Αυγουστίνος Καντιώτης



Ἡ γενναιοτητα του επισκοπου Βαβυλα. Τετοιους επισκοπους εχει αναγκη περισσοτερο απο καθε αλλη φορα η Ἐκκλησια. Αλ­λα για να εμφανισθουν τετοιοι επισκοποι, ειναι αναγκη να επανελθουμε στο συστημα εκλογης των ποιμενων της αρχαιας Εκκλησιας, που ο ευσεβης λαος εξελεγε τους ποιμενες του. Τωρα, εφ᾿ οσον ο ευσε­βης λαος μενει μακρια απο την εκλογη, η δε εκλογη των επισκοπων γινεται με τον τρόπο, που ολοι «οι παροικουν­τες εν Ιερου­σαλημ» (πρβλ. Λουκ. 24,18) γνωριζουν. Βα­βυλες επισκοποι μη περιμενετε ν᾿ ἀνατειλουν στο στερεωμα της Ἐκκλησιας

date Νοέ 3rd, 2020 | filed Filed under: ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος Λ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 1819

Η γενναιοτητα του επισκοπου Βαβυλα

Τὰ παραδείγματα ψυχικοῦ ἡρωισμοῦ, ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ βρῇ φυλλομετρώντας καὶ μελετώντας τὶς σελίδες τῆς Ἐκκλησιαστι­κῆς Ἱστορίας, ἰδίως τῶν πρώτων αἰώνων τοῦ Χριστιανισμοῦ, εἶνε, ἀγαπητοί μου, πολλά.
Ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν σχετικῶν παραδειγμάτων θ᾿ ἀναφέρουμε ἕνα, τὸ ὁποῖο θὰ εἶνε ἄ­γνωστο στοὺς περισσότερους.

