OI AIΩΝΙΕΣ ΕΝΤΟΛΕΣ – «Χριστιανε, κλεισε τα αυτια σου στον αθεο και τον αιρετικο. Ακουσε σαν παιδι τον πατερα, τον ουρανιο Πατερα σου. Ζησε σ᾽ αυτο τον κοσμο με το Ευαγγελιο· με σεβασμο και τιμη· ως οικογενειαρχης, ως Ελληνας, ως ανθρωπος. Τοτε θα ᾽χης μεσα σου παραδεισο και θα δοξολογης μερα – νυχτα το Θεο…»»
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΣΤ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2204
Κυρ. Πατ. Δ΄ Οἰκ. Συνόδου (Ματθ. 5,14-19)
14 Ἰουλίου 2019
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
OI AIΩΝΙΕΣ ΕΝΤΟΛΕΣ
«Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται» (Ματθ. 5,18)
Νὰ προσέξουμε τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀγαπητοί μου, νὰ προσέξουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ· ἔτσι μᾶς λέει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα. Κι αὐτὸ εἶνε δίκαιο καὶ πρέπον. Τὸ παιδὶ πρέπει ν᾽ ἀκούῃ τὸν πατέρα, ὁ μαθητὴς τὸ δάσκαλο, ὁ στρατιώτης τὸν ἀξιωματικό, κ᾽ ἐμεῖς λοιπὸν ν᾽ ἀκοῦμε τὸ Θεό.
Τί εἶνε ὁ Θεός, τί εἶνε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός; Ἕνας ἄπιστος θὰ πῇ μὲ θράσος· Γιὰ μένα ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε τίποτα· γιὰ μένα ἐκεῖνο ποὺ ἀξίζει εἶνε ἡ ἐπιστήμη… Νά ὅμως ποὺ κάποτε καὶ ἡ ἐπιστήμη κάνει τραγικὰ λάθη καὶ θρηνεῖ θύματα. Στὴ ῾Ρωσία ὅταν ἐπέστρεφε ἕνα διαστημόπλοιο μετὰ ἀπὸ ταξίδι 40 ἡμερῶν βρέθηκαν μέσα νεκροὶ 3 ἀστροναῦτες! Ἡ μάνα τοῦ ἑνὸς ἀπ᾽ αὐτοὺς τρελλάθηκε, ἡ μάνα τοῦ ἄλλου βρῆκε παρηγοριὰ σ᾽ ἕνα μοναστήρι· μόνο ἡ θρησκεία ξέρει νὰ σφουγγίζῃ τὰ δάκρυα. Δὲν μπορεῖς λοιπόν, ἄπιστε, νὰ λές, Δὲν εἶνε τίποτα ὁ Χριστὸς κ᾽ ἡ Παναγία. Ἐσύ εἶσαι ἕνα τίποτα. Δὲν ἔχει ἀνάγκη ἐκεῖνος ἀπὸ μᾶς τὰ σκουλήκια, ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ αὐτόν.
Ν᾽ ἀκοῦμε λοιπὸν τὸ Θεό, γιατὶ ὁ Θεὸς γιὰ μᾶς εἶνε πατέρας! Ὅσοι εἶστε γονεῖς, ξέρετε πῶς νιώθετε γιὰ τὰ παιδιά σας. Ποιός πατέρας –λέει τὸ Εὐαγγέλιο–, ἅμα τὸ παιδί του ζητήσῃ ψωμί, αὐτὸς θὰ τοῦ δώσῃ πέτρα; ἤ, ἅμα τοῦ ζητήσῃ ψάρι, αὐτὸς θὰ τοῦ δώσῃ φίδι; (βλ. Ματθ. 7,9-10). Δὲν ὑπάρχει τέτοιος πατέρας. Ὁ πατέρας κάνει τὸ πᾶν γιὰ τὸ παιδί. Καὶ ὁ Θεὸς εἶνε πατέρας γιὰ ὅλους· καὶ γιὰ τὸν ἄρχοντα καὶ γιὰ τὸ ζητιάνο, καὶ γιὰ τὸν πλούσιο καὶ γιὰ τὸ φτωχό, καὶ γιὰ τὸν ἐργάτη καὶ γιὰ τὸν ἐπιστήμονα, καὶ γιὰ τὸ γέρο καὶ γιὰ τὸ νέο, καὶ γιὰ τὸ λευκὸ καὶ γιὰ τὸ μαῦρο, καὶ γιὰ τὸν ἐρυθρόδερμο καὶ γιὰ τὸν κίτρινο, καὶ γιὰ τὸν κάτοικο τοῦ Βορείου καὶ γιὰ τὸν κάτοικο τοῦ Νοτίου Πόλου, καὶ γιὰ τὸν κάτοικο τῆς Γῆς καὶ γι᾽ αὐτὸν ποὺ πετάει στὸ διάστημα.
