Αστυνομια Πομπηΐας ἢ Ελλαδος;
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΖ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2316
«Χριστιανικὴ Σπίθα» (φ. 146/Ἰούλ. 1953)
τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Αστυνομια Πομπηΐας ἢ Ελλαδος;
(Τὸν Ἰούλιο τοῦ ἔτους 1953, ἐπὶ κυβερνήσεως Ἀλεξάνδρου Παπάγου, ὁ ἱεροκήρυκας τῆς ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν ἀρχιμ. Αὐγουστῖνος Καντιώτης ἡγεῖται ἑνὸς ἀγῶνος τῶν πιστῶν κατὰ τοῦ αἰσχροῦ θεσμοῦ τῶν καλλιστείων, ποὺ διοργανώνει μὲ τὴν προστασία τοῦ κράτους στὸ παραλιακὸ κέντρο «Ἀρζεντίνα» στὸ Καλαμάκι ὁ δημοσιογράφος ἀρχισυντάκτης τῆς ἐφημερίδος «Ἀκρόπολις» Ἀχιλλέας Μαμάκης.)
Στὴν ἀρχαιότητα ὑπῆρχε μία πόλι, ποὺ οἱ κάτοικοί της ζοῦσαν μὲ σύνθημα «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13 = Α΄ Κορ. 15,32). Φαΐ, πιοτό, κι ἀκολασία. Καὶ γιὰ νὰ μὴ τοὺς ἐνοχλῇ κανείς, τοὺς προστάτευε ἡ ἀστυνομία τους, ἀστυνομία ἀντάξια τῆς πόλεως.
Ἡ πόλις αὐτὴ ἦταν ἡ Πομπηΐα, στὴν ἐπαρχία Καμπανίας τῆς κοσμοκράτειρας ῾Ρώμης. Σήμερα δὲν ὑπάρχει. Στὶς 24 Αὐγούστου τοῦ 79 μ.Χ. τὸ πρωὶ ἄνοιξε ὁ κρατήρας τοῦ γειτονικοῦ ἡφαιστείου, τοῦ Βεζουβίου, ξέρασε φωτιὰ καὶ λάβα, κ᾽ ἔθαψε τὰ πάντα 7 μέτρα βαθειὰ μέσα σὲ τέφρα. Τὸ 1592 ἀρχαιολόγοι ἔκαναν ἀνασκαφή, ξέθαψαν κτήρια, εἴδωλα, καὶ πτώματα ἀπανθρακωμένα σὲ σκηνὲς τόσο αἰσχρές, ὥστε κρίθηκε σκόπιμο νὰ κλειστοῦν σὲ ἰδιαίτερο θάλαμο τοῦ μουσείου τῆς Νεαπόλεως, ὅπου γιὰ νεαροὺς ἐπισκέπτες ἡ εἴσοδος ἀπαγορεύεται.
Δὲν μᾶς διδάσκει, ἀγαπητοί μου, δὲν μᾶς φοβίζει ἡ Πομπηΐα μὲ τὸ οἰκτρὸ τέλος της;
* * *
Καὶ τώρα ἀπὸ τὴν Πομπηΐα στὴν Ἀθήνα.
Ἐδῶ καὶ τρεῖς μῆνες ἑτοιμαζόταν ἡ εἰδωλολατρικὴ ἑορτὴ τῶν καλλιστείων. Ξεσηκώθηκε ἐναντίον τους ἡ κοινὴ γνώμη. Τριμελὴς ἐπιτροπὴ συνοδικῶν ἀρχιερέων ἐπισκέφθηκε τὸν πρωθυπουργό, τοῦ παρέδωσε ὑπόμνημα καὶ ζήτησε τὴν κατάργησι τῶν καλλιστείων. «Θὰ μελετήσω τὸ ζήτημα», ἀπήντησε, ἐνῷ δὲν χρειαζόταν καμμία μελέτη παρὰ μόνο ἄμεση ἐνέργεια.
