Αυγουστίνος Καντιώτης



Τι πρεπει να κανης οταν αρρωστησεις; τι λεει το Ευαγγελιο & η Εκκλησια; Να καλεσης το γιατρο· γιατι ο Θεος μας τους εδωσε. Να παρης τα φαρμακα που σου δινει. Διοτι κι αυτα του Θεου ειναι· απο χορ­ταρια & τα βοτανα γινονται. (Τα νεα «εμβολια» χρησιμοποιουν εκτρωμενα νηπια, ας προσεξουμε). Να καλεσης τον παπα να κανη ευχελαιο· να εξομολογη­θης & να κοινωνισης. Τωρα ξεφυγαμε, οι ελπιδες μας ειναι μονο σε φαρμακα & γιατρους. Πιστευουμε στον καθε απατεωνα· μονο στο Θεο δεν πιστευουμε. Οι παλιοι ειχαν μεγαλη παρηγορια στον Θεο· τωρα εμεις πιστευουμε μονο στη γη & οχι στον ουρανο.

date Νοέ 6th, 2021 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

  • 41 Καὶ ἰδοὺ ἦλθεν ἀνὴρ ᾧ ὄνομα ᾿Ιάειρος, καὶ αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, 42 ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα, καὶ αὕτη ἀπέθνησκεν. ᾿Εν δὲ τῷ ὑπάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. 43 Καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ρύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ᾿ οὐδενὸς θεραπευθῆναι, 44 προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ρύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. 45 Καὶ εἶπεν ὁ ᾿Ιησοῦς· τίς ὁ ἁψάμενός μου; Ἀρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ· ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι, καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; 46 Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ. 47 Ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προσπεσοῦσα αὐτῷ δι᾿ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐτῷ ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. 48 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. 49 ῎Ετι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. 50 Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. 51 Ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ ᾿Ιωάννην καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα.
    52 Ἒκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν. Ὁ δὲ εἶπε· μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. 53 Καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. 54 Αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· ἡ παῖς, ἐγείρου. 55 Καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. 56 Καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτοῖς. Ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός.

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2419

Κυριακὴ Ζ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 8,41-56)
7 Νοεμβρίου 2021
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Η ασθενεια και ο θανατος

πιες το αιμα Ινηπιων.Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο (βλ. Λουκ. 8,41-56). Τί μᾶς λέει;
Διηγεῖται δύο θαύμα­τα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἔ­κανε, κάνει καὶ θὰ κά­νῃ μέχρι συντελείας τοῦ αἰῶνος ὁ Κύριος ἡ­μῶν Ἰησοῦς Χριστός. Μπορεῖ ἴσως κάποιος νὰ μετρήσῃ τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ, τοὺς κόκκους τῆς ἄμμου τῆς θαλάσ­­σης, τὰ φύλ­λα τῶν δέντρων ὅλων τῶν δα­σῶν, ἀλλὰ εἶνε ἀδύνατον νὰ μετρήσῃ τὰ θαύματα τοῦ Κυρίου. Δύο ἀ­πὸ αὐτὰ βλέπουμε σήμερα· τὸ ἕ­να εἶνε θεραπεία ἀνίατης ἀσθένειας, τὸ ἄλλο –ἀ­κόμη μεγαλύτερο– εἶνε ἀνάστασι νεκροῦ κοριτσιοῦ.
Ἐμᾶς μᾶς ἐνδιαφέρουν καὶ τὰ δύο. Γιατὶ ποιός ἀπὸ μᾶς δὲν ἀρρώστησε ποτέ ἢ δὲν θ᾽ ἀρ­ρω­­στήσῃ; καὶ ποιό σπίτι δὲν γνώρισε θάνα­το στὸν κύκλο τῶν οἰκείων του; καὶ μήπως κ᾽ ἐ­μεῖς ὅ­λοι δὲν θὰ πεθάνουμε μιὰ μέρα; Θέλου­με λοιπὸν νὰ μάθουμε, τί ἐ­πάνω στὰ δύο αὐ­τὰ σπουδαῖα ζητήματα διδάσκει ὁ Κύριος.

