ΤA TΡΙΑ ΟΠΛΑ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ – Κυριακη του Θωμα (Πραξ. 5,12-20)
Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ (Πράξ. 5,12-20)
Τοῦ Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου Καντιωτου
ΤA TΡΙΑ ΟΠΛΑ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
«Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις διὰ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλά» (Πράξ. 5,12)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ δευτέρα Κυριακὴ τοῦ Πάσχα ἢ τοῦ Ἀντίπασχα. Θὰ πῶ λίγες λέξεις ἐξ ἀφορμῆς τοῦ ἀποστόλου, ἐπὶ τοῦ ῥητοῦ ποὺ εἶπα στὴν ἀρχὴ τῆς ὁμιλίας, καὶ παρακαλῶ νὰ προσέξετε.
* * *
Ὅποιος σκεφθῇ, ὅτι ἡ θρησκεία μας ἄρχισε ἀπὸ τὸ τίποτα, ὅτι ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου ἦταν μικρός, ὅτι κι ἀπ᾽ αὐτοὺς τοὺς λίγους μαθητάς του ὁ ἕνας τὸν πρόδωσε καὶ τὸν πούλησε ἀντὶ τριάκοντα ἀργυρίων, ὁ ἄλλος τὸν ἀρνήθηκε, κ᾽ οἱ ἄλλοι κρύφτηκαν φοβισμένοι· κι ὅταν κατόπιν σκεφθῇ, ὅτι οἱ ἕνδεκα μαθηταὶ ἔγιναν ἑβδομήντα, οἱ ἑβδομήντα ἔγιναν τρεῖς χιλιάδες, οἱ τρεῖς χιλιάδες πέντε χιλιάδες, ὅτι αὐτὸ τὸ ῥυάκι ἔγινε Ἁλιάκμονας ποὺ δροσίζει τὴν οἰκουμένη, τοῦ γεννιέται ἡ ἀπορία· ποιά τὰ αἴτια τῆς ἐξαπλώσεως τοῦ χριστιανισμοῦ; τί ἦταν ἐκεῖνο ποὺ ἔκανε τὴ θρησκεία μας ν᾽ ἁπλωθῇ τόσο πολύ;
Γιὰ νὰ διαδοθῇ μιὰ ἰδέα, ἕνα σύστημα ἢ ἕνα συγκρότημα, χρειάζονται –κατὰ κόσμον– α΄) χρῆμα, β΄) ὅπλα – βία, γ΄) γνῶσις – ἐπιστήμη. Ποιός ὑπολογίζει μικρὰ κράτη; ὁ νοῦς ὅλων εἶνε στραμμένος στοὺς κολοσσούς, στοὺς γίγαντες· αὐτοὺς ποὺ ἔχουν χρῆμα, ποὺ διαθέτουν τὰ τελειότερα ὅπλα, ποὺ ἔχουν τοὺς μεγαλύτερους ἐπιστήμονες. Ἀλλὰ εἶχε τέτοια πράγματα ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ; διέθετε λεπτά, ὅπλα, σοφοὺς καὶ ἐπιστήμονες;
Ἡ γῆ δὲν εἶδε οὔτε θὰ δῇ πιὸ φτωχοὺς ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους. Κι ἂν εἶχαν λίγα χρήματα, τά ᾽δωσαν κι αὐτὰ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ κ᾽ ἔμειναν πάμπτωχοι. Χρήματα δὲν εἶχαν· μήπως εἶχαν ὅπλα; Μὰ ὁ Χριστὸς τοὺς ἀφώπλισε, τοὺς ἀπαγόρευσε νὰ ὁπλοφοροῦν. Στὸν θερμόαιμο Πέτρο, ποὺ ἔβγαλε μαχαίρι κ᾽ ἔκοψε τὸ αὐτὶ τοῦ δούλου Μάλχου, λέει «Βάλε τὴν μάχαιράν σου εἰς τὴν θήκην»· «ὅποιος μαχαιρώσῃ, ἀπὸ μαχαίρι θὰ πάῃ» (Ἰω. 18,11. Ματθ. 26,52)· τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ παράδειγμα τῶν ἀποστόλων εἶνε τὸ ὑπόδειγμα τοῦ ἀφοπλισμοῦ γιὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Χρήματα δὲν εἶχαν, ὅπλα δὲν εἶχαν· μήπως εἶχαν σοφία – ἐπιστήμη; οὔτε ῥήτορες τῶν Ἀθηνῶν οὔτε φιλόσοφοι τῆς ῾Ρώμης οὔτε ἄλλοι ἐγγράμματοι ὑπῆρχαν μεταξύ τους. Πάμπτωχοι, ἄοπλοι, ἀγράμματοι οἱ ἁλιεῖς τῆς Γαλιλαίας. Πῶς λοιπὸν διαδόθηκε ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ μας; τί συνετέλεσε;
Τὰ αἴτια τῆς ἐξαπλώσεώς της δὲν πρέπει νὰ τ᾽ ἀναζητήσουμε σὲ ἐξωτερικοὺς παράγοντες, δὲν εἶνε ὑλικὰ – οἰκονομικά· θὰ τ᾽ ἀναζητήσουμε στὸν ἠθικὸ καὶ πνευματικὸ κόσμο καὶ θὰ τὰ βροῦμε στὰ βάθη τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς. Ἐκεῖ βρίσκονται. Ποιά λοιπὸν εἶνε αὐτά; Οἱ ἀπόστολοι εἶχαν τρία μεγάλα ὅπλα.
