Παρακλησις προς την υπεραγια Θεοτοκο «Διασωσον απο κινδυνων τους δουλους σου, Θεοτοκε, οτι παντες μετα Θεον εις σε καταφευγομεν ως αρρηκτον τειχος και προστασιαν»
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΙΘ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου
Παρακλητικὸς Κανὼν
Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Παρακλησις προς την υπεραγια Θεοτοκο
«Διάσωσον ἀπὸ κινδύνων τοὺς δούλους σου, Θεοτόκε, ὅτι πάντες μετὰ Θεὸν εἰς σὲ καταφεύγομεν ὡς ἄρρηκτον τεῖχος καὶ προστασίαν»
ΠΑΡΑΚΛΗΣΙΣ, ἀγαπητοί μου, παράκλησις στὴν ὑπεραγία Θεοτόκο Μαρία. ―Ὄχι, λένε κάποιοι· ἐμεῖς δὲ᾿ θέλουμε παρακλήσεις καὶ εὐχέλαια καὶ ἁγιασμούς… Ποιοί εἶν᾿ αὐτοί; Εἶνε οἱ ἄθεοι. Καὶ ἐκτὸς ἀπ᾿ αὐτοὺς εἶνε οἱ χιλιασταὶ ἢ γιεχωβῖτες καὶ ἄλλοι ἀκόμη αἱρετικοί, ὅπως οἱ διαμαρτυρόμενοι. Ὅλοι αὐτοὶ ἀφρίζουν ὅταν ἀκοῦνε, ὅτι ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι κάνουμε Παράκλησι στὴν Παναγία. Αὐτοὶ λένε· ―Μόνο στὸ Γιεχωβᾶ κάνουμε προσευχή, ὄχι σὲ ἄνθρωπο. Ἡ Μαρία εἶνε ἄνθρωπος… Τί ἔχουμε νὰ τοὺς ἀπαντήσουμε;
Ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ δὲν λέμε, ὅτι κάνουμε τὴν προσευχή μας στὴν Παναγία, ἀλλ᾿ ὅτι μὲ τὶς δεήσεις καὶ τὶς παρακλήσεις μας πρὸς τὴν Παναγία, τὴν παρακαλοῦμε νὰ προσευχηθῇ αὐτή στὸ Χριστὸ γιὰ μᾶς. Τὸ νὰ ζητοῦμε ὅμως τὴν προσευχὴ τῆς Παναγίας, αὐτὸ δὲν τὸ ἀπαγορεύει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ ἁγία Γραφή, ποὺ κρατᾶνε στὰ χέρια τους κι αὐτοὶ οἱ χιλιασταί. Ἄνοιξε, ἄνθρωπέ μου, τὴν ἁγία Γραφή, τὴν Καινὴ Διαθήκη, Ἐπιστολὴ Ἰακώβου, κεφάλαιο 5ο, στίχο 16. Ἐκεῖ θ᾿ ἀκούσῃς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο νὰ λέῃ· «Ἐξομολογεῖσθε ἀλλήλοις τὰ παραπτώματα, καὶ εὔχεσθε ὑπὲρ ἀλλήλων, ὅπως ἰαθῆτε· πολὺ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη» (Ἰακ. 5,16). Ἀκοῦτε;
Νὰ ἐξομολογῆσθε, λέει, τὶς ἁμαρτίες σας, καὶ νὰ προσεύχεσθε ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο· γιατὶ ἡ προσευχή, ὅταν γίνεται ἀπὸ δίκαιο ἄνθρωπο, ἔχει πολλὴ δύναμι. Καὶ ὡς ἀπόδειξι τῆς δυνάμεως, ποὺ ἔχει ἡ προσευχὴ τοῦ δικαίου ἀνθρώπου, ἀναφέρει τὸ παράδειγμα ἑνὸς ἁγίου. Τρία χρόνια καὶ ἕξι μῆνες εἶχε νὰ βρέξῃ. Ὅλα εἶχαν ξεραθῆ. Τὰ πηγάδια καὶ οἱ ποταμοὶ στέρεψαν, τὰ ζῷα ψοφοῦσαν, οἱ ἄνθρωποι πέθαιναν. Δυστυχία μεγάλη. Ποιός σταμάτησε τὸ κακό; Ποιός ἔκανε τὸν οὐρανὸ νὰ γεμίσῃ σύννεφα, νὰ πέσῃ βροχὴ καὶ νὰ ποτίσῃ τὴ γῆ; Ὁ προφήτης Ἠλίας. Αὐτὸς μὲ τὴν προσευχή του ἔκλεισε καὶ ἄνοιξε τὸν οὐρανό.