Φάνηκε πλέον ὅτι τὰ καλλιστεῖα θὰ πραγματοποιηθοῦν. Προετοιμαστήκαμε γιὰ δυναμικὴ ἐκδήλωσι. Τυπώσαμε καὶ τοιχοκολλήσαμε προκήρυξι τῆς 21-6-1953 ποὺ μὲ δυὸ λόγια ἔλεγε· Ὅταν οἱ φύλακες κοιμῶνται καὶ ἀδιαφοροῦν, φύλακας τοῦ χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ τῆς χώρας ἀναδεικνύεται αὐτομάτως ὁ εὐσεβὴς λαός.
Ὁ διευθυντὴς τῆς ἀστυνομίας Ἀθηνῶν κ. Τσαούσης μὲ κάλεσε στὸ γραφεῖο του, μοῦ ἐδήλωσε τὴν ἀπόφασι τῆς κυβερνήσεως νὰ γίνουν τὰ καλλιστεῖα, μοῦ συνέστησε νὰ συμμορφωθῶ μ᾽ αὐτήν, καὶ τέλος μὲ κατέστησε ὑπεύθυνο γιὰ ὅ,τι τυχὸν θὰ συνέβαινε.
–Ὁ εὐσεβὴς λαός, τοῦ εἶπα, φύλακας τοῦ Συντάγματος, δὲν συμφωνεῖ· ἡ ἀπόφασι αὐτὴ ἀντίκειται στὸ Εὐαγγέλιο καὶ στὸ Σύνταγμα· «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις» (Πράξ. 5,29). Ὁ λαὸς θὰ βρῇ τρόπο ν᾽ ἀντιδράσῃ.
–Θὰ συντρίψω κάθε ἀντίδρασι κατὰ τῶν καλλιστείων, ἀπείλησε ὠργισμένος.
–Μόνο ἀστυνόμος τῆς Πομπηΐας θὰ μιλοῦσε ἔτσι, ὄχι τῆς πατρίδος μας ποὺ φέρει στὴν κορυφή της τὸν τίμιο σταυρό, τοῦ ἀπαντῶ καὶ φεύγω περίλυπος καὶ καταγανακτισμένος.
Τὰ συμφέροντα μιᾶς μικρῆς ὁμάδος κερδοσκόπων νικοῦσαν τὴ θέλησι τοῦ πιστοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος ἔπαιρνε τὴν ἀπόφασι ν᾽ ἀντιδράσῃ.
Στὶς 27 Ἰουνίου τυπώθηκε καὶ διαδόθηκε φυλλάδιο μὲ τίτλο «Μέγας Ἀθανάσιος» καὶ ἄρθρο «Κατὰ τῆς ἀγρυπνίας ἀγρυπνία». Σ᾽ αὐτὸ οἱ πιστοὶ τῆς πρωτευούσης ἐκαλοῦντο, τὴν ἴδια νύχτα, ποὺ ὁ Μαμάκης θὰ ἔκανε τὰ καλλιστεῖα, νὰ συγκεντρωθοῦν καὶ ν᾽ ἀγρυπνήσουν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγ. Δημητρίου Ψυρρῆ. Κατὰ τῆς ἀγρυπνίας τοῦ σατανᾶ ἀγρυπνία τῶν ὀρθοδόξων κατὰ τὴ συνήθεια τῶν ἁγίων πατέρων.
Συνάχθηκε ὄντως πολὺς λαὸς στὸ ναὸ καὶ προσευχόταν, ἐνῷ συγχρόνως ἄλλες ἑκατοντάδες λαοῦ εἶχαν κατεβῆ στὸ Καλαμάκι ἕτοιμοι νὰ διαμαρτυρηθοῦν, 1.000 περίπου ψυχὲς συνολικά. Μετὰ τὰ μεσάνυχτα μίλησα στὸ ναό.
