ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΕ, ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (ΤΗΣ ΓΟΝΥΚΛΙΣΙΑΣ) ή ΤΗΣ ΟΣΦΥΟΚΑΜΨΙΑΣ ΚΑΙ ΔΟΥΛΟΠΡΕΠΕΙΑΣ;
ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΕ, ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (ΤΗΣ ΓΟΝΥΚΛΙΣΙΑΣ)
ή ΤΗΣ ΟΣΦΥΟΚΑΜΨΙΑΣ ΚΑΙ ΔΟΥΛΟΠΡΕΠΕΙΑΣ;
Τοῦ συνεργάτου μας Κ.Θ.
«Ημίν τοίς αμαρτωλοίς, τοίς αναξίοις δούλοις, ών εξέλιπον έν ματαιότητι αί ημέραι ημών, τοίς βεβυθισμένοις έν αμαρτίαις καί αγνοία καί ακηδία, τοίς παραδεχομένοις τήν ελάτωσιν τής ισχύος ένεκεν τού γήρως, τοίς ομολογούσι τήν πρός ασωτείαν απομάκρυνσιν καί ποθούσι τήν πρός τόν Πατέρα επιστροφήν, τοίς εγνωκόσι τό πλήθος τών πλημμελημάτων ημών, τοίς αιτούσιν ασφαλισθήναι τήν ζωήν τοίς αγίοις καί ιεροίς νόμοις Του αλλά πόρω απέχουσιν αυτών, τοίς βουλομένοις περιχαρακωθήναι τή αληθεία Του, τή Έκείνου πίστει μαθητεύσαι καί τή Άγία Τριάδι θεολογείν, πηγήν τε τής σωτηρίας καί τής χάριτος Αυτήν έχουσι, τοίς αγνοούσι (τώ πράγματι) τό πώς δεί, καί υπέρ ών (δεί) προσεύχεσθαι, τοίς βεβυθισμένοις (καί πάλιν) τώ αμετρήτω πελάγει τού πλήθους τών ανομιών, έν απογνώσει ψυχής ισταμένοις, οδόν έν ή δεί πορεύεσθαι μή ειδότες, τοίς επιποθούσι πνεύμα συνέσεως καί σοφίας παρασχεθήναι καί δωρηθήναι αυτοίς, Πνεύμα ευθές εγκαινισθήναι τοίς εγκάτοις, καί Πνεύματι ηγεμονικώ τό τής διανοίας ολισθηρόν στηριχθήναι, μή, παρά Σού καταλιπομένοις, τοίς φθειρομένοις τού κόσμου εναπατάσθαι τερπνοίς, τοίς Σοί μόνον αμαρτάνουσι, αλλά καί Σοί μόνον λατρεύουσι!!!!!
Μετά ταύτα καί άπειρα-αναρίθμητα άλλα. Ούκ οίδαμεν, Βαρθολομαίε, (ειπέ μετά παρρησίας), «Ούκ οίδαμεν προσκυνείν Θεώ αλλοτρίω, ουδέ διαπετάζειν πρός έτερον Θεόν τάς εαυτών (τάς ιδικάς μας) χείρας»(;), όπως πρός … Μωάμεθ! Βούδα! Βράχμαν! Ζωροάστρη! Βελίαλ! Βόδια! Φίδια! Μέγα Άρχιτέκτονα τού Σύμπαντος!, όλο τό κακό συναπάντημα καί δέ συμμαζεύεται;!! ή «οίδαμεν» καί (μάλιστα, κατά σήν γνώμην, παραγγελίαν, παρότρυνσιν καί υπόδειξιν) «δεί διαπετάζειν αυτοίς καί τούτοις»;!!! Νά συνεχίσωμε νά υψώνωμεν -άν όχι όσίας- αναξίους (έστω) χείρας, είς τό «λυτρούσθαι (καί είς τό εξής) ημάς από πάσης ταραχής καί δειλίας, τής έκ τού Διαβόλου ημίν προσγινομένης», ή νά παύσωμεν, ιστάμενοι ατενώς πλέον ενώπιον τού διαβόλου; «Ή αενάως βρύουσα ζωτική καί φωτιστική πηγή, ή συναϊδιος τού Πατρός δημιουργική δύναμις, Ό… Ό… Ό υπερκάλλως πληρώσας πάσαν τήν οικουμένην, Χριστός ό Θεός ημών,
Ό προσαγαγών εαυτόν (Του) άμωμον υπέρ ημών ιερείον, τό Σώμα δούς τό άχραντον είς θυσίαν, τό πάσης αμαρτίας άψαυστόν τε καί άβατον, καί διά τής φρικτής (Του) ταύτης θυσίας, καί ανεκδιηγήτου ιερουργίας, ζωήν ημίν αιώνιον χαρισάμενος… Ό (καί) είς άδου καταβάς, καί μοχλούς αιωνίους συντρίψας, καί τοίς κάτω καθημένοις άνοδον υποδείξας, τόν δέ αρχέκακον καί βύθιον δράκοντα, θεοσόφω δελεάσματι (δολώματι) αγκιστρεύσας, καί σειραίς ζόφου δεσμεύσας έν ταρτάρω, καί πυρί ασβέστω, καί σκότω(-ει) εξωτέρω, διά τής απειροδυνάμου Του κατασφαλισάμενος ίσχύος»…, Αυτός, Πατριάρχα μου Βαρθολομαίε, έχει «αδελφό»;! ΄Εχει «Συνθεό» αφήσει ξωπίσω Του, επανελθών (μετά τήν Θείαν Αυτού Άνάληψιν) ώς «νικητής τού θανάτου» είς τόν τόπον «ένθα ήν τό πρότερον», δυναμένων (πλέον) καί ημών (μετά τήν Δευτέραν ΄Ενδοξον Αυτού Παρουσίαν) συνεισέρχεσθαι είς τήν Ουράνιον Του Βασιλείαν, έκείσε, «όπου Αυτός-Χριστός Πρόδρομος πρό ημών εισήλθε» καί μάς αναμένει;; ΄Εστειλαν κι’ εκείνοι (οί υπό σού δακτυλοδεικτούμενοι καί κατονομαζόμενοι «αρχηγοί πίστεων(!!)» αποστόλους, θέμενοι τούτους(!) ευαγγελιστάς καί άλλης (κάποιας) «ευσεβούς διαβολοπίστεως»(!), καί «ομολογητάς καί κήρυκας κάποιας ακόμη αληθούς(!!!) ψευτοδιαολολογίας»; Νιώθεις μπροστά σ’ αυτά ταπεινός, πανάθλιος καί οικτρός, Βαρθολομαίε μου; Τί βιολί (επί τέλους) βαράς; Ξεκαθάρισέ μας το! Πού ή συντετριμμένη καρδία σου καί ή αμετεώριστος προσφορά δοξολογίας