Ἡ προσευχὴ τοῦ Ἠλία εἶχε δύναμι. Καὶ ὄχι μόνο τοῦ προφήτου Ἠλία, ἀλλὰ καὶ οἱ προσευχὲς τῶν ἄλλων ἁγίων ποὺ ἀναφέρει ἡ Γραφή. Καὶ τώρα ἐρωτοῦμε τοὺς γιεχωβῖτες· Ἐὰν οἱ προσευχὲς τοῦ προφήτου Ἠλία καὶ τῶν ἄλλων ἁγίων ἀκούγωνται καὶ γίνωνται θαύματα, πῶς δὲν θ᾿ ἀκούγωνται οἱ προσευχὲς καὶ οἱ δεήσεις τῆς Παναγίας; Ποιός ἅγιος καὶ ποιά ἁγία μπορεῖ νὰ συγκριθῇ μὲ τὴν ἁγιότητα τῆς Θεοτόκου; Ἡ Θεοτόκος δὲν εἶνε μιὰ συνηθισμένη γυναίκα. Μέσα στὰ ἑκατομμύρια τῶν γυναικῶν, ποὺ πέρασαν ἀπὸ τὸν κόσμο, αὐτήν διάλεξε ὁ Θεὸς νὰ γίνῃ μητέρα τοῦ μονογενοῦς του Υἱοῦ, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὑπῆρξε ἡ κόρη, ἡ παρθένος, ἡ ἀμόλυντος. Ὑπῆρξε ἡ κεχαριτωμένη, ἡ γεμάτη ἀπὸ καλωσύνη καὶ ἀρετή. Ἦταν πιὸ καθαρὴ καὶ πιὸ λαμπρὴ ἀπὸ τὶς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου. Μητέρα τοῦ Χριστοῦ ἀξιώθηκε νὰ γίνῃ. Στὰ σπλάχνα της εἶχε τὸ Χριστό. Γιὰ τὸ Χριστὸ ὑπέφερε πολύ. Ἤπιε πικρὰ ποτήρια. Καὶ ὣς τὸ τέλος ἔμεινε κοντὰ στὸ Χριστὸ καὶ ἄκουσε ἀπὸ τὸ στόμα του τὰ τελευταῖα λόγια. Ἀγαποῦσε τὸ Χριστὸ ἡ Παναγία, καὶ ὁ Χριστὸς ἀγαποῦσε τὴ μητέρα του. Καὶ ἂν ὁ Χριστὸς ἀκούῃ τὶς προσευχὲς τῶν ἄλλων ἁγίων, πόσο περισσότερο ἀκούει τὶς προσευχὲς καὶ δεήσεις τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου;
Τὰ λίγα αὐτὰ λόγια ἀρκοῦν γιὰ ν᾿ ἀποδείξουν, πόσο μακριὰ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου εἶνε οἱ γιεχωβῖτες καὶ ὅλοι οἱ αἱρετικοί, ποὺ χλευάζουν ἐμᾶς τοὺς ὀρθοδόξους ἐπειδὴ κάνουμε παρακλήσεις πρὸς τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο. Οἱ παρακλήσεις μας πρὸς τὴν Θεοτόκο στηρίζονται πάνω σὲ βράχο. Καὶ βράχος ἀκλόνητος εἶνε τὸ ῥητὸ τῆς Καινῆς Διαθήκης ποὺ ἀναφέραμε πιὸ πάνω.
«Πολὺ ἰσχύει δέησις» ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὅταν βεβαίως κ᾿ ἐμεῖς ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἔζησε κ᾿ ἐκείνη.
