«Ἀεὶ γὰρ ἦσαν οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ τούτων ἀνάσσοντες ὑβρισταὶ καὶ παράνομοι,
φονευταὶ καὶ ἀσύνετοι καὶ νόμου παραβαίνοντες»
(Ἁγίου Ρωμανοῦ τοῦ Μελωδοῦ)
Οἱ παράνομοι καὶ φονευταὶ Ἰουδαῖοι δὲν ἔπαυσαν ποτὲ διὰ μέσου τῶν αἰώνων νὰ φονεύουν, ἀπὸ δαιμονικὸν ζῆλον, τοὺς πιστοὺς ΕΚΕΙΝΟΥ ποὺ ἐσταύρωσαν. Τὸ θεοστυγὲς ἱερατεῖον των ὄχι μόνον δὲν ἀποδοκιμάζει ἀλλὰ ἐνθαρρύνει «ἱεροὺς φόνους».
Ἡ μαρτυρικὴ μεγαλόνησος Κύπρος ἐγνώρισεν τὴν Ἰουδαϊκὴν κακίαν εἰς ὅλον της τὸ μέγεθος.
Πρῶτος Κύπριος ποὺ ἐπλήρωσεν μὲ αἷμα μαρτυρίου τὴν ἀγάπην του πρὸς τὸν Κύριόν μας ἦτο ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου ἀπόστολος Βαρνάβας, τὸν ὁποῖον οἱ φθονεροὶ Ἰουδαῖοι, ἐνθαρρυνόμενοι καὶ ὑπὸ τῶν Ἰουδαίων τῆς Συρίας, μὴ ἀνεχόμενοι τὴν ἀποστολικὴν του δρᾶσιν ἐφόνευσαν, σύροντάς τον πρῶτον διὰ σχοινίου προσδεδεμένου εἰς τὸν τράχηλόν του ἔξω τῆς πόλεως τῆς Σαλαμῖνος. Ἀκολούθως ἀνάψαντες πῦρ ἔκαυσαν τὸ τίμιον σῶμα του.
Φαίνεται, ὅμως, ὅτι ἡ θυσία τοῦ μεγάλου, κατὰ τὸν ἅγιον Ἰωάννην τὸν Χρυσόστομον, Βαρνάβα δὲν ἐκόρεσε τὸ μένος τῶν θεοκτόνων Ἰουδαίων κατὰ τῆς Χριστιανικῆς πλέον Κύπρου. Οὕτως τὸν χειμῶνα τοῦ 115-116 μ.Χ. οἱ Ἰουδαῖοι τῆς Κύπρου ἐπανεστάτησαν, σύμφωνα μὲ τὸν Ρωμαῖον ἱστορικὸν Δίωνα Κάσσιον, καὶ ἔσφαξαν 240.000 (ΔΙΑΚΟΣΙΑΣ ΣΑΡΑΝΤΑ ΧΙΛΙΑΔΑΣ) Κυπρίους. Ἡ δὲ πόλις τῆς Σαλαμῖνος κατεστράφη ὁλοσχερῶς. Πρόκειται δηλαδὴ περὶ τοῦ πρώτου ὁλοκαυτώματος εἰς τὴν Εὐρώπην. Οἱ σατανολάτραι Ἰουδαῖοι προηγήθησαν κατὰ 1724 ἔτη τοῦ δαιμονολάτρου Χίτλερ σφάζοντες παραλόγως διακοσίας σαράντα χιλιάδας Κυπρίους, ἄνδρας, γυναῖκας καὶ παιδιά. ΚΑΝΕΙΣ δὲν ὁμιλεῖ σήμερον διὰ τὸ ΚΥΠΡΙΑΚΟΝ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ. Ἀλλὰ τὸ μῖσος τῶν ὑβριστῶν καὶ ἀσυνέτων Ἰουδαίων συνεχίζεται καὶ ἀργότερον. Ἡ Ἑβραϊκὴ ἐγκυκλοπαίδεια ἀναφέρει ὅτι τὸ 610 μ.Χ. οἱ Ἑβραῖοι τῆς Τύρου προσεπάθησαν νὰ πείσουν τοὺς ὁμοφύλους των τῆς Κύπρου νὰ ἐπαναστατήσουν κατὰ τῶν Ἑλλήνων τῆς μεγαλονήσου. Εὐτυχῶς ἀπέτυχον καὶ οὕτως ἀπεφεύχθη ἀκόμη ἕνα ὁλοκαύτωμα.
