Ο ΘΕΟΣ ΜΑΣ ΚΑΛΕΙ ΣΤΟ ΔΕΙΠΝΟ
Δεκ 11th, 2009 | Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)
Ο ΘΕΟΣ ΜΑΣ ΚΑΛΕΙ ΣΤΟ ΔΕΙΠΝΟ
«Ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς» (Λουκ. 14,16)
Η διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴν ἁγία Γραφὴ εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἁπλῆ. Τόσο ἁπλῆ, ὥστε μποροῦν νὰ τὴν καταλάβουν καὶ παιδιὰ τοῦ δημοτικοῦ καὶ ἀγράμματοι χωρικοί. Ἀλλ᾽ ἐνῷ εἶνε ἁπλῆ, περιέχει τόσο βαθειὰ νοήματα, ὥστε καὶ μεγάλοι ἐπιστήμονες καὶ σοφοὶ μένουν ἔκθαμβοι ἐμπρὸς στὸ μεγαλεῖο της. Αὐτό εἶνε τὸ θαυμαστό.
Τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ εἶνε ποταμὸς ἀστείρευτος, ὠκεανὸς ἀνεξάντλητος· εἶνε ἕνα μεταλλεῖο χρυσοῦ, ποὺ ὅσο καὶ νὰ σκάψῃς καὶ νὰ βγάλῃς, ὁ χρυσὸς δὲν ἐξαντλεῖται.
Αὐτὸ παρατηροῦμε καὶ στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Διδάσκει μὲ εἰκόνες καὶ παραδείγματα ἀπὸ τὴν καθημερινὴ ζωή. Τὸ ἀκούσατε.
* * *
Τί μᾶς λέει; Ἕνας πλούσιος ἄρχοντας, ἀπὸ ἀγάπη στὸ λαό του, ἑτοίμασε γιὰ ὅλους τραπέζι, «δεῖπνον μέγα» (Λουκ. 14,16), καὶ παρέθεσε ὅ,τι ἐκλεκτὸ σὲ φαγητὰ καὶ ποτά. Ὅταν πλέον ἦταν ὅλα στὴν ἐντέλεια, διέταξε τὸ δοῦλο του νὰ καλέσῃ τοὺς συνδαιτυμόνες.
Θὰ περίμενε κανείς, ὅλοι νὰ δεχθοῦν αὐτὴ τὴν τόσο τιμητικὴ πρόσκλησι. Περίεργο ὅμως· κανένας δὲν πῆγε στὸ δεῖπνο! Ὅλοι προέβαλαν προφάσεις. Ὁ ἕνας ἀπήντησε· ―Ἀγόρασα χωράφι καὶ πρέπει νὰ πάω νὰ τὸ δῶ. Ὁ ἄλλος· ―Ἀγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια καὶ πάω νὰ τὰ δοκιμάσω. Καὶ ἄλλος, ἀναιδέστερος ἀπ᾽ ὅλους· ―Ἐγὼ μόλις πρὶν λίγο παντρεύτηκα καὶ δὲν εὐκαιρῶ. Ἔτσι κανείς δὲν πῆγε στὸ μέγα δεῖπνο. Ὁ ἄρχοντας ὠργίστηκε καὶ διέταξε νὰ προσκαλέσουν ἄλλους ἀντὶ αὐτῶν ποὺ δὲν δέχθηκαν τὴν τιμητικὴ πρόσκλησι.
Αὐτὸ εἶνε τὸ πρῶτο μέρος τῆς παραβολῆς. Ἂς ἐπιμείνουμε σ᾽ αὐτό. Ἀφοῦ εἶνε παραβολή, ὁ Κύριος ἄλλα λέει καὶ ἄλλα ἐννοεῖ. Ποιός εἶνε αὐτὸς ποὺ ἐκάλεσε στὸ δεῖπνο τὸ μέγα; Δὲν εἶνε ἄλλος παρὰ ὁ Θεός, ὁ οὐράνιος Πατέρας. Αὐτὸς εἶνε πιὸ πλούσιος ἀπ᾽ ὅλους, ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων. Αὐτὸς λοιπὸν ἑτοιμάζει τράπεζα.
Τρία τραπέζια μᾶς ἑτοίμασε ὁ Θεός. Τὸ ἕνα εἶνε τὸ κατώτερο, τὸ ἄλλο εἶνε τὸ ἀνώτερο, καὶ τὸ τρίτο εἶνε τὸ ἀνώτερο ἀπ᾽ ὅλα.
