Αυγουστίνος Καντιώτης



Ο σταυρος του Κυριου. Σημασια και αξiα

date Απρ 3rd, 2021 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2364

Γ΄ Κυρ. Νηστειῶν – Σταυροπροσκυνήσεως
4 Ἀπριλίου 2021

Ο σταυρος του Κυριου

Α΄. Σημασία καὶ ἀξία
Ο Σταυρος του Χριστου η δυναμή μας«Ὁ σταυρός σου, Κύριε, ζωὴ καὶ ἀνάστασις ὑπάρχει τῷ λαῷ σου· καὶ ἐπ᾽ αὐτῷ πεποιθότες σὲ τὸν ἀναστάντα Θεὸν ἡμῶν ὑμνοῦμεν· ἐλέησον ἡμᾶς» (Παρακλ. ἦχ. πλ. β΄, Κυρ. αἶν.)

Ἀνεβαίνοντας, ἀγαπητοί μου, σὲ ἄμβωνες μεγάλων κεντρικῶν ναῶν αἰσθάνομαι δέ­ος. Γιὰ νὰ εἶμαι ὅμως εἰλικρινής, ὁ σπουδαιότε­ρος ἄμβωνας ποὺ ἔχω ἀνεβῆ εἶνε κάποιος ἄλ­λος. Ποιός; Κάτι χαλάσματα, ἐρείπια σὲ χωριὰ κατεστραμμένα ἀπὸ φωτιὰ καὶ σίδερο, ῥα­χοῦ­λες εὐλογημένες, βουνὰ πανύψηλα, βράχια γυμνὰ ποτισμένα μὲ αἷμα, Θερμοπύλες ὅπου γράφτηκε ἡ νεώτερη ἱστορία τοῦ σταυροφόρου ἔθνους μας, ζυγίζουν γιὰ μένα παραπάνω ἀπ᾽ ὅλες τὶς μεγαλουπόλεις. Τὰ βράχια ἐκεῖνα, ποὺ μὲ ἐλέησε ὁ Θεὸς ν᾽ ἀνεβῶ σὲ ἡμέρες φρι­κτές, ἦταν ὁ ὡραιότερος ἄμβωνάς μου.
Ἡ πρωτεύουσα –μὴ κακοφα­νῇ σὲ κανένα– εἶνε γιὰ μένα Νινευΐ, Σόδομα, Βαβυλώνα. Ἄχ χωριουδάκια εὐλογημένα, κα­­λύβες φτωχικές, βράχια ὅπου σφύζει ὁ παλμὸς τῆς πατρί­δος! πόσο χάνουμε ὅ­λοι μας ὅ­ταν κακὸς ἄνεμος μᾶς ξερριζώνῃ, μᾶς παίρνῃ ἀπὸ σᾶς καὶ μᾶς ῥίχνῃ στὴν χαώδη βαβυλωνιακὴ ζωή!

Ὑπάρχουν στὴν Ἀθήνα ἀκροαταί; Κατὰ τὴν ἀ­πο­στολικὴ ἐποχὴ τὰ λιγώτερα «ψάρια», τοὺς λιγώτερους πιστούς, ὁ ἀπόστολος Παῦλος τοὺς ἔπιασε στὴν Ἀθήνα. Οἱ Ἀθηναῖοι ἦταν περίεργοι, ἄνθρωποι ποὺ ἤθελαν «νὰ λένε καὶ ν᾽ ἀκοῦνε κάτι καινότερον» (Πράξ. 17,21), νὰ μαθαίνουν πάντα κάτι νέο. Σὲ μία ὅμως ὁ­μιλία μου σὲ ναὸ τῶν Ἀθηνῶν συνέβη τὸ ἑξ­ῆς. Μετὰ τὸ κήρυγμα μὲ πλη­σίασε ἕνας νέος καὶ μοῦ λέει· Ἐγώ, πάτερ, νὰ σοῦ ἐξομολογηθῶ, μπῆκα στὴν ἐκκλησία καὶ ἦρθα στὸ κήρυγμα μὲ ἄλ­λους φίλους, –ἄ­κου κουβέντα– γιὰ νὰ κάνω πλάκα… Ἀλλὰ ἐδῶ εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἡ δύνα­μις τοῦ Χριστοῦ· αὐτὸν τὸ νέο, ποὺ μπῆκε μα­ζὶ μὲ τοὺς ἄλλους γιὰ νὰ κάνῃ πλάκα, τὸν συν­έλαβε τὸ δίχτυ τοῦ Χριστοῦ καὶ μετανόησε!
Τώρα λοιπόν, ποὺ μὲ τὴν ὁμιλία αὐτὴ ῥίχνω πάλι τὰ δίχτυα, ταπεινὸς κήρυκας, μικρὸς ψα­ρᾶς τοῦ μεγάλου ψαρᾶ, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, παρακαλῶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο νὰ κάνῃ τὸ θαῦμα του. Καὶ μιὰ ψυχὴ νὰ γονα­τί­σῃ μπροστὰ στὸν Ἐσταυρωμένο καὶ νὰ πῇ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε» (Λουκ. 23,42), γιὰ μένα ἀρκεῖ.
Ποιό θὰ εἶνε ἐδῶ τὸ θέμα μας; Δὲν μπορεῖ νά ᾽νε ἄλλο παρὰ αὐτὸ ποὺ δίδει ἡ σημερινὴ ἡμέρα, ἡ Τρίτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, τῆς Σταυ­ροπροσκυνήσεως· εἶνε ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου. Περὶ τοῦ σταυροῦ λοιπὸν θὰ μιλήσου­με. Σταυρὲ τοῦ Κυρίου, βοήθει μας!

