Τι πρεπει να κανης οταν αρρωστησεις; τι λεει το Ευαγγελιο & η Εκκλησια; Να καλεσης το γιατρο· γιατι ο Θεος μας τους εδωσε. Να παρης τα φαρμακα που σου δινει. Διοτι κι αυτα του Θεου ειναι· απο χορταρια & τα βοτανα γινονται. (Τα νεα «εμβολια» χρησιμοποιουν εκτρωμενα νηπια, ας προσεξουμε). Να καλεσης τον παπα να κανη ευχελαιο· να εξομολογηθης & να κοινωνισης. Τωρα ξεφυγαμε, οι ελπιδες μας ειναι μονο σε φαρμακα & γιατρους. Πιστευουμε στον καθε απατεωνα· μονο στο Θεο δεν πιστευουμε. Οι παλιοι ειχαν μεγαλη παρηγορια στον Θεο· τωρα εμεις πιστευουμε μονο στη γη & οχι στον ουρανο.
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
- 41 Καὶ ἰδοὺ ἦλθεν ἀνὴρ ᾧ ὄνομα ᾿Ιάειρος, καὶ αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, 42 ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα, καὶ αὕτη ἀπέθνησκεν. ᾿Εν δὲ τῷ ὑπάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. 43 Καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ρύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ᾿ οὐδενὸς θεραπευθῆναι, 44 προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ρύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. 45 Καὶ εἶπεν ὁ ᾿Ιησοῦς· τίς ὁ ἁψάμενός μου; Ἀρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ· ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι, καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; 46 Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ. 47 Ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προσπεσοῦσα αὐτῷ δι᾿ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐτῷ ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. 48 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. 49 ῎Ετι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. 50 Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. 51 Ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ ᾿Ιωάννην καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα.
52 Ἒκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν. Ὁ δὲ εἶπε· μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. 53 Καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. 54 Αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· ἡ παῖς, ἐγείρου. 55 Καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. 56 Καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτοῖς. Ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός.
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2419
Κυριακὴ Ζ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 8,41-56)
7 Νοεμβρίου 2021
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
Η ασθενεια και ο θανατος
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο (βλ. Λουκ. 8,41-56). Τί μᾶς λέει;
Διηγεῖται δύο θαύματα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τοῦ αἰῶνος ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Μπορεῖ ἴσως κάποιος νὰ μετρήσῃ τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ, τοὺς κόκκους τῆς ἄμμου τῆς θαλάσσης, τὰ φύλλα τῶν δέντρων ὅλων τῶν δασῶν, ἀλλὰ εἶνε ἀδύνατον νὰ μετρήσῃ τὰ θαύματα τοῦ Κυρίου. Δύο ἀπὸ αὐτὰ βλέπουμε σήμερα· τὸ ἕνα εἶνε θεραπεία ἀνίατης ἀσθένειας, τὸ ἄλλο –ἀκόμη μεγαλύτερο– εἶνε ἀνάστασι νεκροῦ κοριτσιοῦ.
Ἐμᾶς μᾶς ἐνδιαφέρουν καὶ τὰ δύο. Γιατὶ ποιός ἀπὸ μᾶς δὲν ἀρρώστησε ποτέ ἢ δὲν θ᾽ ἀρρωστήσῃ; καὶ ποιό σπίτι δὲν γνώρισε θάνατο στὸν κύκλο τῶν οἰκείων του; καὶ μήπως κ᾽ ἐμεῖς ὅλοι δὲν θὰ πεθάνουμε μιὰ μέρα; Θέλουμε λοιπὸν νὰ μάθουμε, τί ἐπάνω στὰ δύο αὐτὰ σπουδαῖα ζητήματα διδάσκει ὁ Κύριος.
Τὸ πρῶτο. Ἦταν, λέει τὸ εὐαγγέλιο (βλ. ἔ.ἀ. 8,43), κάποια γυναίκα ποὺ ἔπασχε ἀπὸ μιὰ γυναικεία ἀσθένεια· εἶχε αἱμορραγία, ἔσταζε διαρκῶς αἷμα ἀπὸ τὰ σπλάχνα της. Πῆγε σὲ γιατρούς, δοκίμασε φάρμακα, ξώδεψε ὅλη τὴν περιουσία της, μὰ τίποτα δὲν ἔγινε. Στράγγιζε κάθε μέρα, κινδύνευε νὰ πεθάνῃ. Ἦταν ἀπελπισμένη πιά.