πρός τήν Παναγίαν Τριάδα, καί ή ευχαριστία σου έναντι τών μεγάλων Τού Σωτήρος ημών δωρεών, άς εποίησε καί ποιεί πάντοτε (καί) είς Σέ;! Ίδιαίτατα πού σέ ανεβίβασε στόν Πατριαρχικόν θρόνο;! ΄Εχεις συναίσθηση τής βαρύτητος τού πράγματος;! Έως πότε θά ασεβής;! Πού ή συστολή καί ή έκ τού βάρους σύγκαμψις; Πού ή ομολογία τής ασθενείας σου καί ό φόβος μή συναπολεσθής μέ τίς ανομίες σου καί τίς έκνομες, αντικανονικές, αντιπατερικές καί αντιευαγγελικές πράξεις-ενέργειές σου;! Σέ πιά ταπείνωσή σου νά ποιήση μέγα -ή έστω μικρόν- έλεος;! Έν ημέρα δικαιοσύνης περιπατείς; «Νύν-σήμερον ανήκουστα ηκούσθη καί συνέβη. «Τό πλήθος καί τό βάρος τών ανομιών σέ συνέχει»; «Τείνεις χείρα πρός Αυτόν ώς ό Πέτρος, βυθιζόμενος, τού σωθήναι σε»; Ποία ή ακατάκριτος παρρησία, έξ ής αντλείς τήν τόλμην νά δοξάζης επί πάσι Αυτόν, Τόν Μόνον αληθινόν καί φιλάνθρωπον Θεόν;!!! Είναι Μόνος, έχει «παρακειμένους» άλλους 347, (σύν Αυτώ, τώ Μόνω), σύνολον 348 πού τούς καταλέγει (κατάλογος) ή γκλάβα σου;! Μέ συμπαθάς, αλλά «δέν τρώγεσαι» μέ τίποτε! «Εμέσαι σε μέλλει Κύριος»!! ΄Ετι αναισθητείς καί περί άλλων καί «περί πολλών τυρβάζει»;! Έως πότε «μακρύνει άπ’ Αυτού»;! «Τίνι άλλω έσται σοι σωτηρία»;! «Άπάλλαξε τήν ποίμνην Αυτού τής λοιμότητός σου»!!!
Βαρθολομαίε. Καί φέτος είπαμε στή «Γονατιστή» … «καί εί τι άλλο ομογενές καί ο μ ό φ υ λ ο ν ! Ναί. Τού αυτού γένους καί τού αυτού φύλου (άρρενος ή θήλεος). Τί λές. Τί προβλέπει ή αφεντιά σου. Μπορεί ώς τού χρόνου νά «προοδεύσωμε» καί νά εισαγάγωμεν κανένα … «ετερογενές καί ο μ ο φ ι λ ό φ υ λ ο ν !!!». Ό Μπουτάρης έχει πολλούς οπαδούς, άς έφυγε από Δήμαρχος. Λές νά ακούσωμε καί κανά τέτοιο; Λέω. Λές;!!
Τό «ουδείς καθαρός από ρύπου ενώπιον τού Θεού, ουδ’ άν μία ημέρα ή ή ζωή αυτού», τόκανες «πηδηχτούλη»; Είσαι μέσα, λεβέντη μου! Καί «ώς έκ τής θέσεώς σου, ό περισσότερον πάντων γνούς, καί … αλλού σου τρέχει ό νούς, καί μή ποιήσας, δαρήση πολλάς»! Αυτά μάς υπεγράμμισαν οί ίδιοι Καθηγηταί καί Ποδηγέται, ΄Αρχοντώνη μου, αυτά διαβάζουμε στή Γραφή καί οί δυό, αυτά μάς περιμένουνε. Τ’ αναλογιζόμαστε; / Θέλεις; Τριάκοντα καί τέσσαρες τόν αριθμόν Έπίσκοποι σύγχρονοι, έν ζωή ευρισκόμενοι καί «μετά σού αυλιζόμενοι», πού άλλα -οφθαλμοδουλικώς είς τό αρέσαι- έμπροσθέν σου φθέγγονται, καί άλλα μετ’ εμού διαλέγονται, απορούσι περί τό πώς σύ μεταπίπτεις, αντιφάσκων πρός εαυτόν, οσημέραι, από γνώμης είς γνώμην, «Παπικώ τώ τρόπω» συλλαμβάνων, κυοφορών καί τίκτων διαρκώς νεωτεριστικάς ιδέας, «έρεις καί μάχας», διαμερισμόν, διαμελισμόν, σχίσματα καί θνησιγενή σχήματα, εφήμερα, κακόδοξα, απόβλητα καί έκ προοιμίου αλυσιτελή τή Έκκλησία, ης σύ παραμένεις, ώς μή ώφελεν αυτή (τή Έκκλησία) καί σοί, «οιακοστρόφος» (πού νά σέ αποσκορακίση, καταποντίση καί εξαφανίση ό Θεός από πτοσώπου τής γής), τού διαπορθμεύειν (τήν ναύν ταύτην-΄Εκκλησίαν) καί διαπλέειν καί διαπορεύεσθαι ού μόνον τά κύματα καί τούς κλυδωνισμούς τούς καθ’ ημέραν, άλλά καί πάντα όσα αναπαραγάγονται, διαμορφούνται καί στοιχειοθετούνται έν τώ υμετέρω, διεστραμμένω, μεμολυσμένω καί κακοτέχνω νοϊ!! Πρόσεξες εκείνη τή λεπτομεριούλα … «υπέρ τών ιδίων αμαρτιών, καί παντός τού λαού Σου»; Τό «Σού» δέν υπονοεί εσένα «τόν Μεγάλο Αυθέντη καί Δεσπότη, τόν Κύριον! Κύριον! (πεντακόσιες φορές νά τό φχαριστηθής) Βαρθολομαίον, τόν Π α ν α γ ι ώ τ α τ ο ν !!! … πλάϊ στόν «αγιούλη» τόν «αγιούτσικο θεούλη!!!», τόν, έστω, Άγιο, πλάϊ στό .. 75 πήχεων Ναβουχοδονοσορικό «πρεστίζ» σου!! / ΄Οχι παίζουμε! Τζιτζίκια πεταλώνουμε; Κύριλλε, βόσκε Μοσχάρια στή Μόσχα. Είμαι Κάουμπόι. Έγώ κρατάω λάσο, άς φοράω ράσο. Τράβα κομποσχοίνι μέ πολύ ταχίνι. Παστουρμάς μέ περιμένει. Θάχη καί πολύ τσεμένι! Ξέρω κι’ από σομπρέρο, καί από ράτζο καί από πάντζο! Ό «Πού-τήν έκανα τήν καλή μου»(!) είμαι ΄γώ. Ραλίστας, Σούπερ Ντράϊβερ! Σάς τρώω όλους στή στροφή. Δέν πάτησα ακόμη όλα τά γκάζια.