⃝ Τὸ πρῶτο ποιό ἦταν; Τὸ λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος· ἦταν «τὰ ῥήματα τῆς (αἰωνίου) ζωῆς» (Πράξ. 5,20)· κρατοῦσαν στὰ χέρια τους τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Ὤ τὰ λόγια αὐτά! Ὑπάρχει ζυγαριὰ νὰ τὰ ζυγίσῃ; Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶνε μέσα στὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο Εὐαγγέλιο, οὔτε εἰπώθηκαν ἀπὸ ἄλλον οὔτε θὰ εἰπωθοῦν ποτε στὸν κόσμο.
«Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι» τοῦ Κυρίου δὲν θὰ παρέλθουν (βλ. Ματθ. 24,35). Δὲν ἔχουν ῥητορεία Δημοσθένους καὶ φιλοσοφία Σωκράτους καὶ Πλάτωνος, δὲν ἔχουν φαντασία καὶ λογοτεχνία, ἔχουν ὅμως βάθος καὶ πλάτος, περιεχόμενο ἐννοιῶν ὠκεανὸν ὁλόκληρο. Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε γιὰ ὅλους· εἶνε ἄρτος – ψωμὶ γιὰ τοὺς πεινασμένους, νερὸ δροσερὸ γιὰ τοὺς διψασμένους, μέλι γλυκὸ γιὰ τὰ παιδιά, γάλα γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς, λιπαρὰ τροφὴ γιὰ τοὺς ὡρίμους, παρηγοριὰ γιὰ τοὺς πονεμένους καὶ πενθοῦντας, ῥομφαία καὶ σπαθὶ ἐναντίον τῶν ὀργάνων τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, ἡ πανοπλία τοῦ Παύλου. Γι᾽ αὐτὸ εἶπε κάποιος ὅτι, καὶ ἂν ὑπῆρχαν σὲ ἄλλους πλανῆτες ὄντα λογικά, δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ ἔχουν ἄλλη πίστι ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἀποστόλων. Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ «μάγευαν» τὶς καρδιὲς καὶ ἔτσι διαδόθηκε τὸ εὐαγγέλιο.
⃝ Δὲν ἦταν ὅμως μόνο τὰ λόγια, ἦταν καὶ τὰ ἔργα· ὡραία ὄχι μόνο ἡ διδασκαλία τῶν ἀποστόλων ἀλλὰ καὶ ἡ ζωή τους. Ὅ,τι δίδασκαν, τὸ ἐφάρμοζαν στὸν ἑαυτό τους. Ἔλαμπε ἡ ζωή τους ἀπὸ τὴν ἀρετή· τὴ ζωντανὴ ἐλπίδα, τὴν ἀκράδαντη πίστι, καὶ πρὸ παντὸς τὴν ἔμπρακτη ἀγάπη ποὺ θυσίαζε τὰ πάντα γιὰ τοὺς ἄλλους ἀκολουθώντας τὰ ἴχνη τοῦ ἐσταυρωμένου Λυτρωτοῦ. Καὶ οἱ ἄνθρωποι, ποὺ τοὺς ἔβλεπαν νὰ ζοῦν μιὰ ζωὴ ἀνώτερη καὶ νὰ πετοῦν ψηλά, νὰ γίνωνται ἄγγελοι, ἔλεγαν· Μιὰ θρησκεία, ποὺ ἔχει τὴ δύναμι νὰ παίρνῃ τὸ κάρβουνο καὶ νὰ τὸ κάνῃ διαμάντι, νὰ παίρνῃ ἕνα λύκο καὶ νὰ τὸν κάνῃ ἀρνί, νὰ παίρνῃ τὸν ἁμαρτωλὸ λῃστὴ καὶ νὰ τὸν κάνῃ ἅγιο, νὰ παίρνῃ τὸ κτῆνος καὶ νὰ τὸ κάνῃ χερουβὶμ καὶ σεραφίμ –«οἱ τὰ χερουβὶμ μυστικῶς εἰκονίζοντες»–, μιὰ τέτοια θρησκεία δὲν εἶνε δυνατὸν παρὰ νὰ εἶνε θεϊκή, καὶ αὐτὸς ποὺ τὴν ἵδρυσε δὲν εἶνε ἁπλὸς ἄνθρωπος ἀλλὰ εἶνε Θεός. «Τίς Θεὸς μέγας ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν; σὺ εἶ ὁ Θεὸς ὁ ποιῶν θαυμάσια (μόνος)» (Ψαλμ. 76,14-15).
