Αυγουστίνος Καντιώτης



Χρεωμενοι ως το λαιμο… «Χαριν δουναι θελησας οφληματων αρχαιων ο παντων χρεωλυτης ἀνθρωπων επεδημησε δι᾽ εαυτου προς τους αποδημους της αυτου χαριτος & σχισας το χειρογραφον ακουει παρα παντων ουτως· Ἀλληλούια»

date Απρ 8th, 2021 | filed Filed under: Xαιρετισμοι της Παναγιας

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΚΘ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 1735

Ἀκάθιστος Ὕμνος
Tου Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου

Χρεωμενοι ως το λαιμο…

«Χάριν δοῦναι θελήσας ὀφλημάτων ἀρχαίων ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων ἐπεδήμησε δι᾽ ἑαυτοῦ πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὐτοῦ χάριτος καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως· Ἀλληλούια» (Ἀκάθ. ὕμν. Χ οἶκ.)

Platutera-p.AugoustΑς εὐχαριστήσουμε, ἀγαπητοί μου, τὸν Κύριο, διότι μᾶς ἀξιώνει γιὰ μία ἀκόμη φορὰ ν᾽ ἀκούσουμε τὸν Ἀκάθιστο ὕμνο. Εἶνε ἕνα ποιητικὸ ἀριστούργημα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὑ­μνεῖ τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ δι᾽ αὐτῆς τὸν Υἱόν της, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.
Τὸ ἱστορικό του εἶνε γνωστό. Ὅταν τὸ 626 ἡ Κωνσταντινούπολις βρέθηκε σὲ δύσκολη θέσι, οἱ Χριστιανοὶ μὲ τὸν πατριάρχη καὶ τὸν κλῆρο ἔκλαψαν, παρα­κάλεσαν τὸ Θεό, καὶ ἡ Παναγία ἔ­κανε τὸ θαῦμα· τὴ νύχτα φύσηξε ἄ­νεμος, συν­έτριψε τὰ πλοιάρια τῶν βαρβάρων ποὺ τὴν πολιορκοῦσαν καὶ ἡ Πόλις σώθηκε. Ὅ­λοι τότε ἔτρεξαν στὸ ναὸ τῶν Βλαχερνῶν κ᾽ ἐ­κεῖ γιὰ πρώτη φορὰ εἶπαν τὸν Ἀκάθιστο ὕμνο.
Κ᾽ ἐπειδὴ δὲν ἀρκεῖ ν᾽ ἀκοῦμε ἁπλῶς τὰ ὡ­ραῖα αὐτὰ λόγια, θὰ προσπαθήσουμε νὰ ἐξηγή­σουμε ἕναν ἀπὸ τοὺς εἰκοσιτέσσερις οἴκους – στροφές, τὸν εἰκοστὸ δεύτερο. Σᾶς τὸν διαβά­ζω·

«Χάριν δοῦναι θελήσας ὀφλημάτων ἀρχαί­ων ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων ἐπεδήμη­σε δι᾽ ἑαυτοῦ πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὐ­τοῦ χάριτος καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως· Ἀλληλούια» (Ἀκάθ. ὕμν. Χ οἶκ.).

