Του αγιου Ιακωβου του αδελφοθεου – Φοβος Θεου στην θεια λειτουργια
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2414
Τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου
Σάββατο 23 Ὀκτωβρίου 2021
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
Φοβος Θεου στην θεια λειτουργια
«Ἐπειδὴ ἔμφοβοι καὶ ἔντρομοί ἐσμεν μέλλοντες παρεστάναι τῷ ἁγίῳ σου θυσιαστηρίῳ, ἐξαπόστειλον ἐφ᾽ ἡμᾶς, ὁ Θεός, τὴν χάριν σου τὴν ἀγαθὴν καὶ ἁγίασον τὰς ψυχὰς καὶ τὰ σώματα καὶ τὰ πνεύματα, καὶ ἀλλοίωσον τὰ φρονήματα ἡμῶν πρὸς εὐσέβειαν» (εὐχ. μετὰ τὴν εἴσοδον, 5η)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου καὶ σὲ πολλοὺς ναοὺς τελεῖται ἡ δική του Λειτουργία.
Ἡ Λειτουργία τοῦ ἁγίου Ἰακώβου διαφέρει ἀπὸ τὶς λειτουργίες μεγάλου Βασιλείου καὶ ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Εἶνε πολὺ μεγαλύτερη, τὴ χαρακτηρίζει τὸ κατανυκτικὸ ὕφος, ἡ ἱερὰ συγκίνησις, τὸ ῥῖγος ποὺ φέρνει σὲ ὅποιον διασῴζει ψήγματα ἔστω πίστεως. Ἔχει πολλὲς εὐχές.
Ὅπως μία κυψέλη ἔχει πολλὰ κουτάκια – κηρῆθρες, ἔτσι καὶ ἡ Λειτουργία αὐτὴ ἔχει εἰκοσιοχτὼ (28) εὐχές, ποὺ σὰν κηρῆθρες στάζουν μέλι. Ἀλλ᾽ ὅπως ἕνας ἀσθενὴς δὲν μπορεῖ νὰ χαρῇ τὴ γεῦσι τοῦ μέλιτος, ἔτσι καὶ οἱ εὐχὲς αὐτές, σὲ καιροὺς ποὺ ἡ αἴσθησι τῶν οὐρανίων πάσχει, δὲν φαίνονται εὐχάριστες. Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ἐδῶ ἔχει συλλέξει τὸ θεῖο μέλι.
Ποιός ἦταν ὁ ἅγιος Ἰάκωβος εἴπαμε ἄλλοτε. Ὑπενθυμίζω μόνο, ὅτι ὀνομάζεται ἀδελφόθεος. Ὄχι βέβαια διότι ἦταν παιδὶ τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου· αὐτὸ ἀκόμη καὶ σὰν σκέψι εἶνε βλασφημία. Ἡ Παναγία μας ὑπῆρξε ἀειπάρθενος· παρθένος δηλαδὴ πρὸ τοῦ τόκου, παρθένος κατὰ τὸν τόκον καὶ παρθένος μετὰ τὸν τόκον. Λέγεται λοιπὸν ἀδελφόθεος, διότι ἦταν ἑτεροθαλὴς ἀδελφὸς τοῦ Κυρίου, μὲ μητέρα ἄλλη γυναῖκα ποὺ εἶχε προηγουμένως ὁ δίκαιος Ἰωσὴφ καὶ μὲ τὴν ὁποία ἀπέκτησε τὰ 4 ἄρρενα τέκνα, ποὺ τὰ ὀνόματά τους ἀκοῦμε στὸ εὐαγγέλιο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς (βλ. Ματθ. 13,54-58).
Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ἦταν ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς. Νύχτες ὁλόκληρες προσευχόταν στὸν Κύριο καὶ ἀπὸ τὶς πολλὲς γονυκλισίες τὰ γόνατά του εἶχαν κάνει κάλους, ὅπως τῆς καμήλας ποὺ γονατίζει ὅταν τὴ φορτώνουν καὶ ἔτσι σκληραίνουν. Ἀκούγοντας αὐτὰ σήμερα μπορεῖ κάποιος μοντέρνος νὰ γελάσῃ. Ἂς γελάσῃ. Κι αὐτὸς ὅμως κάπου καταφεύγει. Γιατὶ στὸν κόσμο αὐτὸν κάθε ἄνθρωπος κάπου ὑποκλίνεται· ἢ θὰ κάνῃ μετάνοιες στὸ Θεό ἢ θὰ κάνῃ μετάνοιες στὸν διάβολο. Κάνε λοιπόν, ἐσὺ μοντέρνε, μετάνοιες στὸν διάβολο· ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ἔκανε γονυκλισίες στὸν Κύριο.
Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος λοιπὸν ἀξιώθηκε νὰ συντάξῃ τὴν θεία Λειτουργία –τὸν πυρῆνα της τοὐλάχιστον– ποὺ σῴζεται ἐπ᾽ ὀνόματί του. Δὲν ἔχουμε καιρό, οὔτε ἐγὼ δύναμι οὔτε σεῖς ὄρεξι, νὰ ἑρμηνεύσουμε ὅλες τὶς εὐχές, γιὰ νὰ δῆτε τὸν πλοῦτο τους. Παίρνω μόνο ἀφορμὴ ἀπὸ τὸ ἀπόσπασμα μὲ τὸ ὁποῖο ἄρχισα, ποὺ λέει· Κύριε, «ἔμφοβοι καὶ ἔντρομοί ἐσμεν μέλλοντες παρεστάναι τῷ ἁγίῳ σου θυσιαστηρίῳ» (εὐχ. μετὰ τὴν εἴσοδον, 5η)· εἴμαστε γεμᾶτοι φόβο καὶ τρόμο τὴν ὥρα ποὺ πρόκειται νὰ σταθοῦμε ἐμπρὸς στὴν ἁγία τράπεζα γιὰ τὴν θεία λειτουργία.
* * *
Ποιός εἶνε αὐτὸς ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος; Ἂς δοῦμε μερικὰ παράδειγμα ἀπὸ τὴ Γραφή.
Ὅλοι θά ᾽χετε ἀκούσει γιὰ τὸν πατριάρχη Ἀβραάμ. Αὐτός, ὅταν ἔζησε τὸ μεγαλεῖο τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, εἶπε· Τί εἶμαι ἐγώ, Κύριε, μπροστά σου; «ἐγὼ δέ εἰμι γῆ καὶ σποδός» (ἔ.ἀ. 18,27)· χῶμα καὶ στάχτη εἶμαι, ἕνα τίποτα.
Ἄλλο παράδειγμα. Ὅταν ὁ πατριάρχης Ἰακὼβ ἔφυγε ἀπ᾽ τὸ πατρικό του, βρέθηκε στὴν ἔρημο. Νύχτωσε, ἔκανε τὴν προσευχή του, πῆρε ἕνα λιθάρι, τὸ ἔκανε προσκέφαλο καὶ κοιμήθηκε. Στὸν ὕπνο του εἶδε μιὰ σκάλα, ποὺ τὸ πρῶτο σκαλί της ἄγγιζε τὴ γῆ καὶ τὸ τελευταῖο ἔφτανε στὸν οὐρανό. Ἄγγελοι ἀνέβαιναν καὶ κατέβαιναν. Τότε ὁ Κύριος τὸν ἐνθάρρυνε, τὸν βεβαίωσε γιὰ τὴν προστασία του. Ὁ Ἰακὼβ αἰσθάνθηκε κατάνυξι καὶ παρηγορία. Κι ὅταν σηκώθηκε ἀπ᾽ τὸν ὕπνο εἶπε· «Ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οὗτος· οὐκ ἔστι τοῦτο ἀλλ᾽ ἢ οἶκος Θεοῦ, καὶ αὕτη ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ» (Γέν. 28,17). Θεέ μου, τί φοβερὸς εἶνε ὁ τόπος αὐτός! δίχως ἄλλο εἶνε «οἶκος Θεοῦ καὶ αὕτη ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ». Στὸ μέρος ἐκεῖνο ἔβαλε σημάδι καὶ ἀργότερα ἔχτισε θυσιαστήριο. Αὐτὸ λοιπὸν τὸ αἴσθημα τοῦ θείου φόβου ποὺ αἰσθάνθηκε ὁ Ἰακώβ, αὐτὸ νὰ κατέχῃ κ᾽ ἐμᾶς.
Ὁ Μωυσῆς εἶχε τὸ αἴσθημα αὐτὸ ὅταν βρέθηκε μπροστὰ στὴν φλεγομένη βάτο κι ἄκουσε «ἔντρομος» τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ νὰ τὸν προστάζῃ νὰ λύσῃ τὸ ὑπόδημά του (Πράξ. 7,32· βλ. Ἔξ. 3,1-6).
