«Γρηγορειτε» (Ματθ. 24,42) – Εορτη του αγιου Γρηγοριου φωτιστου της Αρμενιας
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΚΑ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 1107
Ἁγίου Γρηγορίου φωτιστοῦ τῆς Ἀρμενίας
30 Σεπτεμβρίου
Toυ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστινου
«Γρηγορεiτε»
(Ματθ. 24,42)
Τὸ εὐαγγέλιο, ἀγαπητοί μου, ποὺ διαβάζεται σήμερα στὴν θεία λειτουργία (βλ. Ματθ. 24,42-47) ὡρίστηκε ἐπίτηδες. Διότι ἡ πρώτη λέξι του, ἡ λέξι «Γρηγορεῖτε», ταιριάζει στὴ σημερινὴ ἑορτή. Σήμερα ἑορτάζει ἕνας μεγάλος ἅγιος τῆς πίστεώς μας, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ φωτιστὴς καὶ ἐπίσκοπος τῆς Ἀρμενίας. Γρηγόριος λοιπὸν τὸ ὄνομα, «Γρηγορεῖτε» καὶ ἡ προτροπὴ τοῦ εὐαγγελίου καὶ τῆς Ἐκκλησίας μας (ἔ.ἀ. 24,42). Λίγα λόγια γιὰ τὴν προτροπὴ αὐτή.
* * *
«Γρηγορεῖτε». Ἡ λέξι αὐτὴ ἁρμόζει στὸ στρατιωτικὸ λεξιλόγιο. Κάθε ἐπάγγελμα, βλέπετε, ἔχει εἰδικὴ ὁρολογία. Καὶ στὸ στρατὸ τότε ποὺ γράφτηκε τὸ Εὐαγγέλιο, τὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἀποστόλων, στὰ φυλάκια ποὺ φρουροῦσαν οἱ στρατιῶτες τὴ νύχτα, γιὰ νὰ μὴν κοιμοῦνται, ἀκουγόταν ἡ φωνὴ «Φύλακες, γρηγορεῖτε!». Κ᾿ ἐγώ, ποὺ ὑπηρέτησα ὡς στρατιωτικὸς ἱερεύς, θυμοῦμαι ὅτι στὰ φυλάκια οἱ στρατιῶτες μας προσπαθοῦσαν νὰ κρατηθοῦν ἄγρυπνοι, γιατὶ μποροῦσε νὰ γίνῃ μία ἀπροσδόκητη ἐπίθεσι.
Ἡ Φλώρινα κάθε χρόνο ἑορτάζει τὴν ἐπέτειο τῆς ἀπελευθερώσεώς της. Γνωρίζετε ὅμως, ὅτι παρὰ λίγο θὰ τὴ χάναμε καὶ θὰ ἦταν στὸ Σερβικὸ ἔδαφος; Γιατὶ ὁ στρατός μας καθυστέρησε ἕνα μῆνα, καὶ παρὰ λίγο οἱ Σέρβοι νὰ καταλάβουν τὴν πόλι. Στὸ Ἀμύνταιο οἱ στρατιῶτες μέθυσαν καὶ ἔπεσαν σὲ ὕπνο βαθύ. Τότε ἔγινε αἰφνιδιασμός. Καὶ ὁλόκληρη μεραρχία, ἡ πέμπτη μεραρχία μας, διαλύθηκε· ἔπαθε πανωλεθρία, ὠπισθοχώρησε καὶ ἔτρεχε πρὸς τὸν Ἁλιάκμονα. Ἀκόμα χειρότερα ἦταν στὴ Μικρὰ Ἀσία. Ἥσυχο φαινόταν τὸ μέτωπο. Καὶ ξαφνικὰ τὸν Αὔγουστο τοῦ 1922 ἔγινε αἰφνιδιασμός· καὶ ὠπισθοχώρησε καὶ διαλύθηκε ὁλόκληρη στρατιὰ μὲ τὴ φοβερὴ μικρασιατικὴ καταστροφή. Γι᾿ αὐτὸ οἱ στρατιῶτες πρέπει νὰ μένουν ἄγρυπνοι. Καὶ ξέρω στὸ στρατό, ὅτι τίμιοι ἀξιωματικοὶ εἶχαν καρφίτσες καὶ κεντοῦσαν τὸ κορμί τους, γιὰ νὰ μὴν τοὺς πάρῃ ὁ ὕπνος. Θυμᾶμαι καὶ στὴν Ἀθήνα ὅταν ἤμουν φοιτητὴς καὶ μέναμε κοντὰ στὶς φυλακὲς Ἀβέρωφ· ὅλη νύχτα πάνω στὶς σκοπιὲς οἱ φρουροὶ φώναζαν ὁ ἕνας στὸν ἄλλο «Φύλακες, γρηγορεῖτε»· τοὺς ἄκουγε ὅλη ἡ συνοικία. Δὲν ἐπιτρέπεται ὁ φρουρὸς ν᾿ ἀποκοιμηθῇ.