* * *

Τὸν τρίτο μ.Χ. αἰῶνα ἐπίσκοπος τῆς Ἀντιοχείας, τῆς μεγάλης ἐκείνης πόλεως τῆς Συρίας στὴν ὁποία οἱ ἀκόλουθοι τοῦ Ναζωραίου ὠνομάστηκαν γιὰ πρώτη φορὰ «Χριστιανοί» (Πράξ. 11,26), ἦταν ὁ Βαβύλας. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του ὡς ἐπισκόπου συνέβη ἕνα ἔκτακτο γεγονός, τὸ ὁ­ποῖο μνημονεύει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος σὲ ἐγκωμιαστικὴ ὁμιλία του γιὰ τὸν ἱερομάρτυρα αὐτόν.
Ἕνας βασιλιᾶς –τοῦ ὁποίου τὸ ὄ­νο­μα δὲν ἀναφέρει ὁ Χρυσόστομος, κατὰ δὲ τὸν συγγραφέα Μιχαὴλ Γαλανὸ ὁ βασιλιᾶς αὐ­τὸς ἦ­ταν ὁ ῾Ρωμαῖος αὐτοκράτορας Νουμεριανός (283-284 μ.Χ.), ἐνῷ κατ᾿ ἄλλους ἦ­ταν μᾶλλον ὁ Ἄραβας Φίλιππος, φίλος τῶν Χριστιανῶν (244-249 μ.Χ.)–, ὁ βασιλιᾶς αὐτὸς ὑπέγραψε σύμφωνο εἰρήνης μὲ τὸν βασιλιᾶ τῶν Περσῶν, καὶ γιὰ νὰ τὸν δεσμεύσῃ στὴν τήρησι τῆς συμφωνίας ζή­τησε καὶ πῆρε ὡς ὅ­μηρο τὸ γυιὸ τοῦ Πέρσου μονάρχου. Τὸν ὅμηρο αὐ­τὸν ὅμως ὁ βασιλιᾶς, χωρὶς καμμιά ἀφορμή, παραβαί­νον­τας κάθε θεῖο καὶ ἀνθρώπινο νόμο, τὸν κατέσφαξε ἀπάνθρωπα! Μεγάλο σκάνδα­λο. Καὶ ἐνῷ διέπραξε τέτοιο ἔγκλημα, εἶχε τὴν ἀναίδεια ὁ ἡγεμόνας αὐτός, σταθμεύον­τας στὴν Ἀντιόχεια, μὲ μεγάλη πομπὴ καὶ ἐπίδειξι, νὰ πάῃ στὸν ἱερὸ ναὸ ὅπου λειτουργοῦ­σε ὁ σεβάσμι­ος ἐπίσκοπος. Ἀλλὰ ὁ Βαβύλας δὲν τοῦ ἐπέτρεψε τὴν εἴσοδο. Στά­θηκε στὴν θύρα τοῦ ναοῦ καὶ μὲ παρρησία ἤ­λεγξε τὸ βασιλιᾶ γιὰ τὸ πρωτοφανὲς ἔγ­κλημα καὶ τὸν ἐμπόδισε νὰ μπῇ στὸ ναό.
Ἐγκωμιάζοντας τώρα τὸν ἅγιο Βαβύλα γιὰ τὴν ὑ­πέροχη στάσι του ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει τὰ ἑξῆς ἀξιομνημόνευτα ποὺ συνιστοῦν ἄριστο ὑπόδειγμα τέτοιων ἀφοριστι­κῶν ἀποφάσεων τῆς Ἐκκλησίας (βλ. καὶ Κων. ῾Ράλλη, Ποινικὸν Δίκαιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, Ἀθῆναι 1907, σ. 154).
«Αὐτὸς λοιπὸν ὁ Βαβύλας τότε, ἀφοῦ ἡ χά­ρις τοῦ ἁγίου Πνεύματος τοῦ ἐμπιστεύθηκε τὴν ἐδῶ στὴν Ἀντιόχεια Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, δὲν θὰ ἔλεγα μὲν ὅτι ὑπερέβη τὸν προφήτη Ἠλία καὶ τὸν μιμητή του Ἰωάννη τὸν βαπτιστή, μήπως καὶ ὁ λόγος μου εἶνε πολὺ ἀ­σε­βής, πάντως τοὺς ἔφτασε τόσο, ὥστε νὰ μὴ ὑστερήσῃ στὸ ἐλάχιστο ἀπὸ τὸ ἐλεύθερο φρόνημα τῶν γενναίων ἐκείνων ἀνδρῶν. Για­τὶ ὄχι ἕναν τετράρχη λίγων πόλεων (ὅπως ἦ­ταν ὁ Ἡρῴδης ποὺ ἤλεγξε ὁ βαπτιστής) οὔτε τὸν βασιλιᾶ ἑνὸς ἔθνους (ὅπως ἦταν ὁ Ἀ­χαὰβ ποὺ ἤλεγξε ὁ Ἠλίας), ἀλλὰ ἐκεῖνον ποὺ κατεῖχε τὸ μεγαλύτερο μέρος ὅλης τῆς οἰ­κου­μένης, αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ φονιᾶ, καὶ ὁ ὁ­ποῖος διοικοῦσε πολλὰ ἔθνη καὶ πολλὲς πόλεις καὶ ἄ­πειρα στρατεύματα, καὶ ποὺ ἀπὸ κάθε πλευ­ρὰ ἦταν φοβερός, καὶ ἀπὸ τὸ μέγεθος τοῦ ἀ­ξιώματος καὶ ἀπὸ τὸ θράσος τοῦ χα­ρακτήρα, σὰ νά ᾽ταν κανένας τιποτένιος δοῦλος καὶ τελείως ἀνυπολόγιστος, ἔτσι τὸν πέταξε ἔξω ἀπ᾽ τὴν Ἐκκλησία, μὲ τόση ἀταραξία καὶ ἀφοβία, μὲ ὅση ἕνας τσοπᾶνος θ᾽ ἀ­ποχώριζε ἀπ᾽ τὸ κοπάδι κάποιο πρόβατο γε­μᾶ­το ψώρα κι ἀρρωστημένο, ἐμποδίζοντας ἔ­τσι τὴν ἀσθένεια τοῦ ἀρρώστου νὰ μεταδοθῇ στὰ ὑπόλοιπα. Κι αὐτὰ τὰ ἔκανε βεβαιώνον­τας ἐμπράκτως τὸ λόγο τοῦ Σωτῆρος, ὅτι δοῦ­λος εἶνε μόνο αὐτὸς ποὺ κάνει τὴν ἁμαρτία (βλ. Ἰω. 8,34), ἔστω κι ἂν ἔχῃ πάνω στὸ κεφάλι του μύ­ρια στέμματα, ἔστω κι ἂν φαίνεται πὼς ἐξουσιάζει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἶνε πάνω στὴ γῆ· ἐνῷ αὐτὸς ποὺ νιώθει ὅτι γιὰ κανένα κακὸ δὲν τὸν ἐλέγχει ἡ συνείδησί του, κι ἂν συγκαταλέγεται στὴν τάξι τῶν ὑπηκόων, βασιλεύει περισσότερο ἀπ᾽ ὅλους τοὺς βασιλιᾶδες» (Ἑ.Π. Migne 50,54).