Ὁ Ἠσαΐας, ὅταν εἶδε μία ἀκτίνα τῆς θείας δόξης, κατανύχθηκε καὶ εἶπε· Ὤ ὁ ταλαίπωρος ἐγώ, πῶς ὁ ἀκάθαρτος ἀντίκρυσα μὲ τὰ μάτια μου «τὸν βασιλέα Κύριον σαβαώθ;» (Ἠσ. 6,5).
Θὰ πῇ κάποιος· Αὐτὰ εἶνε Παλαιὰ Διαθήκη, ἐνῷ στὴν Καινὴ Διαθήκη «ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον» (Α΄ Ἰω. 4, 18). Ναί, ἀλλὰ οὔτε ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη λείπει τὸ αἴσθημα τοῦ θείου φόβου· τὸ ἐμπνέει ἡ ἐξάρτησις τοῦ μικροῦ ἀνθρώπου ἀπὸ Ἐκεῖνον ποὺ διέπει τὸ σύμπαν.
Τὸ αἴσθημα αὐτὸ εἶχε λ.χ. ἡ Παναγία, ἡ ὁποία «διεταράχθη» ὅταν «ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τὸ χαῖρε» (Ἀκάθ. ὕμν. Α· βλ. Λουκ. 1,26-29).
Οἱ ποιμένες τῆς Βηθλεέμ, ὅταν ἄγγελος Κυρίου ἐμφανίστηκε γιὰ νὰ τοὺς πῇ τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος, «ἐφοβήθησαν φόβον μέγαν» (Λουκ. 2,9).
Οἱ δώδεκα μαθηταὶ μετὰ τὴν κατάπαυσι τῆς τρικυμίας καὶ τὴν ἀποτροπὴ ναυαγίου «ἐφοβήθησαν φόβον μέγαν καὶ ἔλεγον πρὸς ἀλλήλους· Τίς ἄρα οὗτός ἐστιν, ὅτι καὶ ὁ ἄνεμος καὶ ἡ θάλασσα ὑπακούουσιν αὐτῷ;» (Μᾶρκ. 4,41).
Γεμᾶτος φόβο ὁ θαρραλέος Πέτρος, ὅταν ὁ Χριστὸς εὐλόγησε τὰ δίχτυα του καὶ γέμισαν ψάρια, ἐξουθενωμένος πρὸ τοῦ μεγαλείου του, προσκύνησε καὶ εἶπε· «Ἔξελθε ἀπ᾽ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε» (Λουκ. 5,8).
Ἔντρομοι οἱ σκληροὶ ῾Ρωμαῖοι στρατιῶτες καὶ ὁ ἑκατόνταρχος, ὅταν εἶδαν τὸ σεισμὸ «καὶ τὰ γενόμενα ἐφοβήθησαν σφόδρα λέγοντες· Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» (Ματθ. 27,54).
«Ἔμφοβες» ἔγιναν καὶ οἱ μυροφόρες γυναῖκες, ὅταν εἶδαν «τοὺς δύο ἄνδρες (=ἀγγέλους) ἐν ἐσθήσεσιν ἀστραπτούσαις» (Λουκ. 24,4-5).
* * *
Ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου, ἔχουμε ἀνάλογο φόβο στὴν θεία λειτουργία; Ποῦ τέτοιος φόβος! κι αὐτὴ ἡ προσέλευσι στὴν ἐκκλησία γίνεται συχνὰ ὡς ἀγγαρεία. Ἡ σχέσι ὅμως μὲ τὸν Κύριο δὲν γίνεται ποτέ διὰ τῆς βίας. Καὶ στὴν μὲν ἐκκλησία δὲν ἔρχονται, ἢ ἔρχονται γιὰ λίγο· ἀλλοῦ ὅμως πηγαίνουν καὶ κάθονται. Ποῦ; Σὲ κέντρα διασκεδάσεως. Ἐκεῖ μένουν πολλὲς φορὲς ὣς τὶς πρωινὲς ὧρες! Ν᾽ ἀκούσουν καὶ νὰ δοῦν – τί; «Αἰσχρόν ἐστι καὶ λέγειν» (Ἐφ. 5,12). Δὲν φταίει ὅμως ἡ νεολαία· ἐμεῖς φταῖμε, οἱ μεγάλοι, τὸ κράτος. Ἡ δικτατορία εἶχε ὑψώσει ταμπέλλα «Ἑλλὰς Ἑλλήνων Χριστιανῶν», ἀλλὰ δὲν μερίμνησε γιὰ τὸν φρονηματισμὸ τῶν νέων. Καὶ δὲν τὰ λέω αὐτὰ τώρα· τὰ ἔλεγα ἀπὸ τότε ποὺ κυριαρχοῦσε. Φταίει λοιπὸν τὸ κράτος γιὰ τὴ φθορὰ τῶν νέων. Προχθὲς στὸ δημόσιο δρόμο τῆς Κατερίνης διασκέδαζαν τὴ νύχτα δύο νέοι καὶ τρεῖς νέες· κατὰ τὶς 2 μετὰ τὰ μεσάνυχτα, ὥρα διαβόλου, βγῆκαν ἀπὸ τὸ κέντρο, τράκαραν καὶ σκοτώθηκαν. Ποιός φταίει γιὰ τὸ αἷμα ποὺ καθημερινῶς χύνεται;
Μὲ τέτοιο καθεστώς, θαυμάζω πῶς ὑπάρχουν ἀκόμη νέοι καὶ νέες ποὺ πιστεύουν στὸ Θεό.
