1) «ΓΕΝΕΑ ΖΗΤΟΥΝΤΩΝ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ» 2) ΕΙΡΗΝΗ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ – «Ειρηνην Εκκλησια, λαω σου σωτηριαν δωρησαι ση εγερσει» (Γ΄ στ. εγκ.)
1) «ΓΕΝΕΑ ΖΗΤΟΥΝΤΩΝ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ»
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΚΘ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 1744
Μεγάλη Παρασκευὴ βράδυ
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
2) ΕIΡΗΝΗ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
«Εἰρήνην Ἐκκλησίᾳ, λαῷ σου σωτηρίαν δώρησαι σῇ ἐγέρσει» (Γ΄ στ. ἐγκ.)
Ἀπόψε, ἀγαπητοί μου, ψάλλεται ὁ ὄρθρος τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Ἀπ᾽ ὅλη τὴν ἀκολουθία ξεχωρίζει ἕνα τμῆμα, ποὺ τὸ θαυμάζουν ἀκόμα καὶ οἱ ξένοι. Εἶνε ἕνα ἀριστούργημα τοῦ ἀθανάτου βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ, τὸν ὁποῖο ἔχουμε λησμονήσει. Εἶνε ἕνα ποίημα, μιὰ συλλογὴ μικρῶν ποιημάτων μὲ ἰδιαίτερο ὄνομα, μία ἐκλεκτὴ ποιητικὴ συλλογὴ ποὺ ὀνομάζεται Ἐγκώμια. Εἶνε ἕνα μπουκέτο, μιὰ ἀνθοδέσμη, ποὺ τὰ λουλούδια του εἶνε διαλεγμένα ἕνα – ἕνα ἀπὸ τὸ ἀπέραντο περιβόλι ποὺ ὀνομάζεται ἁγία Γραφή. Ἔχουν συντεθῆ στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα· μόνο σ᾽ αὐτὴ τὴν ἀθάνατη γλῶσσα μποροῦσαν νὰ γραφοῦν τέτοια ποιήματα.
Τὰ Ἐγκώμια εἶνε ἑκατὸ καὶ διαιροῦνται σὲ τρεῖς στάσεις. Ἀπόψε θὰ προσπαθήσουμε νὰ ἑρμηνεύσουμε ἕνα ἀπὸ τὰ τελευταῖα ἐγκώμια τῆς τρίτης στάσεως, ἐκεῖνο ποὺ λέει·
«Εἰρήνην Ἐκκλησίᾳ,
λαῷ σου σωτηρίαν
δώρησαι σῇ ἐγέρσει».
* * *
Τί λέει τὸ ἐγκώμιο αὐτό; Ἐδῶ διακρίνουμε δύο ζεύγη λέξεων· τὸ ἕνα εἶνε «εἰρήνη» – «Ἐκκλησία» καὶ τὸ ἄλλο «λαὸς» – «σωτηρία». Μὲ τὸ πρῶτο ζεῦγος ὁ ἱερὸς ποιητὴς ἀπευθύνεται στὸν σταυρωθέντα Χριστὸ καὶ τὸν παρακαλεῖ, διὰ τῆς ἀναστάσεώς του ποὺ ἀκολουθεῖ νὰ δώσῃ στὴν Ἐκκλησία τὴν εἰρήνη, καὶ μὲ τὸ δεύτερο νὰ χαρίσῃ στὸ λαό του τὴ σωτηρία.
⃝ Ἡ εἰρήνη εἶνε μιὰ λέξι τόσο ἀγαπητή. Ἂν κανεὶς συνέλεγε τὰ εἰρηνιστικὰ κηρύγματα ποὺ ἀκούγονται, θὰ σχημάτιζε ὁλόκληρη βιβλιοθήκη. Γιὰ εἰρήνη μιλοῦν ὅλοι, ἀλλὰ στὴ γλῶσσα τῶν διπλωματῶν κρύβεται ἕνα μεγάλο ψέμα· λένε εἰρήνη, καὶ στὴν πρᾶξι κατεργάζονται πόλεμο. Ἡ Ἐκκλησία μας ὅμως τὴν ἔχει ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα αἰτήματά της· «Ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου…». Κυρίως ὅμως εὔχεται νὰ ὑπάρχῃ εἰρήνη στοὺς κόλπους της, εἰρήνη στὴν Ἐκκλησία.
