Αυγουστίνος Καντιώτης



Η προδοσια (μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου) 1. «Και ανασταντα τη δευτερα ημερα κατα τας κυβερνητικας εντολας»!

date Απρ 28th, 2021 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΣ

«Και ανασταντα τη δευτερα ημερα
κατα τας κυβερνητικας εντολας»!

διαβ. φιλαργ. ιστΚάθε χρόνο τέτοιες μέρες ὁ ἀντίδικος διάβολος ἐπινοεῖ τὶς πιὸ ἀπίθανες διαβολὲς γιὰ νὰ συκοφαντήσει Χριστοῦ τὴν Ἀνάσταση καὶ νὰ ταράξει τὶς συνειδήσεις τῶν πιστῶν ὥστε νὰ μὴν χαροῦν τὸ πνευματικό, κατανυκτικὸ καὶ συνάμα πανηγυρικὸ κλῖμα τῶν ἡμερῶν τοῦ Πάθους καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου…

Πέρσι δὲν χρειάστηκε νὰ ἐπινοήσει τὰ συνήθη ψεύδη του, διότι τὸ ἔργο του τὸ ἀνέλαβε ἡ Κυβέρνηση τῆς πατρίδας μας κλείνοντας τοὺς Ναοὺς γιὰ τοὺς πιστούς… Οὔτε φέτος μπῆκε στὸν κόπο νὰ σερβίρει κάποιο ἄλλο ψέμα διότι ἡ Συνοδικὴ Ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερὰς Συνόδου τῆς 20.4.21 τάραξε τὶς συνειδήσεις ἀρχιερέων, ἱερέων, μοναχῶν καὶ πιστῶν.

Διαβαστε εδω: https://trelogiannis.blogspot.com/2021/04/blog-post_105.html?m=1

030441

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2373

Μεγάλη Τετάρτη βράδυ
28 Ἀπριλίου 2021
Toυ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Η προδοσια

«Τότε πορευθεὶς εἷς τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Ἰούδας Ἰσκαριώτης, πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς εἶπε· Τί θέλετέ μοι δοῦναι, καὶ ἐγὼ ὑμῖν παρα­δώσω αὐτόν; Οἱ δὲ ἔστησαν αὐτῷ τριάκοντα ἀργύρια» (Ματθ. 26,14-15)

φιλ.-ΙουδΠινακοθήκη, ἀγαπητοί μου, μὲ εἰκόνες πολ­λῶν προσώπων, ὠνόμασαν κάποιοι τὴν ἁ­γία Γραφή. Δύο ὅμως μορφὲς ἀπὸ αὐτὲς παρουσι­άζουν μεταξύ τους τὴν πιὸ ζωηρὴ ἀντίθεσι· ἡ μορφὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ δίπλα της ἡ μορφὴ τοῦ Ἰούδα· δηλα­δὴ τὸ φῶς μὲ τὸ σκοτάδι, ἡ ἀλήθεια μὲ τὸ ψέμα, ἡ ἀ­πόλυτη ἀρετὴ δίπλα στὴ μεγαλύτερη κακία.

