Αυγουστίνος Καντιώτης



Ο ΧΡΙΣΤΟΣ Η ΧΑΡΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥ ΗΤΑΝ ΔΥΣΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ. Ο τυραννος τῶν Σαρακουσων Διονυσιος ο Πρεσβυτερος (430-367 π.Χ.), ενας παμπλουτος μοναρχης, για νὰ δείξει στο δουλο του Δαμοκλη, που τον μακαριζε, οτι δεν υπαρχει χαρα στον κοσμο, του εδωσε ενα φοβερο μαθημα (διαβαστε το). Και σημερα ζουμε κατω απο την Δαμοκλειο σπαθη, γιατι δεν πλησιαζουμε την αληθινη πηγη της χαρας, που ειναι ο ΧΡΙΣΤΟΣ

date Μαρ 22nd, 2021 | filed Filed under: OMILIES π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

Δαμοκλειος σπαθη

«Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει· χαῖρε, δι᾽ ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει» (Ἀκάθ. ὕμν. Α1)

Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου

δαμοκλια σπαθιὙπάρχουν, ἀγαπητοί μου, ἐχθροὶ τῆς ἁγί­ας μας Ἐκκλησίας, ποὺ καταβάλλουν προ­σπάθεια νὰ ξερριζώσουν ἀπ᾿ τὶς καρδιὲς τῶν ἀν­θρώπων τὴν πίστι στὸ Χριστό. Πολλὲς κατηγορίες ἐπιρρίπτουν. Μία ἀπὸ αὐτὲς εἶνε, ὅτι ἡ θρησκεία μας κάνει τοὺς ἀνθρώπους λυπη­μένους καὶ σκυθρωπούς, φυγαδεύει τὴ χαρά, καλλιεργεῖ τὸν πεσσιμισμό, τὴν ἀπαισιοδοξία.
Ψευδὴς κατηγορία. Ἐὰν ὑπάρχῃ κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο μία θρησκεία ποὺ καλλιεργεῖ τὴ χα­ρὰ καὶ σκορπίζει κατὰ τὸν ποιητὴ «γλυκὲς χρυ­σὲς ἐλπίδες» (Κρυστάλλης), εἶνε ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ μία ἀπόδειξις τρανὴ εἶνε ὁ Ἀκάθιστος Ὕ­μνος, τὸ ἀριστούργημα αὐτὸ τῆς ἐκκλησι­αστι­κῆς ἀλλὰ καὶ τῆς παγκοσμίου ποιήσεως.
Θέμα τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου εἶνε τὸ ἀνέκφραστο μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λό­γου τοῦ Θεοῦ. Μὲ ζωηρὲς εἰ­κόνες, ποὺ ὁ ἐμ­πνευσμένος ποιητὴς παίρνει ἀπ᾿ ὅλη τὴ δημι­ουργία, προσπαθεῖ νὰ παραστήσῃ τὰ διάφορα στάδια, τὶς φάσεις τοῦ σχε­δίου τῆς θείας οἰκο­νομίας, ἀπὸ τὴ γέννησι τοῦ Χριστοῦ μέχρι τὸ Γολγοθᾶ, καὶ καταλήγει στὸν ὕμνο τῆς ὑπερ­αγίας Θεοτόκου, ποὺ ἀξιώθηκε νὰ γεννήσῃ «τὸν πάντων ἁγίων ἁγι­ώτατον Λόγον» (Ἀκάθ. ὕμν. Ω οἶκ.).