Ἀγρυπνοῦν λοιπὸν τὴ νύχτα οἱ φύλακες, ἀγρυπνοῦν οἱ στρατιῶτες, ἀγρυπνοῦν οἱ γιατροὶ καὶ οἱ νοσοκόμες στὰ νοσοκομεῖα, ἀγρυπνοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τοῦ καθήκοντος. Ἀλλ᾿ ὅπως ἀγρυπνοῦν αὐτοί, ἔτσι καὶ κάθε Χριστιανός, ὡς στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ, ἂς ἀγρυπνῇ. Ὀφείλουμε νὰ ἀγρυπνοῦμε. Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· «Ἀγρυπνεῖτε» (Μᾶρκ. 13,33. Λουκ. 21,36), «Γρηγορεῖτε» (ἔ.ἀ.). Πότε τὸ εἶπε; Τὸ εἶπε στοὺς μαθητάς του τὴν τελευταία νύχτα τῆς ἐπιγείου ζωῆς του. Ἐκείνη τὴ νύχτα ὁ Κύριος δὲν ἔκλεισε μάτι· πάνω στὸ σταυρὸ πλέον, ἐκεῖ ἔκλεισε τὰ μάτια του, ὅταν εἶπε τὸ «Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30). Ὅλη τὴ νύχτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης πρὸς τὴν Παρασκευὴ ἀγρυπνοῦσε στὴ Γεθσημανῆ καὶ προσευχόταν γονατιστός, κι ἀπ᾿ τὴ μεγάλη ἀγωνία ὁ ἱδρώτας ἔπεφτε ἀπὸ τὸ πρόσωπό του σὰν σταλαγματιὲς αἷμα (βλ. Λουκ. 22,41,44). Σὲ μιὰ στιγμή, ποὺ ἔκανε διακοπή, γυρίζει στοὺς μαθητάς, κι αὐτοὶ ροχάλιζαν πεσμένοι πάνω στὴ χλόη· ἀπὸ τὴν κούρασι εἶχαν ὕπνο βαθύ. Κοιμᾶστε, τοὺς λέει, κι ἀναπαύεστε; δὲν ἀντέξατε μιὰ ὥρα ν᾿ ἀγρυπνήσετε μαζί μου; νά, ἔρχεται ὁ Ἰούδας «ὁ παραδιδούς με» (ἔ.ἀ. 26,46. Μᾶρκ. 14,42) νὰ μὲ συλλάβῃ…
Ὁ Κύριος τοὺς ἤλεγξε, κ᾿ ἐκεῖνοι διδάχθηκαν πλέον. Ἕνας ἀπὸ αὐτούς, ὁ ἀπόστολος Πέτρος, αὐτὸ συνιστᾷ ἔπειτα· «Νήφοντες…», λέει (Α΄ Πέτρ. 1,13)· νὰ εἶστε ἐν ἐγρηγόρσει, ξυπνητοί. Γιατὶ ὁ ἐχθρός, ὁ σατανᾶς, «ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίει» (ἔ.ἀ. 5,8).
Τὸ «Γρηγορεῖτε» ἰσχύει πάντοτε, ἰδιαιτέρως ὅμως στὴν πονηρὴ ἐποχή μας. Στοὺς πρώτους αἰῶνες κάθε σπίτι ἦταν μιὰ ἐκκλησιὰ ποὺ ἀγρυπνοῦσε. «Μεσονύκτιον ἐξεγειρόμην…», λέει τὸ Ψαλτήρι (Ψαλμ. 118,62). Στὸν Πόντο καὶ τὴ Μικρὰ Ἀσία εἶχαν συνήθεια νὰ ξυπνοῦν τὰ μεσάνυχτα καὶ νὰ προσεύχωνται. Εἶνε ὥρα φοβερή· καὶ οἱ στατιστικὲς τῆς ἀστυνομίας λένε, ὅτι τότε εἶνε ἡ αἰχμὴ τῆς ἐγκληματικότητος.
