Αν θελουμε να υπαρχη ειρηνη και ευτυχια στον τοπο μας, να μη εγκαταλειπουμε τον Κυριο, που ειναι ο Ιατρος, ο Διδασκαλος, ο Τροφευς (Ματθ. 14,14-22)
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΣΤ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2214
Κυριακὴ Η΄ Ματθαίου (Ματθ. 14,14-22)
11 Αὐγούστου 2019
Tοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὺγουστίνου Καντιώτου
Ιατρος, Διδασκαλος, Τροφευς
Ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου, εἶνε ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου. Αὐτὸ τ᾽ ἀκοῦμε ἀπὸ τὰ παιδικά μας χρόνια· μᾶς τὸ δίδαξαν οἱ διδάσκαλοι καὶ οἱ γονεῖς μας. Ἀλλὰ πῶς εἶνε ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου; αὐτὸ δὲν μᾶς τὸ ἀνέλυσαν. Αὐτὸ λοιπὸν ἔρχεται νὰ μᾶς ἐξηγήσῃ σήμερα τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο. Μᾶς παρουσιάζει δηλαδὴ τὸν Χριστὸ ὡς Ἰατρό, ὡς Διδάσκαλο, καὶ ὡς Τροφέα.
Ἂς δοῦμε τὰ τρία αὐτὰ πιὸ ἀναλυτικά.
* * *
1. Ὁ Χριστὸς εἶνε Ἰατρός. «Εἶδε», λέει,« πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾽ αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν» (Ματθ. 14,14). Εἶχε πάει σὲ μέρος ἐρημικό, νὰ βρῇ ἡσυχία γιὰ προσευχή. Ἀλλὰ ὁ κόσμος δὲν τὸν ἀφήνει ἥσυχο. Μόλις ἔμαθαν ποῦ βρίσκεται, ἔτρεξαν ἐκεῖ καὶ σὲ λίγο μαζεύτηκαν στὴν ἔρημο χιλιάδες. Ἐκεῖνος τοὺς εἶδε καὶ τοὺς λυπήθηκε· ἔμοιαζαν σὰν κοπάδι χωρὶς τσοπάνη.
Εἶχαν μαζί τους καὶ πολλοὺς ἀρρώστους ποὺ ἔπασχαν ἀπὸ διάφορες ἀσθένειες· μανάδες κρατοῦσαν στὴν ἀγκαλιὰ παιδάκια καχεκτικά, μερικὰ κ᾽ ἑτοιμοθάνατα· νέοι ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ χαροῦν τὴν ὑγειά τους, γιατὶ τοὺς βασάνιζαν συνέπειες κάποιας ἀσωτίας· γέροι, ποὺ ἡ προχωρημένη ἡλικία τους εἶχε φέρει καὶ τὴ φυσικὴ φθορὰ τοῦ σαρκίου· γυναῖκες, ποὺ ὁ ὀργανισμός του ἀδυνάτιζε ἀπὸ ἀσθένεια τοῦ φύλου· ἀλλὰ καὶ ἄντρες, ποὺ κάποια ἀναπηρία ἢ σκληρὴ ἐργασία τοὺς εἶχε παροπλίσει προώρως. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἀσθενεῖς ἦταν ἐκεῖ. Τοὺς εἶδε ὁ Χριστὸς καὶ τοὺς πόνεσε. Πόσο ὑπέφεραν οἱ καημένοι! τί φάρμακα θὰ εἶχαν πάρει, σὲ πόσους γιατροὺς θὰ εἶχαν πάει, πόσες νύχτες θὰ πέρασαν ἄυπνοι! Ὁ πυρετός, ὁ πόνος, ἡ ζάλη, ἡ στέρησι, ἡ ἐξάντλησι, τοὺς ἔλειωνε ὅπως τὸ κερὶ ἡ φωτιά.
Ἀλλὰ τώρα ἔφθασε ἡ ὥρα τοῦ λυτρωμοῦ τους! Ὁ Χριστός, χωρὶς συνταγές, χωρὶς φάρμακα, χωρὶς κλινικές, χωρὶς ἐγχειρήσεις, μόνο μὲ ἕνα του λόγο, τοὺς θεράπευσε ὅλους, τοὺς ἔκανε ὅλους καλά. Ἀποδείχθηκε ὅτι εἶνε ὁ Ἰατρὸς κάθε ἀσθενείας.
