν. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ κομμάτια, ποὺ μπορεῖ καὶ ὁ ἁπλὸς Χριστιανὸς νὰ τὰ καταλάβῃ καὶ νὰ τὰ χαρῇ.

β΄) Διαφέρει ἀκόμη ἡ λειτουργία αὐτὴ στὸ κατανυκτικὸ σημεῖο ποὺ ὁ ἱερεὺς ἀπὸ τὴν ὡ­ραία πύλη κρατάει λαμπάδα ἀναμμένη καὶ θυμιατό, καὶ μέσ᾿ στὸ σκοτάδι τοῦ ναοῦ λέει «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι». Τί νόημα ἔχουν τὰ λόγια αὐτά; Ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ φῶς. Αὐ­τὸς ἔκανε τὸ ὑλικὸ φῶς. Καὶ μπορεῖ σὲ μιὰ στι­γμή, μὲ ὅση εὐκολία ὁ καντηλανάφτης φυσάει καὶ σβήνει ἕνα κερί, ἔτσι ὁ Χριστὸς μπορεῖ νὰ σβήσῃ τὸν ἥλιο. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸ ὑλικὸ φῶς, ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ δημιουργὸς τοῦ φωτὸς καὶ ὑ­πὸ πνευματικὴ ἔννοια. Αὐτὸς εἶνε «τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰω. 8,12). Μέσα στὸ πηχτὸ σκοτάδι τῆς φοβερῆς εἰδωλολατρίας, ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἔφτασαν σὲ σημεῖο νὰ λατρεύουν καὶ τὰ πλέον εὐτελῆ ἀντικείμενα (ζῷα καὶ πέτρες) καὶ καίγανε τὰ παιδιά τους πάνω στοὺς βωμοὺς σὰν λιβάνι, καὶ ποὺ ἀκόμα καὶ στὴν Ἀθήνα ὅπου οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας κτίσανε τὸν Παρθενῶνα, παρ᾿ ὅλη τὴ σοφία καὶ ἐπιστήμη, ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἦταν ἄγνωστος κ᾿ ἔπρεπε νά ᾿ρθῃ ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιὰ νὰ κηρύξῃ τὸν «ἄγνωστο Θεό», μέσα στὴ φοβερὴ αὐτὴ νύχτα ποὺ κανένα ἀστέρι δὲν ἔφεγγε στὸν οὐρα­νό, ἦρθε τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. «Φῶς ἱλαρόν», γλυκύ, ἀθάνατο, καὶ ἔλαμψε στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ πράγματι ἕως σήμερα ἕνα φῶς, ἕνας φάρος λάμπει· ὁ Χριστός μας. Ἂς περνᾶ­νε οἱ αἰῶνες, ἂς αὐξάνεται ἡ γνῶσι, ἂς χτίζων­ται σχολειὰ καὶ πανεπιστήμια· γύρω ἁπλώνον­ται σκοτάδια, σκοτάδια μέσ᾿ στὰ κεφάλια τῶν μεγάλων, τῶν σοφῶν καὶ φιλοσόφων τοῦ κόσμου. Δὲν τὸ λέμε ἐμεῖς· τὸ φωνάζουν ὅλοι, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Φῶς μὲ τὴ διδασκαλία του, μὲ τὰ θαύματά του, μὲ τὴν ἀ­ρε­τή του, μὲ τὰ σεπτὰ πάθη του, μὲ τὴν ἀνάστασί του. Ὁ Χριστὸς ὄχι μόνο ὁ ἴδιος εἶνε φῶς, ἀλλὰ ἔχει τὴ δύναμι καὶ τὰ παιδιὰ τοῦ σκότους, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀσεβείας, νὰ τὰ κάνῃ «υἱοὺς φωτὸς καὶ υἱοὺς ἡμέρας» (Α΄ Θεσ. 5,5). «Ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε» (Ἐφ. 5,8). Γι᾿ αὐ­τὸ ὁ ἱερεὺς λέει «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι».

γ΄) Ἕνα ἄλλο τρίτο σημεῖο, στὸ ὁποῖο διαφέρει ἡ λειτουργία αὐτή, εἶνε ὅταν, μετὰ τὸ «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι», ὁ ἱερεὺς ψάλλει «Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου, ἔπαρσις τῶν χειρῶν μου θυσία ἑσπερινή» (Ψαλμ. 140,2). Τὰ λόγια αὐτά, ἀδελφοί μου, σημαίνουν, ὅτι στὸ ναὸ ἐρχόμαστε γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε. Τί εἶνε ἡ Ἐκκλησία; Ξοδεύουν χρήματα καὶ κάνουν πυραύλους καὶ βάσεις ἐκτοξεύσεως, γιὰ νὰ στείλουν τοὺς πυρ­αύλους στὸ διάστημα. Ὅσο ψηλὰ ὅμως καὶ νὰ φτάσουν οἱ πύραυλοί τους, δὲν φτάνουν τὸ Θεό. Ἀληθινὴ βάσις πυραύλων γίνεται ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ὅταν ψάλλει «Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου…». Ἔλα, ἄνθρωπε. Καὶ ὅπως οἱ πύραυλοι ἔχουν στὸ κάτω μέρος τὴν καύσιμη ὕλη ὡς δύναμι προωθήσεως, ἔτσι κ᾿ ἐσὺ ἔλα στὴν ἐκ­κλησία, ποὺ εἶνε μιὰ βάσις πνευματικῶν πυρ­αύλων. Βάλε κάτω ὡς βάσι τὴν ταπείνωσι. Κάνε τὴν ταπεινὴ καρδιά σου βάσι, καὶ ἐκτόξευσε στὸν οὐρανὸ τὴν προσευχή σου. Καὶ τότε ἡ προσ­ευχὴ θὰ φύγῃ, θὰ περάσῃ τὰ ἄστρα καὶ τὸν ἥλιο, καὶ θὰ φτάσῃ ἐπάνω στὸν «τρίτο οὐ­ρανό» (βλ. Β΄ Κορ. 12,2), στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄπιστοι δὲν πιστεύουν· ἐμεῖς ὅμως πιστεύουμε, ὅτι ἡ προσευχὴ φτάνει ἐκεῖ.