⃝ Τὸ ἕνα ποιό εἶνε· τὸ ὑλικό. Δὲν ἔχει μόνο ψυχὴ ὁ ἄνθρωπος, ἔχει καὶ σῶμα. Τὸ μεσημέρι θὰ καθίσετε ὅλοι στὸ τραπέζι. Τὸ νερὸ ποὺ θὰ πιῆτε τίνος εἶνε; Στὸ φεγγάρι καὶ στὰ ἄστρα σταλαγματιά νερὸ δὲν ὑπάρχει. Ἐδῶ ὑπάρχει. Τὰ φροῦτα ποὺ τρῶς καὶ ὅλοι οἱ καρποί, ὅ,τι ἐκλεκτὸ ἔχει ἡ γῆ, τοῦ Θεοῦ εἶνε. Ὅταν κάθεσαι γιὰ φαγητό, συλλογίσου· μὴ ζῇς σὰν ἄλογο ζῷο. Εὐχαρίστησε τὸ Θεό.
⃝ Στρώνει λοιπὸν κάθε μέρα τραπέζι ὁ Κύριός μας γιὰ ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς ἀνθρώπους· κι αὐτὸ εἶνε τὸ ἕνα τραπέζι, ἡ τροφὴ τοῦ σώματος. Ἀλλ᾽ ὑπάρχει κ᾽ ἕνα ἄλλο τραπέζι ἀνώτερο· ὁ μυστικὸς δεῖπνος. Ποῦ εἶνε τὸ τραπέζι αὐτό; Ἔχετε μάτια πνευματικά; ῾Ρῖξτε ἕνα βλέμμα μέσα στὸ ἱερὸ βῆμα. Ἐκεῖ εἶνε τὸ τραπέζι· εἶνε ἡ ἁγία τράπεζα. Ὤ ἂν εἴχαμε μάτια πνευματικά! θὰ βλέπαμε τὴν ἁγία τράπεζα νὰ μαρμαίρῃ, ν᾽ ἀστράφτῃ, νὰ φλέγεται, καὶ νὰ τὴν περικυκλώνουν ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, ὅπως λέει τὸ ἀπολυτίκιο τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος. «Ὅταν λειτουργοῦσες», λέει, ἅγιε Σπυρίδων, «ἀγγέλους ἔσχες συλλειτουργοῦντάς σοι». Ὁ Θεός, ἄνθρωπε, σοῦ στρώνει τραπέζι γιὰ τὸ σῶμα (τὸ φαῒ ποὺ τρῶς) καὶ τραπέζι ἀνώτερο γιὰ τὴν ψυχή (τὴ θεία κοινωνία, τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ). Δὲν ἀκοῦς; «Λάβετε, φάγετε…», «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες…» (θ. Λειτ.)!
⃝ Τέλος σὲ περιμένει κ᾽ ἕνα ἄλλο τραπέζι, ἀνώτερο ἀπ᾽ ὅλα. Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Εἶνε ἡ κοινωνία μὲ τὸ Θεὸ στὴν αἰωνιότητα, στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἐκεῖ κατευθυνόμεθα.
Μᾶς καλεῖ λοιπὸν ὁ Θεός. Πῶς μᾶς καλεῖ; Μὲ διαφόρους τρόπους. Ἀναφέρω πέντε.
⃝ Ὅπως ἐκάλεσε τοὺς προσκεκλημένους μὲ τοὺς δούλους, ἔτσι καλεῖ κ᾽ ἐμᾶς μὲ τοὺς ὑπηρέτας του, ποὺ εἶνε οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ κήρυκες. Κάθε φορὰ ποὺ ἀκούγεται κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου, μία πρόσκλησις εἶνε· Ἐλᾶτε!…
⃝ Ὅταν φαινώμεθα σκληροί, ὁ Κύριος προσκαλεῖ μὲ ἄλλο τρόπο· μὲ τὴ φωνὴ τῶν θλίψεων, τῶν πειρασμῶν, τῶν περιπετειῶν τοῦ βίου.
⃝ Μᾶς καλεῖ ἀκόμα μὲ τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεως. Ὤ αὐτὴ ἡ συνείδησις! Ἐκεῖ ποὺ κοιμᾶσαι ἢ ποὺ περπατᾷς, σὲ κεντάει καὶ φωνάζει· Ἁμαρτωλέ, ἕως πότε δὲν μετανοεῖς; Σοῦ ὑπενθυμίζει τὰ ἁμαρτήματά σου. Κι ὅταν πλησιάζουν ἡμέρες γιορτινές, ἡ φωνή της γίνεται πιὸ δυνατή. Δὲν ὑπάρχει δριμύτερο κατηγορητήριο ἀπὸ τὶς τύψεις τῆς συνειδήσεως.