Πάλι ἐπαναλαμβάνουμε καὶ λέμε, ὅτι δὲν προσευχόμεθα στὴν Παναγία σὰ᾿ νὰ εἶνε Θεός, ἀλλὰ τὴν παρακαλοῦμε νὰ προσευχηθῇ αὐτή γιὰ μᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς. Νὰ προσευχηθῇ στὸν Υἱό της, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ὁ ὁποῖος ἔχει τὴ δύναμι νὰ ἐλεῇ καὶ νὰ σῴζῃ τὸν κόσμο. Αὐτὸ κηρύττουμε ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι, ὅταν ψάλλουμε στὴ θεία Λειτουργία «Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, Σῶτερ, σῶσον ἡμᾶς». Κέντρο τῆς σωτηρίας μας εἶνε ὁ Χριστός. Ἀπὸ τὸ Χριστὸ παίρνουν δύναμι ὅλοι οἱ ἅγιοι καὶ ἐξαιρέτως ἡ Παναγία.
* * *
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔχει δύο παρακλητικοὺς κανόνες στὴν ὑπεραγία Θεοτόκο. Ὁ ἕνας εἶνε ὁ Μέγας Παρακλητικὸς Κανών, ποὺ τὸν ἔκανε ὁ Θεόδωρος Λάσκαρις ὁ αὐτοκράτωρ. Ὁ ἄλλος εἶνε ὁ Μικρὸς Παρακλητικὸς Κανών, ποὺ τὸν ἔκανε ἕνας μοναχός, ὁ Θεοστήρικτος. Καὶ οἱ δυὸ αὐτοὶ Κανόνες εἶνε ὡραιότατοι καὶ γλυκύτατοι. Στάζουν μέλι πνευματικό. Εὐφραίνεται ἡ ψυχὴ τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανοῦ ποὺ ἀκούει τοὺς παρακλητικοὺς κανόνες. Παρηγορεῖται ὁ πονεμένος, παίρνει ἐλπίδα καὶ θάρρος ὁ ἀπελπισμένος.
Οἱ δύο παρακλητικοὶ κανόνες ψάλλονται ἐναλλὰξ τὸ Δεκαπενταύγουστο, ποὺ οἱ ὀρθόδοξοι πρὸς τιμὴν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου νηστεύουν καὶ προσεύχονται. Ὁ Μικρὸς Παρακλητικὸς Κανὼν ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Δεκαπενταύγουστο ψάλλεται καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις, ποὺ οἱ Χριστιανοὶ διατρέχουν κάποιο κίνδυνο. Καὶ στοὺς δύο κανόνες λέμε·
«Διάσωσον ἀπὸ κινδύνων τοὺς δούλους σου, Θεοτόκε, ὅτι πάντες μετὰ Θεὸν εἰς σὲ καταφεύγομεν ὡς ἄρρηκτον τεῖχος καὶ προστασίαν».
Στὸ τροπάριο αὐτὸ ἡ Παναγία ὀνομάζεται «τεῖχος ἄρρηκτον». Τί θὰ πῇ «τεῖχος ἄρρηκτον»; Γιὰ νὰ καταλάβουμε τὸ τροπάριο αὐτό, πρέπει νὰ ἔχουμε ὑπ᾿ ὄψιν, ὅτι στὰ παλιὰ τὰ χρόνια οἱ πόλεις εἶχαν κάστρα. Εἶχαν δηλαδὴ κτισμένους γύρω – γύρω ψηλοὺς τοίχους μὲ πύργους, ὅπως εἶνε ὁ γνωστὸς Λευκὸς Πύργος τῆς Θεσσαλονίκης. Τὰ τείχη εἶχαν σιδερένιες πόρτες, καὶ ὅταν γινόταν ἐπιδρομή, οἱ κάτοικοι κλείνονταν μέσα στὴν πόλι καὶ ἦταν ἀσφαλισμένοι. Ὁ ἐχθρὸς δὲν μποροῦσε εὔκολα νὰ κυριεύσῃ τὸ κάστρο. Στρατιῶτες στέκονταν ψηλὰ πάνω στὰ τείχη καὶ φύλαγαν τὴν πόλι.