⃝ Ἕνα λοιπὸν μέσο ποὺ διαδόθηκε ἡ θρησκεία μας εἶνε τὰ ῥήματα τῆς αἰωνίου ζωῆς, τὸ ἄλλο εἶνε ἡ λάμπουσα ζωὴ τῶν ἀποστόλων, καὶ τὸ τρίτο τὸ λέει πάλι ὁ ἀπόστολος σήμερα· «διὰ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλά» (Πράξ. 5,12). Ἔκαναν, δηλαδή, καὶ θαύματα οἱ ἀπόστολοι. Δὲν ἐξηγεῖται ἡ διάδοσις τοῦ εὐαγγελίου μόνο διὰ τοῦ λόγου καὶ τῆς ἁγίας τους ζωῆς· ἦταν ὡπλισμένοι καὶ μὲ δύναμι θαυματουργική. Ἔκαναν «σημεῖα καὶ τέρατα». Ποιά εἶνε τὰ «σημεῖα»; οἱ ὑπερφυσικὲς εὐεργεσίες· ὅτι ἄνθρωποι ἄρρωστοι ἐπὶ χρόνια, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ τοὺς γιατρέψῃ κανένας γιατρὸς καὶ κανένα φάρμακο καὶ κανένας μάγος, μέσα σ᾽ ἕνα λεπτὸ θεραπεύονταν. Καὶ μόνο «ἡ σκιὰ» τοῦ Πέτρου νά ᾽πεφτε πάνω τους, ἔφτανε νὰ τοὺς θεραπεύσῃ. Καὶ τὰ μαντήλια ἀκόμα καὶ τὰ ροῦχα, ποὺ ἄγγιζαν τὸ σῶμα τῶν ἀποστόλων, ἦταν θαυματουργικά (βλ. Πράξ. 5,15· 19,12). Καὶ ποιά εἶνε τὰ «τέρατα»; τὰ ἐκπληκτικὰ γεγονότα, ποὺ ὁ ἄπιστος δὲν τὰ πιστεύει ἀλλὰ ἐμεῖς τὰ πιστεύουμε. Στὴ ζωὴ τῶν ἀποστόλων ὁ κόσμος εἶδε π.χ. μέσα στ᾽ ἀμφιθέατρα λιοντάρια νὰ γίνωνται ἀρνιά, νὰ πλησιάζουν καὶ νὰ φιλοῦν τὰ πόδια τῶν ἁγίων· εἶδε τὴ φωτιὰ νὰ μὴν καίῃ τὰ κορμιά τους· εἶδε ν᾽ ἀνοίγουν τὶς φυλακὲς ἄγγελοι καὶ νὰ τοὺς ἐλευθερώνουν. Οὔτε φυλακὲς τοὺς περιώριζαν, οὔτε ποτάμια καὶ θάλασσες τοὺς ἔπνιγαν· καὶ τὰ βουνὰ ἀκόμα παραμέριζαν στὸ πέρασμά τους. «Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις διὰ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλά». Ὅπως ἕνα ἔγγραφο, γιὰ νά ᾽νε ἔγκυρο, πρέπει κάτω ἀπ᾽ τὸ κείμενο νά ᾽χῃ καὶ σφραγῖδα, ἔτσι καὶ αὐτὰ ποὺ κήρυτταν οἱ ἀπόστολοι δὲν ἦταν μόνο ὡραῖα λόγια ἀλλὰ εἶχαν καὶ σφραγῖδα· καὶ ἡ σφραγίδα, ποὺ βεβαίωνε τὴ θεϊκὴ προέλευσι τοῦ κηρύγματός τους, ἦταν τὰ θαύματα ποὺ τελοῦσαν. Ἡ διδαχὴ τῶν ἀποστόλων ἐβεβαιοῦτο «διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων» (Μᾶρκ. 16,20). Ὤ τί θὰ βλέπαμε ἂν ζούσαμε «ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις»!…
* * *