Τὸ «Γρηγορεῖτε» σημαίνει, νὰ μὴ μᾶς πιάσῃ ὕπνος, νὰ μὴ μᾶς καταλάβῃ ἀπροσεξία, ῥαθυμία, νωθρότης πνευματική, ἀλλὰ νὰ μείνουμε ἄγρυπνοι μὲ ὅπλο τὴν προσευχή· ἔτσι θ᾿ ἀποκρούσουμε τοὺς αἰφνιδιασμοὺς τῶν πειρασμῶν (διαβόλου, σαρκὸς καὶ κόσμου).
Τὸ «Γρηγορεῖτε» ἀπευθύνεται σὲ κάθε Χριστιανό. Ἀλλ᾿ ἰδιαιτέρως ἀπευθύνεται σ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἀνθρώπους ὑπὸ τὴν ἐξουσία τους. Ποιοί εἶνε αὐτοί. Εἶνε οἱ γονεῖς. «Γρηγορεῖτε», γονεῖς. Κινδυνεύουν τὰ παιδιά· ἐφημερίδες γράφουν, ὅτι στὰ σχολεῖα διακινοῦνται ναρκωτικά. «Γρηγορεῖτε» ἐπίσης, δάσκαλοι καὶ καθηγηταί. «Γρηγορεῖτε», ἀξιωματικοί, γιὰ τοὺς στρατιῶτες σας. Προπαντὸς ὅμως «γρηγορεῖτε», ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου· ἔχετε μεγάλη εὐθύνη γιὰ τὸ ποίμνιό σας.
Τὸ «Γρηγορεῖτε» μᾶς φωνάζει καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ φωτιστὴς τῆς Ἀρμενίας ποὺ ἑορτάζει σήμερα. Τί ἦταν αὐτός; Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.). Ἦταν παιδὶ βασιλικῆς οἰκογενείας τῆς Ἀρμενίας, ἀλλὰ βρέθηκε στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Ἐκεῖ διδάχθηκε τὸ Εὐαγγέλιο, βαπτίσθηκε Χριστιανὸς καὶ ἐπέστρεψε στὴν Ἀρμενία. Ἀργότερα χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος ἀπὸ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Λεόντιο. Οἱ Ἀρμένιοι ἦταν εἰδωλολάτρες. Καί, ἕνας αὐτός, ἔφερε στὸ Χριστὸ χιλιάδες. Μιμητὴς τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὁ ἅγιος Γρηγόριος, κήρυξε στὴν Ἀρμενία, καὶ ὅλοι οἱ Ἀρμένιοι πίστεψαν στὸ Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκαν στὸν Εὐφράτη. Γιὰ τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου ὅμως ὑπέστη μαρτύρια φοβερὰ καὶ πολυώδυνα, κατὰ διαταγὴν τοῦ βασιλέως Τηριδάτου. Τὸ τελευταῖο του μαρτύριο ἦταν, ὅτι τὸν ἔρριξαν σ᾿ ἕνα ξεροπήγαδο γεμᾶτο βόρβορο καὶ φίδια φαρμακερά· δεκαπέντε χρόνια ἔμεινε ἐκεῖ, καὶ τοῦ ἔφερνε τροφὴ μιὰ γυναίκα χήρα. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε τὴ χάρι νὰ κάνῃ θαύματα. Ἕνα δὲ ἀπὸ τὰ θαύματα ἦταν τιμωρητικό. Τί ἔγινε; Ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, ἐμεῖς πιστεύουμε· ὁ βασιλεὺς Τηριδάτης ἔχασε τὰ μυαλά του καὶ ἔτρωγε τὶς σάρκες του· ἔχασε ἐπίσης τὴν ἀνθρώπινη μορφή, πῆρε τὴν ὄψι ἀκάθαρτου χοίρου καὶ ἔβοσκε μὲ τοὺς χοίρους στὰ βουνά. Φαίνεται παράξενο αὐτό, ἀλλ᾿ ἐγὼ τὸ πιστεύω. Ἦταν τιμωρία. Τρόμαξαν καὶ ἔφριξαν ὅλοι. Τέλος ἡ ἀδελφὴ τοῦ Τηριδάτου εἶδε ὄνειρο καὶ ἄκουσε φωνὴ νὰ τῆς λέῃ· «Ἂν ὁ Γρηγόριος δὲν βγῇ ἀπὸ τὸ λάκκο, ὁ Τηριδάτης δὲν θὰ βρῇ τὴν ὑγειά του». Πράγματι ἔτσι ἔγινε, καὶ ἔτσι ὁ βασιλεὺς θεραπεύθηκε· ἐν συνεχείᾳ δὲ βαπτίσθηκε μαζὶ μὲ ὅλο τὸ λαὸ τῶν Ἀρμενίων.