* * *

Ὁ Ἰούδας εἶνε ἡ πιὸ σκοτεινὴ μορφή, τὸ ὄ­νομά του προκαλεῖ φρίκη σὲ κάθε πιστό.
Ἀπὸ τοὺς μαθητὰς τοῦ Κυρίου αὐτὸς εἶνε ὁ μόνος ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἰ­­ουδαία, ἀπὸ τὴν Καριώθ, ἐξ οὗ καὶ Ἰσκαριώτης. Οἱ ἄλλοι μαθηταὶ ἦταν ἁπλοϊκοὶ Γαλιλαῖοι ψαρᾶδες, αὐτὸς πολὺ δι­αφορε­τικὸς χαρακτήρας.
Ὁ Κύρι­ος κάλεσε καὶ αὐτὸν στὸ ἀποστολι­κὸ ἔρ­γο. Στὴν ἀρχὴ ἦταν πιστός. Τ᾽ ἄφησε ὅλα κ᾽ ἔγινε μέλος τοῦ ἱεροῦ ὁμίλου. Τὸν ἐμπιστεύ­ονταν ὅλοι· τοῦ εἶχαν πα­ραδώ­σει τὸ «γλωσσό­κομον» (Ἰω. 12,6· 13,29), τὸ κοι­νὸ ταμεῖο. Φαινόταν τίμιος, δὲν εἶχε δείξει τίποτα ὕποπτο.
Μὰ στὴν καρδιά του ἔ­βοσκε σκουλήκι, κρυβό­ταν κακία, ποὺ τελικὰ γιγαντώθηκε καὶ τὸν ἔ­πνιξε· ἦταν ἡ ἰδιοτέλεια, ποὺ ἐκδηλώθηκε ὡς φι­λαργυρία. Καθὼς διαχειριζόταν χρήματα, ἑλ­κύ­στη­κε, ἔγινε ἐραστὴς τοῦ χρήματος. Τοῦ ἦρ­θε πο­νη­ρὸς λογισμὸς – ἔτσι δὲν ἀρ­χίζουν ὅλα τὰ ἐγ­κλή­ματα; Ὁ λογισμὸς τοῦ ἔλεγε· Ὑπηρετεῖς ὅ­λους, κακὸ εἶνε νὰ κρα­τήσῃς κάτι γιὰ τὸν ἑαυτό σου;… Ὑπέκυψε στὸν πειρα­σμό, ἄρχισε νὰ κλέ­βῃ. Τὸ λέει τὸ Εὐ­αγγέλιο· «κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσό­κομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν» (ἔ.ἀ.).
Ἔκλεβε ὁ Ἰούδας κάθε μέρα. Καὶ ἡ συνήθεια ἔγινε πάθος, τὸν κυρίευσε. Καὶ ἡ φιλαργυρία μέρα μὲ τὴ μέρα σκλήρυνε τὴν καρδιά του.
Ἀλλὰ ἔπρεπε νὰ τὸ πάθῃ αὐτό; Ποῦ βρισκόταν, παρακαλῶ; ἀνάμεσα σὲ ἐμπόρους καὶ χρη­ματιστάς; ἢ ἀνάμεσα σὲ ἀρχιερεῖς ποὺ ἐμ­πορεύονται τὴ θρησκεία; ἢ ἀνάμεσα σὲ φιλοσόφους ποὺ πουλᾶνε σοφία ἀντὶ ἀμοιβῆς; Ὄχι. Βρισκόταν μέσα σὲ περιβάλλον ποὺ ὅλα τὸν ἀ­πέ­τρεπαν ἀπ᾽ τὸ καταραμένο πάθος. Ἀπὸ τὸν Δι­δάσκαλό του ἄκουγε· «Μὴ κτήσησθε χρυ­σὸν μηδὲ ἄργυρον μηδὲ χαλκόν…» (Ματθ. 10,9).