Γιά φρέναρε λίγο. Πήρες πολύ φόρα. Σύνελθε, καί πάμε λίγο Χρυσόστομο μεριά. Μήπως κάπου στή Λειτουργία του λέει, «υπέρ τών ημετέρων αμαρτημάτων καί τών τού λαού αγνοημάτων»; Μήπως τά δικά σου είναι «καρύδια», Άρχηγάρα μου εσύ!!, καί τού λαού «σύκα»; Μήπως;!
Καί τώρα, απαιτώ μεγίστην προσοχήν καί υψίστην υπευθυνότητα έναντι τών όσων θά εκθέσω.
Πώς, Πατριάρχα μου, ιστάμενος ενώπιον τών Ιερών Εικόνων, πού απεικάζουν μορφάς αγωνιστών, «υπηρετών, διακόνων καί πιστών οικονόμων τών μυστηρίων Θεού» οί οποίοι απαιτούν μίμησιν έκ μέρους ημών, καί, οί οποίοι, άν δέν έχυσαν τό αίμα των, πάντως «νηστεία, αγρυπνία, προσευχή» «έτυχον τού εφετού», «λαβόντες ουράνια χαρίσματα», «τή ταπεινώσει δέ εκτήσαντο τά υψηλά καί τή πτωχεία τά πλούσια». Πώς, λέγω, ενώπιον αυτών, αλλά καί ουσιαστικότερα, ενώπιον τής απανταχού παρουσίας Τού «ταπεινώσαντος Εαυτόν έως θανάτου» καί «κενώσαντος Αυτόν», «αφέντος Αυτού τούς ουρανούς» καί «τό ημέτερον φύραμα προσλαβόμενος», «συνανεστράφη ημάς», «Εαυτόν δούς λύτρον υπέρ ημών». Σύ, πώς δέχεσαι, ανέχεσαι, αλλά καί εξοφθάλμως επιδιώκεις καί ευαρεστήσαι -ηδονιζόμενος καί ναρκισσευόμενος- «έν αυχένων δουλοπρεποίς κλίσεσι», «οσφυοκαμψίαις» καί προσκυνήμασι;! Ύπεροράς Πέτρου έναντι Εκατοντάρχου Κορνηλίου;! «Άγγέλου -έν τώ βιβλίω τής Άποκαλύψεως- μή δεχθέντος τήν υπό τού Ίωάννου προσκύνησιν, ώς συνδούλου του αυτοαποκληθέντος»; Άνευ τοιαύτης καί τοσαύτης δουλοπρεπείας, δέν καταξιούται ουδείς τών τριών βαθμών τής Ίερωσύνης; Καί αύτη προαπαιτείται καί προϋποτίθεται διά τήν αναγνώρισιν αυτής; Όποία διαστροφή, κατάντια, κουφότης, ευτέλεια, έκπτωσις, αντίκρυσμα κιβδήλου πιστότητος, ανοσιότης, αλαζονεία, κατάπτυστος βδελυρά απαίτησις!!! Έως πότε! Φεύ! Αιδώς!