Ὅποιος πλησιάζει τὸ Χριστὸ μὲ πίστι, αὐτὸς καὶ ἀπὸ τὴ χειρότερη ἀσθένεια ἂν πάσχῃ θὰ θεραπευθῇ. Αὐτὸ τὸ εἴδαμε στὴν εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀλλὰ τὸ βλέπουμε καὶ σήμερα στὴ ζωὴ τῶν πιστῶν. Ὑπάρχουν πολλὲς περιπτώσεις ποὺ γιατροὶ ἀπήλπισαν τὸν ἄρρωστο ἀλλ᾽ αὐτὸς –ἀνέλπιστα– βρῆκε τὴν ὑγεία του. Πῶς; Πίστεψε στὸ Χριστό, μετανόησε, ἐξωμολογήθηκε, ζήτησε τὴ βοήθειά του, καὶ ἐκεῖνος τὸν θεράπευσε. Ὁ Κύριος βέβαια δὲν καταργεῖ τοὺς γιατρούς, γιατὶ κι αὐτοὶ εἶνε δικοί του ἀπεσταλμένοι στὴν ὑπηρεσία τοῦ ἀσθενοῦς· δὲν πρέπει ὅμως νὰ λησμονοῦμε, ὅτι πάνω ἀπ᾽ ὅλους τοὺς γιατροὺς εἶνε ἐκεῖνος. Ὅ,τι δὲν μποροῦν νὰ κάνουν καὶ οἱ καλύτεροι γιατροὶ τοῦ κόσμου, μπορεῖ νὰ τὸ κάνῃ αὐτός. Ὅσοι λοιπὸν εἴμαστε ἀσθενεῖς στὸ σῶμα, ἂς τὸν πλησιάζουμε, γιατὶ ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἀνώτερος Ἰατρός.
2. Καὶ μόνο οἱ ἀσθενεῖς νὰ πλησιάζουν τὸ Χριστό; Ἂς τὸν πλησιάζουν καὶ ὅλοι ὅσοι διψοῦν τὴν ἀλήθεια. Ὁ Χριστὸς ἱκανοποιεῖ τὴ μεταφυσικὴ αὐτὴ δίψα καὶ πεῖνα τῆς ψυχῆς.
«Πάντες ἄνθρωποι τοῦ εἰδέναι ὀρέγονται φύσει» ((Ἀριστοτέλους, Μετὰ τὰ Φυσικὰ Α΄, σημ. δ΄). Ἡ ψυχή μας ἐκ φύσεως θέλει νὰ μάθῃ τὴν ἀλήθεια, διψᾷ τὴν ἀλήθεια. Ἀλλὰ τὴν ἀλήθεια ποὺ διψᾶμε δὲν θὰ τὴ βροῦμε πουθενὰ ἀλλοῦ παρὰ μόνο στὸ Χριστό. Αὐτὸς εἶνε, μὲ τὴν ἀπόλυτη ἔννοια ὁ Διδάσκαλος τοῦ κόσμου, ἡ πηγὴ τῆς σοφίας. Τὸ βλέπουμε κι αὐτὸ στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο.
Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἀρρώστους, τόσος ἄλλος κόσμος ἀκολούθησε τὸ Χριστὸ στὴν ἔρημο. Τί τοὺς ὤθησε κοντά του; Δὲν πῆγαν ὅλοι αὐτοὶ γιὰ σωματικὴ θεραπεία. Γιατί κάνουν ἕνα τέτοιο κόπο; Κάτι ἄλλο τοὺς κινεῖ· θέλουν ν᾽ ἀκούσουν τὸ λόγο του, τὴν ἀλήθεια. Ὤ τὰ χείλη τοῦ Χριστοῦ! στάζουν μέλι καὶ κάτι περισσότερο, γλυκύτερη κι ἀπ᾽ τὸ μέλι ἡ διδασκαλία του (πρβλ. Ψαλμ. 18,11). Εὐχαριστεῖ τὴν ψυχή. Ὧρες ὁλόκληρες δίδασκε ἐκεῖ, μὰ αὐτοὶ δὲν κουράζονταν. Κι ὅσο δίδασκε, τόσο περισσότερο αὐτοὶ ἤθελαν νὰ τὸν ἀκοῦνε.
Τὴν ἴδια ἱκανοποίησι, ποὺ ἔνιωθαν τότε οἱ ὄχλοι, δοκιμάζουν διὰ μέσου τῶν αἰώνων μέχρι σήμερα καὶ πλῆθος σοφοὶ διανοούμενοι καὶ ἐπιστήμονες σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Ὁμολογοῦν, ὅτι μεγαλύτερος διδάσκαλος ἀπὸ τὸ Χριστὸ δὲν ὑπάρχει. Ὅλους τοὺς δασκάλους τοῦ κόσμου ν᾽ ἀκούσῃς, ἂν δὲν ἀκούσῃς αὐτόν, τίποτε σχεδὸν δὲν ὠφελήθηκες· αὐτὸς μόνο διδάσκει τὰ σπουδαιότερα, ἀληθέστερα καὶ ὠφελιμώτερα διδάγματα· ποιός εἶνε ὁ Θεός, τί εἶνε ἡ αἰώνιος ζωή, ποιός εἶνε ὁ προορισμός μας, τί εἶνε κρίσις, ἀνταπόδοσις κ.τ.λ.. Μακάριοι ὅσοι ἔχουν ἀνοιχτὰ τὰ αὐτιά τους καὶ τὸν ἀκοῦνε.