Ὁ ἴδιος ὁ Διδάσκαλος ἦταν πρότυπο ἀκτήμο­νος· δίχως σπίτι, δίχως ὀβολὸ στὴν τσέ­πη. Δὲν ζήλωσε ὁ μαθητὴς νὰ τὸν μιμη­θῇ; Δὲν τὸν ἤλεγ­χε τὸ παράδειγμά του; Ἅπλωνε χέρι στὸ κοινὸ ταμεῖο, καὶ δὲν φοβόταν μήπως ὁ Καρδι­ογνώ­στης, ποὺ ἀπεκάλυπτε τοὺς λογισμοὺς φαρισαίων, ἀποκαλύψῃ καὶ τὸ δικό του ἁμάρτημα;
Πῶς δὲν τὸν συγκίνησε ἡ ἀγάπη τῶν εὐγενι­κῶν ψυχῶν ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸν Κύριο κι ἀπ᾽ τὰ ὑπάρχοντά τους ἔδιναν γιὰ τὴ συντήρησι τῆς ἀκολουθίας του; Δὲν τὸν συγκίνησαν ἡ αἱμορρο­οῦ­σα ποὺ ἄγ­γιξε τὸ ῥοῦχο του, ἡ Χαναναία ποὺ ἔ­κραζε πίσω του γιὰ τὸ παιδί της, ἡ ἁ­μαρτωλὴ ποὺ τὸν ἄλειψε μὲ τὸ πολύτιμο μύ­ρο; Αὐτά, Ἰούδα, δὲν ἔπρεπε νὰ σοῦ μιλήσουν;
Ἀλλοίμονο! Οὔτε ἡ ἀγάπη αὐτῶν τῶν ψυχῶν στὸ Χριστό, μὰ οὔτε καὶ ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ στὸν ἴδιο τοῦ μίλησαν. Κον­τὰ στὸν Ἰησοῦ ποιά δωρεὰ στερήθηκε; Στὸ τραπέζι μαζί του καθόταν, ἀποστολικὴ ἐξουσία ἔλαβε, κήρυττε, θαυματουργοῦσε, ἔβγαζε δαιμόνια, ὁ Χριστὸς ἔσκυψε καὶ τοῦ ᾽πλυνε τὰ πόδια!
Ἦταν καὶ στὸ Μυστικὸ Δεῖπνο. Κ᾽ ἐνῷ ἡ ὥρα τῆς προδοσίας ζυγώνει, ὁ Κύριος δὲν τὸν ἀ­­ποκαλύπτει. Ἀπρόσωπο ἔλεγχο κάνει· «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με» (ἔ.ἀ. 26,21). Δὲν θέλει νὰ τὸν πλήξῃ εὐθέως. Δι­αρκῶς τοῦ δείχνει ἀγάπη, γιὰ νὰ τὸν κατανύξῃ, νὰ τὸν ἀ­ποτρέ­­ψῃ ἀπὸ τὸ ἔγκλημα. Κρατάει ὁ Ἰησοῦς μυ­στικὸ τὸ ὄνομα τοῦ προδότου· μόνο στὸν Ἰωάννη τὸ φανερώνει· «Ἐκεῖνός ἐστιν ᾧ ἐγὼ βά­­ψας τὸ ψωμίον ἐπιδώσω» (Ἰω. 13,26). Ἔμεινε ἀσυγ­­κίνητος μπρὸς στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
Καὶ ποιός μπορεῖ νὰ περιγράψῃ τὴ σκηνὴ στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ; Ὁ Ἰούδας ὡδήγησε τὸ ἀπόσπασμα μὲ τὸν ὄχλο. Σύνθημα ἔχει τὸ φίλημα. Πλησιάζει καὶ ἀσπάζεται τὸν Ἰησοῦ. Καὶ ὁ Κύριος; Ἄλλος στὴ θέσι του δὲν θὰ κρα­τιόταν, θὰ φώναζε· Ἄθλιε, ἀχάριστε, προδότη!… Ὁ Ἰησοῦς πνίγει τὸν πόνο του καὶ τοῦ λέει μόνο· «Ἑταῖρε, ἐφ᾿ ᾧ πάρει» (Ματθ. 26,50). Εἶνε ἡ τελευταία ἐκδήλωσι ἀγάπης· ἀποφεύγει νὰ τὸν πῇ προδότη καὶ τὸν λέει «ἑταῖ­ρον», φίλο δηλαδή. Αὐτὸς μένει κ᾽ ἐδῶ ἀσυγκίνητος.
Περίεργο. Τί κρυβόταν στὴν καρδιά του, μό­νο ὁ Καρδιογνώστης ξέρει. Ἐ­μεῖς, μὲ βάσι τὴ Γραφὴ καὶ τοὺς πατέρες, λέμε, ὅτι ἡ κακία ποὺ τὸν σκλήρυνε ἦταν ἡ φιλαργυρία. Τ᾽ αὐτιά του κλειστά· μόνο ἦχο ἀργυρίων ἀντιλαμβανόταν.
