Αυγουστίνος Καντιώτης



«ΤΩΝ ΟΙΚΙΩΝ ΗΜΩΝ ΕΜΠΙΜΠΡΑΜΕΝΩΝ ΗΜΕΙΣ ΑΔΟΜΕΝ» (Αισωπος…) Αιδως! Οίμοι! Φεύ! — . —

«ΤΩΝ ΟΙΚΙΩΝ ΗΜΩΝ ΕΜΠΙΜΠΡΑΜΕΝΩΝ
ΗΜΕΙΣ ΑΔΟΜΕΝ» (Αισωπος…)*
Αιδως! Οιμοι! Φευ!

Τοῦ ἱερεως Ιωάννου Νικολόπουλου
ΚΑΛΑΜΑΡΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΑΡΧΙΕΡ. Στολες Ι.Μπαρδακα

Αυτό, δυστυχώς, συμβαίνει σχεδόν πάντοτε. Μόλις εκλεγή ό επίσκοπος, και σέ λίγες μέρες ξεχάση την υπόσχεση ότι θα είναι ένας απλός στρατιώτης τού Χριστού διαρκώς, νυχθημερόν σε εμπόλεμη κατάσταση, και πλάϊ στο ιερό, το πρώτιστο καθήκον «τής καθαράς και αμιάντου θρησκείας, ήτις είναι ή χήρα και το ορφανό» (Ιακ.1,27). Όταν αρχίσουν τά δώρα «άτινα καμμύουσιν = αποτυφλοί (στραβώνουν) οφθαλμούς και μωραίνουσι νόας». Όταν αρχίσουν τά «τραλαλά κι’ ό χορός κρατεί καλά». Όταν «ή κολακεία πάει γόνα» και «οί εθιμοτυπικές σκέψεις και συνεχείς επισκέψεις» αί αποβλέπουσαι είς προσωπικάς των ή ετέρων εξυπηρετήσεις, εκδουλεύσεις, ή επιλύσεις προβλημάτων απιθάνων περιστατικών και διαπλοκών, πού δεν αφήνουν χρόνο να δούν τη μύτη τους οί ίδιοι και οί επιτελικοί τους. Όταν οί έγγαμοι κληρικοί -τρίς και μία- «λίαν πατρικώς!» υποχρεούνται να απομακρύνωνται τής οικιακής εστίας, συχνότατα στερούμενοι των οικογενειακών υποχρεώσεων και οικογενειακής τραπέζης, αφιστάμενοι μέχρις Επανομής, Μηχανιώνας, Ορμύλιας, Εδέσσης (και βάλε) έως προκεχωρημένων μεσημβρινών ωρών και βαθυτάτης νυκτός, μη μέλοντος τού Επισκόπου περί Πρεσβυτέρας (πολυτέκνου ίσως και εγκυμονούσης), τέκνων οίκοι (πολλάκις έν ασθενεία), παραλαβής και συνοδεύσεως τέκνων από σχολικών μονάδων και Βρεφονηπιακών Σταθμών, κηδεμονίας γερόντων έν ταυτώ κ.λ.π. και τόσα, άπειρα άλλα, γνωστά τοίς πάσι, τά οποία αντιπαρέρχομαι, Τ ό τ ε όλα ξεχνιούνται, και μονομιάς αντιστρέφονται.

Ερωτώ, όμως, ευθέως τον Επίσκοπον Ιουστίνον, αν έχη μείνει τίποτε προεπισκοπικό-Καντιωτικό μέσα του. Έχει εγκύψει ποτέ εις το ώς άνω χωρίον, περί τού «ποία εστί καθαρά και αμίαντος θρησκεία»; Εάν όχι. Γνωρίζει ότι,