Ἐν συνεχείᾳ, τὸ 1878, ὁ Ἑβραῖος Πρωθυπουργὸς τῆς Μεγάλης Βρετανὶας Ντισρέϊλι ἐνοικιάζει τὴν Κύπρον ἀπὸ τὴν Τουρκίαν σκοπεύων μελλοντικῶς νὰ τὴν καταστὴσῃ ὁρμητήριον διὰ τὴν ἵδρυσιν τοῦ σημερινοῦ γκαγκστερικοῦ μορφώματος τοῦ Ἰσραήλ.
Φαίνεται ὅμως ὅτι τὸ Ἑβραϊκὸν ὁλοκαύτωμα τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου δὲν ἐσυνέτησε τοὺς θεοστυγεῖς καὶ θεοκτόνους Ἰουδαίους. Οὕτως τὴν 16ην Νοεμβρίου 1979, ἐνῶ ὁ μακαριστὸς γέροντας π. Φιλούμενος ἐτελοῦσε τὸν ἑσπερινὸν τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θαυματουργοῦ, φανατικοὶ Ἑβραῖοι εἰσέβαλον εἰς τὸν ναὸν τοῦ φρέατος τοῦ Ἰακὼβ καὶ τὸν ἐδολοφόνησαν ἐν ψυχρῷ. Ἡ τότε κυβέρνησις τοῦ ἀρχιτρομοκράτου Μπεγκίν οὐδὲν ἔπραξεν διὰ τὴν τιμωρίαν τῶν ἐνόχων, ἀλλὰ καὶ ΟΥΔΕΙΣ ραββῖνος κατεδίκασε τὸ ἀποτρόπαιον τοῦτο ἔγκλημα.
Ὅλο ὅμως τὸ ΜΙΣΟΣ τῶν πιστῶν τῆς συναγωγῆς τοῦ Σατανᾶ, κατὰ τὸν ἅγιον Ἰωάννην τὸν Θεολόγον, ἐφάνη τὸν Ἰούλιον τοῦ 1974, ὅταν ὁ Ἑβραῖος ὑπουργὸς τῶν Ἐξωτερικῶν τῶν Η.Π.Α. Κίσσιντζερ ἤναψε τὸ πράσινον φῶς εἰς τοὺς βαρβάρους Τούρκους νὰ καταλάβουν τὴν Κύπρον καὶ νὰ βεβηλώσουν τὰ ἱερὰ καὶ ὅσια της. Σήμερον λειτουργεῖ εἰς τὴν πόλιν τοῦ ἱερομάρτυρος Θεοδότου, τὴν Κερύνειαν, ἑβραϊκὴ συναγωγὴ τῆς ὁποίας ὁ ῥαββῖνος συναγελάζεται μετὰ τοῦ παρανόμου κατοχικοῦ ἡγέτου Ταλάτ, πρώην μέλους τῆς τρομοκρατικῆς ὀργανώσεως τοῦ ἀρχιτρομοκράτου Ντεκτάς.
Μετὰ τὴν σύντομον αὐτὴν ἱστορικὴν ἀναφορὰν εἰς τὴν ὁποίαν ἐπαρουσιάσθηκαν στοιχεῖα διὰ τὰς ἐνεργείας καὶ πράξεις τῶν Ἰουδαίων εἰς βάρος τῶν Κυπρίων διὰ μέσου τῶν αἰώνων, θὰ προσπαθήσωμεν, μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Φιλουμένου, νὰ παρουσιάσωμεν διάφορα περιστατικὰ ἀπὸ τὴν ζωήν του.