Πῶς ἀρχίζει; Μὲ τὸ «χαῖρε» τοῦ Εὐαγγελισμοῦ· «Ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐ­πέμφθη εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τὸ χαῖρε…» (ἔ.ἀ.. Α οἶκ.). Τὸ «χαῖρε» αὐτὸ ἐπαναλαμβάνει ὄχι 1 ἀλλὰ 144 φορές. Τί σημαίνουν λοιπὸν αὐτὰ τὰ βροντόφωνα «χαῖρε» τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τὴν Παναγία;
Σημαίνουν, ὅτι ἡ Παναγία πρέπει νά ᾽χῃ χαρά. Ἀλλὰ χαρὰ πρέπει νὰ αἰσθάνωνται καὶ τὰ πλή­­θη τῶν ἀνθρώπων καὶ μάλιστα ἐκεῖνοι ποὺ πιστεύουν στὸ μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Σωτῆρος. Καὶ πράγματι ὁ Χριστὸς –δὲν εἶ­νε μῦθος, εἶνε πραγματικότης–, ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ πηγὴ καὶ ἀκένωτη δεξαμενὴ τῆς ἀνέκφραστης χαρᾶς. Ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ χαρὰ τοῦ κόσμου.

* * *

Τί ἦταν, ἀγαπητοί μου, ὁ κόσμος πρὸ Χριστοῦ; Ζοῦσε κάτω ἀπὸ οὐρανὸ γεμᾶτο σύννε­φα, ὅλο θλῖψι καὶ ἀγωνία. Καὶ ἀπόδειξις αὐτοῦ εἶνε ἡ ἱστορία. Μάταια οἱ θεοὶ τοῦ Ὀλύμ­που πάσχιζαν νὰ δώσουν στοὺς λατρευτάς τους χαρά· μάταια ὁ Βάκχος κερνοῦσε κρασὶ μὲ χρυ­­σᾶ ποτήρια, μάταια ἡ Ἀφροδίτη ὑποσχόταν σαρκι­κὲς ἡδονές, μάταια ὁ ξανθὸς Ἀπόλλων ἔ­παιζε τὴ λύρα του, μάταια οἱ θεοὶ καὶ οἱ θεὲς χόρευ­αν στὰ ποτάμια καὶ τὶς λίμνες, μάταια γί­νον­ταν γιορτὲς καὶ συμπόσια. Ὁ ἀρχαῖος κόσμος διατελοῦσε ὑπὸ τὸ κράτος βαθειᾶς θλίψεως.
Ἡ ἀρχαιολογία ἔφερε στὸ φῶς ἀγάλματα καί, ὅπως ἔχει παρατηρηθῆ, στὶς μορφὲς τῶν ἀγαλ­μάτων λείπει τὸ μειδίαμα. Σκυθρωποὶ καὶ λυπημένοι δείχνουν οἱ ἥρωες ποὺ ἀπαθανάτισαν οἱ ἀρχαῖοι τεχνῖ­τες τῆς γλυπτικῆς. Γιατί; Διότι ὄν­τως ὁ κόσμος ἐκεῖνος ζοῦσε κάτω ἀπ᾽ τὸ ἄγχος ποὺ προκάλεσε ἡ ἀρχαία κατάρα. Ἔκφρασι αὐ­τοῦ τοῦ συναισθήματος ἀποτελεῖ καὶ τὸ ἀκόλουθο ἱστορικὸ περιστατικὸ τοῦ 4ου π.Χ. αἰῶνος.
