277 Ορθοδοξα Χριστιανικα Σωματεια & Πολιτιστικοι Φορεις – μαζι με τα Παραρτηματα τους προβαινουν σε γενικη διαμαρτυρια για το κλεισιμο των ναων & τα Χριστουγεννα 2) Η Χριστιανικη μας πιστη ειναι & αποκλειστικη & αυταρκης. Δεν επιδεχεται βελτιωση, επειδη ειναι τελεια. Η Ορθοδοξη πιστη ειναι κατι αιωνιο & δεν συνυπαρχει με καμμια ιδεολογια & καμμια φιλοσοφια. Για το Χριστιανο, ολ’ αυτα ειναι σκουπιδια για πεταμα. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΕ, ΑΦΟΜΟΙΩΣΕ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
ΖΗΤΟΥΜΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΑΝΟΙΞΤΕ ΤΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΜΕ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ!
Με αυτό το σύνθημα 277 Ορθόδοξα Χριστιανικά Σωματεία & Πολιτιστικοί Φορείς – μαζί με τα Παραρτήματά τους – σε όλη την Ελλάδα προβαίνουν σε γενική διαμαρτυρία για την απόφαση του πρωθυπουργού να κρατήσει ουσιαστικά κλειστές τις Εκκλησίες τις ημέρες των Εορτών, ανακοινώνοντας συμμετοχή μόνο 9 πιστών τα Χριστούγεννα και τα Θεοφάνια…
Tήν συνέχεια: https://www.osotir.org/2020/12/14/anixte-atia-ke-foris-zitoun-paremvasi-tou-prothupourgou/
- Μήπως θὰ πρέπει νὰ κάνουν κάτι πιο δυναμικό, τα ἀγαπητά χριστιανικά σωματεία, γιὰ νὰ τοὺς ἀκούση ἡ κυβέρνηση;
ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΕ, Α Φ Ο Μ Ο Ι Ω Σ Ε
ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ
Του ἱερέως συνεργάτου μας
«Πάς γραμματεύς μαθητευθείς είς την βασιλείαν των ουρανών όμοιος εστιν ανθρώπω οικοδεσπότη, όστις εκβάλλει έκ τού θησαυρού αυτού καινά και παλαιά» (Ματθ.13,52).
Είναι μια από τίς συντομώτερες παραβολές τού Κυρίου μέσα στα Ευαγγέλια. «Γραμματεύς» είναι ό Γραμματικός, ό επιστήμων των κειμένων, ό διδάσκαλος των γραμμάτων, ό φιλόλογος. Ή «βασιλεία των ουρανών» έναι και σχολείο, αφού ό Κύριος είναι «διδάσκαλος» κι’ αυτοί πού τον ακολουθούν «μαθηταί» του, κι’ έχουν βιβλίο τους την Βίβλον.
«Θησαυρός» εδώ, από το «τίθημι-θήκη» είναι ή αποθήκη, ή βαλίτσα, ή κασσετίνα, ή μπιζουτιέρα. Δηλαδή ή καρδιά, ή διάνοια, ό εγκέφαλος, ή συνείδηση, το φρόνημα. Κάθε άνθρωπος πού θησαυρίζει, αντικαθιστά στην αποθήκη του τά παλιά με τά καινούργια. Όταν προσαποκτήση κάτι καινούργιο, και τού χρειάζεται στην αποθήκη του χώρος γι’ αυτό, πετάει (εκβ’αλλει) απ’ αυτή τά πιο φθαρμένα ή ξεπεραμένα και παρωπλισμένα, για να βάλη τά πιο καινούργια και άφθαρτα. Όταν όμως ένας γραμματεύς, καλός εκτιμητής των μαθημάτων, γίνη μαθητής στη βασιλεία των ουρανών και πάρη το μάθημα πού περιέχει ή διδασκαλία τού σχολείου αυτού, τότε δεν λογαριάζει ούτε παλιά ούτε καινούργια, αλλά τά πετάει από την αποθήκη του (τον θησαυρόν αυτού) όλα, καινά και παλαιά, για να βάλη αυτό το ένα πού ανακάλυψε κι’ έμαθε, το μάθημα τής βασιλείας των ουρανών, το ασύγκριτα ανώτερο και πολυτιμότερο κάθε παλιού και κάθε καινούργιου. Μπροστά στο μάθημα αυτό τά πάντα, κάθε διδαχή και κάθε φρόνημα, κάθε παράδοση και κάθε μάθημα, αβελτίωτα και βελτιωμένα, είναι σκουπίδια για πέταμα. Στον θησαυρόν τής καρδίας τού Χριστιανού ανθρώπου, ένα μόνο μάθημα αξίζει να υπάρχη, ή διδασκαλία τού Κυρίου, τής βασιλείας των ουρανών, το περιεχόμενο τής Βίβλου.