Διὰ πρώτην φορὰν ὁ γράφων, συνήντησε τὸν π. Φιλούμενον τὸ 1978, ἕνα ἔτος πρὸ τοῦ μαρτυρίου του, εἰς τὴν μονὴν τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ὅπου ὁ ἡγούμενος μακαριστὸς γέροντας π. Σωφρόνιος τοῦ εἶπε: «Ἔλα νὰ σοῦ γνωρίσω ἕναν συμπατριώτην μας». Ἀφοῦ μᾶς προσέφερε καφὲ μετεβίβασα εἰς τὸν π. Φιλούμενον τοὺς χαιρετισμοὺς τῆς ἀδελφῆς του κ. Σοφίας Κακουλλῆ, ἡ ὁποία ἐζοῦσε τότε εἰς τὸ Λονδῖνον, ἐργαζομένη ἀφιλοκερδῶς εἰς τὸ βιβλιοπωλεῖον τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος «Μέγας Ἀθανάσιος». Ἀφοῦ συνωμιλήσαμε ἀρκετὰ, καὶ προτοῦ ἀποχωρισθοῦμε, μοῦ εἶπε ὅτι πρὶν λίγες ἡμέρες εἶχεν ἐπισκεφθεῖ ἕναν Ἄραβα Ὀρθόδοξον εἰς νοσοκομεῖον. Ἀφοῦ τὸν εἶδεν, φεύγοντας ἔτρεξεν πίσω του μία μουσουλμάνα καὶ τοῦ εἶπε «Ἀμποῦνα (π.), ἔλα διάβασε καὶ στὸ παιδί μου». Ἐκείνη τὴν ὥραν, μᾶς εἶπε, τὰ ἔχασε. Ἀλλὰ ἄνοιξε τὸ εὐχολόγιον καὶ ἐδιάβασε μίαν εὐχὴν εἰς τὸ ἄρρωστον παιδί: «Δὲν πρόλαβα νὰ φύγω καὶ ἡ μουσουλμάνα ἔτρεξε νὰ μὲ εὐχαριστήσῃ διότι τὸ παιδί της ἐθεραπεύθη». Καὶ διὰ νὰ προλάβῃ τυχὸν ἐπαίνους καὶ θαυμασμὸν ἐσυμπλήρωσεν: «Μη νομίζης ὅτι ἔκαμα θαῦμα, ἁπλῶς ἡ μάνα εἶχε πίστιν, καὶ ἡ εὐχή συνέβαλεν εὶς τὸ νὰ γίνῃ τὸ παιδί της καλά». Αὐτὸς ἦτο ὁ π. Φιλούμενος, θαυματουργοῦσε καὶ ἐν ζωῇ.
Ὅσοι ἔχουν γράψει περὶ τοῦ π. Φιλουμένου, ἀγνοοῦν ἤ παραλείπουν, ὄχι, ὡς θέλωμεν νὰ πιστεύωμεν, ἐσκεμμένως μίαν σημαντικὴν πλευρὰν τῆς προσωπικότητός του. Ὁ π. Φιλούμενος ἦτο πάνω ἀπ’ ὅλα ἕνας ὁμολογητής καὶ ἤλεγχεν αὐστηρῶς τὰ κακῶς κείμενα εἰς τὸ Πατριαρχεῖον τῶν Ἱεροσολύμων.
Ὅπως μᾶς ἔλεγεν ἡ μ. ἀδελφή του Σοφία, ὅταν κάποιοι πρότειναν εἰς τὸν Πατριάρχην Βενέδικτον νὰ χειροτονήσῃ ἐπίσκοπον τὸν δίδυμον ἀδελφόν τοῦ ἱερομάρτυρος, π. Ἐλπίδιον, ὁ ὁποῖος ὑπηρετοῦσε τότε εἰς τὰς Ἀθήνας, τοὺς ἀπήντησε ἐκνευρισμένος: «Ἔχομε τὸν ἀδελφόν του ἐδῶ ποὺ μᾶς ἐλέγχει, νὰ φέρωμε καὶ τὸν ἄλλο;». Δὲν ἐδίσταζεν ὁ π. Φιλούμενος νὰ παρουσιάζεται εἰς τὸν Πατριάρχην καὶ νὰ τοῦ ζητεῖ νὰ τιμωρήσῃ σκανδαλοποιοὺς ἱερωμένους. Ἀλλὰ καὶ δὲν μποροῦσε νὰ ἀνεχθῇ παπικὸν νὰ εἰσέλθῃ εἰς ναόν.
Ὁ π. Φιλούμενος ἦτο ζηλωτὴς μὲ τὴν πραγματικὴν ἔννοιαν τῆς λέξεως, δι’ αὐτὸν τὸν λόγον ὅταν ὁ ἀδελφὸς του π. Ἐλπίδιος, εὑρισκόμενος εἰς Ἱεροσόλυμα διὰ προσκύνημα, ἐσηκώθη νὰ εὐλογήσῃ τὴν τράπεζαν, τότε ὁ ταπεινὸς π. Φιλούμενος τοῦ εἶπεν: «Ἀδελφὲ θὰ εὐλογήσω ἐγώ, ἐσὺ λειτουργεῖς μὲ τὸ ν. ἡμερολόγιον». Ὁ δὲ π. Σωφρόνιος εἶπεν ὅτι εἰς μίαν πανήγυριν τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος ὁ π. Φιλούμενος ἠρνήθη νὰ συλλειτουργήσῃ μὲ ν. ἡμερολογίτην ἱερέα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ποτὲ δὲν θὰ ἠνήχετο ὡς ἁγιοσαββίτης πατήρ, τὸν π. Θεόδωρον Ζήση νὰ λειτουργήσῃ εἰς τὴν Λαύραν τοῦ ἁγίου Σάββα, ὡς ἐσυνέβη πρὸ ἐτῶν καὶ ἴσως δι’ αὐτὸν τὸν λόγον ὁ πατριάρχης Είρηναῖος (ποὺ ἔδωσε τὴν ἄδειαν) ἔχασε τὸν θρόνον του.