Στὶς Συρακοῦσες τῆς Σικελίας βασίλευε τό­τε ὁ τύραννος Διονύσιος ὁ Πρεσβύτερος (430-367 π.Χ.), ἕνας πάμπλουτος μονάρχης. Στὰ ἀνάκτορά του ἔκανε συμπόσια μὲ ἐκ­λεκτὰ φαγητὰ καὶ ποτά, χοροὺς καὶ δι­ασκεδάσεις. Ἕνας ἀπ᾽ τοὺς ὑπηρέτες του, ὁ Δαμοκλῆς (Πάπυρος-Larousse-Britannica τ. 16, σ. 273), ἔβλεπε ὅλα αὐ­τά, τὸν θεωροῦσε εὐ­τυχι­σμένο καὶ τὸν θαύμαζε. Ὁ Διονύσιος ὅμως τοῦ εἶ­πε· –Νομίζεις ὅτι ὑπάρχει χαρὰ στὰ ἀνάκτορα; Τί κι ἂν τρῶμε καὶ πίνουμε; τί κι ἂν παίζουν οἱ αὐλητρίδες καὶ χορεύουμε; Χαρὰ δὲν ὑπάρχει. Καὶ γιὰ νὰ σοῦ τὸ ἀποδείξω, αὔ­ριο τὸ πρωὶ σὲ ντύνω βασιλιᾶ, νὰ σὲ χαιρετίσουν ὅλοι, καὶ τὸ μεσημέρι θὰ σοῦ κάνω τραπέζι… Χαρὰ ὁ Δαμοκλῆς! Καὶ ὄντως τὴν ἑπομένη ἔγινε βασι­λιᾶς καὶ κάθισε στὸ θρόνο γιὰ μία μέρα.
Τὸ μεσημέρι ὁ τύραννος ἔστρωσε τὰ καλύτερα σερβίτσια, πα­ρέθεσε τὰ καλύτερα φαγη­τὰ καὶ ποτά, καὶ τὸν κάλεσε νὰ φάῃ. Ἔφαγε; Δὲν ἔφαγε. Τὰ χέρια του ἔ­τρε­μαν λὲς καὶ εἶχε πάθει πάρκινσων. Τί συνέβη; Ὁ Διονύσιος, γιὰ νὰ τὸν διδάξῃ, διέτα­ξε, ἐκεῖ ποὺ θὰ καθόταν, πάνω ἀπ᾽ τὸ κάθι­σμά του, νὰ κρεμάσουν συμβολικὰ ἕνα σπαθὶ μυτε­ρό, δεμένο ἀπ᾽ τὴν ὀ­ροφὴ μὲ μιὰ τρίχα ἀ­λόγου ἕτοιμη νὰ κοπῇ. Ποῦ νὰ φάῃ; Φοβό­ταν μήπως ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ τὸ σπαθὶ πέσῃ στὸ κεφάλι του, καὶ παρακάλεσε τὸν τύραννο· –Ἀ­πάλ­λα­ξέ με! οὔ­τε τὰ φαγητὰ οὔτε τὰ ποτά σου θέλω· τὴν καλύ­βα μου θέλω μὲ τὴ γυναῖκα καὶ τὰ παιδιά μου· κι ἄλλη φορὰ μακριά ἀπὸ ἀνάκτο­ρα καὶ συμ­πόσια… Ἀπ᾽ ἐδῶ ἔμεινε παροιμιώδης, γιὰ κάθε ἀπειλή, ἡ φράσι «δαμόκλειος σπάθη».
Τὸ ἱστορικὸ αὐτὸ ἀνέκδοτο δείχνει, ὅτι χα­ρὰ δὲν ὑπῆρχε οὔτε καὶ σ᾽ αὐτοὺς ποὺ ζήλευαν οἱ φτωχοὶ καὶ ἄσημοι. Γι᾽ αὐτὸ λέμε, ὅτι ὅλος ἐ­κεῖ­νος ὁ κόσμος ζοῦσε στὴ σκιὰ τῆς θλίψεως. Δὲν ὑπάρχει πιὸ παραστατικὴ εἰκόνα ἀπὸ αὐτήν.