Οιηματία Βαρθολομαίε! Έπερώτησον τό «τακιμάκι» σου, τόν Πάπα, είς επικειμένην συνάντησίν σας. Τί θά πή τό, καί υπ’ αυτού καθ’ ημέραν επαναλαμβανόμενον είς τήν λατινικήν: «Memente mortalem esse?». Ναί! Ναί! Καί «κορακοζώητοι νά γίνετε, κι’ έσείς αύριο «θά βλέπετε τά ραδίκια ανάποδα»! Θνητά ανθρωπάκια είστε καί σείς, όπως όλοι μας. «Άρα, τίς εστι (θ’ ακούσετε καί σείς), Βασιλεύς ή στρατιώτης, (Παυλόπουλος ή Στεφανής Άλκιβιάδης), πλούσιος ή πένης, δίκαιος, ή άμαρτωλός Μητσάρας, Καραγκιοζοπαίκτης Φίλιος Φιλιππίδης (Άγκόπ), Χάρυ Κλίν, Καϊδερμάνογλου, Χατζιαβάτης, Μπαρμπα-Γιώργος, Σταύρακας, Ταρζάν, Κουταλιανός, Καμπαφλής, Διπλαράκιας Πειραιώτης, «απ’ τούς πάνω απ’ τούς κάτω»(!), άπ’ τή Ρόδο άπ’τό … «πήδημα»(!), ή άπ’ τό πήδημα τού Θεάτρου τής Μελίνας Μερκούρη – Καλαμαριάς (ό νοών νοήτω);! Έ, ρέ, χαρά καί γέλια πού θά κάνη ό χαιρέκακος διάολος μέ τά τόσα καραγκιοζιλίκια αναριθμήτων, τών, «έν όνόματι τής ευσχημοσύνης(!) καί τής τάξεως(!)», βουλομένων θέτειν τούς άλλους είς τάς θέσεις των(!), αυτών εξερχομένων έξ ής έκαστος κάθηται. Τούς διεκδικούντας τήν αξιοπρέπειάν των, καί (έν ταυτώ) απολλυμένων (στερουμένων) τήν χριστιανοπρέπειάν των! Τί κρίμα! Πόση εθελοτυφλότης καί αυτοκαταστροφική μανία έν επιγνώσει, χάριν εφημέρου δόξης;! «Οίμοι κέκραγεν Άδάμ». Οίμοι κράζουσιν οί ταπεινοί τή καρδία ανά τούς αιώνας. Πότε ημείς πάντες, οί δήθεν τήν αλήθειαν κατέχοντες καί διαχειριζόμενοι, είς αυτογνωσίαν, μεταμέλειαν, μετάνοιαν καί συγγνώμην θέλωμεν έλθει-εγγίσει, καί άψει τούτων;!
Καί, έλα τώρα, Μέγιστε Οικολόγε (Πράσινε, καί πάντα τά χρώματα τής ίριδος -κύρια, ενδιάμεσα, αλληλοσυμπληρούμενα καί συναπαρτίζοντα τό αποτέλεσμα τού «τροχού τού Νεύτωνος»- μετερχόμενος καί χαμαιλεοντικώς εναλασσόμενος, Πατριάρχα μου), έλα (λέγω, παρακαλών σε), νά ακουμπήσωμε υπεύθυνα, όσο ακανθώδες καί επώδυνον άν προβάλλει τούτο, τό θέμα τών Έλληνοπαίδων πού επιβιβάζονται ώς στρατιώται ξηράς καί θαλάσσης είς μεταγωγικά καί φερυμπότ, γιά νά μεταφερθούν (τσουβαλέ, ώς σφάγια) είς τό ανατολικό Αιγαίο, πρός ετοιμοπόλεμον παράταξιν, έναντι τών «τοσούτω πεφιλημένων σου», συμπατριωτών, ομοεθνών, συναδέλφων σου έν τώ τουρκικώ στρατώ, ανδρών τής αντίπερα όχθης, τών τό 33% τού εδάφους τής Μεγαλονήσου Κύπρου κατεχόντων επί τεσσαρακονταπενταετίαν όλην, καί -εισέτι- καί τό 6% τής πράσινης ζώνης διεκδικούντων. Μετά τών οποίων συμπράττεις καί ομονοείς, αγαστώς συνεργαζόμενος, καθώς καί επιβραβεύεις καί επικροτείς, συνυπογράφων τά σχέδια καί τάς αποφάσεις τού εκλέξαντός σε καί τοποθετήσαντός σε είς τήν θέσιν ήν (Κύριος μόνος οίδε) πώς κατέχεις, ποίους σκοπούς τής γείτονος εξυπηρετείς, αλλά καί, κυρίως, τού Πάτρωνά σου Έρντογκάν τάς εσωτάτας χαμερπείς επιθυμίας ικανοποιών, θεραπεύων, θωπεύων καί μετά πολλής τής εναγαλλιάσεως εγκολπούμενος-εναγκαλιζόμενος!
Βαρθολομαίε. Ποτέ δέν θά ηυχόμην νά ήμουν στή θέση σου! Γιατί, ώς Πατριάρχης, δέν ημπορείς -έν ταυτώ- νά είσαι καί υπερήφανος Έλλην! Νά γίνης καί σύ κάποια στιγμή ένας νέος Καψάλης τού Μεσολογγίου, ή ένας καινούργιος Σαμουήλ στό Κιούγκι! Νά τινάξης στόν αέρα τόν εαυτό σου μαζί μέ τούς συντρόφους σου γιά τήν ελευθερία τού τόπου καί τής Πατρίδας σου. ΄Ακου, αφουγκράσου καί βάλε βαθιά μέσ’ στήν καρδιά σου τά παρακάτω, νά νιώσης τί τραγική φιγούρα είσαι, πόσο (περισσότερον) δυστυχής καθ’ ημέραν απαντάσαι, καί ποίας (ασυγκρίτου) τιμής εαυτόν αποστερείς, μέ τό νά μήν ημπορής νά ονομάζεσαι Έλλην, καί νά αισθάνεσαι υπερήφανος, πρωτίστως γι’ αυτό, καί κατόπιν γιά όλα τ’ άλλα. «Τιμή σ’ αυτόν πού είναι ΄Ελλην, τιμή καί δόξα αληθινή»!!
«Μητρός τε καί πατρός τε καί τών άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον καί σεμνώτερον καί αγιώτερον εστίν ή Πατρίς, καί έν μείζονι μοίρα καί παρά Θεοίς καί παρ΄ ανθρώποις τοίς νούν έχουσιν» [[Σωκράτης, [Πλάτωνος, Κρίτων Κεφάλαιον 12ον].
«Δέν ζεί χωρίς Πατρίδα ή ανθρώπινη ψυχή» [Κ. Παλαμάς].
«Έπερίμενα πολλές τιμές από τούτον τόν πόλεμο (1912), αλλά όχι καί τή μεγάλη τιμή νά θυσιάσω τή ζωή μου γιά τήν Έλλάδα». Καί «Νιώθω γιά σέ, Πατρίδα μου, στά σπλάχνα χαλασμό»! [Λορέντζος Μαβίλης].