Ή ουσία τού νοήματος τής παραβολής είναι, ότι ό καλός μαθητής τής βασιλείας των ουρανών, τού κηρύγματος τού Κυρίου Ίησού Χριστού, τής Βίβλου, τής Χριστιανικής πίστεως, πιστεύει ασάλευτα στην αυτάρκεια τής Βίβλου, τής Χριστιανικής πίστεως, και δεν τη συμπληρώνει με τίποτε, ούτε μ’ ελληνική σοφία, ούτε με ιουδαϊκή παράδοση, ούτε με άλλες τέτοιες πεποιημένες «αξίες» καινούργιες ή παλιές, ούτε μ΄ οποιαδήποτε εθνικοφροσύνη, ούτε μ’ οποιοδήποτε πατριωτισμό, ούτε μ’ οποιονδήποτε ανθρωπισμό ή αλτρουϊσμό, ούτε μ’ οποιαδήποτε άλλα «ιδανικά», ούτε μ’ οποιοδήποτε άλλο σέμνωμα και καύχημα. Δεν θεωρεί τη Χριστιανική πίστη χρήζουσα συμπληρώσεως ή συνυπάρξεως μέσα στο ίδιο θησαυροφυλάκιο, στην «καρδιά» του, στη συνείδησή του, με κάτι άλλο σπουδαίο, ούτε με τίποτε άλλο από τά θεωρούμενα ευγενή και υψηλά. Μπροστά στη Χριστιανική πίστη, είναι όλα σκύβαλα και σκουπίδια για πέταμα.
Ό σωστός Χριστιανός δεν έχει κανένα πάθος και κανέναν έρωτα (παλαιόν), ούτε κανένα ιδανικό (καινόν), εκτός από τη Χριστιανική πίστη, πού εκτίθεται, πού απλώνεται και ξετυλίγεται μέσα στη Βίβλο, το βιβλίο τής βασιλείας των ουρανών.
Ή Βίβλος κατέχει μόνη της το νοητό χώρο τής ψυχής τού καλού «γραμματέως», τού σωστού Χριστιανού, είναι το μοναδικό του φρόνημα. Γι’ αυτό και δικαιουμένη (= όχι μόνο τής αποδίδεται το δίκαιο πού τής πρέπει, αλλ’ έχουσα με απόλυτη απαίτηση-τοποθέτηση το θάρρος, απαιτεί δικαιωματικά), και -δίδοντας εντολή τρόπον τινά-, καλεί πάντας, να «επιρρίψωμεν πάσαν την μέριμναν ημών έπ’ Αυτώ (= τώ παντοδυνάμω Θεώ), ότι αυτώ μέλει περί ημών» (Α΄Πέτρ.5,7). Πάσαν, την οποιαδήποτε, την παντοειδή μέριμναν;; Ναι! Και έχει για όλες έννοια; Και θα τίς επιλύση; Άπολύτως και χωρίς περιστροφές ναι. Ναι!! Γιατί, Αυτός είναι «το ναι ναι, και το ού ού». Έμείς δεν είμαστε.
Ό Χριστιανός βέβαια, είναι καλό και υγιές μέλος τής κοινωνίας, μέσα στην οποία ζή. Το καλύτερο και υγιέστερο. Είναι καλός πολίτης τού επιγείου κράτους του και καλός πατριώτης τής πατρίδος του, ό καλύτερος. Αλλ’ είναι, επειδή αυτό, συμβαίνει να το θέλη ό Κύριος, ό «βασιλεύς τής βασιλείας των ουρανών», στην οποία «εμαθητεύθη».