* * *

Πέρασαν, ἀδελφοί μου, ἀπὸ τότε δύο χιλιά­δες χρόνια. Ἦρθε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, δίδα­ξε καὶ φώτισε. Ἀλλὰ πόσοι πίστεψαν σ᾽ αὐτόν; Καὶ σήμερα ζοῦμε κάτω ἀπὸ δαμόκλειο σπάθη. Ὁ κόσμος καὶ στὰ δύο ἡμισφαίρια, οἱ λαοὶ Ἀ­νατολῆς καὶ Δύσεως, ἀπὸ τὰ Οὐράλια ὄρη μέχρι τὸ Σικάγο, κι ἀπὸ τὸ Βόρειο μέχρι τὸ Νότιο Πόλο, ὅλη ἡ Γῆ, ζῇ κάτω ἀπὸ μία φρικαλέα δαμόκλειο σπάθη. Ποιά εἶν᾽ αὐτή;
Ἡ ἐποχή μας ἔπρεπε νά ᾽νε ἡ πιὸ εὐτυχισμένη, ὁ αἰώνας μας ὁ εὐδαιμονέστερος τῆς ἱ­στορίας. Ποτέ ἄλλοτε ὁ κόσμος δὲν εἶχε τόσα ὑλικὰ ἀγαθά, ποὺ οὔτε στ᾽ ὄνειρό τους μπο­ροῦσαν νὰ φανταστοῦν οἱ προηγούμενες γενε­ές. Καὶ τί δὲν ὑπάρχει σήμερα! ἀπὸ τρόφιμα μέχρι ῥαδιόφωνα, τηλεοράσεις, τηλέφω­να, αὐτοκίνητα, ἀεροπλάνα, ῥαντάρ…· ἀγαθὰ ἀ­φάνταστα. Καὶ ὅμως ὁ κόσμος αὐτὸς εἶνε δυσ­τυχισμένος, ὁ δυστυχέστερος ἀπὸ ὅλες τὶς προηγούμενες γενεές. Γιατί;
Μὲ ἐρωτᾶτε «γιατί;»; Διότι πάνω ἀπ᾽ τὸ κεφάλι καὶ τῶν Ῥώσων καὶ τῶν Ἀμερικανῶν καὶ ὅλων τῶν λαῶν, τόσο τῶν μὲν ὅσο καὶ τῶν δέ, κρέμεται ἕνα σπαθί. Ποιό σπαθί; Ἀλλοίμονο! Ἐκείνη ἡ «δαμόκλειος σπάθη» θὰ θανάτωνε ἕ­ναν μόνο ἄνθρωπο, ἀλλὰ ἡ σημερινὴ ἐπιστη­μο­­νικὴ «δαμόκλειος σπάθη», ἂν πέσῃ, δὲν θὰ θα­νατώσῃ ἕναν ἄνθρωπο· θὰ κάνῃ ἐρείπια τὸν κό­σμο. Καὶ ἡ δαμόκλειος αὐτὴ σπάθη, τὴν ὁποία ἀκονίζουν συνεχῶς οἱ ὑπερδυνάμεις, εἶνε ἡ πυρηνικὴ ἐνέργεια. Αὐτὴ ἔχει συσσωρεύσει ἀ­­μέτρητες βόμβες, κρυμμένες εἴτε στὰ Οὐρά­λια ὄρη εἴτε στὰ ὄρη τῆς Ἀμερικῆς εἴτε κάπου ἀλλοῦ. Θεέ μου Θεέ μου! πάνω ἀπ᾽ τὰ λίκνα τῶν βρεφῶν, πάνω ἀπ᾽ τὰ σχολεῖα τῶν παιδιῶν, πάνω ἀπ᾽ τὶς πόλεις καὶ τὰ πανεπιστή­μια, πάνω ἀ­πὸ τὰ ἐπιτεύγματα καὶ τ᾽ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου κρέ­­μεται αὐτὸ τὸ φοβε­ρὸ ἐπιστη­μονικὸ σπαθί. Κρέμεται ἀπὸ μιὰ τρίχα. Παναγία Δέσποινα, Νύμφη ἀνύμφευτε, πρόφθασον βοήθησον!… Ἔτσι καὶ πέσῃ, τί θὰ μείνῃ πλέον; καὶ λίμνες καὶ ποτάμια καὶ τὰ πάντα θὰ μολυνθοῦν, ὁ κόσμος θὰ ἐξαφανιστῇ ἀπ᾽ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς.