Ή τελευταί ευχή τής Σπαρτιάτισσας μάνας στό γιό της πού έφευγε γιά τόν πόλεμο: «Ή τάν ή επί τάς». ΄Η μέ αυτή-τήν ασπίδα νικητής, ή πάνω σ’ συτήν νεκρός!
«Άγαπώ τά παιδιά μου, αλλά περισσότερο από αυτά αγαπώ τήν Πατρίδα μου. Χωρίς αυτή δέν θάχω παιδιά, κι’ εκείνα μαζί μου θάμαστε σκλάβοι καί δούλοι άλλων».
«Τό αίσθημα τής Πατρίδος πρέπει νά είναι λιγομίλητο καί συγκρατημένο, χωρίς κούνημα τών χεριών καί χωρίς τό ξεπέταγμα μπροστά απ’ όλους. Τό αίσθημα τής Πατρίδος είναι μιά Μεγάλη Ζεστή Σιωπή» [Ρόζανοφ Β.].
«Ή Πατρίδα, Κύριοι, θέλει βαθύ, βαθύτατο όργωμα. ΄Οχι λιποτακτικό αναχωριτισμό, μέ ψαλτική καί ευχολόγια» [Άποστολίδης Ή.].
«Διπλοματία: Τέχνη νά ψεύδεσαι γιά χάρη τής Πατρίδος σου» [Μπίρς Α.]
«Διπλωμάτης είναι ένας έντιμος άνθρωπος, πού τόν στέλνουν στό εξωτερικό νά πή ψέμματα γιά τό καλό τής χώρας του» [Γουότον Χ.]. Βρυξελλοτακτοποιημένε (παρά Βαρθολομαίου), Πατμο-Σκαλομισθοδοτούμενε, Βελγομητροπολιτικέ, Κώστα Κενανίδη, (σύν πέντε άλλοις θώκοις), τού Όσιολογιωτάτου, «Μεγίστου Πνευματικού Πατρός(!)» καί βιολογικού σου (πατρός) Σάββα, πώς πάει ό «αφιλοκερδής»(!) εθελοντισμός, ώς καί τού ΄Ελλογιμωτάτου Καθηγητάρα τής Τελετουργικής, ( Ώ,(!) τού Νάσση) λέγω, όν περ επιλέγω, άνευ δυνατότητος διαλέγεσθαι που μετ’ αυτού, αιτούντος σωσίβιον τού επιπλέειν καί πυξίδα τού ανιχνεύειν καί πορείαν χαράσσειν τού ευρίσκειν τήν οικίαν αυτού, έν πλείσταις όσαις μερίμναις καί περιστάσεσι εμπεπλεγμένου όντος αυτού, ίνα ευαρεστή τώ ευεργέεετη καί πάαατρωνι αυτού Βαρθολομαίω, τώ καί τήν απέκδυσιν τού παλαιού, καί επένδυσιν τού νέου ονόματος, τού τού Χρυσοστόμου ισοκύρως καί ισοϋψώς λαβόντος-είληφότος (τούτο τό όνομα), ινά ποτε υπερβή καί υποσκελίση τόν Χρυσορήμονα, ού μόνον τή παιδεία καί γνώσει καί τοίς συγγράμμασι υπεράγων φαινόμενος-γενόμενος-αναδεικνυόμενος, αλλά καί τού χρυσίου μή ολίγοστού καί μεμετρημένου ταίς χερσίν αυτού έν-χειριζομένου, ίνα μή στενάζων εκδαπανάται αναλισκόμενος είς τάς απαιτήσεις τού Γέροντός του-Πατριάρχου, αλλά καί τήν τύχην τού, ώς έγγιστα τό όνομα τού Άριστοτέλους, Ώνάση φέρων, / έν ονείροις, φαντασιοκοπών, αναπαραγάγει έν ψευδαισθήσει ταύτα, επαναλαμβάνων, έν Έλλάδι (πλέον μονίμως, καί ούκ έν Άμερική) τό κατά κόρον επαναλαμβανόμενον, «φάτε μάτια ψάρια, καί κοιλιά περίδρομο»!. Άλλο Πατριάρχης κι’ άλλο Τομεάρχης καί Πρωτέκδικος! ΄Αλλο ΄Ωνάσης Χρυσοφόρος καί Χρυσοβαλάντης, ΄Αλλο Χρυσοπηγή, ΄Αλλο Συμφερούπολις, ΄Αλλο Άργυρούπολις κ.τ.ό., καί άλλο σχέτο, στεγνό καί πεζό -χωρίς οικονομικό αντίκρυσμα-, κατ’ ευφημισμόν, … Νάσσης! Νάσουν! Νάσος! κ.ο.κ., γωνίες εφεξής καί παραπληρωματικές, ορθές, αμβλίες, ξαπλωτές / μέ «αποκατεινή τεντώστρα(!), ή άλλως «υποτείνουσα» καλουμένην ταύτην-χαύτην / «συνισταμένην» ποτέ ούσαν, καί νύν «κατερειπωμένην, διαλελυμένην καί αποσυντεθείσαν ορών πάς τις ταύτην»!!! Νάσση, ΄Ω, Νάσση! «Νάσαν τά νιάτα δυό φορές»!… Μά, δέν είναι! Τά γηρατειά (όμως) είναι. Καί καταφθάνουν λίαν συντόμως καί δι’ Έσέ. Θά ευκαιρήσης νά πεθάνης, ή θά παραμείνης έν ζωή «βρυκόλακας» (άν μή κόλακας), «ξωτικό» (άν μή) εξωτικό Κληρικό Καλλιέπημα (γλαφυρός, εύγλωτος, εκφραστικός, καλαίσθητος ρήτωρ) καί Πατριαρχικό Πλαστούργημα, ή «καλικάντζαρος» (αιθερία ύπαρξις);;! «Δέ μπορεί, δέ μπορεί. Κάπου θά συνατηθούμε οί δυό μας νά τά πούμε. Στήν ίδια πόλη ζούμε». Πρός τό παρόν, ευρίσκοντες (πόθεν δέν γνωρίζω) τόν χρόνον, συνεχίστε αμφότεροι μετά περισσοτέρου ζήλου καί έν εξουδενωτική «αγία υπακοή» τόν εθελοντισμόν(!), έναντι «τής Μητρός Έκκλησίας», «ήτις εστιν … ό Πατριάρχης»!!! Έ, ρέ, πότε θά πάρουν φωτιά τά ράσα καί τά μπατζάκια σας. Πότε θά ξυπνήσετε. Πότε θά εννοήσητε πόσο «πουλημένοι καί προδομένοι είσαστε»; Πότε;!