* * *

Ἀκοῦτε γλῶσσα θαρραλέου ἐπισκόπου; Με­­γαλειότατοι, κατὰ τὴν χριστιανικὴ ἠθική, εἶνε αὐτοὶ ποὺ στέκουν στὸ ὕψος τῆς ἀποστολῆς τους ὡς Χριστιανοὶ μέσα στὸν κόσμο, ἔστω καὶ ἂν κατὰ κόσμον εἶνε οἱ κατώτεροι ἀπ᾽ ὅλους. Αὐτοὶ εἶνε τὸ ἁλάτι καὶ τὸ φῶς τοῦ κόσμου (βλ. Ματθ. 5,13-14). Αὐτοὶ ἔχουν τὴν ἐσωτερικὴ μεγαλοπρέπεια, τὴν ἀκτινοβολία, τὸ ἄφθαρτο στέμμα τῆς ἁγιότητος, ἡγεμονεύ­ουν καὶ βασιλεύουν στοὺς ἑαυτούς των. Ἐνῷ αὐτοὶ ποὺ βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὴ φοβερὴ κυριαρχία φρικτῶν ἐλαττωμάτων καὶ παθῶν, ἔστω καὶ ἂν εἶνε πλούσιοι, ἔστω καὶ ἂν εἶνε στρατηγοί, ἔστω καὶ ἂν εἶνε βασιλεῖς, ἔστω καὶ ἂν εἶνε ἐπιστήμονες καὶ σοφοί, εἶνε ντροπιασμέ­νοι δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας. Μεγαλειότης εἶνε μία, ἡ ἀρετή· ἀθλιότης εἶνε μία, ἡ κακία.
Ὁ Βαβύλας, γιὰ τὸν ἔλεγχο ποὺ ἐξήσκησε ὄχι μόνο γιὰ τὴ δολοφονία ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλες ἐκδηλώσεις τῶν εἰδωλολατρῶν, τὸν συνέλαβαν, τὸν ἔδεσαν μὲ ἁλυσίδες, τὸν ἔσυραν, τὸν διαπόμπευσαν διὰ μέσου τῶν δρόμων καὶ πλατειῶν, τὸν ἔρριξαν στὶς φυλακές, κι ἀφοῦ τέλος τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ ἐκεῖ τὸν ἐκτέλεσαν. Δὲν κάμφθηκε. Δὲν λιγοψύχησε. Δὲν ἐγκατέλειψε, δὲν ἐπρόδωσε τὴ θέσι στὴν ὁποία τὸν ἔβαλε ὁ Βασιλεύς του, ὁ Χριστός, ἀλλὰ σὰν πιστὸς στρατιώτης ἀγωνίστηκε ὑπὲρ τῆς ἀληθείας «ἕως τοῦ θανάτου» (Σ. Σειρ. 4,28) καὶ ἀν­τιστάθηκε κατὰ τῆς ἁμαρτίας μαχόμενος «μέχρις αἵ­ματος» (Ἑβρ. 12,4). Ἀναδείχθηκε ἥρωας, ἀριστοῦ­χος στὰ πνευματικὰ τῆς Ἐκ­κλησίας.
Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στὶς 4 Σεπτεμβρίου. Ἡ σκόνη, ἡ στάχτη τοῦ σώματός του, τὸ ἱ­ερὸ λεί­ψανο μαζὶ μὲ τὶς σιδερένιες ἁλυσίδες τοῦ μαρτυρίου ἦταν πολύτιμο κειμήλιο καὶ θη­σαυ­ρὸς τῆς ἐκκλησίας τῶν Ἀντιοχέων, ὅ­πως διασῳζόταν ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ ἱεροῦ Χρυσο­στόμου. Καθὼς τὰ προσκυνοῦσαν, ἦ­ταν σὰν νὰ ἄκουγαν τὴ φωνή του νὰ προτρέ­πῃ τοὺς προεστῶ­τες τῶν Ἐκκλησιῶν· Κρατῆ­στε τὴν Ἐκκλησία ἐ­λεύ­θερη καὶ ἀδούλωτη, «μὴ γίνεσθε δοῦλοι ἀνθρώπων» (Α΄ Κορ. 7,23).
Τὸ παράδειγμα τοῦ ἁγίου Βαβύλα Ἀντιοχείας μοιάζει μὲ τὸ ἄλλο ἐκεῖνο γνωστὸ παράδειγμα θαρραλέας στάσεως ποι­­μένος ἀπέναντι σὲ ἐγ­κληματοῦντες βασιλεῖς καὶ αὐτοκράτορες ποὺ ἀναφέρει ἡ ἱστορία, τὸ παράδειγμα τοῦ ἐπισκόπου Μεδιολάνων ἁ­γίου Ἀμ­βροσίου, ὁ ὁποῖος τὸ 390 μ.Χ. ἐμπόδισε τὸν αὐ­τοκράτορα Θεοδόσιο νὰ μπῇ στὸ μητροπο­λιτικὸ ναό, γιατὶ ἦταν ἔνοχος γιὰ ἀ­μείλικτη ἀν­θρωποσφαγὴ 7.000 κατοίκων τῆς πόλεως Θεσσαλονίκης. –Μόνο, τοῦ εἶπε μπρο­στὰ σὲ ὅ­λους, μόνο μετάνοια παρατεταμένη μπορεῖ νὰ ἐξαλείψῃ ἕνα τόσο μεγάλο ἁ­μάρτημα καὶ νὰ ἐξιλεώσῃ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ δημιούργησε κ᾽ ἐξουσιάζει τὰ πάντα. Ὁ Θεοδόσι­ος ὑπάκουσε, ὑπέκυψε στὸν ἀφορισμὸ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, κι ὅταν ἐπέστρεψε στὰ ἀνάκτο­ρα ὑπέβαλε τὸν ἑαυτό του στὸ ἐ­πιτίμιο τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τὸ ἐ­πιτίμιο αὐτὸ λύθηκε μόλις μετὰ ἀπὸ ὀχτὼ μῆνες, καὶ τότε ἔγινε πάλι δεκτὸς στὴν κοινωνία τῆς Ἐκκλησίας κα­τὰ τὴν ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, ἀφοῦ προηγουμένως ὡμολόγησε δημοσίως μέσα στὸν ἱερὸ ναὸ τὴν ἁμαρτία του. Ἔπεσε μπρού­μυτα ἐκφωνώντας ἐκεῖνο τὸ λόγο τοῦ Δαυ­ῒδ «Ἐκολλήθη τῷ ἐδάφει ἡ ψυχή μου· ζῆσόν με κατὰ τὸν λόγον σου», κόλλησα δηλαδὴ στὸ ἔ­δαφος τῆς γῆς, ταπεινώθηκα πολύ, κάνε με νὰ ζήσω κατὰ τοὺς ὁρισμούς σου (Ψαλμ. 118,25). Ἔτσι παρακάλεσε νὰ τοῦ δοθῇ συγγνώμη.