Ἀλλὰ κάποτε ἄκουσε, ὅτι παρουσιάστηκε ἕνας γιατρὸς σπουδαῖος, ποὺ θεραπεύει δίχως φάρμακα, μόνο μὲ τὸ λόγο του· κάνει θαύματα! Ἂς λέγωνται γιατροὶ καὶ οἱ ἄλλοι· αὐτὸς εἶνε γιατρὸς μοναδικός.
Πῶς λέγεται; Ὤ τὸ ὄνομά του! εἶνε τὸ γλυκύτερο ἀπ᾽ ὅλα. Εἶνε πάνω ἀπὸ τὰ ὀνόματα τῆς μάνας μας, τοῦ πατέρα μας, τῶν παιδιῶν μας· παραπάνω ἀπὸ τὸ ὄνομα τῶν ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων. Εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Νά τὸ ὄνομά του· Ἰησοῦς Χριστός. Χαρὰ στοὺς φίλους ποὺ τὸν προσκυνοῦν, ἀλλοίμονο στοὺς ἐχθροὺς ποὺ τὸν βλαστημοῦν.
Ἄκουσε λοιπὸν τὸ ὄνομα Χριστὸς καὶ ἡ ἀσθενὴς αὐτὴ γυναίκα κι ἀναθάρρησε. Ζήτησε νὰ τὸν δῇ, ἔμαθε ποῦ εἶνε, καὶ πῆγε. Τὴν ὥρα ἐκείνη ὁ Χριστὸς ἦταν στὸ δρόμο καὶ γύρω του εἶχε μαζευτῆ κόσμος πολύς, μικροὶ – μεγάλοι. Γινόταν συνωστισμός· μῆλο νά ᾽ρριχνες καὶ βελόνα νά ᾽ρριχνες, δὲν ἔπεφτε χάμω. Ἐπιχείρησε ἡ ταλαίπωρη νὰ πλησιάσῃ· ἦταν πολὺ δύσκολο. Μὰ δὲν ἀπελπίστηκε. Ἔκανε πολλὲς προσπάθειες λέγοντας μέσα της· Ἂς ἀξιωθῶ ν᾽ ἀγγίξω μὲ τὸ δάχτυλό μου ἔστω τὸ κράσπεδο, τὴν ἄκρη τοῦ ἐνδύματός του!… Ἐν τέλει τὰ κατάφερε. Καὶ μόλις ἄγγιξε, ἀμέσως ἔγινε τὸ θαῦμα, σταμάτησε ἡ αἱμορραγία· ἡ γυναίκα θεραπεύτηκε αὐτοστιγμεί.
Τὸ δεύτερο θαῦμα, τὸ μεγαλύτερο. Ἕνας ἄρχοντας, ὁ ἐπὶ κεφαλῆς τῆς συναγωγῆς, πῆγε κ᾽ ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν παρακαλοῦσε· Ἔλα στὸ σπίτι μου, ἔχω ἕνα κορίτσι μονάκριβο 12 ἐτῶν κι αὐτὸ ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα πεθαίνει. Καὶ πράγματι σὲ λίγο ἦρθε ἡ θλιβερὴ εἴδησι, ὅτι τὸ κορίτσι πέθανε. Ἀμέσως ὁ Χριστὸς λέει στὸν πατέρα· Μὴ φοβᾶσαι, μόνο ἔχε πίστι καὶ θὰ σωθῇ. Ὅταν ἔφτασαν στὸ σπίτι εἶχαν μαζευτῆ συγγενεῖς καὶ φίλοι, ποὺ ἔκλαιγαν ἀναστέναζαν θρηνοῦσαν. Τοὺς λέει ὁ Χριστός· –Μὴν κλαῖτε, τὸ κορίτσι δὲν πέθανε, κοιμᾶται. Αὐτοί, βέβαιοι ὅτι τὸ κορίτσι πέθανε, ἄφησαν τὰ κλάματα καὶ τὸν περιγελοῦσαν· –Τί μᾶς λέει τώρα αὐτός;….