⃝ Κάθε μέρα καὶ κάθε στιγμὴ μᾶς καλεῖ ὁ Θεὸς νὰ τὸν πλησιάσουμε. Ἔχει ὅμως καὶ μία ἡμέρα ἐπίσημη ποὺ ἀνοίγει τὰ ἀνάκτορά του καὶ λέει· Ἐλᾶτε! Εἶνε ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς. Κυριακὴ σημαίνει ἡμέρα ἀφιερωμένη στὸν Κύριο.
⃝ Συγκεκριμένα μᾶς καλεῖ – πῶς; Μὲ τὶς καμπάνες, ποὺ χτυποῦν κι ἀκούγονται σὲ ἀπόστασι. Τί εἶνε οἱ καμπάνες; φωνὴ ἀγγέλων, σάλπιγγες οὐρανοῦ ποὺ σημαίνουν προσκλητήριο, γιὰ νὰ δώσουμε κ᾽ ἐμεῖς τὸ παρών. Ὅταν ἀκοῦμε τὴν καμπάνα, φτερὰ στὰ πόδια γιὰ τὴν ἐκκλησία. Στὴν τουρκοκρατία, χωρὶς καμπάνες, ὅπως λέει ἕνας περιηγητής, ὅλοι ἔτρεχαν στὴν ἐκκλησία. Τώρα, μὲ χιλιάδες καμπάνες νὰ χτυποῦν, δὲν ἐκκλησιάζονται.
Κι ἅμα τοὺς ρωτήσῃς «γιατί;», προβάλλουν κι αὐτοὶ προφάσεις· ὅτι δὲν ἔχουν καιρό, ἔχουν δουλειές, εἶνε κουρασμένοι ἀπ᾽ τὸ ξενύχτι… Εἶνε ἁμαρτία, τὴν ὥρα ποὺ χτυποῦν οἱ καμπάνες, τὰ ἀντρόγυνα νὰ κοιμοῦνται, ἄλλοι ν᾽ ἀνεβαίνουν στὰ βουνὰ γιὰ κυνήγι ἢ ὀρειβασία, ἄλλοι νὰ πηγαίνουν ἐκδρομὴ καὶ νὰ πηκτώνουν οἱ δρόμοι ἀπὸ τ᾽ αὐτοκίνητα.
Καὶ ἡ Ἐκκλησία; Τὴν λησμονήσαμε δυστυχῶς! Μία πρόχειρη στατιστική, ποὺ ἔγινε, ἔδειξε ὅτι στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τοὺς ἑκατὸ Χριστιανοὺς τὴν Κυριακὴ ἐκκλησιάζονται – πόσοι; Μόνο δύο τοῖς ἑκατό (2%)! Αὐτὸ δείχνει, ὅτι δὲν ἔχουμε σύνδεσμο μὲ τὴν Ἐκκλησία μας.
Εἴμεθα κατώτεροι τῶν ἀλλοθρήσκων. Πήγαινε στὸν Ἕβρο καὶ στὴν Τουρκία. Ἡμέρα λατρείας ἔχουν τὴν Παρασκευή, καὶ τότε ὅλοι εἶνε στὰ τζαμιά, ν᾽ ἀκούσουν τὸ χότζα. Πήγαινε καὶ στὸ Ἰσραήλ. Ἡμέρα λατρείας ἔχουν τὸ Σάββατο, καὶ τότε δὲν κινοῦνται αὐτοκίνητα παρὰ μόνο τῆς ἀστυνομίας καὶ τοῦ γιατροῦ.