Ἡ ταπεινότης καὶ ἡ εὐλάβεια τοῦ π. Φιλουμένου ἦτο παροιμιώδης. Ὅταν κάποτε ἐπρόκειτο νὰ ὑποβληθῇ εἰς μίαν ἐγχείρισιν ἐπῆγεν εἰς τὸν π. Σωφρόνιον, εἰς τὸν ὁποῖον ἐξωμολογεῖτο καὶ τοῦ εἶπε: «Ἔλα πάτερ μου νὰ μὲ ἐξομολογήσῃς , διότι αὔριο μπαίνω στὸ νοσοκομεῖο γιὰ ἐγχείριση».
Μᾶς ἔλεγε ἡ μ. ἀδελφή του Σοφία ὅτι ὁ π. Φιλούμενος δὲν εἶχε καθόλου χρήματα. Δι’ αὐτὸν τὸν λόγον ὁ μακαριστὸς πατριάρχης Διόδωρος τὸν ἀποκαλοῦσε «Πτωχοπρόδρομον».
Τὴν 26ην Δεκεμβρίου 1985 εὑρισκόμενος εἰς Ἱεροσόλυμα, μετὰ τὴν τράπεζαν, ὁ μακαριστός, πατριάρχης Διόδωρος μοῦ εἶπεν: «Ἔλα εἰς τὴν κηδείαν τοῦ ἀρχιεπισκόπου Πέλλης Κλαυδίου, διότι μετὰ θὰ κάμωμεν καὶ τὴν ἐκταφὴν τοῦ π. Φιλουμένου». Πράγματι, μετὰ τὴν κηδείαν ἤνοιξαν τὸ μνῆμα τοῦ π. Φιλουμένου καὶ ὅλοι ἀντικρύσαμε τὸ ἄφθαρτον μαρτυρικὸν σῶμα τοῦ νεομάρτυρος (σχετικὰς φωτογραφίας ποὺ ἐβγάλαμεν τότε μπορεῖτε νὰ βρεῖτε εἰς τὴν ἰστοσελίδα μας: www.markoseugenikos.gr). Ἀμέσως μετὰ ἐρώτησα τὸν μακαριστὸν πατριάρχην, ἐὰν εἶχε σκοπὸν ἡ Σιωνίτιδα Ἐκκλησία νὰ ἁγιοποιήσῃ τὸν π. Φιλούμενον. Ἡ ἀπάντησίς του ἦτο σαφὴς: «Ὁ π. Φιλούμενος εἶναι μάρτυρας καὶ δὲν χρειάζεται ἁγιοποίηση».
Ὁ λίαν σεβαστὸς γέρων π. Σωφρόνιος μᾶς ἔδωσεν τότε ἕνα τεμάχιον λειψάνου τοῦ π. Φιλουμένου τὸ ὁποῖον φυλάσσομεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ εἰς τὴν Μεθώνην Πιερίας. Τὴν 5ην Δεκεμβρίου 2002, ὁ ἱερέας τῆς Ἀγαθουπόλεως μᾶς ἐζήτησε νὰ τοῦ τὸ δώσωμε διὰ νὰ τὸ ἐκθέσῃ εἰς προσκύνησιν εἰς τὸν ἑορτάζοντα ναόν τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Μετὰ ἀπὸ δύο ἑβδομὰδας τοῦ ἐζήτησα τὸ τίμιον λεὶψανον τοῦ π. Φιλουμένου διότι θὰ ἐπήγαινα εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐπιθυμοῦσα νὰ τὰ πάρω μαζί μου. Πράγματι τὸ παρέλαβα τὸ Σὰββατον… Τὴν Κυριακήν τὸ πρωΐ τὸ εἶχα εἰς τὸ σπίτι μου εἰς τὴν Θεσσαλονίκην ὅταν, ξαφνικά, διεπίστωσα ὅτι ἀνεδύετο θεῖα εὐωδία. Ἐφώναξα ἀμέσως τὴν ἰατρὸν σύζυγόν μου καὶ τὴν ἐρώτησα ἐὰν αισθανόταν καὶ ἡ ἴδια τὴν εὐωδίαν ἡ ὁποία ἔβγαινε ἀπὸ τὸ τεμάχιον τοῦ ἱεροῦ λειψάνου καὶ τὸ ἐπεβεβαίωσε. Ἀκολούθως ἔτρεξα εἰς τὸν ἐνοριακόν μου ναὸν τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης ὅπου τόσο ὁ ἱερὲας ὅσο καὶ ὁ νεωκόρος καὶ ἔνας ἀκόμη φίλος ἱατρὸς παρέστησαν μάρτυρες αὐτοῦ τοῦ γεγονότος. Ἐν συνεχείᾳ ἐταξίδευσα εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἡ εὐωδία συνώδευσε τὸ ἱερὸν λείψανον μέχρις ὅτου ἐπέστρεψα πίσω εἰς τήν Θεσσαλονίκην.