* * *

Γιὰ νὰ καταλάβουμε τὰ λόγια αὐτά, πρέπει νὰ ἔχουμε ὑπ᾽ ὄψιν, ἀδελφοί μου, ὅτι κάθε ἄν­θρωπος, φτωχὸς ἢ πλούσιος, σὲ παλάτι ἢ σὲ καλύβα, εἶνε ἁμαρτωλός. Σὰν τὸ παπί, ποὺ μό­λις γεννηθῇ πέφτει στὸ νερό, ἔτσι κι ὁ ἄν­θρω­πος ζῇ μέσ᾽ στὴν ἁμαρτία. Ἁμαρτάνει, πα­ραβαί­νει τὸ νόμο – τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ἁ­μαρτά­νει τὴν ἡμέρα καὶ τὴ νύχτα· στὸ δωμάτιο, στὸ δρόμο, στὰ σπίτια, στὰ δικαστήρια, στὰ ἀνάκτορα, παντοῦ. Ἀπ᾽ τὰ μικρὰ παιδιὰ μέχρι τὸ γέρο μὲ τ᾽ ἄσπρα μαλλιά, ὅλοι εἶνε βουτηγμένοι στὴν ἁμαρτία, στὴν ἀ­σέβεια, στὴν πλάνη.
Ἁμαρτάνει ὁ ἄνθρωπος μὲ κάθε τρόπο. Πρῶ­τα – πρῶτα μὲ τὸ κορμί, ποὺ ἔπρεπε νὰ τὸ ἀφι­ερώνῃ στὸ Θεὸ ὅπως ἀ­νάβει ἕνα κερί. Ξέρεις ποιά εἶ­νε ἡ καλύτερη λαμπάδα; Τὸ σῶμα, τὸ κορμά­κι σου. Κι ὅ­πως εἶνε ἁμαρτία νὰ πᾷς μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ μιὰ λαμπάδα ποὺ κα­πνίζει –προτιμότερο τὸ κεράκι ἀπὸ μελίσσι–, ἔτσι κ᾽ ἕνα σῶμα ποὺ εἶνε στὴν ὑπη­ρεσία τῆς ἁμαρτίας. Τί ἁμαρτήματα κάνει ὁ ἄν­θρωπος μὲ τὸ σῶμα; Μὲ τὰ μάτια, ἀντὶ νὰ βλέ­πῃ τὴ δημι­­ουργία καὶ νὰ δοξάζῃ τὸ Θεό, χαζεύει ἐκεῖνα ποὺ δὲν πρέπει. Τὰ αὐτιὰ τὰ τεν­τώνει ν᾽ ἀκού­σουν ὄχι τὰ θεῖα λόγια ἀλλὰ τὰ αἰ­σχρὰ κι ἀκατο­νόμαστα. Τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια, ἀντὶ νὰ ἐρ­γάζωνται καὶ νὰ βαδίζουν στὸ ἀγαθό, ὑπηρετοῦν τὸν διάβολο. Καὶ ἡ γλῶσ­σα, ἀντὶ νὰ λέῃ λόγια ἀγάπης καὶ ἀληθείας, γίνεται πριόνι ποὺ κόβει, σκορπιὸς ποὺ κεντᾷ, πυροβόλο ποὺ θε­ρίζει· μὲ τὸ ψέμα, τὴν κατάκρι­σι, τὴν αἰ­σχρολο­γία, τοὺς ὅρκους, τὶς ὕβρεις καὶ –τὸ χειρότερο ἀπ᾽ ὅλα– τὶς βλασφημίες τῶν θείων ἁ­μαρτάνει· χειρότερη ἀπ᾽ τὴν ὀχιά, λὲς καὶ λύσ­σαξε, δαγ­κώνει τὸ χέρι τοῦ Εὐεργέτου. Ἀλλὰ δὲν ἁμαρτά­νει μόνο μὲ τὸ κορμὶ ὁ ἄν­θρωπος· ἁμαρτάνει καὶ μὲ τὴ διάνοια, μὲ τὸ λογισμό. Οἱ πονηρὲς σκέψεις εἶνε κι αὐτὲς ἁμαρτία.
Κάθε φορὰ ποὺ κάνεις μιὰ ἁμαρτία, ἕνα ἀ­ό­ρατο χέρι τὴ σημειώνει. Ὅλες οἱ ἁμαρτίες εἶ­νε γραμμέ­νες στὰ βιβλία τοῦ Θεοῦ. Κάθε ἁ­μαρτία εἶνε χρέος, χρέος ποὺ ὁλοένα αὐξάνει. Ἂν κοντὰ στὶς ἁμαρτίες τῆς παιδικῆς ἡλι­κί­ας βάλῃς τὶς ἁμαρτίες τῆς νεανικῆς ἡ­λικίας καὶ τὶς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων ἐτῶν τῆς ζωῆς σου, θὰ δῇς ἕνα χρέος τεράστιο. Εἶσαι χρεώστης «μυ­ρίων ταλάντων» ὅπως λέει ὁ Κύριος (Ματθ. 18,24).
Ὅποιος χρωστάει κ᾽ εἶνε φιλότιμος, ἔχει ἀ­γω­νία μέχρι νὰ ἐξοφλήσῃ τὸ χρέος. Πῶς λοι­πὸν μπορεῖς νὰ σβήσῃς τὸ χρέος τῶν ἁμαρτι­ῶν; Μόνος σου; Μόνος του δὲν μπορεῖ κανείς νὰ τὸ σβήσῃ, ὅση ἄσκησι κι ἂν κάνῃ. Ἂν ὁ ἄν­θρωπος μποροῦσε νὰ σωθῇ μόνος του, δὲν θὰ χρειαζόταν νὰ ἔρθῃ στὸν κόσμο ὁ Χριστός.
Εἴμαστε ὅλοι χρεῶστες – ὁ Θεὸς ξέρει ποιός ἔχει τὸ μεγαλύτερο χρέος. Καὶ μέχρι στιγμῆς δὲν ἔχουμε κάνει καμμιά προσπάθεια νὰ ἐξοφλήσουμε τὸ χρέος τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ξέρετε πῶς μοιάζουμε; Σὰν ἕναν ἐγκληματία καταδικασμένο εἰς θάνατον. Ἀλλ᾽ ἐνῷ περιμένει στὸ κελλὶ νὰ τὸν πάρουν γιὰ ἐκτέλεσι, οἱ δι­κοί του φροντίζουν, πλησιάζουν τὰ ἀνάκτορα καὶ ὁ βασιλιᾶς τοῦ ἀπονέμει χάρι, ἐκδίδεται γι᾽ αὐ­τὸν διάταγμα χάριτος! Κάτι τέτοιο συνέβη καὶ σ᾽ ἐμᾶς. Ἔτσι λέει ἐδῶ ὁ οἶκος ποὺ ἐξηγοῦμε· ὅτι τὸ χρέος μας, ποὺ ἦταν γραμμένο στὰ χαρ­τιὰ καὶ δὲν μποροῦσε νὰ τὸ ἐξοφλήσῃ κανένας, οὔτε ἄνθρωπος οὔτε ἄγγελος οὔτε ἅγιος οὔτε πατριάρχης, ἐξωφλήθηκε! Πῶς; Τὸ πῆρε ὁ Χριστὸς καὶ πάνω στὸ σταυρὸ τὸ ἔκανε κομ­μάτια μὲ τὰ χέρια του· «Χάριν δοῦναι θελήσας ὀφλημάτων ἀρχαίων ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων»· ὅταν ὁ Θεὸς θέλησε νὰ μᾶς δώ­σῃ χάρι, νὰ συγχωρήσῃ τὰ παλαιά μας ἁμαρτή­μα­τα, κατέβηκε ἐδῶ στὴ γῆ, πῆρε τὸ χειρόγρα­φο τοῦ καθενός μας, τὸ ἔσχισε, καὶ γι᾽ αὐ­τὸ «ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως· Ἀλληλούια».

