Αυγουστίνος Καντιώτης



1) ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΟΥ Ι. Ν. ΑΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΠΡΕΣΠΑΣ, στις 15.5.1988, ΜΕ ΤΟΝ ΦΛΟΓΕΡΟ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟ ΚΑΝΤΙΩΤΗ, ΠΟΥ ΤΟΝ ΤΡΕΜΟΥΝ & ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟ ΟΙ ΣΚΟΠΙΑΝΟΙ. 2) Αγωνισθητε για την Ορθοδοξια

date Μαι 14th, 2020 | filed Filed under: εορτολογιο

ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΟΥ Ι. Ν. ΑΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΠΡΕΣΠΑΣ, ΜΕ ΤΟΝ ΦΛΟΓΕΡΟ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟ ΚΑΝΤΙΩΤΗ, ΠΟΥ ΤΟΝ ΤΡΕΜΟΥΝ & ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟ ΟΙ ΣΚΟΠΙΑΝΟΙ

15 Μαΐου 1988

________________


________

4219881

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΖ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2289

Τοῦ ἁγ. ὁμολογητοῦ Γερμανοῦ Κων/λεως
Τρίτη 12 Μαΐου 2020

Αγωνισθητε για την Ορθοδοξια

Σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἡ Ἐκκλησία μας τι­μᾷ τὸν ἅγιο Γερμανὸ πατριάρχη Κωνσταν­τινουπόλεως. Ποιός εἶνε ὁ ἅγιος Γερμανός;

Ἀπὸ τότε ποὺ ἡ πάλλευκη ψυχή του φτερού­γισε στὸν οὐρανὸ –κατὰ πᾶσαν πιθανότητα, νὰ μὴν πῶ βεβαιότητα, στὴν Πρέσπα τῆς Φλω­ρί­νης– πέρασαν πάνω ἀπὸ 1.200 χρόνια. Ὁ παν­δαμάτωρ χρόνος ἔσβησε πολλὰ ὀνόματα ἰσχυ­ρῶν, τὸ ὄνομα ὅμως τοῦ ἁγίου Γερμανοῦ ἐξα­κολουθεῖ νὰ λάμπῃ στὴν Ὀρθοδοξία.

* * *

Ὁ ἅγιος Γερμανὸς γεννήθηκε τὸ 640 μ.Χ., στὴν βασιλίδα τῶν πόλεων, τὴν Κωνσταντινού­πολι, μέσα σὲ πλούσια καὶ ἔνδοξη οἰκογένεια.

Ὁ πατέρας του, ὁ πατρίκι­­ος Ἰουστινιανός, κατεῖχε στὴν αὐλὴ τοῦ αὐ­το­κράτορος Ἡρακλείου (610-641 μ.Χ.) ὑψηλὸ ἀξίωμα. ᾽Αλλά… «μαται­ότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ. 1,2)· ὁ κόσμος εἶνε ῥόδα ποὺ γυ­ρί­ζει, τὰ ἄνω γίνον­ται κάτω καὶ τὰ κάτω ἄνω. Ὁ ἐνάρετος αὐ­τὸς ἀξιωματοῦχος ἔπεσε θῦ­μα φθόνου, ποὺ τὸν ἔρ­ριξε στὴ δυσμένεια τοῦ ἐγγονοῦ τοῦ Ἡ­ρακλείου, τοῦ αὐτοκράτο­ρος Κωνσταντίνου Δ΄ τοῦ Πωγωνάτου (668-685 μ.Χ.). Ὁ Πωγωνᾶτος, μὲ τὴν ὑ­πο­ψία ὅτι ὁ Ἰουστινιανὸς σχεδιάζει νὰ ἐ­παναστατήσῃ ἐναντίον του, τὸν συνέλαβε, τὸν καθαί­­ρεσε ἀπὸ τὸ ἀξίωμα καὶ τὸν ἐφόνευσε. Καὶ μόνο αὐτό; Ἀπὸ φόβο γιὰ τὸ θρόνο του εὐνούχισε ἀπάνθρωπα τὸν γυιό του καὶ τὸν κατέταξε στὸν κλῆρο τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ νεαρὸς Γερμανός, ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα σὲ ἡλικία 20 ἐτῶν, δέχτηκε σοβαρὸ πλῆ­­γμα. Διατήρησε ὅμως τὴν ἀκεραιότητα τοῦ χα­ρακτῆρος καὶ τῆς συνειδήσεώς του· μὲ γαλήνη καὶ εὐ­ψυχία ἀντιμετώπισε τὴ δοκιμασία. Καὶ ὁ Θεὸς δὲν τὸν ἐγκατέλειψε. «Ὀρ­φανὸν καὶ χή­­­ραν ἀ­ναλήψεται», λέει ὁ ψαλμός (Ψαλμ. 145,9)· τὸ ὀρ­φανὸ καὶ ἡ χήρα εἶνε ὑπὸ τὴν προστασία τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὸ ὀρφανὸ αὐτὸ παιδί, ποὺ ἑ­ορτάζουμε σήμερα, ἔδειξε ὅτι ἦταν ἄξιος τῆς προστασίας τοῦ Θεοῦ.