Ἐξέθεσα τὴ θλιβερὴ κατάστασι, τοὺς κινδύνους, τὴν ἐνοχὴ τῶν ἁρμοδίων, καὶ προέτρεψα τὸ λαὸ νὰ ἐξέλθῃ σὲ πόλεμο κατὰ τῆς νεοειδωλολατρίας μὲ ἀγρυπνίες, προσευχές, λιτανεῖες, διαδηλώσεις, καὶ τέλος μὲ «στάμνες, λαμπάδες καὶ σάλπιγγες Γεδεών» (βλ. Κριτ. 7,16-23). Στὸ ναὸ «Κύριε, ἐλέησον» καὶ στὸ Καλαμάκι μὲ φωνὴ «Αἶσχος». Διαμαρτυρία ἔντονη· κι ἂν μᾶς χτυπήσουν, ἐμεῖς δὲν θὰ χτυπήσουμε κανένα.
* * *
Σχολιάζουμε ἐδῶ τώρα μερικὰ ἐπεισόδια.
⃝ Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου –δοξασμένο τὸ ὄνομά του ποὺ δίνει θάρρος στὸ λαό του– σὲ λίγη ὥρα βρεθήκαμε ὅλοι στὸ νυχτερινὸ κέντρο. Κοντά μου ἦταν ἀδελφοὶ ἀρχιμ. Χρυσόστομος Μουστάκας, Ἀρσένιος Κομπούγιας, Χριστοφόρος Γιαννόπουλος, Δημήτριος Παπαντώνης. Οἱ ἀξιωματικοὶ τῆς ἀστυνομίας ἔμειναν ἔκπληκτοι στὴν ἐμφάνισι τοῦ ῥάσου.
–Τί θέλετε; μᾶς ρωτοῦν οἱ ἐπὶ κεφαλῆς.
–Νὰ …εὐλογήσουμε τὰ καλλιστεῖα! Τί φοβᾶστε; δὲν χρησιμοποιοῦμε βία, σταυρὸ κρατᾶμε. Θὰ κηρύξουμε καὶ θὰ ὑψώσουμε τὸ τίμιο ξύλο· ὅσοι εἶνε τοῦ Θεοῦ θὰ τὸ ἀσπασθοῦν, οἱ ἄλλοι ἂς τραποῦν σὲ φυγή. Ἀφῆστε μας νὰ μποῦμε.
–Μὲ κανένα τρόπο! Ἀποκλείεται.
–Δὲν μᾶς ἀφήνετε; Τότε σᾶς ἐρωτοῦμε· τί φρουρεῖτε ἀπόψε ἐδῶ, τὴν Ἑλλάδα ἢ ἐπιχειρήσεις τοῦ Χόλλυγουντ; Γιὰ τί πληρώνεστε, ποιά ἡ ἀποστολή σας; Εἶστε ἀστυνομία τῆς Ἑλλάδος, ἢ ἀστυνομία τῆς Πομπηΐας; Ἂν ἔχετε σύγκρουσι καθηκόντων, παραιτηθῆτε.
⃝ Φρουροῦμε τὴν τάξι! μᾶς ἔλεγαν.
Ποιά τάξι; Ὥρμησαν πάνω μας, μᾶς ἀπομάκρυναν μὲ βία, μᾶς ἔρριξαν σ᾽ ἕνα αὐτοκίνητο καὶ μᾶς μετέφεραν στὸ ἀστυνομικὸ τμῆμα, ὅπου μαζὶ μὲ ἄλλους συλληφθέντες καὶ τὸν διάκονο Διονύσιο Πετράκη διανυκτερεύσαμε. Δὲν μᾶς ἐπέτρεψαν οὔτε νὰ τηλεφωνήσουμε κάπου, οὔτε νὰ ψάλουμε κάτι, πιὸ αὐστηροὶ κι ἀπ᾽ τοὺς ῾Ρωμαίους (βλ. Πράξ. 16,25). Ἀξιωματοῦχος ἔκανε καὶ τούτη τὴν ἁβρότητα· μ᾽ ἔπιασε ἀπ᾽ τὰ γένεια καὶ ἔβριζε. «Ἂν μὲ γνώριζες», λέω, «ποιός εἶμαι, θὰ σοῦ ᾽λεγα, Καλὰ κάνεις, χτυπᾷς ἕναν ἁμαρτωλὸ ἱερομόναχο· ἐπειδὴ ὅμως δὲν μὲ ξέρεις, στὸ πρόσωπό μου χτυπᾷς τὸ ῥάσο, ποὺ θυσιάστηκε γιὰ νὰ φορᾷς ἐσὺ τώρα πηλήκιο μὲ σταυρό· μέγα τὸ κρίμα σου».