Ἀλλὰ ὑπάρχει ἕνας κίνδυνος· ὅπως μερικοὶ πύρ­αυλοι καταστρέφονται καὶ πέφτουν, ἔτσι ὑπάρχουν καὶ προσευχὲς ποὺ δὲν φτάνουν στὸ Θεό. Καὶ δὲν φτάνουν, γιατὶ ὑπάρχει κάποιο ἐμπόδιο. Ποιό εἶνε τὸ ἐμπόδιο; Εἶνε τὰ ἁ­μαρτήματά μας, τὰ πάθη μας, οἱ κακίες μας. Πρὸ παντὸς αὐτὸ ποὺ καταστρέφει τὴν προσ­ευχὴ καὶ δὲν τὴν ἀφήνει ὡς θυμίαμα εὔοσμο νὰ φτάσῃ στὰ οὐράνια, εἶνε ἡ ὑπερηφάνεια. Τὸ βλέπουμε αὐτὸ στὴν παραβολὴ τοῦ τελώνου καὶ τοῦ φαρισαίου. Ὁ φαρισαῖος μπῆκε στὸ ναό, στάθηκε ὄρθιος σὰν κυπαρίσσι, καὶ ἄρχισε νὰ καυχέται γιὰ τὶς ἀρετές του. Προσευχή­θηκε· ἡ προσευχή του ὅμως γύρισε πίσω, καὶ βαρειὰ σὰν τὸ μολύβι ἔπεσε κάτω. Ὁ τελώνης στάθηκε σὲ μιὰ γωνιά, κρύφτηκε πίσω ἀ­πὸ μιὰ κολώνα, καὶ χτυποῦσε τὰ στήθη του. Τὰ μάτια του γέμισαν δάκρυα, ἡ καρδιά του ἔ­καιγε ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό, καὶ ἔλεγε· «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18,13). Καὶ αὐτὴ ἡ προσευχή του ἔγινε ἕνας πνευματι­κὸς πύραυλος ποὺ ἔφτασε πάνω στὰ οὐράνια. Ὁ Θεὸς ἄκουσε τὴν προσευχὴ τοῦ ταπει­νοῦ τελώνη, μὰ δὲν ἄκουσε τὴν προσευχὴ τοῦ ὑπερήφανου φαρισαίου.

Ἂς μᾶς βοηθήσῃ ὁ Θεός, ἀδελφοί μου, κάθε φορὰ ποὺ ἐρχόμαστε στὴν ἐκκλησία, νὰ λησμονοῦμε κάθε ἐγκόσμιο καὶ κάθε ματαιότητα. Ἀρκετὴ εἶνε ὅλη ἡ ᾽βδομάδα νὰ σκεπτώμαστε τὰ ἐγκόσμια. Ἂς ἐρχώμαστε στὴν ἐκκλησία καὶ ἂς κάνουμε τὴν καρδιά μας βάσι πνευματική. Οἱ ἄλλοι ἂς στέλνουν πυραύλους· ἐμεῖς ἂς στέλνουμε προσευχές, νὰ φτά­νουν ἐπάνω στὰ οὐράνια. Δὲν εἶνε μῦθος, δὲν εἶνε παραμύθι, εἶνε μιὰ πραγματικότης ἡ ἁγία μας θρησκεία. Μόνο ὅποιος πιστεύει, ὅποιος ἀγαπᾷ τὸ Θεό, ὅποιος ἔκανε τὴν προσευχή του πραγματικὰ ἕνα θυμιατήρι, αὐτὸς καταλα­βαίνει τί σημαίνουν τὰ λόγια «Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου, ἔ­παρσις τῶν χειρῶν μου θυσία ἑσπερινή».

Θὰ σταματήσουμε ὅμως τώρα ἐδῶ. Καὶ ἂν θέλῃ ὁ Θεὸς θὰ συνεχίσουμε τὴν ἄλλη φορά.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Α΄ μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἰωάννου Νέας Μαδύτου – Ἀθηνῶν τὴν 31-3-1961. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 25-2-2004, ἐπανέκδοσις 15-3-2019.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.