Ἀπὸ μικρὸς ἐξεδήλωνε ἕνα βαθὺ θρησκευ­τικὸ συναίσθημα· πήγαινε νωρὶς στὸ ναό, ἄ­κουγε τὶς ψαλμῳδίες στὴν Ἁγία Σοφία, συμμετεῖχε στὶς ἀκολουθίες καὶ λιτανεῖες. Σὰν μα­θητὴς ἦταν ἐπιμελής, μελετοῦσε μὲ ζῆλο μέρα καὶ νύχτα, ἐ­πρώτευε στὰ μαθήματα. Καὶ ἀπ᾽ ὅλα τὰ βιβλία ἐκεῖνο ποὺ ἀγαποῦσε περισσότερο ἦταν ἡ ἁγία Γραφή, τὸ βιβλίο ποὺ δυσ­τυχῶς τώρα δὲν εἶνε στὰ χέρια τοῦ λαοῦ μας.

Ὑπὸ τὶς συνθῆκες ποὺ ἀναφέραμε κατετά­γη στὸν ἱερὸ κλῆρο, ἔγινε δι­άκονος καὶ πρε­σβύ­τερος ἀρχιμανδρί­της. Γιὰ τὶς ἐξαιρετι­κὲς μάλιστα ἀρετές, τὴν παιδεία καὶ τὴν ἁγιότητά του, ἔφθασε καὶ νὰ ἐκλεγῇ σὲ ἡλικία 37 ἐ­τῶν ἐ­πίσκοπος Κυζίκου τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Τέλος, ὅταν ἐχήρευσε ὁ πατριαρχικὸς θρόνος, μὲ τὴ συγκατάθεσι τοῦ βασιλέως Ἀναστασίου τοῦ Β΄ (713-715 μ.Χ.) καὶ τὴν ψῆφο τῆς συγ­κλήτου, μετετέθη ἀπὸ τὴν Κύζικο στὴν Κωνσταν­τινούπολι τὸ 715 μ.Χ.. Καὶ νά, μετὰ τυμπάνων, σημαι­ῶν καὶ παρατάξεως στρατιωτῶν, λαὸς καὶ κλῆ­ρος τὸν ἀνυψώνει στὸν πατριαρχικὸ θρόνο.