* * *

Ἀδελφοί μου, ἐὰν προσέξουμε τὴν στροφὴ αὐτὴ τοῦ Ἀκαθίστου ὕμνου, θὰ αἰσθανθοῦμε ὅτι ἡ ἁμαρτία, μικρὴ ἢ μεγάλη, εἶνε τρομερὸ κακὸ κι ὅτι ὁ καθένας μας πρέπει νὰ ἀπέχῃ ἀ­πὸ αὐτήν· εἴτε ψέμα εἶνε, εἴτε συκοφαντία, εἴ­τε βλαστήμια, εἴτε πορνεία, εἴτε μοιχεία, ὁποια­δήποτε ἁμαρτία. Ὁ πραγματικὸς Χριστιανὸς περισσότερο ἀπ᾽ ὅλα φοβᾶται αὐτήν. Ὅπως φεύγεις μακριὰ ἀπὸ τὸ φίδι, ἔ­τσι νὰ φεύγῃς ἀπ᾽ τὴν ἁμαρτία, λέει ἡ Γραφή· «Ὡς ἀπὸ προσώπου ὄφεως φεῦγε ἀπὸ ἁμαρτίας» (Σ. Σειρ. 21,2).
Ἂν ὅμως κάποιος πέσῃ καὶ διαπράξῃ τὸ ἄλ­φα ἢ βῆτα ἁμάρτημα, ἂς μὴν ἀπελπισθῇ. Εἶνε βέβαια μεγάλο καὶ τρομερὸ τὸ κακό, χειρότερο ἀπὸ τὸν καρκίνο γιὰ τὸν ὁποῖο ὅλοι εὐ­χό­μεθα νὰ βρεθῇ φάρμακο. Ἀλλὰ δόξα τῷ Θεῷ γιὰ τὴν ἁμαρτία ὑπάρχει φάρμακο. Οἱ ἐ­πιστήμονες στύβουν τὸ μυαλό τους νὰ βροῦν τὸ φάρμακο κατὰ τοῦ καρκίνου· τὸ φάρμα­κο ὅμως ποὺ ἐξαλείφει τὴν ἁμαρτία βρέθηκε· εἶνε τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ! Μεγάλη ἡ δύναμίς του. Μιὰ σταλαγματιὰ ἂν πέσῃ ἐπάνω στὴν ἁμαρτία, μιὰ σταλαγματιὰ ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἁ­μαρτία φονεύεται, ἐξαλείφεται. Ὅποιος τὸ κατάλαβε, ὅποιος τὸ πιστεύει, ἂς τρέξῃ.
Τί χρειάζεται, ἀδέρφια μου, γιὰ νὰ πάρῃ κά­ποιος τὸ φάρμακο ποὺ θεραπεύει τὴν ἀσθένεια τῆς ἁμαρτίας; Χρειάζονται δάκρυα μετα­νοίας. Γι᾽ αὐτὸ γυρίζοντας ἀπόψε στὸ σπίτι πάρε ἕνα χαρτὶ καὶ γράψε τὰ ἁμαρτήματά σου, σημείωσε τὰ χρέη σου.
Κάποτε σ᾽ ἕνα ἀντίσκηνο ἐκστρατείας ἕ­νας στρατιώτης, προτοῦ νὰ πέσῃ τὴ νύχτα γιὰ ὕ­πνο, θυμήθηκε τὸ σπίτι του. Ἦταν φτωχὸ παιδὶ κι ἀ­ναλογιζόταν ὅτι τὸ σπίτι του ἔχει πολλὰ χρέη. Πῆρε ἕνα χαρτί, σημείωσε ὅλα τὰ χρέη τους, κι ἀπὸ κάτω ἔγραψε· «Ἀλλοίμονο, τώρα ἐγὼ εἶμαι στρατιώτης, ποιός θὰ ἐξοφλήσῃ τὰ χρέη αὐτά;». Κουρασμένος ὅπως ἦταν ἀποκοι­μήθηκε. Ἐκείνη ὅμως τὴ νύχτα πέρασε ἀπὸ ᾽κεῖ ὁ βασιλιᾶς. Εἶδε τὸ χαρτί, τὸ διάβασε, καὶ συγκινήθηκε. Παίρνει λοιπὸν τὸ μολύβι καὶ γράφει ἀπὸ κάτω· «Εἶνε πληρωμένα, τὰ ἐξώφλησε ὁ βασιλεύς». Τὸ πρωὶ τοῦ εἶπαν οἱ ἄλ­λοι τί συνέβη, εἶδε τὴ βασιλικὴ ὑπογραφὴ καὶ ἡ χαρά του ἦταν ἀπερίγραπτη.