Είναι καλός αγνός σεμνός και πιστός σύζυγος, όχι για τη σύζυγό του, αλλά για τον Κύριο. Άπλώς ή σύζυγος απολαμβάνει αυτές τίς, για Τον Παντεπόπτη Κύριο, ανυπόκριτες επιδόσεις τού συζύγου της. Και αντιστρόφως βέβαια, ό σύζυγος τά τής συζύγου. Έτσι λειτουργεί και ώς πολίτης και μέλος τού έθνους του και τής κοινωνίας του. Ένδεχομένως είναι και κάτοχος μιάς επιστήμης και μερικές φορές ό καλύτερος, επειδή αυτό το προτιμάει κι’ ό Κύριος, όπως προτιμάει να είναι ό άνθρωπος του κι’ ό καλύτερος ξυλουργός. Αλλ’ είναι τέτοιος ό Χριστιανός, ώς επαγγελματίας μόνο. Και όχι ώς εραστής τού αντικειμένου τής επιστήμης του.
Ό καλός Χριστιανός ό μαθητευθείς είς την βασιλείαν των ουρανών, ό εκπαιδευθείς δηλαδή για ν’ αποτελέση μέλος τής βασιλείας των ουρανών -αυτή είναι ή ακριβέστερη ερμηνεία τού χωρίου-, δεν έχει καμμία απολύτως ιδεολογία. ΄Εχει μόνο τη Χριστιανική πίστη. Κι’ αν είναι πολύ σοφός επιστήμων, δεν έχει απόψεις, γιατί απόψεις του είναι «τά διδασκάλια» τής Βίβλου! Κι’ άς έχουν δίπλα του απόψεις, και σκληρές απόψεις μάλιστα, οί πιο αμαθείς (ένεκα, τής αλαζονικής αφροσύνης των) άνθρωποι. Και Πατριάρχαι! Ναι, και Πατριάρχαι ακόμη, και Πρυτάνεις Θεολογικών Σχολών(!), Χάλκης, Τιμίου Σταυρού και τόσων και τόσων άλλων νεοκόπων (φρεσκοκομμένων «φρούτων!!») με νεοκότους (παραδόξους, πρωτακούστους) Οίκουμενιστικάς και Παγκοσμιοποιητικάς, Άρχιαιρεσιαρχικάς τοποθετήσεις-γνώμας, προκαλούσας νεοκηδείς (προσφάτους θλίψεις) καί ψυχόλεθρα (ψυχοκτόνα) -ώς μη ώφελεν- αποτελέσματα. Όλοι ετούτοι οί παράφρονες, τόχουν ανάγκη να έχουν απόψεις για να «γεμίσουν» το κενό τους, (μέσα) στο κούφιο τους κεφάλι, κι’ άς καμαρώνουν σάν «εβρέϊκα (Τούρκικα και Άμερικάνικα) σκερπάνια», αυτογελοιοποιούμενοι «δοκιμαζόμενοι στην (αιώνια) λυδία λίθο», τη Βίβλο! Ό καλός Χριστιανός, δεν έχει ανάγκη να έχη απόψεις (σάν τούς κουφιοκεφαλάκιδες), γιατί είναι γεμάτος. Έχει αυτά πού έβαλε στο θησαυρό του, όταν πέταξε έξω απ’ αυτόν «καινά και παλαιά». Ή Χριστιανική του πίστη, τόσο ώς περιεχόμενο τής Βίβλου, όσο και ώς βίωμα του, είναι και αποκλειστική και αυτάρκης. Είναι εκείνο πού εκτοπίζει (εκβάλλει) από την καρδιά του «καινά και παλαιά», και για κανένα απ’ αυτά δεν λέει «Αυτό καλούτσικο είναι, άς το κρατήσω». Όλα είναι για πέταμα μπροστά στη Βίβλο, στη Χριστιανική πίστη πού απορρέει απ’ αυτή και ερείδεται είς αυτήν.