Ὁ ἅγιος Γερμανὸς ὅμως δὲν θαμπώθηκε ἀ­πὸ κοσμικὰ μεγαλεῖα· ἔμεινε ταπεινός, καὶ ἔ­δωσε ὅλες τὶς δυνάμεις του στὴν διαποίμανσι τοῦ λαοῦ του. Ἔλαμψε μὲ τὸν ἅγιο βίο του, τὴ φωτεινὴ διδασκαλία του, καὶ ἰδιαιτέρως μὲ τὴν ἀντίστασί του στὴν ἀπαίτησι τοῦ κράτους νὰ εἰσελάσῃ βιαίως στὸν πνευματικὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή;

Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη παρουσιάστηκαν αἱρετικοί, οἱ εἰκονομάχοι. Ἔλεγαν, ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν πρέπει νὰ ἔχῃ εἰκόνες, ὅτι οἱ εἰκόνες εἶνε εἴδωλα καὶ ὅσοι τὶς προσκυνοῦν παραβαίνουν ἐν­τολὴ τοῦ Δεκαλόγου ποὺ λέει «Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον…» (Ἔξ. 20,4). Αὐτὸ ἦταν μία διαστρέβλωσι τῆς ἐντολῆς τοῦ Μωυσέως, διότι οἱ ὀρθόδοξοι τὶς εἰκόνες δὲν τὶς ἔχουμε ὅπως οἱ ἀρχαῖοι τὰ ἀγάλματα, δὲν λέμε ὅτι ἡ εἰκόνα εἶνε ὁ Χριστός, ὅτι εἰκόνα εἶνε ἡ Παναγία.

Θυμᾶμαι ὡς στρατιωτικὸς ἱερεὺς στὴ Λάρισ­σα, ὅτι στὸ στρατόπεδο ἦταν ἕνας στρατι­ώτης χιλιαστής· κι ὅταν ἔδωσα σ᾽ ὅλα τὰ παιδιὰ ἀπὸ μιὰ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, αὐτὸς μὲ ἀπότομη κίνησι τῆς κεφαλῆς πρὸς τὰ πίσω ἀρ­νήθηκε νὰ τὴν πάρῃ. –Εἶμαι σπουδαστὴς τῶν Γραφῶν (=χιλιαστής), λέει, δὲν προσ­­κυνῶ εἰκόνες. –Δὲ μοῦ λές, στὸ πορτο­φό­λι σου ἔχεις φωτογραφίες; Πετιοῦνται οἱ ἄλλοι· –Ἔχει! καὶ κάθε μέρα φιλάει τὴ φωτο­γραφία τῆς γυναίκας καὶ τῶν παιδιῶν του. –Ἔ, τοῦ λέω, ὅπως ἐ­σὺ ἔ­χεις τὴ φωτογραφία αὐ­τὴ καὶ βλέποντάς την δὲ λές πὼς αὐτὴ εἶνε ἡ γυναίκα καὶ τὰ παι­διά σου, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς στὸ ναό μας ἔ­χουμε τὶς εἰ­κόνες τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας, τῶν ἁγίων.

Τὸ 730 μ.Χ., λοιπόν, οἱ εἰκονομάχοι κατώρθωσαν νὰ ἔχουν μὲ τὸ μέρος τους τὸ παλάτι, τὸν αὐτο­κρά­τορα Λέοντα Γ΄ τὸν Ἴσαυρο (717-741 μ.Χ.), καὶ αὐτὸς κήρυξε διωγμὸ κατὰ τῶν εἰκόνων. Ἀπὸ ᾽δῶ ἀρχίζει τὸ δρᾶμα. Ἐνῷ ἄλλοι ὑ­πέκυψαν στὴ διαταγή του, ὁ πατρι­άρχης Γερμα­νὸς ἀντιστάθηκε καὶ παρώτρυνε τοὺς πιστοὺς σὲ ἀντίστασι. Ὁ αὐτοκράτωρ τὸν ­κάλεσε στὰ ἀ­νάκτο­ρα καὶ εἶ­χαν σφοδρὴ συζήτησι ποὺ κράτησε μέχρι τὸ βράδυ. Ματαίως ὁ Γερμανὸς προσπάθησε μὲ ἐπιχειρήματα καὶ ἀποδείξεις τῆς Γρα­φῆς νὰ πεί­σῃ τὸν βασιλέα νὰ μὴ ξεκρε­μάσουν τὶς εἰκόνες καὶ νὰ τὶς παραδώσουν στὸ πῦρ. Ὁ Λέων τὸν ἀπείλησε ὅτι, ἂν δὲν πει­θαρχή­σῃ, θὰ ὑποστῇ ἐκθρόνισι καὶ ἐξορία.