Θὰ πῇ κάποιος· Αὐτὰ συνέβαιναν «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ», σήμερα γιατί δὲν γίνονται θαύματα;… Γιὰ νὰ γίνῃ τὸ θαῦμα, ἀγαπητοί μου, χρειάζεται πίστι. Ἂν σήμερα δὲν γίνωνται θαύματα, δὲν εἶνε διότι ἀδυνάτισε ὁ Χριστός, ἀλλὰ διότι ἀδυνάτισε ἡ δική μας πίστι· εἶνε μᾶλλον ὀλιγοπιστία – νὰ μὴν πῶ ἀπιστία. Ὅπου ὅμως ὑπάρχει πίστι, καὶ σήμερα γίνονται θαύματα. Ἀκοῦστε ἕνα.
25 χιλιόμετρα ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, κοντὰ στὸ Μαραθῶνα, μιὰ φτωχὴ οἰκογένεια εἶχε ἕνα κοριτσάκι τῆς δευτέρας δημοτικοῦ. Αὐτό, καθὼς μάζευε λουλούδια γιὰ νὰ τὰ φέρῃ στὴ γιαγιά του, τὸ δάγκωσε ὀχιά. Τὸ μετέφεραν ἀναίσθητο στὸ καλύτερο νοσοκομεῖο τῶν Ἀθηνῶν, ἀλλὰ οἱ γιατροὶ εἶπαν· Δὲν ὑπάρχει πιὰ σωτηρία· ὅ,τι μπορέσαμε τὸ κάναμε… Τὸ παιδὶ εἶχε βυθιστῆ, ἦταν σὰν νεκρό. Μὰ ἡ μάνα πίστευε. Γονάτισε σὲ μιὰ γωνιὰ καὶ παρακαλοῦσε μὲ δάκρυα τὸ Χριστὸ νὰ τὸ κάνῃ καλά. Καὶ τὸ πρωί, ἐνῷ ὅλοι τὸ εἶχαν ξεγραμμένο, τὸ κοριτσάκι ἄνοιξε τὰ ματάκια του καὶ εἶπε· Μάνα μου, εἶμαι καλά!… Κι αὐτοὶ ἀκόμα οἱ ἄπιστοι γιατροὶ ἔμειναν κατάπληκτοι. Ἡ φωτογραφία του δημοσιεύθηκε στὶς ἐφημερίδες.
Γονεῖς, στηρίξτε τὸ σπιτάκι σας πάνω στὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ μας. Καὶ νά ᾽χετε χαρὰ καὶ ἀγαλλίασι ποὺ γεννηθήκατε μέσα σ᾽ αὐτήν.
Ἀδελφοί μου, στὰ ἴχνη τῶν ἀποστόλων! Ἂς καυχῶνται ἄλλα ἔθνη γιὰ τὶς μηχανὲς καὶ τὰ ὅπλα τους· ἡ μικρή μας πατρίδα ἔχει τὸ ἀνώτερο ὅπλο, τὴν πίστι. Κι ἂν σκιάσῃ ὁ οὐρανὸς ἀπὸ ἀεροπλάνα, κι ἂν γεμίσῃ ἡ γῆ ἀπὸ διαβόλους, ἐὰν ἐμεῖς, ὁ μικρὸς Δαυΐδ, ἔχουμε στὴν καρδιά του τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ, αὐτὴ θὰ νικήσῃ. Ἂς πλησιάσουμε, ἂς ἑνωθοῦμε, ἂς γίνουμε ἕνα μὲ τὸ Χριστό. Ἂς ἀποδείξουμε καὶ στὴ γενεά μας, ὅτι ὁ Χριστὸς ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Δημητρίου Κοζάνης τὴν 21-4-1963. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 28-2-2015.
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς περικοπὲς στὸ cd 77α΄Α τῆς σειρᾶς «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868)
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.