⃝ Τί εἶνε ἡ Ἐκκλησία;
Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἐσφαλμένη ἰδέα. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶνε τὸ κτήριο τοῦ ναοῦ, τὰ ντουβάρια. Αὐτὰ μπορεῖ νὰ ἔρθῃ μιὰ ἐποχὴ ποὺ νὰ τὰ γκρεμίσουν οἱ ἄθεοι, ἡ Ἐκκλησία ὅμως θὰ ὑπάρχῃ. Ἀπόδειξις ὅτι τριακόσα χρόνια, στοὺς τρεῖς πρώτους αἰῶνες, ναοὶ δὲν ὑπῆρχαν, Ἐκκλησία ὅμως ὑπῆρχε, ἔστω καὶ ὑπὸ διωγμόν. Ποῦ ἦταν ἡ Ἐκκλησία; Κάτω ἀπὸ τὴ γῆ, στὶς κατακόμβες, ὅπως μπορεῖ νὰ δῇ κανεὶς ἂν ἐπισκεφθῇ τὴ ῾Ρώμη· ἐκεῖ ὁ πιστὸς λαὸς λάτρευε τὸν Κύριο. Ναοὶ ἄρχισαν νὰ κτίζωνται ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου· τότε ἀπὸ τὸ βάθος τῆς γῆς οἱ ναοὶ ἦλθαν στὴν ἐπιφάνεια. Συνεπῶς Ἐκκλησία εἶνε κάτι ἄλλο· εἶνε τὸ σύνολο τῶν πιστῶν· ἄντρες γυναῖκες καὶ παιδιὰ ποὺ πιστεύουν, ὅπου καὶ ἂν βρίσκωνται πάνω στὴ γῆ, αὐτοὶ ὅλοι, ἑνωμένοι μὲ τὸ δεσμὸ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ἀποτελοῦν τὴν ζῶσα Ἐκκλησία.
Ἐρχόμαστε στὸ δεύτερο ζεῦγος.
⃝ Τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, δὲν ἦταν ποτὲ πλειοψηφία στὸν κόσμο. Ἀλλὰ δὲν ἔχει ἀξία ἡ ποσότης. Χιλιάδες κ᾽ ἑκατομμύρια χαλίκια δὲν ἀξίζουν ὅσο ἕνα διαμάντι. Δός μου ἕνα διαμάντι καὶ πετῶ ὅλα τὰ χαλίκια. Τώρα δυστυχῶς τὰ χαλίκια θεωροῦνται διαμάντια καὶ τὰ διαμάντια θεωροῦνται χαλίκια. Καὶ προβλέπω, σύμφωνα μὲ τὴ Γραφή, ὅτι ὁ ἀριθμὸς τῶν ἀληθινῶν Χριστιανῶν θὰ ἐλαττωθῇ κι ἄλλο. Ἀλλ᾽ ὅσο κι ἂν συρρικνωθῇ, κι ἂν ἀκόμα μείνουν δύο μόνο συνειδητοὶ Χριστιανοὶ στὸν κόσμο, ἔχουμε Ἐκκλησία. Τέτοιος Χριστιανὸς ἦταν λόγου χάριν στὴ ῾Ρωσία τὰ χρόνια τοῦ διωγμοῦ ὁ Σολζενίτσιν. Δός μου δυὸ τέτοιους, καὶ εἶνε Ἐκκλησία. Ὅταν ὁ ὕμνος μιλάει γιὰ λαὸ δὲν ἐννοεῖ ὁποιοδήποτε λαό. Ἐννοεῖ τὸ λαὸ ποὺ πιστεύει καὶ λατρεύει τὸ Χριστό, ἐκτελεῖ τὶς ἅγιες ἐντολές του, ζῇ μὲ τὸ φρόνημα ἐκεῖνο ποὺ εἶχε ὁ ἥρωας Μακρυγιάννης ὁ ὁποῖος ἔλεγε «Πεθαίνω γιὰ τὴν πίστη μου». Αὐτὸς εἶνε ὁ εὐλογημένος λαὸς τοῦ Θεοῦ. Ἂν ὁ λαὸς χάσῃ τὴν πίστι καὶ λησμονήσῃ τὶς ἱερὲς παραδόσεις του καὶ παραδοθῇ στὰ διάφορα πάθη, τότε πλέον δὲν εἶνε λαὸς τοῦ Θεοῦ· γίνεται ὄχλος, καὶ τότε οὐαὶ καὶ ἀλλοίμονο. Παρασύρεται εὔκολα ἀπὸ δημαγωγούς, ποὺ παρουσιάζουν τὸ μαῦρο ἄσπρο καὶ τὸ ἄσπρο μαῦρο καὶ ὑπόσχονται λαγοὺς μὲ πετραχήλια. Τότε ὁ λαὸς αὐτὸς ἐκτρέπεται καὶ εἶνε ἄξιος νὰ διαπράξῃ ἀκόμη καὶ τὰ μεγαλύτερα ἐγκλήματα. Τότε δὲν διαφέρει ἀπὸ τὸν ἰουδαϊκὸ ὄχλο, ποὺ παρασυρόμενος ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς καὶ φαρισαίους κατεδίκασε τὸ Χριστὸ φωνάζοντας κάτω ἀπὸ τὸ πραιτώριο τοῦ Πιλάτου «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν» (Λουκ. 23,21). Χρειάζεται λοιπὸν μεγάλη προσοχή, νὰ προσέξουμε τὸ λαό μας νὰ τὸν κρατήσουμε στὸ δρόμο τῶν πατέρων καὶ τῶν μαρτύρων τῆς πίστεώς μας.