* * *
Ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶνε πατέρας μας, τί πρέπει νὰ κάνουμε, ἀγαπητοί μου; Νὰ τὸν ἀκοῦμε, νὰ ὑπακούσουμε στὶς ἐντολές του. Ποιές ἐντολές; Αὐτὲς ποὺ εἶνε γραμμένες στὸ Δεκάλογο. Καὶ θ᾽ ἀναφέρουμε ἐδῶ μερικὰ παραδείγματα. Γιατὶ κάθε ἀνυπακοὴ ἔχει συνέπειες· ὁ ἄγγελός σου ἔχει «κατάστιχο» καὶ σημειώνει. Νομίζεις πὼς ὅ,τι κάνῃς θὰ μείνῃ ἀτιμώρητο;
Μία ἐντολὴ στὴν ὁποία μᾶς καλεῖ νὰ ὑπακούσουμε εἶνε αὐτὴ ποὺ λέει· «Ἓξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου» (Ἔξ. 20,9-10. Δευτ. 5,13-14). Νὰ δουλεύῃς! Ἡ ἐργασία εἶνε εὐλογημένη· ἀλλοίμονο σὲ ὅποιον δὲν θέλει νὰ δουλεύῃ, αὐτὸς ἁμαρτάνει (πρβλ. Β΄ Θεσ. 3,10). Γι᾽ αὐτὸ δουλειὰ ὅλες τὶς μέρες· σὰν τὸ μυρμήγκι. Νερὸ ποὺ δὲν κινεῖται σκουληκιάζει, καὶ ἄνθρωπος ποὺ δὲν δουλεύει εἶνε ἐπικίνδυνος γιὰ τὴν κοινωνία, εἶνε κηφήνας καὶ ἄχρηστος. Πόσο καμαρώνει κανεὶς χωριὰ ποὺ μπαίνοντας σ᾽ αὐτὰ καθημερινὴ μέρα δὲν βλέπει ψυχή· γιατὶ ὅλοι εἶνε στὰ χωράφια, βρέχουν τὰ χώματα τῆς γῆς μὲ τὸν ἱδρῶτα τους. Εὐλογημένα τὰ χωριὰ αὐτά. Δευτέρα λοιπόν, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο δουλειά! Κυριακὴ πρωὶ ὅμως, χτύπησε καμπάνα; φτερὰ στὰ πόδια, ὅλοι στὴν ἐκκλησιά! νὰ λατρεύσουμε τὸ Μεγαλοδύναμο, νὰ ποῦμε ἕνα εὐχαριστῶ στὸ Θεό. Ὅλοι παρόντες στὸ προσκλητήριο τοῦ Κυρίου. Ἐξαιροῦνται μόνο οἱ ἄρρωστοι – παράλυτοι, οἱ λεχῶνες, οἱ στρατιῶτες ποὺ φρουροῦν τὰ σύνορα, οἱ γιατροὶ στὰ νοσοκομεῖα, ὅσοι ἔχουν ἀπαραίτητη ἀποστολή.
Μία ἄλλη ἐντολὴ εἶνε τὸ «Οὐ κλέψεις» (Ἔξ. 20,14. Δευτ. 5,19). Τὰ χέρια σου καθαρὰ ἀπὸ κλοπή, μὴν τὰ βάλῃς στὴ φωτιά. Ποιά εἶνε ἡ φωτιά; Τὸ ξένο πρᾶγμα. Προτιμότερο νὰ καῇς μὲ βενζίνα παρὰ νὰ βάλῃς στὸ σπίτι σου κάτι κλεμμένο. Ἔχεις π.χ. 100 πρόβατα· ἂν βάλῃς ἀνάμεσά τους 1 κλεμμένο, τά ᾽χασες ὅλα! Ἔχεις 100 φράγκα· βάλε στὸ πορτοφόλι σου 1 κλεμμένο καὶ θὰ χάσῃς καὶ τὰ ὑπόλοιπα. Καὶ ἂν τώρα θησαυρίζῃς παρανόμως καὶ πλουτίζῃς, τὰ παιδιά σου θὰ μείνουν φτωχά. «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. 33,11). Τὸ εἶπε ὁ Θεὸς καὶ εἶνε ἀλήθεια. Εἴδαμε παιδιὰ πλουσίων νὰ πεθαίνουν στὸ δρόμο, καὶ παιδιὰ τιμίων φτωχῶν νὰ τὰ εὐλογῇ ὁ Θεός.