Τὸ πάθος ὡδήγησε τὸν Ἰούδα στὴν προδοσία. Μεθυσμένος γιὰ χρῆμα, δὲν ὑπολόγισε τὶς συνέπειές της. Ἴσως νὰ σκέφτηκε, ὅτι ὁ μὲν Ἰησοῦς τελικὰ θὰ ξεφύγῃ ἀπὸ τοὺς ἐ­­χθρούς του, ἐνῷ αὐτὸς θὰ «κερδίσῃ τὰ συν­α­χθέντα χρήματα» (αἶν. Μ. Πέμ.). Ὅταν ὅμως εἶδε τοὺς ἐξευτελισμοὺς ποὺ τοῦ ἔκαναν, τὸ πρόσωπό του μεταμορφωμένο ἀπ᾽ τὶς γροθιές, κι ἄκουσε τὴν ἀπόφασι τοῦ Μεγάλου Συνεδρίου καὶ τὶς ἄ­­γριες κραυγές τους, Θάνατος θάνατος! τότε πιὰ ὁ Ἰούδας ξύπνησε καὶ γιὰ μιὰ στιγμὴ εἶ­δε τὸ βάραθρο στὸ ὁποῖο γλιστροῦσε.
Ἔτσι κάνει ὁ διάβολος. Παρακινεῖ στὸ ἔγ­κλημα κρύβοντας τὶς συνέπειες, κι ἀφοῦ τὸ κακὸ συντελεσθῇ, τότε ἀνοίγει τὰ μάτια τοῦ ἐνόχου καὶ τοῦ λέει· Πώ πω, τί φοβερὸ ἦταν αὐ­τὸ ποὺ ἔκανες!… Δὲν παρακινεῖ σὲ μετάνοια. Σβή­νει κάθε ἐλπίδα· σπρώχνει τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀπελπισία, κι ἀπὸ τὴν ἀπελπισία σὲ αὐ­τοκτονία, ποὺ εἶνε ὁ θρίαμβος τοῦ σατανᾶ.
Αὐτὸ βλέπουμε καὶ στὴν περίπτωσι τοῦ Ἰ­ούδα. Πρὸ τῆς προδοσίας τὰ τριάκοντα ἀργύρια εἵλκυαν τὴν καρδιά του· μετὰ τὴν προδο­σία τὰ ἀργύρια ἔγιναν κάρβουνα ἀναμμένα, σκορπιοὶ καὶ φίδια. Ὁ ἔλεγχος τῆς συνειδήσε­ως ἔγινε ἀνυπόφορος, προοίμιο τῆς φρικτῆς κολάσεως. Δὲν τὸν χωροῦσε ὁ τόπος. Βγῆκε, πῆ­γε στοὺς ἀρχιερεῖς. Τοὺς πέταξε τὰ ἀργύρια καὶ φώναξε «Ἥμαρτον παραδοὺς αἷμα ἀ­θ­ῷ­ον». Ἐκεῖνοι, σκληροὶ καὶ ἄσπλαχνοι, ἐνῷ εἶ­νε συν­­ένοχοι στὸ ἔγκλημα, θέλουν νὰ ῥίξουν σ᾽ αὐ­τὸν ὅλη τὴν εὐθύνη καὶ λένε «Σὺ ὄψει» (Ματθ. 27,4).
Ἄχ, Ἰούδα! Τί ἤθελες καὶ πήγαινες σ᾽ αὐ­τούς; Ἂν αὐτὸ τὸ «Ἥμαρτον» πήγαινες καὶ τό ᾽λεγες στὸ Χριστό, ἂν τὴ στιγμὴ ποὺ ἐ­κεῖνος ἔβγαινε ἀπ᾽ τὴν αὐλὴ τῶν Ἄννα καὶ Καϊάφα ἔπεφτες στὰ πόδια του λέγοντας «Χριστέ, σὲ πρό­δωσα, νιώθω ἀνάξιος νὰ ζῶ, συχώρεσέ με», τί, νομίζεις δὲν θὰ σὲ συγχωροῦσε;
Δυστυχῶς ἡ μοναδικὴ ἐλπίδα χάθηκε. Ὁ Ἰ­ούδας ἀποδείχθηκε ἀνάξιος εἰλικρινοῦς μετα­νοίας. Στὴν καρδιά του ὁ Θεὸς νικήθηκε κι ὁ σατανᾶς θριάμβευσε. Τί μυστήριο! Ὁ σατα­νᾶς, σπρώχνοντάς τον ἀπὸ πτῶσι σὲ πτῶσι κι ἀπὸ ἄβυσσο σὲ ἄβυσσο, τοῦ ἔδειξε τέλος ἕνα δένδρο καὶ τοῦ εἶπε· Γιὰ σένα δὲν ὑπάρχει πιὰ σωτηρία, τερμάτισε ἐδῶ τὴ ζωή σου· πάρε τὸ σκοινὶ καὶ κρεμάσου… Κι ὁ Ἰούδας ὑπάκουσε· «καὶ ἀπελθὼν ἀπήγξατο» (ἔ.ἀ. 27,5).
Ὦ σατανᾶ, πόσο κακοῦργος εἶσαι! Ὡδήγησες τὸ θῦμα σου σὲ πανωλεθρία. Ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος (ὁμιλ. Εἰς Ἰούδα· Ἑ.Π. Migne 49,373-392), ὁ Ἰού­δας καὶ τὰ χρήματα ἔχασε, καὶ τὴν ἁμαρτία δι­έ­πραξε, καὶ «τὴν ἑαυτοῦ ψυ­χὴν ἀπώλεσε» (ἔ.ἀ. 49,381).

