ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΕΓΑΣ ΚΑΝΟΝΑΣ; ΠΟΙΟΣ Ο ΣΥΓΡΑΦΕΥΣ ΤΟΥ; ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΝΟΣ ΤΩΝ 250 ΤΡΟΠΑΡΙΩΝ, ΠΟΥ ΑΡΧΙΖΟΥΝ ΟΛΑ ΜΕ ΤΟ «ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ, Ο ΘΕΟΣ». Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΕΡΜΗΝΕΥΕΙ ΜΕ ΑΠΛΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ: «Ου γεγονεν εν τω βιω αμαρτημα, ουδε πραξις, ουδε κακια, ην εγω, Σωτηρ, ουκ επλημμελησα κατα νουν & λογον & προαιρεσιν, & θεσει & γνωμη & πραξει εξαμαρτησας, ως αλλος ουδεις πωποτε» (Μ. Καν. δ΄4).
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2366
Ὁ Μέγας Κανὼν
Τετάρτη 14 Ἀπριλίου 2021 βράδυ
Η συνειδησι – εισαγγελευς
- «Οὐ γέγονεν ἐν τῷ βίῳ / ἁμάρτημα, οὐδὲ πρᾶξις, οὐδὲ κακία, / ἣν ἐγώ, Σωτήρ, οὐκ ἐπλημμέλησα / κατὰ νοῦν καὶ λόγον καὶ προαίρεσιν, / καὶ θέσει καὶ γνώμῃ καὶ πράξει ἐξαμαρτήσας, / ὡς ἄλλος οὐδεὶς πώποτε» (Μ. Καν. δ΄4).
Ὅ,τι λέγεται στὴν ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου, ἔχει σημασία. Ὅλα τὰ τῆς λατρείας γίνονται μὲ τάξι καὶ ἀκρίβεια. Σὰν ρολόι ἐργάζεται ἡ Ἐκκλησία μας. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἕνα ἀπὸ τὰ λειτουργικὰ βιβλία λέγεται Ὡρολόγιον τὸ Μέγα, ποὺ νομίζω πρέπει νὰ τὸ ἔχετε στὰ σπίτια ὅλοι· ὁ δὲ Συνέκδημος ἢ ἡ Σύνοψις εἶνε μία συντόμευσις, μία περίληψις τοῦ Ὡρολογίου.
Σήμερα λοιπόν, ἡμέρα Πέμπτη τῆς Ε΄ (πέμπτης) ἑβδομάδος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ Ἐκκλησία μας ὥρισε νὰ ψάλλεται ἡ ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Κανόνος.
Τί εἶνε ὁ Μέγας Κανών; Εἶνε ἕνα ἐμπνευσμένο ποίημα, ἕνα μνημεῖο τῆς περιόδου τοῦ Βυζαντίου. Ὅπως ὁ γλύπτης παίρνει μάρμαρο, τὸ πελεκάει μὲ τέχνη καὶ ὑπομονή, τὸ κάνει ἄγαλμα καὶ λέμε ὅτι τὸ «φιλοτέχνησε», ἔτσι κι ὁ ποιητὴς τοῦ Μεγάλου Κανόνος, ἀφοῦ προσευχήθηκε, πόνεσε, δάκρυσε καὶ κοπίασε, φιλοτέχνησε αὐτὸ τὸ ἀριστούργημα.
Ποιός εἶνε ὁ συγγραφεύς του; Εἶνε ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης ὁ Ἰεροσολυμίτης, ποὺ ἤκμασε τὸν ἕβδομον αἰῶνα (660-740 μ.Χ.). Γεννήθηκε στὴ Δαμασκό, πέρασε ἀπὸ τὰ Ἰεροσόλυμα καὶ τὴν Κωνσταντινούπολι, καὶ τέλος ἔγινε ἐπίσκοπος Κρήτης. Μία σημαντικὴ λεπτομέρεια τῆς ζωῆς του εἶνε, ὅτι μέχρι τὴν ἡλικία τῶν 7 ἐτῶν δὲν εἶχε ἀκόμη μιλήσει, καὶ γι᾽ αὐτὸ ἡ μητέρα του ἦταν θλιμμένη· γονεῖς ποὺ ἔχουν τέτοια παιδιά, ξέρουν τὴν πικρία. Ὅταν ὅμως ἔγινε 8 ἐτῶν, ἄνοιξε τὸ στόμα του, καὶ κατόπιν πήγασε ποταμὸς θείας χάριτος. Μεγαλώνοντας ἔμαθε γράμματα, ἀπέκτησε ἐγκυκλοπαιδικὴ μόρφωσι, προπαντὸς ὅμως μελέτησε τὴ Γραφὴ καὶ ἰδιαιτέρως τὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὅπως δείχνει καὶ τὸ ἔξοχο αὐτὸ ποίημά του.
Ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος ἔχει 144 «Χαῖρε», καὶ ὁ Μέγας Κανὼν ἔχει –μετρῆστε– 250 τροπάρια! Μπροστὰ ἀπὸ τὸ κάθε τροπάριο, ποὺ περιέχει κι ἀπὸ ἕνα σπουδαῖο νόημα, ἀκούγεται τὸ «Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, ἐλέησόν με». Θὰ μπορούσαμε, ἐὰν ἐγὼ εἶχα δύναμι κ᾽ ἐσεῖς ὑπομονή, νὰ κάνουμε ἰσάριθμα σύντομα κηρύγματα καὶ νὰ ἐξηγοῦμε τὴ σημασία τους.
Ὁ Μέγας Κανὼν δὲν εἶνε παρὰ μία δημοσία ἐξομολόγησις τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου. Καταλάβατε; Ἐμεῖς ντρεπόμαστε νὰ ποῦμε τ᾽ ἁμαρτήματά μας σὲ ἕνα πνευματικὸ πατέρα, ποὺ εἶνε ὑποχρεωμένος νὰ γίνῃ τάφος, ὅ,τι ἀκούσῃ νὰ τὰ κρύψῃ βαθειὰ μέσ᾽ στὴν καρδιά του· ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ἔκανε δημοσία ἐξομολόγησι, ὅπως ἔκανε καὶ ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος μὲ τὸ περίφημο ἔργο του «Ἐξομολογήσεις». Ἀκούγοντας αὐτὰ ἂς προσπαθήσουμε κ᾽ ἐμεῖς, ἂν δὲν ἔχουμε τὴν ταπείνωσι καὶ τὸ θάρρος νὰ ἐξομολογηθοῦμε δημοσίως –ποιός τολμάει νὰ πῇ· Ἀκοῦστε, ἀδελφοί, ἔκανα αὐτὰ κι αὐτά…;–, τοὐλάχιστον νὰ μᾶς ἀξιώνῃ ὁ Θεὸς στὸν πνευματικό μας πατέρα νὰ εἴμαστε εἰλικρινεῖς.
* * *
Σὲ ἕνα, λοιπόν, ἀπὸ τὰ τροπάρια αὐτὰ ὁ ἅγιος Ἀνδρέας λέει τὰ ἑξῆς.
«Οὐ γέγονεν ἐν τῷ βίῳ
ἁμάρτημα, οὐδὲ πρᾶξις, οὐδὲ κακία,
ἣν ἐγώ, Σωτήρ, οὐκ ἐπλημμέλησα
κατὰ νοῦν καὶ λόγον καὶ προαίρεσιν,
καὶ θέσει καὶ γνώμῃ καὶ πράξει ἐξαμαρτήσας,
ὡς ἄλλος οὐδεὶς πώποτε» (Μ. Καν. δ΄4).
Θεέ μου, λέει μὲ ἁπλᾶ λόγια, δὲν ὑπάρχει ἁμάρτημα, ποὺ δὲν τό ᾽κανα. Ἁμάρτησα ὅσο κανένας ἄλλος· καὶ μὲ τὴ γλῶσσα, καὶ μὲ τὸ μυαλό, καὶ μὲ τὴν καρδιά μου.
Ὅποιος τ᾽ ἀκούσῃ σκανδαλίζεται. Πώ πω, θὰ σκεφτῇ, τί μεγάλος ἁμαρτωλὸς ἦταν αὐτὸς ὁ ἅγιος! δὲν τὸ φανταζόμουν… Ἀλλὰ ὁ ἅγιος Ἀνδρέας (ὅπως καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος – βλ. ἡμέτ. βιβλίο Τί θὰ μᾶς σώσῃ, Φλώρινα 20152, σσ. 169-176), γίνεται δύτης· βυθίζεται μέσα στὴν καρδιὰ καὶ ἀνιχνεύει τὰ βάθη της. Καὶ ἔχει μιὰ ζυγαριὰ φαρμακείου! ζυγίζει τὰ πάντα μὲ ἀκρίβεια καὶ αὐστηρότητα. Γι᾽ αὐτὸν ἁμαρτία δὲν εἶνε μόνο ἡ κακὴ πρᾶξις καὶ ὁ κακὸς λόγος· ἁμαρτία εἶνε καὶ ἡ κακὴ σκέψι ποὺ περνάει ἀπ᾽ τὸ μυαλό, καὶ τὸ πονηρὸ κίνημα ποὺ θροΐζει στὴν καρδιά, καὶ ἡ δόλια πρόθεσι ποὺ λουφάζει. Ἔ, καὶ γι᾽ αὐτὰ κλαίει ὁ ἅγιος Ἀνδρέας! κλαίει ἐκεῖνος γιὰ μιὰ σκέψι ὅσο δὲν κλαῖμε ἐμεῖς γιὰ μιὰ πορνεία καὶ μοιχεία. Ἐκεῖνος ἔκλαιγε γιὰ ἕνα πονηρὸ λογισμό, κ᾽ ἐμεῖς δὲν κλαῖμε γιὰ τὰ μεγαλύτερα ἐγκλήματα. Νά ἡ διαφορά μας.
