Το φαρμακο της ανθρωπαρεσκειας και κενοδοξiας… Μπρος αδελφια μου, αρπαξτε απ᾽ το λαιμο τα θηρια αυτα και καρφωστε τα πανω στο σταυρο. Και πεστε μαζι με τον αποστολο Παυλο· Κοσμε, δεν σε λογαριαζω για τιποτα· κοσμε, δεν σε υπολογιζω. Πανω απο το ματαιο κοσμο ειναι ο Χριστος
Κυριακὴ ΚΒ΄ (Γαλ. 6,11-18)
Tοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστινου Καντιώτου
Το φαρμακο της ανθρωπαρεσκειας και κενοδοξiας
«Ὅσοι θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί… Ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ» (Γαλ. 6,12 & 14)
Τὸ Νοέμβριο μῆνα, ἀγαπητοί μου, στὶς 13 τοῦ μηνός, ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴ μνήμη τοῦ μεγάλου πατρὸς καὶ διδασκάλου ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Δική του εἶνε καὶ ἡ θεία Λειτουργία ποὺ ἀκοῦμε κάθε φορὰ στὴν ἐκκλησία. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης, μεταξὺ τῶν ἄλλων διδαχῶν του, λέει καὶ ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶνε πνευματικὸ φαρμακεῖο ποὺ χορηγεῖ φάρμακα γιὰ κάθε ψυχικὴ ἀσθένεια.
Γιὰ μιὰ τέτοια σοβαρὴ ἀσθένεια τῆς ψυχῆς κάνει λόγο ὁ σημερινὸς ἀπόστολος. Ποιά εἶνε ἡ ἀσθένεια αὐτή; Εἶνε ἡ κενοδοξία, ἡ τάσι ποὺ ἔχουμε ὅλοι ἀνεξαιρέτως νὰ κοιτᾶμε ὄχι τὸν οὐρανὸ καὶ τὴν ψυχὴ ἀλλὰ τὸν κόσμο, νὰ μᾶς ἐνδιαφέρει τί θὰ πῇ ὁ κόσμος· εἶνε ἡ μέριμνα νὰ κάνουμε ἐκεῖνα ποὺ θέλει ὁ κόσμος καὶ ἡ φοβία μήπως δυσαρεστήσουμε τὸν κόσμο.
* * *
Κόσμος, ἀγαπητοί μου, εἶνε τὸ σύνολο τῶν ἀνθρώπων ποὺ δὲν πιστεύουν στὸν Κύριο καὶ ζοῦν ὄχι μὲ τὸ Εὐαγγέλιο ἀλλὰ μὲ τὸ ἀντι-ευαγγέλιο. Ὑπάρχει λοιπὸν δυστυχῶς ἡ τάσι σὲ πολλοὺς πιστοὺς νὰ ἀρέσουν στὸν κόσμο. Νὰ ἐξηγηθῶ καλύτερα μὲ μερικὰ παραδείγματα.
Ἱερὰ συνήθεια τοῦ Χριστιανοῦ εἶνε νὰ κάνῃ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ ὅταν τὸ πρωὶ φεύγει γιὰ τὴ δουλειά του, ὅταν στὸ σπίτι ἡ οἰκογένεια κάθεται γιὰ φαγητό, ὅταν πέφτουν στὸ κρεβάτι γιὰ ὕπνο, ὅταν ταξιδεύουν μὲ τὰ διάφορα συγκοινωνιακὰ μέσα, ὅταν περνοῦν ἔξω ἀπὸ ἕνα ναὸ ἢ ἐξωκκλήσι. Ἱερὲς συνήθειες εἶνε ἀκόμη ἡ προσευχή, ἡ μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἡ νηστεία, ὁ ἐκκλησιασμός, ἡ ἐξομολόγησις, ἡ θεία κοινωνία. Γίνονται αὐτὰ σήμερα; Ὄχι δυστυχῶς. Ὑπάρχουν τρεῖς κατηγορίες ἀνθρώπων. Ἄλλοι δὲν τὰ κάνουνε ἀπὸ ἀπιστία – δὲν μιλᾶμε γι᾽ αὐτούς. Ἄλλοι δὲν τὰ κάνουν ἀπὸ ἀδιαφορία καὶ ἀμέλεια – δὲν μιλᾶμε γι᾽ αὐτούς. Ἄλλοι δὲν τὰ κάνουν ἀπὸ ἀνθρωπαρέσκεια καὶ κενοδοξία. Νὰ κάνῃ τὸ σταυρό του αὐτός, κι ὁ ἄλλος νὰ τὸν κοροϊδέψῃ καὶ νὰ τὸν πῇ θρησκόληπτο; νὰ κάνῃ τὸ σταυρό του μέσ᾽ στὸ αὐτοκίνητο, καὶ νὰ γελᾶνε οἱ δεσποινίδες καὶ οἱ μοντέρνες κυρίες; νὰ πιάσῃ στὰ χέρια του τὸ Εὐαγγέλιο; τί λέτε τώρα; θὰ τὸν σχολιάσουν· ἂν ὅμως πάρῃ ἕνα μυθιστόρημα, τότε βέβαια δὲν ὑπάρχει πρόβλημα. Γιὰ ν᾽ ἀρέσῃ λοιπὸν στὸν κόσμο καὶ νὰ μὴ χάσῃ τὴν ἐκτίμησί του, οὔτε σταυρὸ κάνει οὔτε ἄλλα ἱερὰ καθήκοντα ἐκτελεῖ. Ἔτσι ἡ ἀνθρωπαρέσκεια καὶ ἡ κενοδοξία τὸν σπρώχνουν στὴν παράβασι τῶν νόμων τοῦ Θεοῦ.