Κ᾽ ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλός, ἀδελφοί μου, πέφτω στὰ πόδια σας καὶ σᾶς παρακαλῶ ἀπόψε. Γυρίστε στὸ σπίτι μὲ συναίσθησι, ἀφῆστε τὰ γέλια καὶ τοὺς καγχασμούς. Ἔρχονται σοβαρὰ γεγονότα, ἔρχεται θύελλα ποὺ θὰ σαρώσῃ τὴ γῆ. Γιατὶ ὁ διάβολος εἶνε τοκογλύφος. Σοῦ δίνει κάτι, καὶ σὲ χρεώνει. Ἕνα σοῦ δίνει, δέκα – δεκαπέντε σὲ χρεώνει. Ὅταν λοιπὸν γυρίσε­τε στὸ σπίτι, καθίστε ἀπόψε μὲ ἡσυχία, θυμη­θῆτε τ᾽ ἁμαρτήματά σας ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία μέχρι σήμερα, πάρτε μιὰ κόλλα λευκὴ καὶ σημειῶστε τα ὅλα. Μὴν ἀφήσετε τὴν ἀπελ­πισία νὰ σᾶς ἐμποδίσῃ. Ὁ διάβολος δὲν θέλει νὰ φτά­σουμε στὴ μετάνοια καὶ μᾶς ἀπελπίζει. Ἀλλ᾽ ἐ­μεῖς νὰ ξέρουμε, ὅτι «τὸ αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ… καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας» (Α΄ Ἰω. 1,7).
Γράψτε λοιπὸν τὰ ἁμαρτήματά σας ὅλα, καὶ μετὰ πηγαίνετε νὰ βρῆτε τὸν πνευματικὸ πατέρα. Ἡ ἐξομολογήσις εἶνε μέγα μυστήριο. Περνάει σὰν σφουγγάρι, τὰ σβήνει ὅλα, ὁ μαῦ­ρος πίνακας γίνεται ἄσπρος, καὶ χαίρουν οἱ ἄγ­γελοι καὶ ἀρχάγγελοι! Νὰ ποῦμε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας τὸ «Ἥμαρτον», τὸ «Μνήσθη­τί μου, Κύριε» (Λουκ. 15,21· 23,42)! Κι ὅταν λάβουμε τὴν ἄφεσι, τότε κ᾽ ἐμεῖς θὰ αἰσθανθοῦμε αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος· Χριστέ, ἤμουν μεγάλος ἁμαρτωλός, χρεωμένος μέχρι τὸ κεφάλι, ἀλλὰ ἦρθες στὸν κόσμο, σταυρώθηκες, καὶ μὲ τὰ χέρια σου ἔσχισες τὸ χειρόγραφο. Ἂς ἔχῃ δόξα τὸ ὄνομά σου!
Αὐτὲς τὶς ἅ­γιες μέρες ἂς ζητήσουμε μὲ ἀ­λη­θινὴ μετάνοια τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὁ δὲ Κύ­ριος Ἰησοῦς Χριστὸς διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑ­περαγίας Θεοτόκου ἂς εἶνε μαζὶ μὲ ὅ­λους μας.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Μαρίνης Ἡλιουπόλεως – Ἀθηνῶν τὴν Παρασκευὴ 29-3-1963 τὸ βράδυ. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 27-2-2012.
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς περικοπὲς στὸ cd 74β΄Α τῆς σειρᾶς «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.