⃝ Τότε στὸ λαὸ αὐτό, ποὺ ἀκολουθεῖ πιστὰ τὸν Κύριο, ὑπάρχει ἡ σωτηρία. Τὸ εἶπε ὁ Χριστός· «Οὗ γάρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν» (Ματθ. 18,20). Αὐτοὶ ἀποτελοῦν τὸ μικρὸ ποίμνιο, στὸ ὁποῖο ἀναπαύεται ὁ Κύριος. «Μὴ φοβοῦ, τὸ μικρὸν ποίμνιον· ὅτι εὐδόκησεν ὁ πατὴρ ὑμῶν δοῦναι ὑμῖν τὴν βασιλείαν» (Λουκ. 12,32).
* * *
Ἡ Ἐκκλησία εἶνε τὸ σύνολο τῶν πιστῶν. Καὶ κατὰ τὸν ἅγιο Αὐγουστῖνο ἐπίσκοπο Ἱππῶνος ἡ Ἐκκλησία εἶνε «ὁ Χριστὸς παρατεινόμενος εἰς τοὺς αἰῶνας». Ὅπως λοιπὸν ὁ Χριστὸς πολεμήθηκε, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία πολεμεῖται. Πολεμεῖται μέχρι σήμερα ἀπ᾽ ἔξω κι ἀπὸ μέσα.
Ἀπ᾽ ἔξω, ἄλλοτε μὲν μὲ αἱμοσταγεῖς διωγμοὺς καὶ ἄλλοτε μὲ ἀθεϊστικὴ προπαγάνδα. Παλαιότερα στὴν εὐλογημένη πατρίδα μας δὲν ὑπῆρχε οὔτε ἕνας ἄπιστος· τώρα ἡ ἀπιστία ἔφτασε μέχρι τὴν τελευταία καλύβα. Σύνθημά τους οἱ ὑλισταὶ ἔχουν· «Γκρεμίστε τὴν Ἐκκλησία». Οἱ ἀνόητοι δὲν κατάλαβαν ὅτι, κι ἂν γκρεμίσουν τὰ ντουβάρια, ἡ Ἐκκλησία δὲν χάνεται, μάλιστα θὰ ζωντανέψῃ, διότι ὁ διωγμὸς τὴν καθαρίζει καὶ τὴ ζωογονεῖ. Γιὰ τοὺς διώκτας ἰσχύει τὸ «Σκληρόν σοι πρὸς κέντρα λακτίζειν» (Πράξ. 26,14). Εἶνε μωρὸς ὅποιος δίνει κλωτσιὲς στὰ καρφιά. Τὰ καρφιὰ δὲν θὰ πάθουν τίποτα, τὰ πόδια του θὰ ματώσουν. Δὲν μποροῦν λοιπὸν νὰ βλάψουν ἀπ᾽ ἔξω τὴν Ἐκκλησία.