Τὸν ἴδιο πειρασμὸ ἀντιμετωπίζουν καὶ ἄντρες καὶ γυναῖκες. Ὑπάρχουν βέβαια, εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων, καὶ τίμιες γυναῖκες. Δὲν εἶνε ὅμως ὅλες δυνατές. Καὶ δυστυχῶς τί συμβαίνει; Τὸ καταλαβαίνει ἡ γυναίκα ὅτι τὸ νὰ βγῇ ἔξω γυμνὴ –δὲν εἶνε ἀνάγκη νὰ τὸ πῇ ὁ παπᾶς κι ὁ ἱεροκήρυκας, τὸ λέει ἡ συνείδησί της–, ὅτι δὲν εἶνε ἐνδυμασία αὐτή, εἶνε σὰν τὰ κρέατα ποὺ κρεμᾶνε στὰ τσιγγέλια τῶν κρεοπωλείων· τὸ καταλαβαίνει ὅτι αὐτὸ ἀντίκειται στὴν ἀξιοπρέπεια τῆς Χριστιανῆς Ἑλληνίδος. Τὸ καταλαβαίνει, ὅτι δὲν εἶνε ὀρθὸ νὰ κάθεται διπλοπόδι, νὰ βάζῃ τσιγάρο στὸ στόμα, νὰ παίζῃ χαρτιά, νὰ χυδαιολογῇ καὶ νὰ αἰσχρολογῇ, νὰ πηγαίνῃ στὰ πάρτυ μὲ τοὺς ἐξωφρενικοὺς χορούς· ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἄντρα της, μὲ τὸν ὁποῖο ἔχει συμβόλαιο, δὲν πρέπει νὰ γλυκομιλάῃ μὲ ἄλλους ἄντρες. Ἀφοῦ λοιπὸν τὰ καταλαβαίνει κι ἀφοῦ εἶνε τίμια γυναίκα, γιατί «συσχηματίζεται» μὲ τὴ μόδα (῾Ρωμ. 12,2); Διότι φοβᾶται τὸν κόσμο, δὲν θέλει νὰ δυσαρεστήσῃ φίλες καὶ φίλους της. Γιὰ νὰ μὴν τὴν ποῦν λοιπὸν θρησκόληπτη καὶ καθυστερημένη, τὴ βλέπεις καὶ κάνει νερὰ καὶ ὑποχωρεῖ· καὶ ἐνῷ εἶνε τίμια καὶ τ᾽ ἀποδοκιμάζει αὐτά, σιγὰ – σιγὰ ἡ ἁμαρτία τὴν τραβάει πρὸς τὰ κάτω καὶ καταπατεῖ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ.
Ὑπάρχει λοιπόν, ἀγαπητοί μου, μέσα στὸν καθένα ἡ καταστρεπτικὴ ἀνθρωπαρεσκεία. Αὐτὴν ἐλέγχει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅταν κακίζει αὐτοὺς ποὺ ὡς στόχο τους ἔχουν θέσει τὸ «εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί» (Γαλ. 6,12), αὐτοὺς ποὺ ἐκκοσμικεύονται φροντίζοντας πῶς νὰ ἀρέσουν στοὺς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου.