«αν συγκατατεθή και γένη Επίσκοπος, και όπου μεταβή αντί να διδάσκη διδάσκεται, καθαιρήται μέν ούτος, αλλά και αυτός πού τον εχειροτόνησε αποβάλλεται τής Εκκλησίας»;
Περαιτέρω. Ό Ιερός Χρυσόστομος, ό οποίος έχει πάρει θέσιν επί τού ώς άνω ζητήματος τής καθαιρέσεως, αυτός, λέγω, μετά τού Βασιλείου και Γρηγορίου, «κάνανε σαπουνόφουσκες» και «παίζανε πίγκ-πόγκ»; Θα μού προτείνεις το κλασσικό «των αμάδων τής χαλαρώσεως των πνευματικών τέκνων τού Μ.Αντωνίου και τής νευράς τού τόξου» (ευχαριστώ, δεν θα πάρω, μούχλιασε), ή το .. «και ταύτα έδει ποιήσαι κακείνα μη αφιέναι». / Πάντως, ή συνεκτική (περιεκτική) καί αντιπροσωπευτική (εξελικτική κατά την πορεία) τού όλου Μαρτυρίου Εικών τού Αγίου Ευγενίου, την οποία προφρόνως και ευλαβώς τώ Ναώ ανεθέσατε, και τού οποίου (μετά των συμμαρτυρησάντων αυτώ) επί 10ήμερον εξηντλήσατε τά Ε΄ Ευγένεια, δεν αφήνει περιθώρια στον υγιώς σκεπτόμενον Ορθόδοξον Χριστιανόν για χορούς και για τραγούδια, διότι «τώ το μαρτύριον δεχομένω, πρέπει μετ’ αυτού κλαίειν και συμπάσχειν και έκ των τού βίου αυτού διδάσκεσθαι». Το άλλως πως λεγόμενον υπό των Θεοφόρων Πατέρων, ώς «μνήμη Αγίου, μίμησις Αγίου». Εάν τυχον αρνούμεθα «Την Αυτοσοφίαν», τον τού ευαγγελίου, ήτοι τον Τού Κυρίου παραδοθέντα λόγον «χαίρειν μετά χαιρόντων και κλαίειν μετά κλαιόντων», με συνέπεια νά αποβαίνει ανοσιούργημα και καταισχύνη τό να γελάμε και να γλεντοκοπάμε την ώρα τού Μαρτυρίου-τού Πένθους τού άλλου, και μάλιστα τού ΠΟΛΙΟΥΧΟΥ μας!!!, τότε άς διδαχθούμε, αν είμεθα στό ελάχιστον γνήσιοι, πραγματικοί, ενήμεροι Έλληνες («Πολιτικά Ζώα, κατά τον πολύν Αριστοτέλην), άς διδαχθούμε, λέγω, το φιλότιμο και την διάκρισιν κάθε στιγμής από τον απέριττον Μύθον τού Αίσωπου, τού οποίου το γνωστό απόφθεγμα προεθέμην έν κεφαλίδι. «Καίγεται το σπίτι μας και γελάμε»; Τά πάντα γύρωθεν ερρειπωμένα, οί αξίες καταπεσούσες, κι’ αντί μεσίστιες σημαίες(;) παγώνια χρυσοστόλιστα(!) πλουμιστά, εξωπραγματικά αμφιεσμένα(!) με κούφια κεφάλια χωμένα σέ αυτοκρατορικά στέμματα! // Με αναγνώρισιν τής ιστορικής προσφοράς μου στην Μητρόπολιν άνευ ουδεμιάς παρ’ ουδενός ενστάσεως, με απέβαλες αγνωμόνως πανταχόθεν! Αψευδώς την Αλήθειαν λαλώ. Αν έχης ίχνος δυνάμεως να με αγαπήσης «σάν το χιόνι μέσ’ στον κόρφο και σάν το σκόρδο τη Λαμπρή, βάλε παγκάκι στην αυλή». Κι’ αυτή ή τόση λίγη ανθρωπιά σού λείπει, Ιουστίνε, και δεν το αισθάνεσαι. Και ζείς και γελάς και επισκοπεύεις και μπλαμπλάρεις και κοιμάσαι μακαρίως μετά των γύρω κολάκων (πού εσύ κατεσκεύασας), γινώσκοντός σου τά πάντα (ώς διϊσχυρίζεσαι), μη συντρέχοντος λόγου να διασκεφθής με τά «σοφά πουλιά» τής Γεροντίας σου, καθ’ όσον δεν υπάρχουν προβλήματα πού απαιτούν τοιαύτης μεθοδεύσεως λύσιν (νάναι καλά ή τεχνολογία), νιώθοντας ταυτόχρονα καί συλλογικά όλοι σας τρισευτυχισμένοι! Διά τής είς άτοπον απαγωγής, όχι «κάτι δεν πάει καλά»;! Πολλά δεν πάνε καλά, και τά ξέρεις. Γνωρίζεις τί λέγω. // Τά προς εμέ: Υπήκουσα. Δεν ημφεσβήτησα τί, ποτέ. Σεβάστηκα όλα. Σύ, και το «φύλο» μού ποτε ημφεσβήτησας! Αλλ’ εγώ τί; Γνωστό γαρ το τού Ιερού Χρυσοστόμου, «ουδείς δύναται βλάψαι Ιωάννην, ή μη Ιωάννης». «Ούδε γε καμοί το φύλον αλλάξαι τις δυνήσεται» (άρα ουδέ Σύ), ουδέ εγώ Σοι προσάψαι, ψόγον μώμον ή απαγγείλαι άν βάσιμον μομφήν «αμαρτίας προς θάνατον» δυνήσομαι, αλλά τού αποδέξασθαί Σε ασμένως ταύτα προς διόρθωσιν, ότι, «ανήρ ασύμβουλος, καθ’ εαυτού πολέμιος».
Έστω Σοι ύπ’ όψιν, ότι, πιστοί έκ τού Πληρώματος τής Έκκλησίας τής Μητροπόλεως ήν Σύ επισκοπείς, Ορθοδόξως εχόμενοι και τοίς Ιεροίς Κανόσιν επόμενοι, ούτως εξέφρασαν τά θρησκευτικά αυτών αισθήματα έναντι τού Επισκόπου των, μετά το πέρας τής «Καλλιτεχνικής!!!»(sic) εκδηλώσεως, έν παντελή απουσία πνεύματος εορτασμού τού Πολιούχου των Αγίου Ευγενίου και τής ιεράς μνήμης τού Ιερού Χρυσοστόμου.