Ὁ Χριστὸς ἤξερε τί λέει. Ὅπως ἡ μάνα ὅταν δῇ τὸ παιδάκι της νὰ κοιμᾶται δὲν στενοχωριέται, γιατὶ ξέρει ὅτι τὸ παιδὶ θὰ ξυπνήσῃ τὸ πρωὶ δροσᾶτο, ἔτσι πρέπει νὰ πιστεύουμε κ᾽ ἐμεῖς γιὰ τὸ νεκρὸ καὶ νὰ μὴν κλαῖμε ἀπαρηγόρητα. Ὁ Χριστὸς μᾶς λέει ὅτι κοιμᾶται. Καὶ τὸ ἀπέδειξε. Μὲ ὅση εὐκολία ἡ μάνα ξυπνάει τὸ πρωὶ τὸ παιδὶ νὰ πάῃ στὸ σχολειό, ἔτσι ἐκεῖνος ἀνέστησε τὸ κορίτσι καὶ εἶπε νὰ τοῦ δώσουν νὰ φάῃ. Θαῦμα μέγα ἔγινε. Καὶ μάρτυρες τοῦ θαύματος ἦταν ὅλοι.
* * *
Πολλά, ἀδελφοί μου, μᾶς διδάσκουν τὰ δύο αὐτὰ θαύματα. Βεβαιώνουν, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε γιατρὸς παντοδύναμος, μπορεῖ τὰ πάντα. Μᾶς δείχνουν ἀκόμα, πῶς πρέπει κ᾽ ἐμεῖς νὰ φερώμεθα σὲ περιπτώσεις ἀσθενείας καὶ θανάτου.
※ Νὰ γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεός, ὅταν ἔκανε τὸν κόσμο, δὲν ὑπῆρχε ἀσθένεια καὶ μικρόβιο πάνω στὴ γῆ. Τὰ πάντα ἦταν καθαρά. Κι ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε νά ᾽νε ἀθάνατος, νὰ μὴν πεθαίνῃ. Αὐτὸς ὅμως ἁμάρτησε· καὶ μετὰ τὴν ἁμαρτία ἄρχισαν οἱ ἀσθένειες. Κι ὅσο αὐξάνει ἡ ἁμαρτία, τόσο ἐμφανίζονται καὶ νέες ἀσθένειες.
Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια οἱ ἀσθένειες ἦταν λίγες, τώρα παρουσιάστηκαν πολλές· καὶ φοβερώτερη εἶνε ὁ καρκίνος, ποὺ σὰν σκούπα ἠλεκτρικὴ σαρώνει τὴν ἀνθρωπότητα. Κι ἀπὸ μᾶς πολλοὶ θὰ πέσουμε ἀπὸ τὸν καρκίνο. Ποιός εὐθύνεται γιὰ τὶς ἀσθένειεςι; ποιά ἡ αἰτία τους; Ἡ ἁμαρτία μας. «Ἀπὸ τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν ἀσθενεῖ τὸ σῶμα, ἀσθενεῖ μου καὶ ἡ ψυχή», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας (παρακλ. καν., μεγαλυν.). Ἂν οἱ ἄνθρωποι μετανοοῦσαν κ᾽ ἔπαυαν ν᾽ ἁμαρτάνουν, διαφορετικὴ θὰ ἦταν ἡ κατάστασι.
Ἀρρώστησες λοιπόν; κι ἂν δὲν ἀρρώστησες τώρα, θ᾽ ἀρρωστήσῃς αὔριο. Τί πρέπει νὰ κάνῃς; τί λέει τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἡ Ἐκκλησία;
Νὰ καλέσῃς τὸ γιατρό· γιατὶ ὁ Θεὸς μᾶς τὸν ἔδωσε καὶ πρέπει νὰ τὸν τιμοῦμε (βλ. Σ. Σειρ. 38,1).