Καί ακόμη, κάτι άλλο. Γιατί αυτά τά λιανόπαιδα, καί όχι εμείς οί 50ρηδες καί 60ρηδες, πού καταντήσαμε τήν Έλλάδα σ’ αυτό τό χάλι, νά μή πάμε στήν πρώτη γραμμή καί στέλνουμε αυτά. Σέ τί διαφέρει τό είδος ατυτό τό μοντέρνο τής θυσίας τους, από τό παλιό εκείνο, τής εναποθέσεως τών τέκνων στούς πυρακτωμένους βραχίονες τού σιδερένιου αγάλματος τού Μολώχ, Βαρθολομαίε; Τσαμπουνάς συνέχεια: «Ό τρώσας καί ιάσας»! Τά παιδιά (μας) πλήγωσαν καί πρέπει νά αποθεραπεύσουν τήν πληγήν; Έμείς δέν πρέπει νά επουλώσουμε τίς πληγές πού ανοίξαμε; Έγώ θυσιάζω τήν βιολογικήν μου ύπαρξη-υπόσταση αυτή τούτη τή στιγμή μεθ’ όρκου. Πράττεις κι’ εσύ τό ίδιο;
Γνωρίζω από ζωντανά. Δηλώνω χωριάτης, Ρουμελιώτης. Χωρίς πολλήν βάσανον μελέτης τού θέματος, γνωρίζω πώς ό Ελέφας, ό Ρηνόκερος καί ό Ίπποπόταμος, αφόβως περιφέρονται έν ταίς έρήμοις. Ουδέν σαρκοβόρον, έλουροειδές ή μή, δύναται επιτεθήναι τοίς τρισί τούτοις, τοίς -άλλως πως- χόρτω συντηρουμένοις-τρεφομένοις.
Πρίν ή προβώ είς τόν λόγον, καί τόν παραλληλισμόν πού θέλω κάμει περί τά τρία ταύτα «χοντρόπετσα», αδιάφορα καί ασυγκίνητα χερσαία τής ερήμου, δέν πρέπει νά παραλείψω καί τάς, έκ λάθους καί αμελείας ίσως, διαφυγούσας Όρθίας ΄Αρκτους, χρώματος φαιού (καφέ), τάς έκ Φλωρίνης καί Καταφυγίων τών περιοχών Άμυνταίου, Μελίτης καί τών γύρω ορεινών περιοχών, ενταύθα ποιούσας έπ’ αρκετόν, πλήν επικινδύνως τήν διατριβήν, ίνα οί πάντες αποφεύγοντες, μή τύχωσι τού θανασίμου εναγκαλισμού αυτών -κατά περίπτωσιν καί περίστασιν- γνωστού όντος τοίς πάσι, ότι αύται, «έν τή πολλή αγάπη» των(!), ακουσίως(;), πνίγουσι (πάντως) τό εναγκαλιζόμενον. Οί δέ οδόντες καί οί (γαμψοί) όνυχες αυτών, είναι … τόσο «συμπαθείς!!!», πού, επειδή αμφότερα «τά εδοκίμασα», καλύτερα «νά μή τά γευτήτε»!! Καί, προσέξτε, είναι πολύ «κολπαδώρες» καί «κουτοπόνηρες». Γι’ αυτό οί γυφταίοι τούς φοράνε χαλκά στή μύτη καί τίς γυρνάνε στά Πανηγύρια γιά «ατραξιόν»! Είναι γεννημένες γιά τέτοια, γιά Παζάρια, Φιέστες καί Έθημοτυπικά Μπολογυρίσματα! Μέ πόση αυταρέσκεια, καμάρι καί ηδονή δέν κάνουν τίς «κολοτούμπες», στό κέλευσμα τού ΄Αρκουδιάρη: «Κάνε μιά τούμπα, Μάρω μ’, νά σέ δή ό κόσμος». Καί αμέσως πειθαρχούν. Ειδικά, άν «τό νούμερο» τό εκτελούν-τό παρουσιάζουν, ενώπιον Άρχιεπισκόπου ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ ΒΟΥ, ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΣΥΚΟΜΑΪΔΑΣ, κατόπιν «Παραγγελιάς» ΣΤΑΥΡΟΥ ΚΟΥΓΙΟΥΜΤΖΗ, καί «Ένσταντανέ» ύπό τών Τεσσάρων Ευρώ (ήγουν 4Ε ) αναμεταδιδομένων, μέ επιβράβευσιν καί αθλοθέτησιν διά «ΦΑΝΑΡΑΚΙΩΝ ΟΔΟΥ ΣΑΠΦΟΥΣ»(sic)! έκ τής «ΤΕΧΝΗΣ ΠΗΓΗ» προμηθευομένων. Καί πούσ’ ακόμα!! Καί είς ανώτερα!! Καί σ’ άλλα μέ υγεία! Ό «ΘΟΔΩΡΟΣ» νάναι καλά «Η ΞΑΝΘΟΥΤΖΕΝΗ», κι’ οί … «ΠΕΝΤΑΚΟΣΟΙ»!! ΄Οχι τού Λεωνίδα, άλλά τού «ΑΝΤΩΝΗ», ν’ ανεβάσουμε καί κανένα «ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟ ΤΟΥ ΑΦΕΝΤΗ ΚΑΙ ΔΕΣΠΟΤΗ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ», νά πούμε!!! Τί «ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΑΝΑΛΟΓΙΑ» κατέχουμε καί διευθύνουμε; ΄Αμ πώς!!!