Οἱ διαμαρτυρίες συνεχίζονταν. Ἔγιναν καὶ νέες συλλήψεις, ἄνοιξαν κεφάλια, ἔπεσαν γροθιὲς σὲ ἀναπήρους ποὺ φώναζαν· Δὲν ἀγωνιστήκαμε γιὰ νὰ γίνῃ ἡ Ἑλλάδα Χόλλυγουντ!
⃝ Ἑκατοντάδες ἀστυφύλακες τάχθηκαν φρουροὶ τῶν ὑποψηφίων Μίς. Ἀλλὰ τί εἶνε, παρακαλῶ, τὰ καλλιστεῖα; κρατικὴ ὑπηρεσία, ὀργανισμὸς δημοσίου δικαίου; Ὄχι. Εἶνε μία ἰδιωτικὴ κερδοσκοπικὴ ἐπιχείρησι. Ἂς βρῇ λοιπὸν δικούς της φύλακες καὶ ἂς τοὺς πληρώσῃ. Εἶνε ἐξευτελισμὸς τῆς Ἑλληνικῆς ἀστυνομίας νὰ παίζῃ ῥόλο νυχτοφύλακα σὲ αἰσχρὸ καφφῳδεῖο – κ. Τσαούση, συμφωνεῖτε;
⃝ Ἀλγεινὴ ἐντύπωσι προκάλεσε ἡ συμμετοχὴ στὴν τελετὴ αὐτὴ καὶ ἐπισήμων, μελῶν τοῦ ὑπουργικοῦ συμβουλίου καὶ τῆς αὐλῆς τῶν ἀνακτόρων. Τί γύρευαν ἐκεῖ; Δὲν διάβασαν, ὅτι ἡ Ἱ. Σύνοδος μὲ ἐγκύκλιό της καταδικάζει τὰ καλλιστεῖα ὡς εἶδος σωματεμπορίας; Πῶς περιφρόνησαν τὴν Ἐκκλησία; Τί εἶνε; μασόνοι, ἰουδαῖοι, μωαμεθανοί; Ἡ συμμετοχή τους εἶνε κοινωνικὸ σκάνδαλο. Δὲν μένει ἄλλο ἀπὸ τὸ νὰ ἀφορισθοῦν ἀπὸ τὴν ἐπίσημο Ἐκκλησία. Τολμῆστε, μακαριώτατε.
⃝ Κάτι ἄλλο. Αὐτές, ποὺ ἐξελέγησαν μέσα σὲ τόσο θόρυβο καὶ ἀποδοκιμασία, ὠνομάστηκαν μὶς Ἑλλὰς καὶ στὰρ Ἑλλάς. Ἀλλὰ ποιός τοὺς ἔδωσε τὸ δικαίωμα νὰ ἐκπροσωποῦν στὸ ἐσωτερικὸ καὶ στὸ ἐξωτερικὸ τὰ ἑλληνικὰ χρώματα, τὴν Ἑλλάδα; Δὲν τὶς ἐξέλεξε ἡ ἁγνὴ χριστιανικὴ Ἑλλάδα τῶν δακρύων καὶ τοῦ αἵματος, ἀλλὰ τὸ συνεργεῖο Μαμάκη. Λοιπὸν ἄλλοι τίτλοι θὰ τοὺς ἅρμοζαν (π.χ. μὶς Μαμάκη, μὶς Ἀρζεντίνα), ὄχι τὸ ὄνομα τῆς Ἑλλάδος. Αὐτὸ εἶνε ψέμα, ἀπάτη, πλαστογραφία· πρέπει νὰ ἐπεμβῇ ὁ κ. εἰσαγγελεύς.