* * *

Τί εἶνε ὁ σταυρός, ἀδελφοί μου; Ὅπως ἂν πάρῃς ἕνα νόμισμα στὰ χέρια σου ἔχει δύο ὄψεις ἢ ὅπως καὶ τὸ ὕφασμα ἔχει δύο ὄψεις, ἔτσι καὶ ὁ σταυ­ρὸς ἔχει δύο ὄψεις. Ἡ μία ὄψις του εἶνε ὁ­ρατή, ἡ ἄλλη εἶνε ἀόρατη· ἡ μία εἶ­νε ὑ­λική, ἡ ἄλλη πνευματικὴ – ἄυλη.
⃝ Ἡ ὑλικὴ – ὁρατὴ ὄψις εἶνε ἡ ὕλη, ἀπὸ τὴν ὁ­ποία κατασκευάζεται ὁ σταυρός. Τί λένε γι᾽ αὐτὸ τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας; Ἂν τὸ πῶ τώρα καὶ τ᾽ ἀκούσουν κάτι μοντέρνοι θεολόγοι, θὰ χαμογελάσουν. Ὤ αὐτοί! Δὲν κινδυνεύει ἡ πίστι μας τόσο ἀπὸ τοὺς ἔξω (διώκτας, μασό­νους, ἀθέους μαρξιστάς), ὅσο ἀπὸ τοὺς ἔσω (ὑπερφί­αλα πνεύματα, αἱρετικούς, καινοτόμους, μον­τέρνους θεολόγους). Ἂν λοιπὸν ἀ­κούσῃ κάποιος μοντέρνος αὐτὸ ποὺ θὰ πῶ, μειδίαμα θὰ διαστίξῃ τὰ χείλη του.
Ἀλλὰ ἐγώ, ἀγαπητέ μου, δὲν μειδιῶ· πιστεύω –ἐλπίζω δὲ ὅτι κ᾽ ἐσεῖς ὅλοι πιστεύετε– στοὺς ἀρχαίους θεσμοὺς τῆς ἁγίας μαρτυρι­κῆς ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Τί ἐννοῶ· ὅτι ὁ πρῶτος σταυρός, σύμφωνα μὲ τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου μας, ἦταν φτειαγμένος ἀπὸ τρία ξύλα. Ἔτσι λένε τὰ βιβλία. Ἂν κάνουν λάθος αὐτά, κάνω λάθος κ᾽ ἐγώ. Πῶς τὰ θεωροῦν οἱ μοντέρνοι τὰ βιβλία αὐτά; τὰ ἔχουν γιὰ κάψιμο; Μπορεῖ νὰ καοῦν ὅλα τὰ βι­βλία τοῦ κόσμου, ἀλλ᾽ αὐ­τὰ ποὺ εἶνε ἐπάνω στὸ ἀναλόγιο δὲν καίγον­ται, εἶ­νε βιβλία αἰώνια. Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου ἦταν «τριμερής» (βλ. Μηναῖον Σεπτ. ιδ΄, δοξ. πεντηκοστ.), ἦ­ταν δηλαδὴ φτεια­γμένος ἀπὸ ξύλο τριῶν μαζὶ δέντρων· ἀπὸ κυπαρίσσι, ἀπὸ πεῦκο, καὶ ἀπὸ κέδρο. Αὐτὸ στηρίζεται σὲ προφητεία τοῦ Ἠ­σαΐου ποὺ ὁμιλεῖ γιὰ δόξα «ἐν κυπαρίσσῳ καὶ πεύκῃ καὶ κέδρῳ ἅμα» (Ἠσ. 60,13). Στηριζόμενος στὸ θεόπνευστο αὐτὸ λόγο καὶ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος ἀναφέρει κατ᾽ ἐπανάληψιν στὴν Παρακλη­τικὴ τὰ τρία δέντρα μὲ τὴν ἴδια ἢ λίγο διαφορε­τικὴ σει­ρά (βλ. Παρακλ. ἔκδ. «Φωτός», Ἀθῆναι 1997· ἦχ. β΄ σσ. 72, 97· ἦχ. γ΄ σσ. 147, 162, 165· ἦχ. βαρ. σ. 377· ἦχ. πλ. δ΄ σ. 45). Τὰ δέντρα λαμβάνον­ται μὲ συμβο­λικὴ ἔννοια καὶ τονίζουν τὸ βα­θὺ νόημα, τὴν σημασία τοῦ τιμίου σταυροῦ.
Τὸ κυπαρίσσι, ποὺ συνήθως σκιάζει τοὺς τάφους μας στὰ κοιμητήρια, σημαίνει τὸ πένθος γιὰ τὸν σταυρωθέντα Υἱὸν τῆς Παρθένου καὶ «τὴν πίστιν» τῶν κοιμηθέντων σ᾽ Αὐτόν.