Κατά το Προσόμοιον
Θείας πίστεως
Ήχος γ΄

Λίαν εύφρανας τούς κακοδόξους,
και κατήσχυνας τούς Ορθοδόξους,
Ιουστίνε, αλαζών και υπερφίαλε.
Καλλιτεχνίαν κατορθοί ή αγιότης.
Αμαρτία τίκτεται φαύλαις πράξεσι.
Διορθώθητι, ορθήν πλέον πορείαν ποιούμενος,
έλεος, ίνα εύρης, είς βοήθειαν.

ΘΘΘΘΘΘΘΘΘΘΘΦΘΦΘΦΘΦ

Γνώμην εκφράζω. Εάν ξανασυμπέση ή ημέρα τής «Καλλιτεχνικής» εκδηλώσεως των Ευγενείων με ημέρα συνεορτασμού ενός έκ των Τριών Ιεραρχών (έν προκειμένω Γρηγορίου-25 και Ιωάννου-27 Ιανουαρίου, τής τού Βασιλείου, ώς μακράν απεχούσης, αποκλειομένης), άς ευρίσκεται ώς πρόσφορος λύσις το κατωτέρω εξαποστειλάριον:

Εξαποστειλάριον
Των Τριών Ιεραρχών

Ό ουρανόν τοίς άστροις
Ήχος γ΄

Τά τού φωτός δοχεία
τάς φεγγοβόλους αστραπάς,
Βασίλειον νύν τον Μέγαν,
Γρηγόριον Θεολόγον,
Χρυσόστομον Ιωάννην,
ανευφημήσωμεν πάντες.

ΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦ

Ως δε πρός τον προβληματισμόν τού χώρου παρουσιάσεως τής όλης εορταστικής εκδηλώσεως, ό οποίος τυγχάνει να είναι τού κλίματος τής Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, όπου Πολιούχος επικυριαρχεί και δεσπόζει ό Ένδοξος Μεγαλομάρτυς Άγιος Δημήτριος, δειλά συρράπτω και προτείνω ταπεινά Μεγαλυνάριον αφορόν είς αμφοτέρους, συμπεριλαμβάνον τούς δύο και εγγίζον ακροθιγώς ένα έκαστον, ίνα κατ’ έτος όλο και περισσότερον εξοικειωθώμεν και χωνεύσωμεν το πράγμα, εφ’ όσον –εξ’ άλλου- πραγματικότης πλέον είναι, ότι εγένετο ποιά τις συμπίλησις και μίξις των κεχωρισμένων συνοικιακών ποτε περιοχών, και χαράν θα νιώθουν και οί Άγιοι έν ουρανοίς, ότι «έν τη αγάπη τού Κυρίου, αί πόλεις και τά έθνη είς έν γεγένηνται» (Υμνολογία τής Μητρός Εκκλησίας) (ή διά το αληθέστερον επιποθείται τούτο, και μέλλουσι γενέσθαι), και «τώ συνδέσμω τής αγάπης αί Επισκοπαί συμπορεύονται(!)» (ή ευκταίον μάλλον συμπορευθήναι ή συμπορεύεσθαι…), «Συμπολιούχους» Αγίους Προστάτας έχουσαι(;;!!).

Μεγαλυνάριον (Κοινόν)
Αγίου Δημητρίου & Αγίου Ευγενίου Τραπεζουντίου
Πολιούχων Θεσσαλονίκης & Καλαμαριάς

Υμνήσωμεν πάντες πανευλαβώς,
ως Συμπολιούχους
Θεσσαλονίκης τε και Καλαμαριάς,
Δημήτριον Στρατηλάτην,
Ευγένιον, Προστάτην
Προσφύγων των τού Πόντου
και Αυτοχθόνων, ομού.

Και δεύτερο Μεγαλυνάριον (Κοινόν)
Αγίου Δημητρίου & Αγίου Ευγενίου Τραπεζουντίου
Πολιούχων Θεσσαλονίκης & Καλαμαριάς,
Εμπεριέχον και τά ονόματα των συμμαρτυρησάντων
Αυτοίς Αγίων.