Ή Βίβλος, δεν έχει ανάγκη από τίποτε, από καμμία επικουρία και κανένα συμπλήρωμα. Ή Χριστιανική πίστη είναι αυτάρκης κι’ απαραλλήλιστη. Και μόνη ή ιδέα για κάποια συμπλήρωση είναι βλασφημία, όσο και τά γλυκά μάτια μιάς παντρεμένης σέ κάποιον, είναι απιστία προς το σύζυγό της. Ό Κύριος ώς εραστής, δεν δέχεται να είναι συνεραστής. Δεν είναι πελάτης πόρνης, αλλά σύζυγος, νυμφίος. Ή Χριστιανική πίστη δεν συνυπάρχει με καμμία ιδεολογία και καμμία φιλοσοφία. Για το Χριστιανό, όλ’ αυτά είναι σκουπίδια για πέταμα, μπροστά σ’ αυτή.
Ή Χριστιανική πίστη, δεν είναι κάτι καινούργιο ούτε κάτι παλιό. Είναι το αιώνιο. Δεν επιδέχεται βελτίωση, επειδή είναι το τέλειο!. Δεν προσαρμόζεται σέ τίποτε, επειδή τά πάντα οφείλουν να προσαρμόζωνται σ’ αυτή. Είναι το αξεπέραστο το απάλιωτο το απόλυτο. Στον κόσμο, όλοι οί νεωτερισμοί είναι φθοροποιοί, κι’ όλες οί παραδόσεις και οί «αξίες» είναι εκείνα πού αναχαιτίζουν την πρόοδο και προκαλούν καθυστέρηση κι’ οπισθοδρόμηση.
Ή Χριστιανική πίστη, και ώς παράδοση και συντηρητικότης, και ώς νεωτερισμός και ριζοσπαστικότης, είναι μόνο προκοπή και πρόοδος. Είναι ή επιτυχία, ή ομορφιά, ό πραγματικός πολιτισμός. Στις τρείς ηπείρους πού κυκλοφόρησε ή Βίβλος, Ευρώπη Β. Άμερική και Αυστραλία, ζούν οί επιστημονικώς και τεχνολογικώς προηγμένοι κι’ ελεύθεροι λαοί. Στις άλλες τρείς πού δεν διεισέδυσε, Άσία Άφρική Ν.΄Αμερική, ζούν οί λαοί οί καθυστερημένοι και ανελεύθεροι. Μπροστά στη Βίβλο και στη Χριστιανική πίστη, πού είναι το περιεχόμενό της, τίποτε δεν είναι διατηρητέο, ούτε το καινούργιο ούτε το παλιό. Τά πάντα είναι απόβλητα.
Καλός Χριστιανός και συνετός «γραμματεύς», εκπαιδευμένος και δόκιμος για τη βασιλεία των ουρανών, είναι μόνον εκείνος πού γι’ αυτήν τά πετάει όλα, όχι μόνο τά παλιά, αλλά και τά καινούργια.
Χριστιανικά γράμματα εκτός από τη θεόπνευστη Βίβλο, είναι ή θεοφώτιστη Χριστιανική γραμματεία. Αυτή ή γραμματεία, όσο πιο πολύ ευθυγραμμίζεται με τη Βίβλο, τόσο πιο θεοφώτιστη είναι, διότι απ’ αυτή φωτίζεται ώς ένα ετερόφωτο σώμα, πού δεν είναι ή πηγή τού φωτός, όπως ή θεόπνευστος Βίβλος, αλλά το φωτιζόμενο, κι’ όσο λιγώτερο ευθυγραμμίζεται με τη Βίβλο, τόσο πιο αφώτιστη είναι, σάν τά σκοτεινά και παγωμένα μέρη των πόλων.
Κατόπιν όλων των ώς άνω, στρέφομαι ταπεινά, αλλά και υπεύθυνα, σάν ένας απλός πιστός απέναντί σου, Πατριάρχα μου, και σέ ρωτώ.