Συνεχίζοντας τήν τόσο ευχάριστη καί τερπνή Ζωολογική ξενάγηση καί τό όδοιπορικό, επανέρχομαι στίς -κατά τά άλλα- συμπαθέστατες, άκακες, ΄Υπερμεγέθεις καί ΄Ογκώδεις, Βοσκηματώδεις Ύπάρξεις τής Σαβάνας, τά οποία -συμπτωματικά- τόσο επιτυχώς καί ακριβώς αντιγράφουμε οί σημερινοί «Νηστευταί»(!!)(sic) Κληρικοί. Καί, ώς πρός τούτο, «νά μή βασκαθούμε»!! Άν καί (ημείς αυτοί) έχομεν τρόπον άκους (=θεραπείας. Άκέστωρ είναι ό Θεράπων, ό Ίατρός), αλεξήσεως (=απαλλαγής, απομακρύνσεως) καί αυτοκαθάρσεως -άν επισυμβή τούτο- διά τής προσφυγής-καταφυγής είς τήν έν τώ Ευχολογίω ημών εμπεριεχομένην κατάλληλον Ευχήν! Άμ’ πώς; Μάς αμφισβήτησε κανείς; Λάθος! Ποιός είπε πώς δέν είμαστε ωραίοι! Πληθωρικά μάλιστα. Πλήν ΚΟΡΑΚΗΔΩΝ, ΓΥΠΑΕΤΩΝ, ΠΕΤΡΟΚΟΤΣΥΦΩΝ καί ΚΑΡΑΚΑΞΩΝ! Βλέπε παρακατούλια …
Έρώτησις, Πατριάρχα μου, είς ήν ευκόλως δύνασαι νά απαντήσης, ώς «Άρχιπροσωπάρχης τής Οικουμένης»(!) -σύν τοίς άλλοις- κατεστημένος. Υπάρχουν υπό τήν εξουσίαν σου αήττητες καί απρόσβλητες, γεμάτες αλκή καί σφρίγος υπάρξεις, όπως κάτι «Σαϊτούργια Άρχιμαντριτάκια», κάτι απόρθητα «Βουβαλοειδή Δέματα» (τό δέμας,κορμί,σώμα,μπόι), κάτι «Χοντροκοιλοκρεμαστομούστακοι Γεροντάδες» (γεμάτοι σερνικούρα(!)), κάτι Σκυφτά Χαμηλοβλέποντα ΄Υποκριτάκια τού Άργού Βηματισμού (φίδια κολοβά, κυοφορούντα τά αυριανά γεννήματα εχιδνών(!)), κάτι «Τροφαντά Γλειφιτζούρια»-Διακάκια, στό «πιτσικαντίνι» φκιασιδωμένα, κάτι Σαϊνια ευκίνητα καί λιγερόκορμα Τελεταρχούντα έν ταίς πολυπληθείς Συνάξεσι μετά Ράβδου (Στιπτικής;; άραγε αύριο), κάτι «Σπαθάτοι Δίμετροι» (τύφλα νάχουν οί Έλβετοί Σωματοφύλακες τού Πάπα) Θαλαμηπόλοι τών Έπισκοπείων, κάτι «Ντιρέκια Καρταλομύτικα» είς τούς Προθαλάμους τών Γραφείων τών …Ίερών(!) -κατά τά άλλα- Μητροπόλεων, έπί εικοσιτετραώρω βάσει έχουσαι κλειστόν κύκλωμα βιντεοσκοπήσεως; Σέ ερωτώ, Πατριάρχα μου, υπάρχουν; Τί θά εχρειάζοντο ταύτα, άν κατά Χριστόν εξηκολούθη ή «Άγία(!)» Έκκλησία νά πορεύεται «Μεταποστολικώς» διαχρονικά, έν απεριττότητι, σεμνότητι, απούσης τής προκλήσεως μέσω συσσωρεύσεως πλούτου, τής πολυτελείας, τής φαυλότητος, τού ερεθισμού καί τής αδιαντροπίας, άτινα εξάπτουν τήν φαντασίαν, τήν μήνιν καί εκδίκησιν τών εξαθλιωμένων καί πενομένων, καί τών -έξ επαγγέλματος- κλεπτών καί διαρηκτών;; Θά νεκρωθή τό εμπόριο τής … Άγιογραφήσεως(!) (τής ποτέ, άλλως, ανιστορήσεως καλουμένης), τής Ίεράς(!) Άμφιέσεως, τής Ναοδομήσεως, τής Ξυλογλυπτικής – Μαρμαρογλυπτικής, τής Σκευοκατασκευαστικής, τής Άργυροχρυσοχοϊας, τής Κηροπλασίας, τής Λιβανοαρωματικής, τής Βιντεοκαλύψεως (…πασών τών Εκδηλώσεων καί Παραστάσεων, Ίερών καί Κοσμικών, εντός καί εκτός τού Ναού, ίδίως μέ τά αυξανόμενα Κέτερινγκ), τών, αντικανονικώς επεισαγομένων, Νεωτερικών Εβδομαδιαίων Θεσμών, Έπετείου Έορτασμού Άγίων κατ’ απομίμησιν Ειδωλολατρικών Λειψάνων (καταλοίπων, συνηθειών), ώς Δημητρίων, Παυλείων, Ευγενείων (μέ φρούτο νέας παραγωγής, καί Γενεθλίων τού Άγίου), Άργυρίων καί έπεται συνέχεια. Ταύτα πάντα, συνελόντι ειπείν, διά Χρηματισμόν, «έν νόσω ενασκουμένης φιλαργυρίας», διά δήθεν … συσσίτια πενομένων, στέγασιν αστέγων, οικονομικήν ενίσχυσιν ενδεών κ.τ.ο., ενώ τό μεγαλύτερο ποσοστό τών «εισπραττομένων» (πρός εντροπήν καταγράφω κατονομάζων ούτω, τάς, άλλως πως, πρεπόντως θά έδει νά εχαρακτηρίζοντο ώς δωρεαί, συνεισφοραί καί προσφοραί), τό μεγαλύτερο ποσοστό, λέγω, εκδαπανάται ανεξελέγκτως, παρ’ ουδενός ετέρου μή υπαρχούσης δυνατότητος καί περιθωρίου νά υποβληθή ή παραμικρά έστω ερώτησις περί τής διαχειρίσεως τούτων (τών εισπράξεων νόει), υπό μόνου τού Παντοδυνάμου Έπισκόπου, είς σκοπούς αγνώστους-αποκεκρυμμένους τοίς πάσιν, καί μή ετέρω τινί, παρά είς Θεόν μόνον γνωστούς καί αποκεκαλυμμένους-τεθησαυρισμένους πάντοτε διά ιερούς καί θεοφιλείς τοιούτους (υπολάμβανε σκοπούς)!!!. ΄Ω τής εκνόμου καί αμετρήτου φαυλότητος, έν τοσαύτη αναισχυντία καπηλεύσεως τών Θείων καί Ίερών, καί τών ευσεβών αισθημάτων τού λαού, Ποιμνίου έναντι καταπτύστων Πιστικών-Ψευδοποιμένων!!