Θέλω νὰ κάνω ἐπανάστασι ἀπὸ τὴ Φλώρινα· ἐπανάστασι ὄχι μὲ βόμβες ἀλλὰ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, γιὰ νὰ ἐπικρατήσῃ στὸν τόπο μας ἡ εὐπρέπεια, ἡ σεμνότητα τοῦ Εὐαγγελίου.
Μέσα στὴν Ἐκκλησία τοὐλάχιστον, ἐν ὥρᾳ μάλιστα θείας λειτουργίας, ἂς βασιλεύῃ ὁ θεῖος φόβος. Γι᾽ αὐτὸ ἡ εὐχὴ λέει· «Ἐξαπόστειλον ἐφ᾽ ἡμᾶς, ὁ Θεός, τὴν χάριν σου τὴν ἀγαθὴν καὶ ἁγίασον τὰς ψυχὰς καὶ τὰ σώματα καὶ τὰ πνεύματα, καὶ ἀλλοίωσον τὰ φρονήματα ἡμῶν πρὸς εὐσέβειαν» (εὐχ. μετὰ τὴν εἴσοδον, 5η)· ἡ χάρις σου νὰ μᾶς ἁγιάσῃ, νὰ ἀλλοιώσῃ τὰ φρονήματά μας.
«Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου, Κύριε τῶν δυνάμεων», λέει τὸ Ψαλτήρι (83,2)· πόσο εὐχαριστοῦμαι νὰ μπαίνω στὸ ναό σου, Κύριε! Τώρα ὅμως ποῦ εἶνε αὐτὴ ἡ προθυμία; ποῦ εἶνε ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ; Μὴ μπαίνετε στὸ ναὸ μὲ θόρυβο καὶ χαχανίσματα· μπῆτε μὲ δέος, πατώντας στὰ νύχια. «Ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οὗτος». Δὲν ἔχει φόβο Θεοῦ αὐτὴ ποὺ ἔρχεται ξεγυμνωμένη, ἐκεῖνος ποὺ μπαίνει νὰ λειτουργηθῇ πετώντας ἀπ᾽ ἔξω τὸ τσιγάρο, ἐκείνη ποὺ φοράει παντελόνια, ἐκεῖνος ποὺ ἔρχεται στὸ τέλος τοῦ εὐαγγελίου καὶ κοιτάζει πότε τὸν πολυέλεο καὶ πότε τὸ ῥολόι του.
Ὄχι ἔτσι, ἀδελφοί μου. Δῶστε μου 5 ἄντρες, 5 γυναῖκες, 5 νέους, 5 νέες ποὺ νὰ πιστεύουν κι ὅταν περνοῦν τὰ ἅγια νὰ σκύβουν καὶ νὰ κλαῖνε. Καταντήσαμε ἀλειτούργητοι, ἀθεόφοβοι.
Πότε οἱ Χριστιανοὶ θὰ μπαίνουν στὴν ἐκκλησία μὲ θεῖο φόβο καὶ βγαίνοντας θὰ λένε· Τώρα καταλάβαμε λειτουργία, οὔτε θόρυβοι, οὔτε γυμνά, οὔτε ἀσέβειες! Πότε θὰ γίνῃ ὁ ναός μας πρότυπο, ὥστε καὶ ὁ ξένος ποὺ θὰ μπῇ νὰ πῇ· Ἐδῶ πράγματι λατρεύεται ὁ Θεός (πρβλ. Α΄ Κορ. 14,25)· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς ὅλους τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν Τρίτη 23-10-1973 τὸ πρωί. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 21-9-2021.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.