Καὶ τὸ φάρμακο τῆς ἀνθρωπαρεσκείας καὶ κενοδοξίας ποιό εἶνε; Νὰ μὴν τὸ πῶ ἐγώ· ἀκοῦστε τὸν ἀπόστολο Παῦλο τί λέει. Ἔζησε κι αὐτὸς μέσα στὸν κόσμο, ἦταν παιδὶ ἐπιφανοῦς οἰκογενείας, δεχόταν ἐπιρροὲς τοῦ περιβάλλοντος. Τί λέει λοιπόν; Κάθε φάρμακο εἶνε πικρὸ ἀλλὰ σωτήριο. Φάρμακο τῶν πλουσίων εἶνε ἡ ἐλεημοσύνη· «Πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς» (Ματθ. 19,21)· δὲν τὸ δέχονται. Φάρμακο τῶν ἀκολάστων εἶνε ἡ ἐγκράτεια· «Φεύγετε τὴν πορνείαν» (Α΄ Κορ. 6,18)· δὲν τὸ δέχονται. Φάρμακο ἐκείνων ποὺ θέλουν νά ᾽νε καὶ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ μὲ τὸν κόσμο, νὰ κάνουν συμβιβασμό, ποιό εἶνε; Αὐτοὶ μοιάζουν μὲ τοὺς βατράχους ποὺ λέει ἡ Ἀποκάλυψις (βλ. 16,13). Καὶ γέμισε ἡ γῆ «βατράχους», ἀνθρώπους δηλαδὴ ποὺ θέλουν νά ᾽νε σὰν τὸ βάτραχο, μιὰ στὸ νερὸ – μιὰ στὴν ξηρά, μιὰ μὲ τὸ Θεὸ – μιὰ μὲ τὸ διάβολο· «θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί». Ποιό λοιπὸν εἶνε τὸ φάρμακο;
Ἄνθρωπέ μου, δὲν μπορεῖς νὰ παίζῃς κρυφτούλι· ἢ μὲ τὸ Θεὸ ἢ μὲ τὸ διάβολο. Ἐὰν εἶνε ψέματα αὐτὰ ποὺ λέει τὸ Εὐαγγέλιο, νὰ πᾶμε μὲ τοὺς ἀθέους, νὰ τὰ γκρεμίσουμε ὅλα καὶ νὰ τὰ κάψουμε, γιατὶ δὲν πρέπει νὰ ζῇ ὁ κόσμος μὲ τὰ ψέματα. Ἂν ὅμως αὐτὰ εἶνε ἀλήθεια, τότε νὰ μείνουμε μὲ τὴν ἀλήθεια. Ὄχι Χριστιανὸς χλιαρός, ἄνθρωπος τῶν συμβιβασμῶν, βατραχοειδής. Τὸ φάρμακο λοιπὸν τοῦ Παύλου ἐναντίον τῶν συμβιβαστικῶν λύσεων καὶ μιᾶς ζωῆς χωρὶς χρῶμα οὐρανοῦ εἶνε τὸ ἑξῆς.
Γιὰ μένα, λέει, ὁ κόσμος αὐτὸς μὲ τὰ θέλγητρα καὶ τὶς ἀπειλές του, ὁ κόσμος μὲ τὰ χρυσάφια καὶ ἀσήμια καὶ στέμματα καὶ παλάτια καὶ μέγαρα, ὁ κόσμος τοῦ «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13 = Α΄ Κορ. 15,32), ὁ κόσμος αὐτὸς γιὰ μένα ἴσον «σκύβαλα» (Φιλ. 3,8), σκουπίδια, ἕνα τίποτα. Δὲν μὲ δελεάζουν οἱ ἡδονὲς τὰ πλούτη καὶ τὰ σπαθιά, δὲν μὲ φοβίζουν οἱ διῶκτες ἄνθρωποι καὶ οἱ δαίμονες. «Τί μπορεῖ νὰ μὲ χωρίσῃ ἀπ᾽ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ;» Τίποτα! (῾Ρωμ. 8,35,39). Γιὰ μένα, λέει, ὁ κόσμος πέθανε. Τί μεγάλη κραυγή, τί κεραυνὸς εἶνε αὐτός! Ὦ Παῦλε ἀθάνατε, μπροστά σου εἴμαστε μυρμήγκια. «Ἐμοί», λέει, «μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι᾽ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ» (Γαλ. 6,14). «Γιὰ μένα ὁ κόσμος πέθανε, κ᾽ ἐγὼ γι᾽ αὐτὸν ἐπίσης».