Ὁ κέδρος, ξύλο ἀρωματικό, σημαίνει «τὴν εὐσέβειαν», ποὺ μυρώνει τὴν σταυρι­κὴ ζωὴ τοῦ πιστοῦ καὶ ἀποπνέει στὴν κοινωνία τὴν «εὐωδίαν Χριστοῦ» (Β΄ Κορ. 2,15).
Καὶ τέλος ἡ πεύκη σημαίνει «τὴν ἀγάπην» καὶ λέει στοὺς Χριστιανούς· Δροσίστε –ὅπως τὸ πεῦκο μὲ τὴ σκιὰ καὶ τὴν πνοή του– μὲ ἀ­να­ψυχὴ ἀγάπης καὶ ζωογονίστε μὲ ἔμπρακτη καλωσύνη τὸν ταλαίπωρο κόσμο γύρω σας.
Ὅπως ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου ἦταν ἀπὸ ξύλο τριῶν δένδρων, ἔτσι καὶ κάθε σταυρὸς σήμε­ρα κατασκευάζεται ἀπὸ διάφορα ὑλικά, ἀ­κριβώτερα ἢ φθηνότερα. Μικροὶ στὸ χωριό μας, κάναμε σταυρουδά­κια ἀ­πὸ βά­για, καλάμι ἢ ξύλο. Τσοπάνηδες στὰ βουνὰ τῆς Πίνδου κρα­τοῦσαν ξύλινους σταυρούς· μερικοὶ εἶνε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ μοίραζε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός! Ἄλλοι σταυροὶ εἶ­νε ἀπὸ μπροῦντζο ἢ σίδερο ἢ μάρμαρο ἢ ἐλεφαντόδοντο· ἄλλοι ἀπὸ ἀσήμι ἢ χρυσὸ ἢ σμάλτο· ἄλλοι ἔ­χουν ῥουμπί­νια καὶ πετράδια, εἶνε μεγάλης ὑλικῆς ἀξίας. Ἀλλὰ ἡ ἀξία τοῦ σταυροῦ εἶνε ἆραγε στὸ ὑλικό του; Ποῦ βρίσκεται ἡ ἀξία του;
⃝ Ἀδελφοί μου, μὴ ἀπατᾶσθε. Μπορεῖ ἐγὼ νὰ κρατῶ ἕνα σταυρὸ μὲ ῥουμπίνια, νὰ τὸν βάλω ἐπάνω σὲ νεκρὸ καὶ ὁ νεκρὸς νὰ μὴ σαλέψῃ, καὶ μπορεῖ ἕνας ἄλλος νὰ κρατάῃ ἕνα σταυρὸ σιδερένιο ἢ ξύλινο, νὰ τὸν ἀγγίξῃ κι ὁ νεκρὸς ν᾽ ἀναστηθῇ. Σιδερένιος ἦταν ὁ σταυρὸς τοῦ ἁ­γίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου στὴ Μεγίστη Λαύρα, μὰ ἔχει χάρι· σιδερένιος ὁ σταυρὸς τοῦ ἁγίου Γερασίμου στὴν Κεφαλονιά, ἀλλ᾽ ὅταν περνάῃ οἱ δαίμονες καίγονται καὶ λένε «Μ᾽ ἔ­καψες, καψάλη!». Δὲν εἶνε λοιπὸν ἡ ὕλη ποὺ δίνει ἀξία στὸ σταυρό, ἀλλὰ ἡ πίστι ἐκείνου ποὺ τὸν κρατάει. Ἂν δὲν ἔχῃς πίστι, μὴν τὸν πιάνεις! Ἡ ἀξία τοῦ σταυροῦ εἶνε στὴν πίστι.
Ποιά πίστι· ὅτι αὐτὸς ὁ σταυρὸς εἶνε – τί; Ἡ γλῶσσα μου ἐδῶ ἀδυνατεῖ νὰ ψάλῃ ὕμνο στὸ σταυρὸ καὶ θ᾽ ἀναγκαστῶ νὰ κάνω δάνειο. Ὁ φτωχὸς δανείζεται, κ᾽ ἐγὼ ὁ φτωχὸς δανείζομαι τὴ γλῶσσα ἱερῶν συγγραφέων καὶ ὑμνογράφων. Ὁ σταυρὸς λοιπὸν εἶνε·
• «τὸ σημεῖον τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (Ματθ. 24,30),