Ὁ ἅγιος Γερμανὸς εἶδε ὅτι μιλώντας μαζί του εἶνε σὰν νὰ ἀπευθύνεται σὲ κουφό, μεθυ­­σμένο ἀπὸ τὴν ἀσέβεια. Καὶ τότε αὐτός, ποὺ ποτέ δὲν ζήτησε ἀξιώματα ἀλ­λὰ πάνω ἀπ᾽ ὅλα εἶχε τὴν τιμὴ τῆς Ἐκκλησίας, κάλεσε τὸ λαὸ τῆς Κωνσταν­τινου­πόλεως στὴ λειτουργία τελευταία φο­ρὰ στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας. Στὸ τέλος, διαμαρτυρόμενος γιὰ τὸ διωγμό, ἔ­βγα­λε τὸ ὠμοφόριό του, τὸ διακριτικὸ ἄμφιο τοῦ ἀρ­χιερατικοῦ ἀ­ξιώματος, τὸ ἀπέθεσε πάνω στὴν ἁ­γία τράπε­ζα, βγῆκε καὶ εἶπε· Ἀδέρφια μου, προδότης δὲν γίνομαι· παραμένω πιστὸς στὸ Χριστὸ καὶ στὶς ἅγιες παραδόσεις μας…. Ἔ­κλαιγε αὐτός, ἔκλαιγε ὅλο τὸ ἐκκλησίασμα.

Ἐν συνεχείᾳ ὁ ὁμολογητὴς ἅγιος Γερμα­νὸς ἐκθρονίζεται καὶ ἀποσύρεται σὲ πατρικό του κτῆμα στὴ θέσι Πλατάνι, ὅπου ἐ­κοιμήθη τὸ 740 μ.Χ. σὲ ἡ­λικία 100 ἐτῶν, καὶ ἐτάφη στὴ μονὴ τῆς Χώρας, ὅπως λένε τὰ συναξάρια.

Στὴν ἐπαρχία ὅ­μως Πρεσπῶν τοῦ νομοῦ Φλω­­ρίνης ὑπάρχει ἀρχαῖος βυζαντινὸς ναὸς καὶ κοινό­τητα μὲ τὸ ὄ­νομα Ἅγιος Γερμανός, διότι κατὰ τὴν τοπι­κὴ παράδοσι ἐκεῖ, στὸ ἀπό­μερο αὐτὸ σημεῖο, κοντὰ στὴν Ἐγνατία ὁδό, ὡδηγήθηκε ἐξόριστος, ἔζησε τὶς τελευταῖες ἡ­μέρες του καὶ ἐτάφη. Ἐντὸς τοῦ ναοῦ αὐτοῦ βρίσκεται ὁ τάφος. Ἔχω σκοπὸ νὰ τὸν ἀνοίξουμε, μὲ εὐλάβεια. Καὶ ἂν μὲν βροῦ­με μέσα τὰ ἱερὰ λείψανά του, θὰ τὰ τιμήσουμε πανδή­μως. Ἐὰν δὲν τὰ βροῦμε, δὲν θὰ σκανδαλι­σθοῦ­με. Γνωρίζουμε ὅτι πολλὲς θύελλες πέρασαν ἀπὸ τότε καὶ δὲν ἀποκλείεται κάποιος Ἀλβα­νὸς ἢ Βούλγαρος ἢ Σέρβος ἢ Οὗννος νὰ τὰ ἅρπαξε ἐν καιρῷ νυκτὸς καὶ ὁ Θεὸς ξέρει ποῦ βρίσκονται τώρα (τὸ ἴδιο ἔγινε καὶ μὲ τὰ λείψα­να τοῦ ἁγίου Ἀχιλλίου στὴν ὁμώνυμη νησῖδα τῶν Πρεσπῶν μὲ τὴν περίφημη βασιλική). Εἶ­μαι πάντως ἀποφασισμένος ν᾽ ἀνοίξουμε τὸν τάφο τοῦ ἁγίου, ἀλλὰ δὲν θὰ τὸ κάνουμε τώρα· θὰ συνεννοηθοῦμε μὲ τοὺς ἀρχαιολόγους, ὥσ­τε νὰ εἶνε κοινὴ ἡ προσπάθεια ἐκκλησίας καὶ πολιτείας, καὶ ν᾽ ἀποδοθῇ ἡ πρέπουσα τιμή.