* * *
Ὅταν, ἀγαπητοί μου, πῆγα κ᾽ ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς κάποτε στὸ Ἅγιο Ὄρος, ἐπισκέφθηκα τὰ μεγάλα καὶ ἱστορικὰ μοναστήρια – ποὺ θὰ κλείσουν στὴν ἐποχή μας γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας· ὑπάρχει κάποια σχετικὴ προφητεία. Καὶ πῶς νὰ μὴν κλείσουν, ὅταν παιδιὰ λεβέντες φεύγουν καὶ πᾶνε στὴν Αὐστραλία καὶ στὸν Καναδᾶ μὲ τὶς εὐχὲς τῶν γονέων τους, ἀλλὰ μόλις ἀκουστῇ ὅτι κάποιο παιδὶ ἄφησε τὴ ματαιότητα νὰ πάῃ στὸ Ἅγιο Ὄρος –ἕνας στοὺς δέκα χιλιάδες–, τότε ξεσηκώνονται ὅλοι καὶ φωνάζουν καὶ φέρνουν τὴν ἀστυνομία κ᾽ ἐπιστρατεύουν ψευδομάρτυρες γιατροὺς νὰ ποῦν ὅτι τὸ παιδὶ τρελλάθηκε, γιὰ νὰ τὸν κλείσουν στὸ τρελλοκομεῖο; Ὦ κόσμε σατανικὲ καὶ διεστραμμένε!
Ὅταν λοιπὸν πῆγα στὸ Ἅγιο Ὄρος καὶ ἔφτασα στὸ μοναστήρι ποὺ ἀσκήτεψε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, εἶδα μιὰ εἰκόνα ποὺ μ᾽ ἔκανε νὰ μείνω κατάπληκτος ὥρα πολλή. Εἶδα ἕνα σταυρὸ κ᾽ ἐπάνω του ζωγραφισμένο ἕναν καλόγερο ἀσκητή! Μεγάλο νόημα ἔκρυβε ἡ εἰκόνα. Εἶσαι ἀσκητής, εἶσαι βασιλιᾶς, εἶσαι πατριάρχης, εἶσαι ἄντρας, εἶσαι γυναίκα, εἶσαι παιδί; βγῆκες ἀπὸ τὴν ἅγια κολυμβήθρα; Ἔ, δὲν εἶσαι Χριστιανὸς ἐὰν δὲν σταυρωθῇς κ᾽ ἐσὺ ἐπάνω στὸ σταυρό σου ὅπως ὁ Χριστός. Ὄχι νὰ καρφώσῃς σὲ σταυρὸ τὸ κορμί σου, ἀλλὰ νὰ νεκρώσῃς τὰ πάθη μέσα σου. Τὸ κάνουμε ἐμεῖς αὐτό, ἀδελφοί μου; ἔχουμε νεκρώσει τὰ πάθη μας;
Δὲν τὰ πήραμε δυστυχῶς νὰ τὰ καρφώσουμε στὸ σταυρό, νὰ μείνουν ἀκίνητα καὶ ἀνενέργητα. Τά ᾽χουμε σὰν χαϊδεμένα παιδιά· τὰ χαϊδεύουμε καὶ τὰ περιποιούμεθα. Καὶ ἔτσι ζῇ μέσα μας ἡ ἑπτακέφαλη κακία· ζῇ μέσα μας ἡ οἴησις, ζῇ μέσα μας ἡ ὑπερηφάνεια, ζῇ μέσα μας ὁ ἐγωισμός, ζῇ μέσα μας ἡ φιλοδοξία, ζῇ μέσα μας ἡ ἀνθρωπαρέσκεια, ζῇ μέσα μας ἡ κενοδοξία, ζῇ μέσα μας ἡ μοιχεία, ζῇ μέσα μας ἡ πορνεία, ζοῦν μέσα μας ὅλα τὰ θηρία τῆς κολάσεως.
Ὦ ἀδέρφια μου, μᾶς καλεῖ ὁ Παῦλος. Μπρός, ἁρπάξτε ἀπ᾽ τὸ λαιμὸ τὰ θηρία αὐτὰ καὶ καρφῶστε τα πάνω στὸ σταυρό. Καὶ πέστε μαζὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο· Κόσμε, δὲν σὲ λογαριάζω γιὰ τίποτα· κόσμε, δὲν σὲ ὑπολογίζω. Πάνω ἀπὸ τὸ μάταιο κόσμο εἶνε ὁ Χριστός· αὐτὸς ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Β΄ μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ταξιαρχῶν Περιστερίου [Μάσχα – Ι.Κ.Α.] – Ἀθηνῶν τὴν Κυριακὴ 18-11-1962 πρωί. Μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε ὁλόκληρη καὶ χωρὶς περικοπὲς στὸ cd 65β΄Α τῆς σειρᾶς «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868).
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.