• ἡ μυστικὴ «ψῆφος» τῆς Ἀποκαλύψεως (2,17), τὸ ψηφίο στὸ ὁποῖο συμπτύσσεται τὸ Εὐαγγέλιο, ὅλο τὸ μυστήριο τῆς θείας οἰκονομί­ας.
• εἶνε ἡ ἕδρα –μὴ μοῦ μιλᾶτε γιὰ ἕδρες καθηγη­τῶν–, τὸ βῆμα ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀκούστηκε ἡ ὑ­ψηλοτέρα διδασκαλία στὸν κόσμο.
• εἶνε ἡ ἐξέδρα τοῦ Βασιλέως, μπροστὰ ἀπὸ τὴν ὁ­ποία παρελαύνουν τιμητικὰ στρατιὲς μαχητῶν καὶ λένε «Χαῖρε, ὁ Βασιλεὺς ἡμῶν!».
• εἶνε τὸ ζωηφόρο δέντρο, τὸ ὁποῖον «πεφυτούργηται» ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ στὴ γῆ (καταβ. Στ., ᾠδ. θ΄), ποτίζεται μὲ τὰ αἵματα μαρτύρων καὶ τοὺς ἱ­δρῶτες καὶ τὰ δάκρυα ὁσίων, ἅπλωσε κλαδιά, καὶ κανένα χέρι ἀνθρώπου ἢ τσεκούρι διαβόλου δὲν θὰ μπορέσῃ ποτὲ νὰ τὸ ξερριζώσῃ.
• εἶνε ἀκόμη ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου μας τὸ ἀ­λέτρι, ποὺ πῆραν στὰ χέρια οἱ ἀπόστολοι καὶ γεώργησαν τὸν χέρσο ἀγρὸ τοῦ κόσμου.
• εἶνε ἡ λύρα, μὲ τὴν ὁποία οἱ ἄγγελοι παίζουν καὶ ὑμνοῦν τὸ «γλυκὺ ἔαρ» (ἐγκ. Μ. Σαβ., στ. γ΄), τὴν αἰ­ωνία ἄνοιξι τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.
• εἶνε ἡ νοητὴ ῥομφαία, ἡ μάχαιρα, μὲ τὴν ὁ­ποία τραυματίζεται καιρίως ὁ διάβολος.
• εἶνε προπαντὸς ἡ ἄγκυρα τῆς σωτηρίας, ἡ ἐλπὶς τῶν ἀπηλπισμένων,
• εἶνε τὸ σωσίβιο τῶν ναυαγῶν μέσα στὸν σάλο τῶν κυμάτων τοῦ κόσμου τούτου.
• εἶνε ὁ βωμός, ἐπάνω στὸν ὁποῖο θυσιάστηκε ἑκουσίως ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, τὸ ἐθελόθυτον θῦμα, γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων·
• εἶνε ἡ πρώτη ἁγία τράπεζα ἐπάνω στὴν ὁ­ποία ὁ μέγας ἀρχιερεὺς Χριστός, ὁ ἀμόλυν­τος Υἱὸς τῆς Παρθένου, προσέφερε ἐφ᾽ ἅπαξ τὸν ἑαυτό του θυσία «ὑ­πὲρ τῆς τοῦ κό­σμου ζω­­ῆς καὶ σωτηρίας» (Λειτ. Μ. Βασ., καθαγ.)· ἐκεῖ προσεφέρθη τὸ ἀκήρατον σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἐ­κεῖνο ἀ­κρι­βῶς ποὺ ἀποκαθήλωσε καὶ ἐ­κή­δευ­σε ὁ Ἰωσήφ. Ἡ θυσία αὐτὴ ἀναιμάκτως μὲν συνεχίζεται σὲ ὅλα τὰ θυσιαστήρια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μετέχουν δὲ σ᾽ αὐτὴν αἱμακτῶς οἱ μάρτυρες τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρε­τῆς.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(ἱ. ναὸς Ἁγ. Κωνσταντίνου Ὁμονοίας – Ἀθῆναι, Κυριακὴ 20-3-1960 ἑσπέρας)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.