Υμνώμεν οί πάντες από τού νύν,
ΔΗΜΗΤΡΙΟΝ, Λούπον,
Νέστορα, Ουαλεριανόν,
Κάνδιδον, Ακύλαν,
σύν τώ ΕΥΓΕΝΙΩ,
το Τραπεζούντος κλέος,
[Συμπολιούχων
τών Ακροτελευτών]
ή
Συμπολιούχων και Ουρανοδεικτών.

ΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘΦΘ

Ο ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ*
(Σοφ. Σολ. 9, 1-6)
—- . —-

Θεέ πατέρων και Κύριε τού ελέους,
ό ποιήσας τά πάντα τώ λόγω σου
και τη σοφία σου κατασκευάσας τον άνθρωπον,
ίνα δεσπόζη των υπό σού γενομένων κτισμάτων
και διέπη τά πάντα
έν οσιότητι και δικαιοσύνη,
Δός μοι την των σών θρόνων
Πάρεδρον Σ ο φ ί α ν*
και μη με αποδοκιμάσης
εκ παίδων σου.
Ότι εγώ δούλος σός
και υιός τής παιδίσκης σου.

Υποσημειώσεις:1) Είδε ό Αίσωπος σαλιγγάρια να τσιτσιρίζουν καιόμενα πάνω στη θράκα και τούς είπε: Δύστυχησμένα, ενώ τά σπίτια σας καίγονται,σείς τραγουδάτε;
2) Ό Υμνος αυτός απαντάται μελοποιημένος είς αρχαιοτάτην Μουσικήν Βυζαντινήν έκδοσιν υπό τον τίτλον «ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΦΟΡΜΙΓΞ» Θεοδώρου Θωϊδη. Λίαν ήρεσεν ούτος ό Ύμνος είς τον Άγιον Πενταπόλεως Νεκτάριον τον Κεφαλά, όν και έψαλον καθ’ εκάστην πρωϊαν οί Ιεροσπουδασταί τής Ριζαρείου Έκκλησιαστικής Σχολής, τής οποίας ετύγχανε Διευθυντής.

3) Την εξουσιαστικώς, αϊδίως και έν παντί ατελευτήτως, αυτεξουσίως, «Ή» Αυτοσοφία ούσα, παρά τώ Πατρί «παρεδρεύουσα» διαρκώς και ακαταπαύστως, δικαιωματικώς, ισοκύρως, ισοδυνάμως, ισοστασίως, ώς ‘Ο Λόγος Τού Θεού Πατρός δι’ ού τά πάντα έγένετο Ούτος εστί, και ουχί «προσ-εδρεύει», διά τής προθέσεως «προς» προδηλουμένης αποστάσεως ήν διανύει ίνα περιστασιακά προσεγγίζη τώ Πατρί απερχομένη κατόπιν, και πάλιν επαναλαμβάνουσα την αυτήν δουλικήν και εξουσιαστικήν εκ τού Πατρός εξάρτησιν-διαδρομήν. Το όλως αντίθετον υποδηλούται διά τής προθέσεως «παρά», ήτις υποδηλοί ακριβώς το ότι διαρκώς, συνεχώς, αδιαπτώτως και αδιακόπως «εδρεύει παρά τώ Πατρί», ουδόλως απομακρυνομένη. Είναι «πάρεδρος Σοφία». «Παρεδρεύει». Είναι στην ίδια έδρα συναποφασίζουσα, συμπράττουσα, συνδιεκπεραιούσα. Δι’ αυτό και δικαιούται την Υψίστην Τιμητικήν αυτήν αφ’ ημών διάκρισιν, ήτοι την τής «Αυτοσοφίας» παραδοχήν Αυτής, παράλληλα δέ -έν ταυτώ- και τήν τού «Δημιουργού» ενός εκάστου εξ ημών ώς «ανθρώπου» αναγνώρισιν, ήν (αναγνώρισιν), γόνυ λατρείας έν απροσμετρήτω ευγνωμοσύνη κλίνοντες ταπεινά ενώπιον Αυτής καταθέτομεν, συνωδά μετά πάσης πνοής ημών. Τού Προφητάνακτος Δαυίδ, τού και Ποιητού τού Ύμνου, επιπροσθέτοντος ενθουσιαστικά και έν αγαλλιάσει ψυχής εξ άλλου, «Πάσα πνοή αινείτω τον ευεργέτην Κύριον, Τον αναγαγόντα είς ύπαρξιν πάντας».
Αυτώ ή δόξα είς τούς ατελευτήτους αιώνας. Αμήν.

Ιερεύς Ιωάννης Νικολόπουλος
Κ Α Λ Α Μ Α Ρ Ι Α
30.1.2020
(Εορτή των Τριών Ιεραρχών)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.