Καὶ ἐμεῖς, ποὺ ἔχουμε τὴν ὡραιοτέρα θρησκεία; Χαλίκια εἶνε ἡ θρησκεία τῶν Τούρκων καὶ τῶν Ἑβραίων. Ἐμεῖς ἔχουμε τὸ διαμάντι, τὴ μόνη ἀληθινὴ πίστι. Καὶ ὅμως δὲν ἐκκλησιαζόμεθα. Εἴμεθα ἀδικαιολόγητοι, ἀγαπητοί μου. Ὁ Θεὸς δὲ ζητάει κάτι δύσκολο. Ἀπὸ τὶς 168 ὧρες τῆς ἑβδομάδος ζητάει 1 ὥρα! Τόσο βαστάει ἡ θεία Λειτουργία ἀπὸ τὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός…» μέχρι τὸ «Δι᾽ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων…». Κ᾽ ἐμεῖς; Οὔτε 1 ὥρα δὲν ἀφιερώνουμε! Τί λόγο θὰ δώσουμε;
Καὶ δὲν ἀρκεῖ βέβαια μόνο νὰ ἐκκλησιαζώμεθα· αὐτὸ εἶνε τὸ μικρότερο. Πρέπει νὰ ἐκκλησιαζώμεθα μὲ προσοχή. Ἂν κατέβαινε ἄγγελος καὶ ἐξέταζε τὶς καρδιές, θὰ διεπίστωνε ὅτι εἴμεθα παρόντες τῷ σώματι, ἀπόντες τῷ πνεύματι. Στὸ Σταλινγκρὰντ καὶ στὴ Μόσχα, ὅταν περνοῦν τὰ ἅγια, κλαῖνε. Εἴδατε ἐδῶ κανένα δάκρυ στὴν ἐκκλησία; Ἀναίσθητοι παρακολουθοῦμε. Ἀλλοίμονο! «Ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οὗτος· οὐκ ἔστι τοῦτο ἀλλ᾽ ἢ οἶκος Θεοῦ, καὶ αὕτη ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ» (Γέν. 28,17).
* * *
Μᾶς προσκαλεῖ, ἀγαπητοί μου, ὁ Κύριος στὴν Ἐκκλησία του. Σὲ λίγες μέρες θὰ χτυπήσουν χαρμόσυνα οἱ καμπάνες καὶ θ᾽ ἀκουστῇ τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη» (Λουκ. 2,14). Ὅλοι νὰ τρέξουμε στὴν Ἐκκλησία μας. Ἀλλ᾽ ὄχι μόνο τὰ Χριστούγεννα· κάθε Κυριακὴ νὰ ἐκκλησιαζώμεθα.
Καὶ ὄχι μόνο ἐσὺ νὰ ἔρχεσαι. Εἶσαι πατέρας, εἶσαι μάνα; Φώναξε καὶ τὰ παιδιά. Ἔτσι γινόταν στὸν Πόντο, στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὴ Μακεδονία· σηκωνόταν ὁ πατέρας, ἔπαιρνε τὰ παιδιὰ καὶ πήγαιναν ὅλοι μαζὶ στὴν ἐκκλησία. Δεῖξτε μου ἕνα πατέρα νὰ τὸ κάνῃ αὐτό! Ἂν τὸ κάνῃς, νὰ εἶσαι βέβαιος· μιὰ μέρα θὰ πεθάνῃς, ἀλλὰ τὰ παιδιὰ ποτέ δὲν θὰ λησμονήσουν ὅτι τά ᾽παιρνες ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὰ πήγαινες στὴν ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ μας! Τὸ ἴδιο ὁ δάσκαλος ἢ ὁ προϊστάμενος κάθε ὑπηρεσίας· προτρέψτε ὅλους νὰ ἐκκλησιάζωνται.
Ὅλοι στὴν ἐκκλησία! Ἐκεῖ γίνεται τὸ λουτρὸ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες τῆς ἑβδομάδος. Ὅπως κάνεις λουτρὸ στὸ σῶμα, ἔτσι μιὰ φορὰ τὴν ἑβδομάδα κάνε καὶ λουτρὸ πνευματικό, νὰ καθαρίζεται ἡ ψυχή σου.
Καὶ ὅταν εἶσαι μέσα στὴν ἐκκλησία, κι ἀκοῦς τὰ Εὐαγγέλια, καὶ βλέπῃς τοὺς ἱερεῖς καὶ τὰ ἅγια τῶν ἁγίων, καὶ κοινωνῇς τῶν ἀχράντων μυστηρίων, τότε ―δὲν εἶνε ψέμα― τὰ ἄστρα κατεβαίνουν στὴ γῆ, κ᾽ ἡ καρδιά σου γίνεται παράδεισος, κατοικία ἀγγέλων, καὶ ἀκούγεται μέσα· «Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου, Κύριε τῶν δυνάμεων. ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ ψυχή μου εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ Κυρίου» (Ψαλμ. 83,2-3).
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ὁμιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου στόν ἱερό ναὸ τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου Πτολεμαΐδος 13-12-1981)
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.