Τὸ φοβερὸ πάθημα τοῦ Τηριδάτου φωνάζει καὶ σ᾿ ἐμᾶς «Γρηγορεῖτε». Ἐὰν τυχὸν μᾶς συνέβαινε κάτι τέτοιο; Νὰ μᾶς ἐλεῇ ὁ Θεός. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει κάπου ὅτι, λόγῳ τῶν παθῶν ποὺ φωλιάζουν μέσα μας, δὲν μᾶς ἀξίζει ἡ μορφὴ τοῦ ἀνθρώπου· μᾶς ταιριάζει μᾶλλον ἡ μορφὴ διαφόρων ζῴων· ὁ λαίμαργος καὶ ἀκρατὴς εἶνε σὰν χοῖρος, ὁ πονηρὸς καὶ διεστραμμένος σὰν ἀλεποῦ, ὁ ἀσελγὴς καὶ ἀκόλαστος σὰν τράγος, ὁ φθονερὸς καὶ ἐκδικητικὸς σὰν σκορπιός, κ.λπ.. «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. 48,13,21). Κάτι παρόμοιο γράφει καὶ ὁ ἰατροφιλόσοφος Καρρὲλ στὸ βιβλίο του «Ὁ ἄνθρωπος, αὐτὸς ἄγνωστος».
* * *
Αὐτὸς λοιπὸν ἦταν ὁ ἅγιος Γρηγόριος. Ἄγρυπνος στὶς ἐπάλξεις τοῦ καθήκοντος. «Γρηγορεῖτε» φωνάζει σ᾿ ἐμᾶς τοὺς ἐπισκόπους, ποὺ ἔχουμε μεγάλη εὐθύνη γιὰ τὸ ποίμνιό μας καὶ θὰ δώσουμε λόγο γιὰ κάθε ψυχή. «Γρηγορεῖτε» φωνάζει στὸν καθένα, διότι «ᾗ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται» (Ματθ. 24,44). Ἔρχεται ὅπως ὁ κλέφτης, ποὺ δὲν εἰδοποιεῖ. Κλέφτης εἶνε ὁ χάρος. Κάποιος, ἐνῷ τηλεφωνοῦσε, ἔπαθε συγκοπὴ καρδίας. Ἄγνωστη ἡ ὥρα ποὺ καλούμεθα ὅλοι νὰ ἀπέλθουμε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτόν τούτου, εἴτε γέροντες εἴτε νέοι εἴτε μικρὰ παιδιά.
Ἡ σάλπιγξ τοῦ Εὐαγγελίου σαλπίζει πρὸς ὅλους. Ἐμεῖς τὴν ἀκοῦμε; Ἔχουμε εὐαίσθητη ἀκοή; Τὸ βιβλίο «Ἁμαρτωλῶν σωτηρία» λέει, ὅτι ὅποιος ἔχει ἀκοὴ ὀξεῖα, κ᾿ ἕνα φύλλο νὰ πέσῃ ἀπ᾿ τὸ δέντρο, τ᾿ ἀκούει. Ἀντιθέτως ὁ ἄλλος, βράχια νὰ πέφτουν, δὲν παίρνει εἴδησι. «Στοῦ κουφοῦ τὴν πόρτα ὅσο θέλεις χτύπα».
Νὰ παρακαλέσουμε τὸ Θεό, νὰ μᾶς δώσῃ αὐτιὰ ν᾿ ἀκοῦμε τὴ φωνὴ τοῦ οὐρανοῦ, τὴ φωνὴ τῶν κηρύκων, τὴ φωνὴ τῶν ἁγίων πατέρων καὶ διδασκάλων, τὴ φωνὴ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου.
«Γρηγορεῖτε», λοιπόν, ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἐὰν θέλοῦμε νὰ βροῦμε σωτηρία ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ σωτῆρι ἡμῶν· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 29 πρὸς 30-9-1989
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.