* * *

Ὁ Ἰούδας, ἀδελφοί μου, ἔγινε θέμα συζητή­σεων ψυχολόγων, φιλοσόφων, θεολόγων, προ­σπαθώντας νὰ ἐξιχνιάσουν τὸ μυστήριο τῆς σκοτεινῆς αὐτῆς ψυχῆς, νὰ λύσουν τὸ πρόβλημα τῆς προδο­σί­ας. Ἀφοῦ ὁ Χριστός, ρωτοῦν, ὡς Θεὸς προ­γνωρίζει τὰ πάντα, γιατί τὸν διάλε­ξε ὡς μαθη­τή του; Ποιά ἦταν ἡ αἰτία τῆς προδοσίας; μόνο τὰ χρήματα; ἢ μήπως καὶ ἡ διάψευ­σι ἐθνικι­στικῶν ἐλπίδων ποὺ αὐτὸς στήριζε ἐπάνω στὸν Ἰησοῦ; μήπως ἦταν ἐκδίκησι γιὰ ἐλέγχους; Καὶ τὸ κυριώτερο· πῶς συμβιβά­ζεται ἡ πρόγνωσι τῆς προδοσίας ἀπὸ τὸ Θεὸ μὲ τὴν ἐ­λευθερία τοῦ Ἰούδα; πρόδωσε ἐπει­δὴ ἔ­τσι εἶχε προφητευθῆ, ἢ προφητεύθηκε ἐ­πει­δὴ θὰ ἐπρόδιδε; (βλ. ἀρχιμ. Ἰωὴλ Γιαννακοπούλου, Τὸ πρόβλημα τοῦ Ἰούδα», ἐκδ. «Ἀστήρ», Ἀθῆναι 19572). Τὰ ἐρωτήματα δὲν σταματοῦν. Ἀλλὰ ἐμεῖς μαζὶ μὲ τὸν Πασκὰλ λέμε·
«Ὑπερήφανη λογική, ταπεινώσου!». Ἀρκέσου σὲ ὅσα λένε οἱ εὐαγγελισταί· φτάνουν αὐ­τά. Μὴ θέλεις νὰ ἐξιχνι­άσῃς ὅλα τὰ μυστήρια. Ἐδῶ ἀγνοεῖς τὸν ἑαυτό σου, καὶ θέλεις νὰ κα­ταλάβῃς τὸν Ἰούδα, τὴν πιὸ σκοτεινὴ μορφή;
Θὰ σοῦ πῶ κάτι καταπληκτικό. Τὸ κλειδὶ τῆς ἑρμηνείας τοῦ Ἰούδα τὸ κρατᾷς ἐσύ. Πῶς; Ἂν ἀντὶ νὰ ἐρευνᾷς ἐκεῖνον ἀρ­χίσῃς νὰ ἐρευνᾷς τὸν ἄγνωστο ἑαυτό σου καὶ κατεβῇς στὴν ψυχικὴ ἄβυσσο, κάπου ἐκεῖ θ᾿ ἀντικρύσῃς τὸν Ἰ­ούδα. Γιατὶ κάθε ἄνθρωπος φέρνει μέσα του ἕναν Ἰούδα ἕτοιμο νὰ προδώσῃ – ἐὰν δὲν τὸ ἔ­χῃ ἤδη πράξει. Συμβουλέψου ἕναν ἔμπειρο πνευ­­ματικὸ κ᾽ ἐκεῖνος θὰ σὲ βοηθήσῃ.
Πόσες φορὲς στὴ ζωή μας προδίδουμε κ᾽ ἐ­μεῖς τὸν Κύριο χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνουμε, καὶ νομίζουμε ὅτι μόνο ὁ Ἰούδας πρόδωσε!…

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Περιληπτικὴ μεταφορὰ μὲ μεταγλώττισι στὴν ὁμιλουμένη σήμερα κεφαλαίου τοῦ βιβλίου «Ἀκολούθει μοι», Ἀθῆναι (1965) 19893, σσ. 268-278. 6-4-2021.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.