* * *

Τέτοιους ἐπισκόπους, ἀγαπητοί μου, ἔχει ἀνάγκη περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη φορὰ ἡ Ἐκκλησία. Ἀλ­λὰ γιὰ νὰ ἐμφανισθοῦν στὸν ὁ­ρίζοντα τέτοιοι ἐπίσκοποι, εἶνε ἀνάγκη νὰ ἐ­πανέλθουμε στὸ σύστημα ἐκλογῆς τῶν ποιμένων τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησί­ας, κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ λαός, ὁ εὐσεβὴς λαός, ἐξέλεγε τοὺς ποιμένες του. Τώρα, ἐφ᾿ ὅσον ὁ εὐ­σε­βὴς λαὸς μένει μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐκλογή, ἡ δὲ ἐκλογὴ τῶν προεστώτων τῆς Ἐκκλησίας διενεργεῖται μὲ τὸν τρόπο ποὺ διενεργεῖται σήμε­ρα, ὅπως γνω­ρίζουν πάντες «οἱ παροικοῦν­τες ἐν Ἰερου­σαλήμ» (πρβλ. Λουκ. 24,18)…, Βα­βύλες ἐπίσκοποι μὴν περιμένετε ν᾿ ἀνατείλουν στὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Βαβύλες, ὑποθέτω, δὲν δι­ορίζονται μὲ πολιτικὰ διατάγματα, καὶ προκειμένου ν᾽ ἀναλάβουν καθήκοντα δὲν ὁρκίζον­ται ἐνώπιον ἐπιγείων ἀρχόντων.
Μιὰ ἐκκλησία δούλη, ὅπως ἀποδεικνύουν τὰ γεγονότα, μιὰ ἐκκλησία ποὺ κολακεύει καὶ κολακεύεται, ποὺ δίνει καὶ παίρνει κίβδηλα παράσημα ματαίας δόξης, ποὺ ἀναπαύεται μακαρίως ἐπάνω σὲ μαλακὰ ἀνάκλιντρα καὶ χρυσοστόλιστους θρόνους, ποιά, παρακαλῶ, νικηφόρο μάχη μπορεῖ νὰ δώσῃ κατὰ τοῦ συγ­­χρόνου κόσμου, ὁ ὁποῖος ἀνασταυρώνει τὸν Θεάνθρωπο σὲ τοῦτο τὸν αἰῶνα τῶν «φώ­των» καὶ «ἐπιστημῶν»;…

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(ἀπὸ τὸ βιβλίο Ἐλευθέρα καὶ ζῶσα Ἐκκλησία, Ἐπισκόπου Βαβύλα γενναιότης, Ἀθῆναι 1954-55, σσ. 174-176, μτγλ. καὶ
Προφητικοὶ λόγοι ἀφυπνίσεως γιὰ τὴν ἀνόρθωσι τῆς Ἐκκλησίας καὶ κοινωνίας, Θεσσαλονίκη 2013, σσ. 26-32)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.