Ἀκόμη, νὰ πάρῃς τὰ φάρμακα ποὺ σοῦ δίνει. Διότι κι αὐτὰ τοῦ Θεοῦ εἶνε· γίνονται ἀπὸ χορτάρια καὶ βότανα· γεμᾶτα εἶνε τὰ βουνά μας ἀπὸ αὐτά. Τὰ παίρνουν ξένοι καὶ κάνουν φάρμακα. Ἔκανε ὁ Θεὸς τὰ βότανα, ἀλλὰ ἔδωσε καὶ σοφία πῶς νὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε. Ζοῦσε παλαιότερα στὸ Ἅγιο Ὄρος ἕνας καλόγερος, ὁ Γυμνάσιος Λαυριώτης, ποὺ ἐπὶ 20-25 χρόνια σπούδασε ἐκεῖ, ἔμαθε τὰ βότανα, καὶ μ᾽ αὐτὰ θεράπευε τὸν κόσμο· γιὰ κάθε ἀσθένεια εἶχε τὸ κατάλληλο βότανο. Τὸν ἐξώντωσαν ὅμως οἱ γιατροί, γιατὶ ἐκεῖνοι ἔπαιρναν χρήματα, ἐνῷ αὐτὸς ἔδινε καὶ τὰ φάρμακα δωρεάν.
Ἀρρώστησες λοιπόν; θὰ κάνῃς καὶ τὴ δίαιτα ποὺ σοῦ λέει ὁ γιατρός.
Γενικά, θὰ συμμορφώνεσαι μὲ τὶς ἐπιταγὲς τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης.
Ἀρρώστησες; Κάνε τέλος καὶ κάτι ἄλλο, ποὺ δὲν τὸ κάνουν σήμερα πολλοί· κάλεσε τὸν ἱερέα νὰ κάνῃ εὐχέλαιο· νὰ ἐξομολογηθῇς καὶ νὰ πάρῃς τὴ θεία κοινωνία. ῾Υπάρχουν πλούσιοι, ἑκατομμυριοῦχοι κ᾽ ἐφοπλισταί, ποὺ ἀρρώστησαν, πῆγαν μέχρι Ἀμερική, Σουηδία, Λονδῖνο καὶ δὲν θεραπεύτηκαν. Ποῦ βρῆκαν θεραπεία; Σ᾽ ἕνα ᾽ξωκκλήσι· ἐκεῖ γονάτισαν, προσευχήθηκαν, παρακάλεσαν τὸ Θεό. Δὲν εἶνε ψέμα, ἡ πίστι μας εἶνε ὁλοζώντανη· ἀλλὰ δυστυχῶς ξεφύγαμε καὶ τώρα οἱ ἐλπίδες μας εἶνε σὲ φάρμακα, γιατρούς, στὸν ἕνα καὶ στὸν ἄλλο· μόνο στὸ Θεὸ δὲν εἶνε. Οἱ παλιοὶ εἶχαν μεγάλη παρηγορία τὴ θρησκεία μας· τώρα ἐμεῖς πιστεύουμε μόνο στὴ γῆ, ὄχι στὸν οὐρανό.
※ Ἐὰν λοιπὸν ἀρρώστησες, κάνε αὐτά. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἔρθῃ ὁ θάνατος μέσα στὸ σπίτι, τί θὰ κάνῃς; Ἂν ἀρρωστήσῃ ὁ πατέρας, ἡ μάνα, καὶ κινδυνεύουν νὰ πεθάνουν, κ᾽ ἔρχεται ὁ χάρος μὲ τὰ μαῦρα φτερά του ν᾽ ἁρπάξῃ κάποιον ἀπὸ τοὺς οἰκείους, τί πρέπει νὰ κάνῃς;
Κλάψε, γιατὶ φεύγει ἕνας ἄνθρωπός σου.
Ἀλλὰ μὴν ἀπελπιστῇς, μὴν τραβᾷς τὰ μαλλιά σου, μὴ χτυπιέσαι, μὴ πενθεῖς ἀπαρηγόρητα.
Μὴ διακόπτεις τὸν ἐκκλησιασμό, ὅπως μερικοὶ ποὺ κάνουν χρόνια γιὰ νὰ ἐπανέλθουν. Δὲν εἶνε ὀρθὸ αὐτό, εἶνε κακό. Ἡ ἐκκλησία δὲν εἶνε χορός, διασκέδασι, γλέντι· εἶνε παρηγοριά. Τώρα μάλιστα νά ᾽ρχεσαι συχνότερα.