Πατριάρχα μου, άσε τά χαζά καί τήν πλάκα. Άς πάψουμε όλοι πλέον νά εκμεταλλευώμεθα τήν ευσέβειαν τού λαού, καπηλευόμενοι τόν Χριστόν καί πλουτούντες ακορέστως. Δέν έχομε νά κάνωμε πλέον μέ «μουζίκους» καί «μάου μάου». «Ό Θεός, ούκ έν χειροποιήτοις -καί δή τοιαύτης καί τοσαύτης χλιδής καί προκλητικότητος τών ημερών μας- Ναοίς κατοικεί, ούδέ υπό χειρών ανθρώπων θεραπεύεται, προσδεόμενός τινος». «Ούτε Γαριζήν, ούτε Ναός τού Σολομώντος». Ό Ίερός Χρυσόστομος, αποκαλών τόν Κύριλλον «λιθομανή καί πετρομανή», ούτε ένα Ναό δέν έκτισε. Ό Πατρο-Κοσμάς, τσαντίρια μέ ψαθιά καί κλάρες έφκιαχνε νά λειτουργήση. Υπεδέετο-υπελείπετο ούτος έναντι ημών τών «φινετσάτων καί συγχρόνων»;! Πού θά ηδύνατο σήμερον -κατά τούς Ίερούς Κανόνας, έκτός κυνός (σκύλου) καί χοίρου- νά εισέλθη έν τώ Νάρθηκι Ναού τό οποιοδήποτε ζώον, νά εύρη περίθαλψιν, θέρμην καί διανυκτέρευσιν έν καιρώ χειμώνος; Αυτά σήμερον αυλίζονται μόνον έν κελλίοις καί σκήτεσιν, αποβλακωσάντων τήν οικουμένην γραφικών τύπων, «Τροχαλακικής» Τυχοδιωκτικής ποιότητος-πατέντας καί τών όμοίων … , πλήν -ασφαλώς- εξαιρέσεων τινών, ώς Παϊσίου, Σεραφείμ τού Σάρώφ κ.λ.π.
Είναι καιρό. Κατέφθασε πλέον απαιτητικός, νά εκλείψη ό «κομπογιαννιτισμός, ή αγυρτεία, ή μαγγανεία καί τό κοπροσυνοθύλευμα». ΄Ο κόσμος θά μάς πάρη σβάρνα, άν δέν προλάβωμε νά συνέλθωμε, φοβούμενοι απροσχημάτιστα τόν Θεόν. Οί τζιριτζάντζουλες, οί περικοκλάδες, οί αγαθομαρουλιάστικες μαζοχοθαυματολαγνείες, τά φρού-φρού καί τά αρώματα, οί άσκοπες καί χρηματοβόρες φωταψίες, τά μπλα-μπλά -άν δέν παύσουν νά υπάρχουν αφελή θύματα πού τά ευνοούν αναζητώντας τα- πρέπει πλέον νά αποβληθούν καί εξαφανισθούν, μέ πρωτοβουλία καί επιβολή τής Έκκλησίας. Έπανερχομένης είς τό σεμνοπρεπές, τό απέριττον, τήν κατάνυξιν, τήν ευλάβειαν. Νά ζήσω νά τά ‘δώ, κι’ άς πεθάνω!!
Καί, Συνέλληνες Όρθόδοξοι, ποτέ μή ξεχνάτε δυό πράγματα: Πρώτον, ότι τό εμπόριο καί τό χρήμα δέν έχουν μπέσα ούτε Πατρίδα. Καί δεύτερον μά κυριώτατον, παρά ΚΑΙ τού Σωτήρος ΣΑΣ, υπομνησθέν υμίν (σ’ εσάς τούς λαϊκούς-πιστούς) άπασι: «Όσα άν σάς λέμε από τίς Γραφές νά κάνετε, νά τά κάνετε καί νά τά τηρήτε. Ό,τι καί όσα, όμως, εμείς (οί σύγχρονοι Φαρισαίοι) κάνουμε, νά μή τ’ αντιγράφετε ούτε νά τά κάνετε. Γιατί λέμε μόνο, καί δέν τά κάνουμε». Καί πιό απλά, καθαρά κι’ αληθινά, ἀλλα λέμε καί άλλα κάνουμε. «Χωρίς οδηγό, όλοι σώθηκαν. Μέ κακό οδηγό, ουδείς επέζησεν»!!
Λοιπόν,Συνέλληνα, μπέσα! Τί προτιμάς; Τό ψέμα ή τήν αλήθεια; Μέτρα χίλιες καί κόψε μία. Μή πιάνεσαι πιά κορόϊδο!!!
Γειά σου, μέ πολλή συμπάθεια καί υπόληψη, γιατί, όπως θά κατάλαβες, είδα καί πέρασα πολλά.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.