Ὁ ἅγιος Γερμανὸς ὑπῆρξε ὁμολογητής, σπουδαῖος ῥήτορας, ἀλλὰ καὶ ἔξοχος ποιητής. Ὅπως κελαϊδοῦν τ᾽ ἀηδόνια στὴν Πρέσπα, ἔ­τσι ἐκελάϊδησε καὶ αὐτὸς καὶ βλέπουμε ὅτι πολλοὶ ὕμνοι τῆς λατρείας μας φέρουν τὸ ὄ­νομά του. Ἀπὸ τὰ ἄλλα κείμενά του σώ­θηκαν ἐλάχιστα· ὁ ἅγιος Νικόδημος γράφει, ὅτι ὁ Λέων κατέκαυσε τὰ βιβλία ποὺ συνέγραψε ὁ ἅγιος.

* * *

Ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Γερμανοῦ τοῦ Α΄ πατρι­άρχου Κωνσταντινουπόλεως (715-730 μ.Χ.) μένει, ἀγα­πητοί μου. Ἂν σή­μερα ἔχουμε εἰκόνες στὴ λα­τρεία μας, τὸ ὀφείλουμε καὶ σ᾽ αὐτόν, ποὺ θυσίασε τὸ θρόνο του γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία. Ἡ φωνή του φτάνει σ᾽ ἐμᾶς καὶ λέει· Παιδιά μου, ὅπως ἐγὼ ἔτσι κ᾽ ἐσεῖς ἀγωνισθῆτε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία μας· νὰ εἶστε ἕτοιμοι γιὰ θυσσίες ὑπὲρ τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας.

Ἡ Ὀρθοδοξία κινδυνεύει ἀπὸ ἐχθροὺς ὅπως εἶνε· οἱ χιλιασταί, οἱ μασόνοι, οἱ ἄθεοι μαρξι­σταί, οἱ ροταριανοί (εἶδος νηπιαγωγείου τοῦ μασονισμοῦ), οἱ ὀρθολογισταί. Ἀλλὰ ἐχθροί της εἴμαστε κ᾽ ἐ­μεῖς. Ποιοί; Οἱ ψυχροὶ καὶ ἀ­διάφοροι, τὸ 95% τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Ἡ Ἀπο­κάλυψις λέει· Καλύτερα νὰ ἤσουν ἢ ψυχρὸς ἢ ζε­στός· ἔτσι χλιαρὸς ποὺ εἶσαι, θὰ σὲ κάνω ἐμετό (βλ. Ἀπ. 3,15-16). Σήμερα οἱ χριστιανοὶ εἶνε χλι­αροί· δὲν ἔχουν πῦρ, θέρμη, ἐνθουσιασμό.

Καὶ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς εἶπε· Θὰ ἔρθῃ ἡ ὥρα ποὺ θ᾽ ἀδειάσουν οἱ ἐκκλησιές. Ἔ, αὐτὸ ἔγινε· ἄδειασαν οἱ ἐκκλησιές.

Ἀδελφοί μου, πλησιάστε στὴν Ἐκκλησία. Ἡ πατρίδα μας δὲν θὰ προσκυνήσῃ τὸν πάπα, μασόνους καὶ ἀθέους· θὰ μείνῃ χώρα ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, εἰς δόξαν τοῦ μόνου Θεοῦ, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.