Καὶ νὰ πιστεύῃς – τί; ὅτι ἡ ζωή μας δὲν εἶνε σὰν τοῦ ζῴου. Ποιός ψεύτης κι ἀπατεώνας διέδωσε, ὅτι τελειώνουμε ὅπως ψοφάει τὸ ζῷο; Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε σὰν τὸ ζῷο· ἔχει μεγαλεῖο, ἔχει ψυχὴ ἀθάνατη, δὲν πεθαίνει ποτέ. Τὸ σῶμα λειώνει μέσ᾽ στὸ χῶμα, ἀλλὰ ἡ ψυχὴ πετάει στὰ οὐράνια, κοντὰ στὸ Θεό.
Αὐτὰ νὰ πιστεύῃς, ἀδελφέ μου, μὲ ὅλη τὴν καρδιά σου. Καὶ ἔτσι, ὅταν ἔρθῃ ὁ θάνατος, θά ᾽σαι ἕτοιμος νὰ τὸν δεχτῇς χωρὶς ταραχὴ καὶ κλονισμό. Νὰ εἶσαι βέβαιος ἑκατὸ τοῖς ἑκατό, ὅτι ὅπως ὁ Χριστὸς ἀνέστησε τὸ Λάζαρο, τὸ γυιὸ τῆς χήρας καὶ τὴν κόρη τοῦ Ἰαείρου, ἔτσι μιὰ μέρα πάνω ἀπ᾽ τὰ μνήματα θὰ ἠχήσῃ ἡ σάλπιγγα τοῦ ἀρχαγγέλου καὶ ὅλοι οἱ νεκροὶ θ᾽ ἀναστηθοῦν. Νὰ τὰ πιστεύῃς αὐτά· ἂν δὲν τὰ πιστεύῃς, δὲν εἶσαι Χριστιανός.
Ὅλοι τότε, ἄντρες καὶ γυναῖκες, λευκοὶ καὶ μαῦροι καὶ ἐρυθρόδερμοι, παπᾶδες καὶ δεσποτάδες καὶ ἄρχοντες, οἱ μικροὶ καὶ οἱ μεγάλοι, «γυμνοὶ καὶ τετραχηλισμένοι (=ξεσκεπασμένοι, ἀκάλυπτοι)» (Ἑβρ. 4,13), θὰ παρουσιαστοῦμε ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ κριτηρίου καὶ θὰ δώσουμε λόγο γιὰ τὸ τί κάναμε στὸν κόσμο.
* * *
Μακάριοι τότε, ἀγαπητοί μου, ὅσοι θά ᾽χουν εἰσιτήριο. Λοιπὸν σᾶς συνιστῶ· τὰ εἰσιτήριά σας! Ὅπως ὅταν πρόκειται νὰ ταξιδέψετε παίρνετε εἰσιτήριο, ἔτσι κ᾽ ἐδῶ τώρα· ὅλοι νὰ ἑτοιμάσουμε τὰ εἰσιτήριά μας γιὰ τὸν ἄλλο κόσμο, τὴν αἰωνιότητα, γιὰ νὰ μᾶς δεχτῇ ἐκεῖ ὁ Θεὸς διὰ πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ καὶ πάντων τῶν ἁγίων· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου Ἀσβεστοπέτρας – Ἑορδαίας τὴν Κυριακὴ 9-11-1980 πρωί. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 14-10-2021.
Τι πρεπει να κανης οταν αρρωστησεις; τι λεει το Ευαγγελιο & η Εκκλησια; Να καλεσης το γιατρο· γιατι ο Θεος μας τους εδωσε. Να παρης τα φαρμακα που σου δινει. Διοτι κι αυτα του Θεου ειναι· απο χορταρια & τα βοτανα γινονται. (Τα νεα «εμβολια», χρησιμοποιουν εκτρωμενα νηπια, ας προσεχουμε). Να καλεσης τον παπα να κανη ευχελαιο· να εξομολογηθης & να κοινωνισης. Τωρα ξεφυγαμε, οι ελπιδες μας ειναι μονο σε φαρμακα & γιατρους. Πιστευουμε στον καθε απατεωνα· μονο στο Θεο δεν πιστευουμε. Οι παλιοι ειχαν μεγαλη παρηγορια στον Θεο· τωρα εμεις πιστευουμε μονο στη γη & οχι στον ουρανο.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.