Ζοῦμε ὅλοι κάτω ἀπὸ τὴ δαμόκλειο σπάθη. Ὁ κόσμος αὐτὸς αἰσθάνεται λύπη κι ἀναστενάζει. Δὲν τὸν εὐχαριστεῖ τίποτα. Γι᾿ αὐτὸ σήμερα εἶνε τόσο συχνὰ τὰ καρδιολογικά, καὶ τὰ νευρολογικὰ καὶ ψυχολογικὰ νοσήματα· καὶ γέμισε ὁ τόπος ἀπὸ νευρολόγους καὶ ψυχιάτρους ποὺ προσπαθοῦν μὲ διάφορα χάπια νὰ ἠρεμήσουν τὰ τεν­τωμένα νεῦρα· γι᾿ αὐτὸ γίνονται τόσα τουριστικὰ ταξίδια, γιὰ νὰ διασκε­δάσουν οἱ ἄν­θρωποι τὴν ἀνία ποὺ τοὺς πνίγει· γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ νεολαία ῥέπει στὰ ναρκωτικά· νομίζει ὅτι θὰ βγῇ ἀπὸ τὸν κλοιὸ καὶ θὰ βρῇ ἀναψυχή. Δὲν εἶνε πολλὲς μέρες ποὺ μία διάσημη ἠθοποιός, ποὺ τὴν χειροκροτοῦσαν χιλιάδες θαυμασταὶ στὴν Ἀθήνα καὶ δοκίμασε τὶς χαρὲς τοῦ κόσμου τούτου, ἀπελπισμένη ἀπ᾿ ὅλα, βρῆκε τὸ θάνατο ἀπὸ τὴ χρῆσι ναρκωτικῶν. Δυστυχισμένη ὕπαρξι!
Δυστυχισμένες γυναῖκες, δυστυχισμένοι ἄν­τρες, δυστυχισμένη νεολαία, δυστυχισμένε κό­σμε τοῦ αἰῶνος μας! Ζῇς κάτω ἀπὸ δαμόκλειο σπάθη, γιὰ νὰ μάθῃς, ὅτι ἡ χαρὰ δὲν ὑ­πάρχει οὔτε στὴ δόξα τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, οὔ­τε στὰ πλούτη τοῦ Κροίσου, οὔτε στὴ σοφία τοῦ Σωκράτη, οὔτε στὴν ἐπιστήμη τοῦ Ἀϊνστάιν· βρίσκεται μόνο στὸ Χριστό. Κοντὰ στὸν Ἰησοῦ τὸ Ναζωραῖο, τὴν πηγὴ τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς, τὸ Γένος μας ἐπὶ δέκα καὶ πλέον αἰῶνες εἶχε χαρά, ἀκόμη καὶ κάτω ἀπ᾽ τὸ σπαθὶ τοῦ Τούρκου. Γι᾽ αὐτὸ οἱ Χριστιανοὶ τῆς Ἑλλάδος, τοῦ Πόν­του, τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τῆς Μακεδονίας ἔ­τρε­χαν στοὺς ναούς· γιὰ νὰ ποῦν ὅλοι στὴν Παναγία· «Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει· χαῖ­ρε, δι᾿ ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει» (Ἀκάθ. ὕμν. Α1).
Ναί· θὰ βρισκόμαστε κάτω ἀπὸ τὴν «ἀράν», τὴν κατάρα, ὅσο ζοῦμε μακριὰ ἀπ᾽ τὸ Χριστό· καὶ θὰ βροῦμε τὴ χαρά, ὅταν θὰ ζοῦμε κοντά του. Ὁ Χριστός, ναὶ ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ πηγὴ τῆς χαρᾶς! Κι ἂν ἐμεῖς σιωπήσουμε, καὶ οἱ πέτρες καὶ τὰ ἄστρα καὶ οἱ ποταμοὶ καὶ οἱ θάλασσες θὰ τὸ φωνάξουν. Ἡ πηγὴ τῆς χαρᾶς, τῆς ἐλπίδος τῆς ἀγάπης καὶ τῆς πίστεως, εἶνε ὁ Κύρι­ος Ἰη­σοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

( ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 1-3-1974

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.