Ἀπὸ μέσα ὅμως ἡ Ἐκκλησία μας πολεμεῖται πιὸ ἐπικίνδυνα. Πρῶτον μὲ τοὺς αἱρετικούς, ἀπὸ παλαιὰ μέχρι σήμερα. Οἱ δυτικοὶ θεώρησαν τὴν Ἀνατολὴ χωράφι γιὰ «ἱεραποστολὴ» καὶ βρῆκαν τὸν τόπο μας ἀμπέλι ξέφραγο. Μπῆκαν μέσα –μετρῆστε καὶ κλάψτε– τριακόσες αἱρέσεις καὶ προσπαθοῦν μὲ ὅλα τὰ μέσα νὰ χτυπήσουν τὴν πίστι μας, τὴν ἁγία μας Ὀρθοδοξία. Δὲν εἶνε πολὺς καιρὸς, ποὺ ἦρθε ἕνας ἄνθρωπος στὸ γραφεῖο τῆς μητροπόλεως· μοῦ ἔδειχνε μιὰ ἐπιστολή καὶ ἔκλαιγε. –Τί ἔχεις; λέω, πέθανε κανείς; –Ὄχι, λέει· κάτι χειρότερο. Ἕνας ἀδερφός μου στὴ Γερμανία ἔγινε χιλιαστής. Προτιμότερο νὰ πέθαινε… Ὁ χιλιασμός, ἡ παραφυάδα αὐτὴ τοῦ σιωνισμοῦ, στρέφεται κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ κατὰ τῆς πατρίδος. Ἦρθε καὶ ἐδῶ μὲ τὰ δολλάρια τοῦ Μπρούκλιν, τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῦ Ἰούδα, καὶ ταράζει τὴν εἰρήνη. Γι᾽ αὐτὸ ἁρμόζει ὁ ὕμνος «Εἰρήνην Ἐκκλησίᾳ…»
᾽Αλλὰ ἐγὼ φοβᾶμαι περισσότερο τὸν ἄλλο ἐσωτερικὸ πόλεμο. Τὸ μέτωπο, ὅταν εἶνε ὑγιὲς καὶ ἑνωμένο, δὲν κινδυνεύει ἀπὸ ἐξωτερικοὺς ἐχθρούς. Ὁ μεγάλος κίνδυνος εἶνε ἐκ τῶν ἔσω. Καὶ ἐσωτερικῶς πολεμεῖται ἡ Ἐκκλησία μας ἀπὸ μερικοὺς κακοὺς κληρικούς, ποὺ ἀνάξια φέρουν τὸ ῥάσο καὶ μὲ τὰ ἔργα καὶ τὴ συμπεριφορά τους ἀτιμάζουν τὸ ἔνδοξο αὐτὸ ἔνδυμα ποὺ φόρεσαν ἥρωες καὶ μάρτυρες. Πολεμεῖται ἀκόμα ἀπὸ τὴν ἀντιχριστιανικὴ ζωή, ποὺ ζοῦν πολλοὶ λεγόμενοι Χριστιανοί. Θά ᾽πρεπε κάθε πιστὸς στὴν κάθε στιγμὴ νά ᾽νε ἕνα φῶς, ἕνα ἀστέρι, ἕνας μικρὸς ἥλιος καὶ νὰ λέῃ στοὺς γύρω «Δεῦτε λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός» (τελ. Ἀναστ.). Συχνὰ ὅμως ἡ ζωὴ τῶν Χριστιανῶν, ἡ προσωπικὴ καὶ ἡ οἰκογενειακή, εἶνε σκοτεινή. Αὐτὸ κάνει τὴν Ἐκκλησία νὰ πονῇ καὶ ταράζει τὴν εἰρήνη της.
Γι᾽ αὐτὸ ἀπόψε παρακαλοῦμε· Χάρισε, Κύριε, γαλήνη στὴν Ἐκκλησία μας, νὰ μὴν ὑπάρχουν σκάνδαλα, αἱρέσεις καὶ διωγμοί, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀνάστασί σου νὰ βασιλεύῃ ἡ εἰρήνη.
* * *
Ἐγώ, ἀγαπητοί μου, γέροντας εἶμαι, σήμερα – αὔριο φεύγω ἀπὸ τὸν κόσμο τοῦτο. Ὑπηρέτησα τὴν Ἐκκλησία πάνω ἀπὸ μισὸν αἰῶνα, πέρασα διωγμοὺς καὶ περιπέτειες, ἀνέβηκα στὰ ψηλὰ βουνὰ καὶ εἶδα νὰ κυματίζῃ ἡ ἑλληνικὴ σημαία. Ὑψώνω τὰ χέρια στὸν οὐρανὸ καὶ εὔχομαι ἀπόψε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μου, ὁ Θεὸς νὰ εὐλογῇ τὸ λαό μας, τὴν Ἑλλάδα μας, τὴν ἱστορικὴ πόλι τῆς Φλωρίνης· ὁ Θεὸς νὰ φυλάῃ τὴν Ἐκκλησία μας, καὶ νὰ μᾶς ἀξιώσῃ νὰ ζήσουμε κατὰ τὴν παράδοσι τῶν πατέρων μας καὶ ν᾽ ἀποθάνουμε μὲ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 28-4-1989 τὸ βράδυ
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.