3. Τέλος ὁ Χριστός, μετὰ τὴ διδασκαλία, ἔγινε, μὲ τρόπο θαυμαστό, καὶ ὁ Τροφεὺς τοῦ πλήθους. Ὁ κόσμος ἐκεῖνος, ἂν καὶ ὁ τόπος ἦταν ἔρημος κ᾽ ἡ ὥρα περασμένη, δὲν ἐννοοῦσε νὰ φύγῃ. Ὁ ἥλιος ἄρχισε νὰ γέρνῃ στὴ δύσι, ἀλλ᾽ αὐτοὶ δὲν ἔφευγαν. Προτιμοῦσαν νὰ μένουν ὄρθιοι καὶ νηστικοὶ στὸ ὕπαιθρο παρὰ νὰ χάσουν τὴν εὐκαιρία ν᾽ ἀκούσουν τὸν θεῖο Διδάσκαλο. Ὁ Χριστὸς ὅμως σὰν καλὸς πατέρας θὰ φροντίσῃ γιὰ τὰ παιδιά του, δὲν θὰ τ᾽ ἀφήσῃ νὰ φύγουν ἔτσι. Ἀφοῦ λοιπὸν ἔθρεψε τὶς ψυχές τους μὲ τὴ διδασκαλία, τώρα θὰ θρέψῃ καὶ τὰ σώματά τους. Ἀλλὰ πῶς; Στὴν ἔρημο τρόφιμα δὲν ὑπάρχουν. Μόνο πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια ἔχουν μαζί τους οἱ μαθηταί. Αὐτὰ λοιπὸν τὰ λίγα εὐλογεῖ καὶ τὰ πολλαπλασιάζει, μ᾽ αὐτὰ στρώνει τραπέζι πάνω στὰ χορτάρια καὶ τρέφει ὅλους· πέντε χιλιάδες ἄντρες, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά, τρῶνε καὶ χορταίνουν! Τὸ θαῦμα φωνάζει, ὅτι αὐτὸς εἶνε ὁ Τροφεὺς τοῦ κόσμου.
Κι ὄχι μόνο τότε. Ὅπου ὑπάρχει ἡ εὐλογία του, ἐκεῖ τὰ πάντα εἶνε ἄφθονα καὶ φτάνουν γιὰ νὰ ζήσῃ χιλιάδες κ᾽ ἑκατομμύρια κόσμος· ὅπου ὅμως δὲν ὑπάρχει ἡ εὐλογία του, ἐκεῖ βασιλεύει δυστυχία. Ἂς ἔχῃς χωράφια καὶ λιοστάσια καὶ ἀμπέλια, ἂς κοπιάζῃς μέρα – νύχτα, ἂς τηρῇς ὅλες τὶς συμβουλὲς τῶν γεωπόνων· ἂν δὲν δώσῃ τὴν εὐλογία ὁ Χριστός, εἰς μάτην ὅλοι οἱ κόποι. Πέφτει ἕνα χαλάζι καὶ τὰ καταστρέφει, ἢ ἔρχεται ἕνας καύσωνας καὶ τὰ καίει ὅλα· καὶ τότε ξοδεύεις χωρὶς νὰ εἰσπράττῃς, σπέρνεις καὶ δὲν θερίζεις, κοπιάζεις κ᾽ οἱ κόποι σου πᾶνε χαμένοι. Γιατί; Διότι δὲν ἔχεις τὴν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ. Ὅπου ὑπάρχει ἡ εὐλογία, τὰ λίγα γίνονται πολλά. Ἑκατομμύρια στρέμματα νὰ κατέχῃς, ἅμα δὲν ἔχῃς τὴν εὐλογία τοῦ Κυρίου, εἶνε σὰν νὰ μὴν ἔχῃς τίποτα. Νὰ ζητοῦμε λοιπὸν τὴν εὐλογία του.
Ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ Τροφεὺς καὶ Συντηρητὴς τοῦ κόσμου. Αὐτὸς μοιράζει ἄφθονα τὰ ἀγαθά του σ᾽ ἐκείνους ποὺ τὸν ἀκολουθοῦν καὶ κάνουν τὸ θέλημά του. Αὐτὸς δὲν ἀφήνει νὰ πεινάσῃ ὅποιος τὸν ἐπικαλεῖται. «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. 33,11). Αὐτὸ τὸ εἴδαμε καὶ στὶς μέρες μας. Ὄχι μόνο πλούσιοι ἄνθρωποι, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρα κράτη πλούσια, ὅταν ἔφυγαν ἀπὸ τὸ Χριστὸ καὶ τὴν ἁγία του πίστι, πείνασαν καὶ δυστύχησαν. Παράδειγμα ἡ ῾Ρωσία· στὴ χώρα, ποὺ ἄλλοτε ἔτρεφε ὁλόκληρη τὴν Εὐρώπη, λίγα χρόνια μετὰ τὴν ἐπανάστασι τοῦ 1917, τὸ 1921, ἔπεσε τέτοια δυστυχία, ὥστε παιδιὰ γυναῖκες καὶ ἄντρες πέθαιναν ἀπὸ τὴν πεῖνα. Γιατί; Διότι ἀρνήθηκαν τὸ Θεό, ἔγιναν ἄπιστοι ἄθεοι ἀσεβεῖς, πολέμησαν τὴν Ἐκκλησία, ἔκαναν τοὺς ναοὺς ἀποθῆκες καὶ θέατρα. Αὐτὸ θὰ πάθουμε κ᾽ ἐμεῖς, ἂν ἐγκαταλείψουμε τὸ Χριστὸ καὶ τὴν ἁγία του πίστι.\
* * *
Ἂν θέλουμε, ἀγαπητοί μου, εὐημερία καὶ γαλήνη σ᾽ ἐμᾶς καὶ στὰ σπίτια μας, ἂν θέλουμε νὰ ὑπάρχῃ εἰρήνη καὶ εὐτυχία στὸν τόπο μας, μὴ ἐγκαταλείπουμε τὸν Κύριο· ἀντιθέτως, νὰ πλησιάσουμε ἀκόμη περισσότερο τὸ Χριστό. Τ σημερινὸ εὐαγγέλιο ἀκούσαμε τὸ θεόπνευστο λόγο νὰ βεβαιώνῃ, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ Ἰατρός, ποὺ θεραπεύει τὰ σώματά μας ἀπὸ κάθε λογῆς ἀσθένεια· ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ Διδάσκαλος, ποὺ τρέφει τὶς ψυχές μας μὲ τὴν ἀλήθεια τοῦ λόγου του· ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ Τροφεύς, ποὺ συντηρεῖ τὸν κόσμο καὶ ἐνδιαφέρεται στοργικὰ καὶ γιὰ τὴν ὑλικὴ καὶ σωματική μας ἀκόμη ἐπιβίωσι.
Νὰ τὸ βάλουμε καλὰ στὸ νοῦ μας καὶ ποτέ μὴν τὸ ξεχνᾶμε· κοντὰ στὸ Χριστὸ εἶνε ἡ ὑγεία, μακριά του εἶνε ἡ ἀσθένεια· κοντὰ στὸ Χριστὸ εἶνε ἡ ζωή, μακριά του εἶνε ὁ θάνατος· κοντὰ στὸ Χριστὸ εἶνε ἡ ἀλήθεια, μακριά του εἶνε τὸ ψέμα· κοντὰ στὸ Χριστὸ εἶνε ὅλα ἄφθονα, μακριά του πεῖνα καὶ δυστυχία.
Ἂς τρέχουμε λοιπὸν κ᾽ ἐμεῖς στὸ Χριστό, ὅπως τότε ὁ λαὸς τοῦ εὐαγγελίου. Ἂς τὸν ἀκολουθοῦμε πάντα. Ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ ζωή μας θὰ πεισθοῦμε τότε τετραγωνικά, ὅτι μόνο αὐτὸς χαρίζει τὴ χαρά, τὴν ὑγεία, τὰ ἀγαθά, τὴν εὐτυχία. Γιατὶ αὐτὸς εἶνε ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ τιμὴ καὶ ἡ προσκύνησις εἰς αἰῶνας αἰώνων· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπὸ τὸ χειρόγραφο ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἄγνωστο ἱ. ναὸ τῆς ἱ. μητροπόλεως Αἰτωλίας & Ἀκαρνανίας καὶ πιθανῶς τὴν 7-8-1938. Ἀνάγνωσις, στοιχειοθεσία, μεταφορὰ σὲ ἁπλῆ γλῶσσα καὶ μικρὰ σύντμησις 8-7-2019.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.