Τὸ ἕνα λοιπὸν νὰ ἐκκλησιάζεσαι, τὸ ἄλλο νὰ εἶσαι τίμιος. Ἄλλη ἐντολὴ εἶνε τὸ «οὐ μοιχεύσεις» (Ἔξ. 20,13. Δευτ. 5,18). Ποιός ἄθεος σὲ πλάνησε καὶ σοῦ εἶπε, ὅτι τὸ κορμί σου μπορεῖς νὰ τὸ κάνῃς ὅ,τι θέλεις; Ὁ Θεὸς σοῦ ᾽δωσε τὰ μάτια νὰ βλέπῃς τὰ ἄστρα, σοῦ ᾽δωσε τὰ χέρια νὰ κάνῃς τὸ σταυρό σου, σοῦ ᾽δωσε τὸ κορμὶ γιὰ νὰ τὸ ἁγιάσῃς. Ὅποια γυναίκα πῆγε μὲ ξένον ἄντρα καὶ ὅποιος ἄντρας πῆγε μὲ ξένη γυναῖκα, φωτιὰ ἔβαλαν στὸ κορμί τους. Ἔξω ἀπὸ τὸ γάμο κάθε σχέσι ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς εἶνε πορνεία, μοιχεία, ἁμαρτία καὶ θάνατος.
Ἄλλη ἐντολὴ εἶνε τὸ «οὐ φονεύσεις» (Ἔξ. 20,15. Δευτ. 5,17). Μὴ θανατώσῃς ἄνθρωπο. Ἡ ζωὴ δὲν εἶνε ἐκ τῆς γῆς, εἶνε ἐκ τοῦ Θεοῦ. Στὸ φεγγάρι καὶ στοὺς ἄλλους πλανῆτες δὲν ὑπάρχει ζωή· οὔτε ἕνα μυρμηγκάκι, ἕνα πουλάκι, ἕνα ἀρνάκι, οὔτε ἕνα ποτήρι νερό, ἕνα μῆλο, ἕνα ἀχλάδι, ἕνα πράσινο φύλλο· τίποτα, ξεραΰλα. Ἐδῶ ὑπάρχει ζωή, κ᾽ ἐκεῖνος ποὺ τὴν ἔδωσε εἶνε ὁ Θεός. Ποιός εἶσαι σύ, ποὺ σηκώνεις χέρι καὶ σκοτώνεις τὸν ἄλλο; Σκότωσες; Θὰ σκοτωθῇς. Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· «πάντες οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρᾳ ἀποθανοῦνται» (Ματθ. 26,52).
* * *
Αὐτὲς εἶνε μερικὲς ἀπὸ τὶς ἐντολὲς ποὺ πρέπει νὰ τηροῦμε. Γιά φαντάσου μιὰ κοινωνία, μιὰ πόλι, ἕνα χωριό, ὅπου ὅλοι νὰ δουλεύουν τίμια, νὰ ζοῦν σεμνά, νὰ μὴν ἀγγίζουν ξένο πρᾶγμα, καὶ μὲ τὴν καμπάνα νὰ τρέχουν στὴν ἐκκλησιά! Αὐτοὶ δὲν θά ᾽χουν ἀνάγκη ἀπὸ ἀγροφύλακα καὶ ἀστυνομία. Ἔτσι ἦταν κάποτε οἱ πρόγονοί μας στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὸν Πόντο, στὴ Μακεδονία μας, στὴ Θρᾴκη. Ἡ ἀγάπη καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ κυριαρχοῦσαν στὴ ζωή τους. Κάποιος θὰ πῇ ἴσως ἀπερίσκεπτα·
–Τώρα ἄλλαξε ὁ κόσμος! αὐτὰ ποὺ λέτε ἴσχυαν ἄλλοτε, «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ»…
Τί λές, ἀνόητε; Δὲν κατάλαβες, ὅτι στὸν κόσμο αὐτὸν ὑπάρχουν πράγματα ποὺ ἀλλάζουν, ἀλλὰ ὑπάρχουν καὶ μερικὰ ποὺ δὲν ἀλλάζουν; Πράγματα ποὺ ἀλλάζουν εἶνε π.χ. τὰ μέσα φωτισμοῦ· παλαιὰ χρησιμοποιοῦσαν δᾳδιά, τώρα ἔχουμε ἠλεκτρικὴ καὶ ἡλιακὴ ἐνέργεια, μεθαύριο μπορεῖ νά ᾽χουμε φῶς καὶ ἀπὸ πυρηνικὴ ἐνέργεια. Ἀλλάζουν τὰ μέσα καλλιεργείας τῆς γῆς· ἄλλοτε ἔσκαβαν μὲ τὴν ἀξίνα, τώρα μὲ τρακτέρ, ποὺ ἰσοδυναμεῖ μὲ χίλιες ἀξίνες. Ἄλλοτε θέριζαν μὲ δρεπάνια, τώρα μὲ μηχανὴ ποὺ ἰσοῦται μὲ χίλια δρεπάνια. Ἄλλοτε κατοικοῦσαν σὲ καλύβα, τώρα σὲ πολυκατοικία. Ἄλλοτε φοροῦσαν τσουβάλια καὶ δέρματα ζῴων, τώρα λεπτὰ ὑφάσματα. Καὶ λοιπόν; ἔγιναν οἱ ἄνθρωποι καλύτεροι ἢ χειρότεροι;
Κάτι ἄλλο χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος· θέλει ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἀλλάζει. Καὶ ποιό εἶν᾽ αὐτό; Εἶνε οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἡ πίστι μας. Αὐτὸ λέει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα· «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται» (Ματθ. 5,18-19). Αὐτὸ εἶπε ὁ Χριστὸς πρὸ δύο χιλιάδων ἐτῶν καὶ ἰσχύει πάντοτε.