Ἔτσι ἐξηγεῖται ὁ λόγος του ὅτι «Δὲν ὑπάρχει ἁμάρτημα ποὺ δὲν τό ᾽κανα». Ἀκοῦτε συναίσθησι; Μιλάει κι αὐτὸς ὅπως ὁ ἅγιος Ἰωάννης στὴν Κλίμακα, ἐκεῖ ποὺ κάνει λόγο γιὰ μία φοβερὴ φυλακὴ καταδίκων (λόγ. Ε΄ περὶ μετανοίας, ε΄), ἀνθρώπων δηλαδὴ ποὺ ζοῦσαν σὲ βαθειὰ μετάνοια. Καὶ στὸ ἑπόμενο τροπάριο ὁ ἅγιος Ἀνδρέας λέει· «Ἐντεῦθεν καὶ κατεκρίθην» (δ΄5). Ἐπειδή, λέει, ἔχω ὑπ᾽ ὄψιν αὐτὰ τ᾽ ἁμαρτήματά μου, μόνος μου δίκασα τὸν ἑαυτό μου. Ἔχω, λέει, καταδικαστῆ.
Ἀπὸ ποιόν καταδικάστηκε; ἀπὸ δικαστή, ἀπὸ εἰσαγγελέα; Οἱ εἰσαγγελεῖς τοῦ κόσμου δὲν εἶνε τίποτα· ὑπάρχει ἄλλος φοβερὸς εἰσαγγελεύς. Ποιός; Ἡ συνείδησις! Καταδικάστηκα, λέει, «ὑπὸ τῆς οἰκείας συνειδήσεως», ἀπὸ τὴ συνείδησί μου. Καὶ συνεχίζει· «ἧς οὐδὲν ἐν κόσμῳ βιαιότερον». Δὲν ὑπάρχει, δηλαδή, τίποτε πιὸ τυραννικὸ ἀπὸ τὴ συνείδησί μας. «Κριτά, λυτρωτά μου καὶ γνῶστα, φεῖσαι καὶ ῥῦσαι καὶ σῶσόν με τὸν δοῦλόν σου». Λυπήσου, Κύριέ μου, γλύτωσε καὶ σῶσε με τὸν δοῦλο σου (ἔ.ἀ.).
* * *
Γιὰ τὴ συνείδησι κ᾽ ἐδῶ ὁ λόγος, ἀγαπητοί μου. Δυὸ πράγματα μὲ πείθουν, εἶπε ἕνας φιλόσοφος, ὅτι ὑπάρχει Θεός· πάνω ἀπὸ μᾶς τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ – «οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα» (Ψαλμ. 18,2)· καὶ μέσα μας ἡ συνείδησι. Τί εἶνε ἡ συνείδησι; Εἶνε ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία δὲν πνίγεται. Κάνεις τὸ καλό; ἀηδόνια κελαηδοῦν γιὰ σένα. Κάνεις τὸ κακό; θὰ ζῇς μιὰ μικρὴ κόλασι. Καὶ σὲ μεγάλους ἐγκληματίες ἔρχονται στιγμὲς ποὺ ξυπνάει μέσα τους ἡ συνείδησι, καὶ τότε…
Δύο – τρία παραδείγματα καὶ τελείωσα.
⃝ Ὅπως ξέρουμε, ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα εἶχαν δύο παιδιά, τὸν Κάιν καὶ τὸν Ἄβελ. Ἀλλὰ ὁ Κάιν φθόνησε τὸν Ἄβελ καὶ τὸν σκότωσε χωρὶς νὰ τὸν δῇ κανείς· ἄνοιξε λάκκο καὶ τὸν ἔθαψε. Ἡσύχασε; Ποῦ νὰ ἡσυχάσῃ! Ἄκουσε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ· –Κάϊν, ποῦ εἶνε ὁ ἀδελφός σου;… «Στένων καὶ τρέμων» ἦταν «ἐπὶ τῆς γῆς» (Γέν. 4,12), ἔτρεμε σὰν τὰ φύλλα ὅταν φυσάῃ ἄνεμος. –Προτιμότερο νὰ πεθάνω, εἶπε· δὲν ὑποφέρω, πάρε με, Θεέ μου. –Ὄχι, θὰ μείνῃς γιὰ ν᾽ ἀκοῦς τὸν ἔλεγχο τῆς συνειδήσεως. «Ἐντεῦθεν κατεδικάσθην ὑπὸ τῆς οἰκείας συνειδήσεως, ἧς οὐδὲν ἐν τῷ κόσμῳ βιαιότερον».