Σὰν τὸ κάστρο εἶνε καὶ ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος. Ὑψώνει τὰ χέρια της στὸν Κύριο καὶ παρακαλεῖ γιὰ τοὺς Χριστιανούς· καὶ ὁ Χριστὸς ἀκούει τὶς προσευχὲς τῆς ἁγίας του Μητέρας καὶ κάνει τὰ θαύματά του σ᾿ ἐκείνους, ποὺ μὲ ἁγνὴ καρδιὰ καὶ ἀκράδαντη πίστι προσεύχονται στὸ Θεό. Βεβαίως μοναδικὸς Σωτήρας τοῦ κόσμου εἶνε ὁ Χριστός. Ἀλλὰ κοντὰ στὸ Χριστὸ στέκονται οἱ ἅγιοι καὶ μάλιστα ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος. Καὶ ὅπως οἱ ἅγιοι, ὅταν ζοῦσαν ἐδῶ στὴ γῆ, παρακαλοῦσαν τὸ Χριστὸ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν Χριστιανῶν, ἔστι καὶ τώρα, κι ἀκόμη περισσότερο τώρα, ποὺ βρίσκονται στοὺς οὐρανούς, ἐξακολουθοῦν νὰ προσεύχωνται στὸ Χριστό. Μὲ τὴν προσευχὴ γίνεται ἡ ἐπικοινωνία ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Ἔτσι πρέπει ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι νὰ βλέπουμε τὶς δεήσεις τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καθὼς καὶ ὅλων τῶν ἁγίων τῆς πίστεώς μας.
* * *
Ναί, οἱ παρακλήσεις καὶ δεήσεις τῆς Παναγίας μας κάνουν θαύματα. Σῴζουν ἀπὸ διαφόρους κινδύνους τοὺς πιστοὺς Χριστιανούς. Βιβλία πολλὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ γράψῃ, γιὰ νὰ περιγράψῃ τὰ θαύματα ποὺ ἐν ὀνόματι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ κάνει ἡ Παναγία. Γι᾿ αὐτὸ στὸ στόμα κάθε πιστοῦ Χριστιανοῦ ποὺ κινδυνεύει, ἔρχεται τὸ γλυκὺ ὄνομα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου. Τὴν καλοῦν σὲ βοήθεια. Τὴν παρακαλοῦν μὲ δάκρυα, ὅπως τὰ παιδιὰ τὴ μητέρα τους. Ναί, ἡ Παναγία εἶνε ἡ γλυκειὰ Μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν.
«Παναγιά μου», φωνάζει αὐτὸς ποὺ εἶνε βαρειὰ ἄρρωστος καὶ κινδυνεύει νὰ πεθάνῃ. «Παναγιά μου», φωνάζουν οἱ χῆρες καὶ τὰ ὀρφανά, ποὺ ἔχουν μείνει χωρὶς προστάτη. «Παναγιά μου», φωνάζει ὁ φτωχός. «Παναγιά μου», φωνάζει καὶ ὁ ναυαγὸς ποὺ παλεύει μὲ τὰ ἄγρια κύματα τοῦ ὠκεανοῦ. «Παναγιά μου», φωνάζει ὁ ξενιτεμένος. «Παναγιά μου», φωνάζουν μικροὶ καὶ μεγάλοι. Ἀλλὰ ―τί περίεργο!― κι αὐτοὶ ἀκόμα οἱ ἄθεοι καὶ ἄπιστοι, ποὺ τὸν ἄλλο καιρὸ βλαστημοῦν τὴν Παναγία, ἔρχονται στιγμὲς ποὺ ἀναγκάζονται νὰ γονατίσουν καὶ νὰ ποῦν· «Παναγιά, συχώρεσέ μας, δὲ᾿ θὰ σὲ ξαναβλαστημήσουμε». «Παναγιά μου», κράζουν τὰ ἄτομα καὶ οἱ οἰκογένειες. Ἀλλὰ τὴν Παναγία ἐπικαλεῖται καὶ τὸ ἔθνος μας, ποὺ τόσες φορὲς τὸ ἔσωσε ἀπὸ κινδύνους.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἀπὸ τὸ περιοδικὸ «Σταυρός», τ.162/1974, σελ. 115-117· ἀφαιρέθηκαν οἱ δύο τελευταῖες παράγραφοι, διότι ἐσχετίζοντο μὲ τὴν τότε ἐπιστράτευσι τοῦ φοβεροῦ ἐκείνου θέρους, καὶ ἔγινε πολὺ μικρὴ συντόμευσις)
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.