Πώς βάζεις στο στόμα σου την λέξη «μέντωρ» (= σώφρων φίλος και σύμβουλος), την στιγμή πού απεδείχθης και εξακολουθητικά αποδεικνύεσαι τόσο -προκλητικά- ασυνεπής είς το ορθώς διδάσκειν τούς Όρθοδόξους πιστούς, ών σύ «Έλέω Θεού»(!) διατείνεσαι ότι ώς πατήρ άρχεις (Πατρι-άρχης);
Δεν αντιποιούμαι αρχήν, πολλώ μάλλον Σύνοδον(!) Μετά σού -και ώς σύ και πάντες-, καθ’ ημέραν «είς πολλά πταίω». Τολμώ, όμως, να σέ ερωτήσω, εί και ό πρώτος τον αμαρτωλών ειμί. Πώς, μη τηρών τον ΚΔ΄ Κανόνα τής έν Καρθαγένη Συνόδου. Πώς, μη τηρών το τού Δευτερονομίου 17,18. Πώς, μη ενστερνιζόμενος τον 16ον στίχον τού 118ου Ψαλμού πού σέ καλεί «να είναι απόλαυσή σου και καθημερινή εντρύφησή σου οί νόμοι τού Θεού και να μη λησμονής το λόγο Του». Πώς, χωρίς να τρομάζης μπροστά στο τού Προφήτου Ώσηέ 4,4-6 πού σέ αποπέμπει ευθέως λέγων σοι «έχει κάθε λόγο ό λαός (άρα και εγώ και κεθένας πιστός) να σέ κατηγορούν ώς Ίερέα πταίοντα, -πολλώ μάλλον ώς Πατριάρχην-, ό οποίος (σημειοῖ απερίφραστα ό Προφήτης), σκοντάφτεις-σκουντουφλάς το καταμεσήμερο(!)»;; Και συνεχίζει ό Θεός και σού υπομιμνήσκει ξεκάθαρα, «θα καταστρέψη όλο το συγγενολόϊ σου. Ό λαός βαδίζει (Βαρθολομαίε, άνοιξε τ’ αυτιά σου επί τέλους ν’ ακούσης) (βαδίζει) στην καταστροφή από έλλειψη γνώσης των αληθειών τού Θεού (όχι ψεύδους και πλάνης). Και επειδή Τον αγνοείς, θα σέ αγνοήση κι’ εσένα (ό Θεός) σάν Ίερέα (σκέψου σάν υπεύθυνο-ανεύθυνο Πατριάρχη πώς θα σού συμπεριφερθή). Και επειδή λησμονείς το νόμο τού Θεού, θα σέ λησμονήση κι’ Έκείνος εσένα». Δεν φρίττεις;;!. Ούτε δάκρυ δεν βγάζης;;! / Συνεχίζει και σού λέει με την 123η Νεαρά του ό Ίουστινιανός, πού δεν ήταν στο Βραχώρ’, στην Πησαχθόη, στην Κολοβροτού, στην Καραβιζύη (Μητροπόλεις τού Πατριαρχικού (δά) Κλίματός σου είναι δαύτες -με το συμπάθιο(!) αν σοκάρεσαι)-, ούτε στην Κολοπετινίτσα, / στο Φανάρι σου γύρω τά νομοθέτησε (ό Ίουστινιανός). ΄ Εκεί (λέγω) και παρακατούλια αναφέρει στον υπομνηματισμό τού Β΄ Κανόνος τής Ζ΄ Οικουμενικής, ότι «είναι πράγμα αισχρόν και παράλογον, αν γίνης Άρχιερεύς και διορισθής κάπου, κι’ εκεί, -αντί να διδάσκης-, διδάσκεσαι, πρέπει (λέει) να καθαιρεθής, Βαρθολομαίε μου, κι’ ό χειροτονήσας σε να αργήται»!!, Θεός σχωρέστους πού σέ χειροτόνησαν. Έσύ, πού όχι μόνον δε διδάσκεις, αλλ’ οδηγείς όλο το Όρθόδοξο πλήρωμά σου(!), Μέγιστε Οιακοστρόφε!!!, είς πλάνας (όχι