Πολλὰ θ᾽ ἀλλάξουν στὸν κόσμο· καὶ τὰ ροῦχα, καὶ τ᾽ ἁμάξια, καὶ οἱ ἀνέσεις… Ἀλλὰ τί μὲ τοῦτο; Ἡ χελώνα, ὅπου κι ἂν πάῃ, κουβαλάει μαζί της τὸ καύκαλο· καὶ οἱ ἄνθρωποι, ὅπου νὰ πᾶνε, καὶ στὰ φεγγάρια ἂν πᾶνε, θὰ μεταφέρουν κ᾽ ἐκεῖ τὴν κακία καὶ τὴ δυστυχία τους, τὸ μικρόβιο τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀποσυνθέσεως. Δὲν εἶνε ὁ ἄνθρωπος ἔτσι ὅπως δείχνει ὁ «πολιτισμός», ἡ πολυτέλεια, τὰ μεταξωτά, τὰ ῥαδιόφωνα, οἱ τηλεοράσεις… Δός μου ἕνα ἀντρόγυνο ποὺ ζοῦν ἐπὶ δεκαετίες μαζὶ καὶ κακὴ κουβέντα δὲν ἀντάλλαξαν, δός μου παιδιὰ ὑπάκουα στοὺς γονεῖς, δός μου μιὰ κοινωνία ὅπως τὴ θέλει ὁ Χριστός! Αὐτὸ εἶνε ἀληθινὸς πολιτισμός. Ὁ ἄνθρωπος τώρα κατήντησε – τί; ἕνα κοπάδι ἀπὸ δίποδα κτήνη.
Ἡ πίστι μας δὲν ἀλλάζει, εἶνε ὅπως ὁ ἥλιος. Ἢ μᾶλλον θά ᾽ρθῃ μέρα ποὺ κι ὁ ἥλιος θὰ σβήσῃ, καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν, ὅλα θὰ γίνουν ἄνω – κάτω· θ᾽ ἀνατραποῦν συστήματα, θὰ πέσουν θρόνοι, θὰ γκρεμιστοῦν βασίλεια, θ᾽ ἀλλάξουν τὰ πάντα, ἀλλὰ ἕνα δὲν θ᾽ ἀλλάξῃ – γράψτε το· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35). Ἡ πίστι μας δὲν θ᾽ ἀλλάξῃ.
Χριστιανέ, κλεῖσε τὰ αὐτιά σου στὸν ἄθεο καὶ τὸν αἱρετικό. Ἄκουσε σὰν παιδὶ τὸν πατέρα, τὸν οὐράνιο Πατέρα σου. Ζῆσε σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο· μὲ σεβασμὸ καὶ τιμή· ὡς οἰκογενειάρχης, ὡς Ἕλληνας, ὡς ἄνθρωπος. Τότε θά ᾽χῃς μέσα σου παράδεισο, θὰ δοξολογῇς μέρα – νύχτα τὸ Θεὸ καὶ θὰ λές· Χριστέ, σ᾽ εὐχαριστῶ, γιατὶ εἶσαι σὰν τὸν ἥλιο καὶ σκόρπισες παντοῦ τὸ φῶς καὶ τὴν εὐλογία.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία εἰς τὸν ἱ. ναὸ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου Κάτω Κλεινῶν – Φλωρίνης 18-7-1971)
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.