* * *
Τὰ καλλιστεῖα πρέπει νὰ καταργηθοῦν· εἶνε ἐπιταγὴ ζώντων καὶ νεκρῶν, φωνὴ ποὺ ἀκούγεται ἀπὸ τὸν Ψηλορείτη μέχρι τὴ ῾Ροδόπη κι ἀπὸ τὴν Κέρκυρα μέχρι τὸν Ταΰγετο. Μέσα σὲ κλῖμα λαϊκῆς δυστυχίας ἀποτελοῦν μεγάλη πρόκλησι. Μιὰ παρέλασι μὲ λιμουζῖνες κυρίων μὲ σμόκιν καὶ γυναικῶν μὲ ἐξωτικὲς ἐνδυμασίες Βαβυλῶνος, αὐτὴ ἡ χλιδὴ εἶνε πετρέλαιο στὴ φωτιά. Βράζει τὸ ἡφαίστειο καὶ ὑπάρχει φόβος νὰ γίνῃ ἔκρηξι χειρότερη ἀπὸ τοῦ Βεζουβίου.
Σῶσε, Κύριε, τὴν πατρίδα μας ἀπὸ τὴν ἀφροσύνη καὶ τὴν ἀκολασία τῶν πλουσίων.
Ἂς προσέξουμε ὅλοι καὶ πρὸ παντὸς οἱ ἄρχοντες τῆς πολιτείας. Δὲν χάθηκαν ἀκόμη οἱ ἐλπίδες διορθώσεως τοῦ κακοῦ. Ἂς ἀκούσουν τὸ αἴτημα τοῦ λαοῦ. Ὁ κ. Μαμάκης ἂς μετανοήσῃ γιὰ τὸ σκάνδαλο ποὺ προκάλεσε. Τὸ εὐχόμαστε ὁλοψύχως. Διαφορετικά…
Ὁ ἀγώνας τώρα ἔληξε. Ἡ διαμαρτυρία τῆς νύχτας 27 πρὸς 28 Ἰουνίου 1953 κατὰ τῶν καλλιστείων χαρακτηρίσθηκε ὡς μοναδικὴ στὸν κόσμο. Καὶ ἂν ἐπὶ κεφαλῆς σ᾽ αὐτὴν ἐμφανιζόταν ἕνας ἔστω ἐπίσκοπος, ἡ ἀπήχησις θὰ ἦταν μεγαλύτερη. Ἀντὶ ὅμως νὰ ἡγηθῇ ἡ Ἱεραρχία, ὅπως καὶ ἔπρεπε, δυστυχῶς στὴν Ἀμερικὴ ὁ ἐκεῖ ἀρχιεπίσκοπος ὑποδέχθηκε τὴν ἐκλεγεῖσαν Στὰρ – Ἑλλάς. Φύλαξε, Κύριε, τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τέτοιους ἐπισκόπους.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Περιληπτικὴ μεταφορὰ μὲ μεταγλώττισι στὴν σήμερα ὁμιλουμένη ἄρθρου, ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ «Χριστιανικὴ Σπίθα» (φ. 146/Ἰούλ. 1953) καὶ περιελήφθη ἐμπλουτισμένο μὲ νέες ἐκτενεῖς σημειώσεις στὸ βιβλίο Σημεῖα τῶν καιρῶν (Ἀθῆναι 1953, σσ. 102-119) 27-5-2020.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.