είς μίαν μόνον τοιαύτην). Έσύ, τί πρέπει να υποστής;;;!!! Έσύ πού επαισχύντως εξακολουθής να ανοσιουργής κατά τής Μητρός, Μιάς ΄Εκκλησίας -μη παραιτούμενος-, πώς απετόλμησας (έν τή Σοί (δήθεν…) Μετριότητι!!!, Αναξιότητι!!!, και τά τόσα σου άλλα γλυκανάλατα, χωρίς αντίκρυσμα και συναίσθηση καμώματα τερτίπια και βαυκαλίσματα), πώς (σέ ρωτώ με απροσμέτρητη αγανάκτηση), πώς εφάνης και απεδείχθης τόσο στυγνός και αδίστακτος τιμητής, κατά Τού Μακαριστού Νικολάου Σωτηροπούλου, τού Έλλογιμωτάτου π. Θεοδώρου Ζήση και τόσων άλλων, και ποίων άλλων (άραγε) έχεις ετοιμάσει λίσταν καρατομήσεως;;!!!. Φεύ! Έπιπροσθέτων και ένα Βαβαί! Δεν προχωρώ στο αφορόν μόνο ακραιφνείς Έλληνες, «Αιδώς, ΄Αργείοι»(!), διότι, όχι μόνον δεν είσαι Έλλην, (γνωστότατον τί είσαι), άλλά και μετά τοσούτου (ανελπίστου) αβυσσώδους μίσους και κακεντρεχίας ίστασαι και ενεργείς καθ’ ημών των Έλήνων. Ειλικρινώς λυπούμενος, -διότι «είς μάτην κοπιών» και «είς αέρα δέρων» (μάλλον) γράφω ταύτα, / έν τούτοις, επικαλούμενος την βοήθειαν τού Θεού καί προσευχόμενος, αντιγράφω και καταχωρώ, Πατριάρχα (μου) Βαρθολομαίε, τά κατωτέρω, μήπως (είς το ελάχιστον) σέ συγκινήσω, και μεταμελούμενος, -έστω όλίγον πρό τής τελευτής σου-, εύρης Χάριν παρά τώ Θεώ. Εί δ’ άλλως, να απαλλάξη από σού την νύμφην Του ΄Εκκλησίαν, «ήν περιεποιήσατο τώ Ίδίω Αυτού Αίματι»! Άρκετά πιά. Βοά ή Ύφήλιος.
«Ποίμαινε, Βαρθολομαίε, το ποίμνιο πού σού εμπιστεύθηκε ό Θεός, όπως Αυτός θέλει. Δηλαδή με τη θέλησή σου κι’ όχι ενασκών το επισκοπικό σου αξίωμα σά να κάνης αγγαρεία (με ταξιδάκια αποφεύγοντας τη δουλειά, με κατσικούλες «Δάφνες» γαϊδουράκια και … «Πρασιν’ άλογα»-οικολογικά(!), με προθυμία, κι’ όχι για τά χρήματα. Μη καταδυναστεύων αυτούς πού ποιμένεις, αλλά υπόδειγμα αποφαινόμενος στο ποίμνιο σου, … γιατί ό Θεός εναντιώνεται στους υπερηφάνους, στους ταπεινούς όμως δίνει τη χάρη Του. Ταπείνωσε, λοιπόν, τον εαυτό σου κάτω από τη δύναμη τού Θεού, για να μη σέ σαβουρντίση κάτω (την ώρα τής κρίσεως), κάνοντάς σε ρεζίλι πλάϊ σ’ αυτούς πού τούς φέρθηκες τόσο άσπλαχνα και μπαμπέσικα, και θα ντρέπεσαι να τούς κοιτάξης, μέσα στην ελεεινότητα και το χάλι πού θα βρίσκεσαι! …Μείνε ακλόνητος στην πίστη, και μη τρέχης εδώ κι’ εκεί σέ πλάνες» (Α΄ Πέτρ.5,2-7).
Ἱερεύς Ἰωάννης Νικολόπουλος
ΚΑΛΑΜΑΡΙΑ
14.12.2020
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.