⃝ Ἄλλο ἕνα παράδειγμα. Στὴν ἱστορία τοῦ Βυζαντίου ἀναφέρεται ὅτι ὁ Κώνστας Β΄ (629-668 μ.Χ.), σκότωσε τὸν ἀδελφό του καὶ ἔγινε βασιλιᾶς. Τί νὰ τὸ κάνῃ ὅμως; Ξυπνοῦσε τὴ νύχτα, ἔβλεπε σὲ ὀπτασία τὴ σκιὰ τοῦ ἀδελφοῦ του νὰ κρατάῃ ἕνα ποτήρι γεμᾶτο αἷμα ποὺ ἄχνιζε καὶ νὰ τοῦ λέῃ· Ἀδελφέ, πιὲς τὸ αἷμα τοῦ ἀδελφοῦ σου! (βλ. ἡμέτ. βιβλίο Εἰκόνες καὶ πραγματικότητες τ. Α΄, Ἀθῆναι 1957, σσ. 70-71. Ἐκ τοῦ βιβλίου Ἠλία Μηνιάτη, Διδαχαὶ καὶ λόγοι, ἔκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1991, σσ. 122 κ.ἑ.). Δὲν μποροῦσε νὰ βρῇ ἡσυχία. Βγῆκε ἀπὸ τ᾽ ἀνάκτορα καὶ τριγυρνοῦσε, σὰν τοὺς τουρίστες. (Καὶ σήμερα πολλοὶ δὲν μποροῦν νὰ καθήσουν μέσα καὶ γυρίζουν ἔξω. Αὐτὸ εἶνε τὸ βαθύτερο αἴτιο τοῦ τουρισμοῦ. Ἄλλοτε τὸ σπίτι ἦταν παράδεισος, τώρα ἔγινε κόλασι). Καὶ ὁ Κώνστας πήγαινε μέσα στὰ δάση, μὰ νόμιζε πὼς καὶ τὰ φύλλα τῶν δέντρων καὶ τὸ ἀεράκι καὶ τὰ πουλιὰ τοῦ ἔλεγαν· Ἐγκληματία!… Ἦταν δυστυχισμένος.
Καὶ ἄλλα παραδείγματα θὰ μπορούσαμε ν᾽ ἀναφέρουμε, ποὺ δείχνουν ὅτι δὲν ὑπάρχει πιὸ βασανιστικὸ ἀπὸ τὶς τύψεις τῆς συνειδήσεως.
⃝ Θυμᾶμαι κ᾽ ἐγώ, ὅταν ἤμουν μαθητὴς στὴ Σύρο 17 χρονῶν παιδὶ καὶ τελειώναμε τὸ γυμνάσιο (τὸ σημερινὸ λύκειο). Εἴχαμε σοφοὺς καθηγητάς – αἰωνία ἡ μνήμη τους. Ἕνας καθηγητὴς λοιπὸν ἀποχαιρετώντας μας εἶπε· «Παιδιά μου, μιὰ εὐχὴ σᾶς δίνω· νὰ μὴ σᾶς ἐλέγξῃ ποτέ ἡ συνείδησί σας! Εἶνε αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ὅτι Προτιμότερο νὰ σὲ κεντήσῃ σκορπιὸς παρὰ νὰ σὲ κεντήσῃ ἡ συνείδησί σου. Σᾶς κέντησε ποτὲ σκορπιός; Ἐμένα μὲ κέντησε· εἶνε φοβερὸς ὁ πόνος.
* * *
Καὶ ἂν συμβῇ νὰ μᾶς κεντήσῃ ἡ συνείδησι; τί, πρέπει ν᾽ ἀπελπιστοῦμε; Ὄχι, ἀδελφοί μου. Ὑπάρχει ἡ μετάνοια! ποὺ καθαρίζει καὶ ἀνακουφίζει τὴ συνείδησι. Γι᾽ αὐτὸ ἄνθρωποι ποὺ ἐξωμολογήθηκαν εἶπαν· Ἐλάφρωσα!… Ἂν λοιπὸν νιώθῃς νὰ σὲ ἐλέγχῃ ἡ συνείδησι, ἄκουσε τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ μας ποὺ καλεῖ· «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. 11,28).
Εἶνε ὡραῖες οἱ ἀκολουθίες αὐτές, μὰ πιὸ ὡραῖο τὸ νὰ γίνουμε ἀληθινοὶ Χριστιανοί.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 16>17-4-1986 Τετάρτη βράδυ πρὸς Πέμπτη σὲ ἀγρυπνία. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 16-3-2021.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.