«Θαυμαστὸς ὄντως ὁ Θεός ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ».
Τιμὴ ἁγίου, σημαίνει καὶ μίμησιν τοῦ βίου αὐτοῦ. Πολλοὶ σήμερον «τιμοῦν» μὲ λόγους κυρίως τὸν νέον ἱερομάρτυρα Φιλούμενον, ἀλλὰ ποτὲ ὁ π. Φιλούμενος δὲν θὰ ἐδέχετο τοιαύτας τιμὰς π.χ. ἀπὸ τὸν κ. Θεόφιλον ὁ ὁποῖος ἐδέχθη τὸν ἀντίχριστον πάπαν τῆς Ρώμης ἐν τοῖς πατριαρχείοις τῶν Ἱεροσολύμων καὶ ἐδώρησεν εἰς αὐτὸν εἰκόνα τῆς Γεννήσεως. Οὔτε θὰ συνεφώνη μὲ τὸν κ. Θεόφιλον εἰς συμπροσευχὰς μὲ τὴν πανσπερμίαν τῶν αἱρετικῶν. Ἀσφαλῶς ἐπίσης θὰ διεφώνῃ σφοδρῶς μὲ τὰς συμπροσευχὰς τοῦ ἀρχιεπισκόπου Κύπρου μὲ τὸν ἀρχιαιρεσιάρχην τῆς Ρώμης, τὸν ὁποῖον ὁ ἄθεος πρόεδρος τῆς Κύπρου προσεκάλεσεν εἰς τὴν πάλαι ποτὲ νῆσον τῶν ἁγίων. Ἡ δῆθεν τιμὴ ποὺ τοῦ προσφέρεται ἀπὸ τοὺς Μητροπολίτας Μόρφου καὶ Λεμεσοῦ, οἱ ὁποῖοι συμπορεύονται μὲ τὸν οὐνίτην ἀρχιεπίσκοπόν τους καὶ θὰ ὑποδεχθοῦν (;) τὸν ἄρχοντα τοῦ Βατικανοῦ τὸν Ἰούνιον τοῦ 2010 εἰς τὴν Κύπρον εἶναι βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ π. Φιλουμένου. Δὲν θὰ ἀναφερθοῦμε εἰς τοὺς Βατοπαιδινοὺς διὰ νὰ μὴ στενοχωρήσωμεν τὸν π. Φιλούμενον.
Ὁ ἱερομάρτυς Φιλούμενος δὲν ἔχει ἀνάγκη τοιούτων τιμῶν. Ἐνεφανίσθη ἐνώπιον τοῦ ἐπουρανίου θυσιαστηρίου φέρων πιστῶς τὴν ὁμολογίαν του. Ὅσοι δὲ Κύπριοι δὲν διαμαρτυρηθοῦν δυναμικῶς διὰ τὴν σχεδιαζομένην ἐπίσκεψιν τοῦ ἀρχηγοῦ τοῦ γκαγκστερικοῦ κρὰτους τοῦ Βατικανοῦ εἰς τὴν Κύπρον δὲν δικαιοῦνται νὰ τιμοῦν τὸν π. Φιλούμενον. Ὁ ἅγιος βδελύσσεται αὐτοὺς ὅπως ὁ σήμερα ἑορτάζων μάρτυρας Πέτρος Ἀλεξανδρείας, ὁ ὁποῖος ἠρνήθη πρὸ τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ του νὰ συγχωρήσῃ τὸν Ἄρειον, ὅταν ὁ τελευταῖος ἔστειλε ἀπεσταλμένους του εἰς τὴν φυλακὴν παρακαλώντας τον νὰ τὸν συγχωρήσῃ.
Μ.Π.
(Μάριος Πηλαβάκης)
24 Νοεμβρίου 2009
Μνήμη Κλήμεντος Ρώμης
καὶ Πέτρου Ἀλεξανδρείας |
Ὑπεύθυνος ὕλης Μάριος Ι. Πηλαβάκης. Τόπος ἐκδόσεως: Θεσσαλονίκη
|
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.