Τὸ πρῶτο. Ἦταν, λέει τὸ εὐαγγέλιο (βλ. ἔ.ἀ. 8,43), κάποια γυ­ναίκα ποὺ ἔπασχε ἀπὸ μιὰ γυναικεία ἀ­σθένεια· εἶχε αἱμορραγία, ἔσταζε διαρκῶς αἷ­μα ἀπὸ τὰ σπλάχνα της. Πῆγε σὲ γιατρούς, δο­κίμασε φάρμακα, ξώδεψε ὅλη τὴν πε­ριουσία της, μὰ τίποτα δὲν ἔγινε. Στράγγιζε κάθε μέρα, κινδύνευε νὰ πεθά­νῃ. Ἦταν ἀ­πελπισμένη πιά.
Ἀλλὰ κάποτε ἄκουσε, ὅτι παρουσιάστηκε ἕ­­νας γιατρὸς σπουδαῖος, ποὺ θεραπεύει δίχως φάρμακα, μόνο μὲ τὸ λόγο του· κάνει θαύ­ματα! Ἂς λέγωνται γιατροὶ καὶ οἱ ἄλλοι· αὐ­τὸς εἶνε γιατρὸς μοναδικός.
Πῶς λέγεται; Ὤ τὸ ὄνομά του! εἶνε τὸ γλυκύτερο ἀπ᾽ ὅλα. Εἶνε πάνω ἀπὸ τὰ ὀνόματα τῆς μάνας μας, τοῦ πατέρα μας, τῶν παιδιῶν μας· παραπάνω ἀπὸ τὸ ὄνομα τῶν ἀγ­γέλων καὶ ἀρχαγγέλων. Εἶνε ὁ Κύριος ἡ­μῶν Ἰησοῦς Χριστός. Νά τὸ ὄνομά του· Ἰησοῦς Χριστός. Χαρὰ στοὺς φίλους ποὺ τὸν προσκυνοῦν, ἀλ­λοίμονο στοὺς ἐχθροὺς ποὺ τὸν βλαστημοῦν.
Ἄκουσε λοιπὸν τὸ ὄνομα Χριστὸς καὶ ἡ ἀ­σθενὴς αὐτὴ γυναίκα κι ἀναθάρρησε. Ζήτησε νὰ τὸν δῇ, ἔμαθε ποῦ εἶνε, καὶ πῆγε. Τὴν ὥ­ρα ἐκείνη ὁ Χριστὸς ἦταν στὸ δρόμο καὶ γύρω του εἶχε μαζευτῆ κόσμος πολύς, μικροὶ – μεγάλοι. Γινό­ταν συνωστισμός· μῆλο νά ᾽ρριχνες καὶ βελόνα νά ᾽ρριχνες, δὲν ἔπεφτε χάμω. Ἐ­πιχείρησε ἡ ταλαίπωρη νὰ πλησιάσῃ· ἦ­ταν πολὺ δύσκολο. Μὰ δὲν ἀπελπίστηκε. Ἔ­κανε πολλὲς προσπάθειες λέγοντας μέσα της· Ἂς ἀξιωθῶ ν᾽ ἀγγίξω μὲ τὸ δάχτυλό μου ἔστω τὸ κράσπεδο, τὴν ἄ­κρη τοῦ ἐνδύματός του!… Ἐν τέλει τὰ κατάφερε. Καὶ μόλις ἄγγιξε, ἀμέσως ἔγινε τὸ θαῦμα, σταμάτησε ἡ αἱμορραγία· ἡ γυναίκα θεραπεύτηκε αὐτοστιγμεί.
Τὸ δεύτερο θαῦμα, τὸ μεγαλύτερο. Ἕνας ἄρ­χοντας, ὁ ἐπὶ κεφαλῆς τῆς συναγωγῆς, πῆ­γε κ᾽ ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν παρακαλοῦσε· Ἔλα στὸ σπίτι μου, ἔχω ἕνα κορίτσι μονάκριβο 12 ἐτῶν κι αὐτὸ ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα πεθαίνει. Καὶ πράγματι σὲ λίγο ἦρθε ἡ θλιβερὴ εἴδησι, ὅτι τὸ κορίτσι πέθανε. Ἀμέσως ὁ Χριστὸς λέει στὸν πατέρα· Μὴ φοβᾶ­σαι, μόνο ἔχε πίστι καὶ θὰ σωθῇ. Ὅταν ἔφτασαν στὸ σπίτι εἶχαν μαζευτῆ συγγενεῖς καὶ φίλοι, ποὺ ἔκλαιγαν ἀναστέναζαν θρηνοῦσαν. Τοὺς λέει ὁ Χριστός· –Μὴν κλαῖτε, τὸ κορίτσι δὲν πέθανε, κοιμᾶται. Αὐτοί, βέβαιοι ὅτι τὸ κορίτσι πέθανε, ἄφησαν τὰ κλάματα καὶ τὸν περιγελοῦσαν· –Τί μᾶς λέει τώρα αὐτός;….
Ὁ Χριστὸς ἤξερε τί λέει. Ὅπως ἡ μάνα ὅ­ταν δῇ τὸ παιδάκι της νὰ κοιμᾶται δὲν στενο­χωριέται, γιατὶ ξέρει ὅτι τὸ παιδὶ θὰ ξυπνή­σῃ τὸ πρωὶ δροσᾶτο, ἔτσι πρέπει νὰ πιστεύουμε κ᾽ ἐμεῖς γιὰ τὸ νεκρὸ καὶ νὰ μὴν κλαῖμε ἀπαρηγόρητα. Ὁ Χριστὸς μᾶς λέει ὅτι κοιμᾶται. Καὶ τὸ ἀπέδειξε. Μὲ ὅση εὐκολία ἡ μάνα ξυπνάει τὸ πρωὶ τὸ παιδὶ νὰ πάῃ στὸ σχολειό, ἔτσι ἐκεῖνος ἀνέστησε τὸ κορίτσι καὶ εἶπε νὰ τοῦ δώσουν νὰ φάῃ. Θαῦμα μέγα ἔγινε. Καὶ μάρτυρες τοῦ θαύματος ἦταν ὅλοι.

* * *

Πολλά, ἀδελφοί μου, μᾶς διδάσκουν τὰ δύο αὐτὰ θαύματα. Βεβαιώνουν, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε γιατρὸς παντοδύναμος, μπορεῖ τὰ πάντα. Μᾶς δείχνουν ἀκόμα, πῶς πρέπει κ᾽ ἐμεῖς νὰ φερώ­μεθα σὲ περιπτώσεις ἀσθενείας καὶ θανάτου.
※ Νὰ γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεός, ὅταν ἔκανε τὸν κόσμο, δὲν ὑπῆρχε ἀσθένεια καὶ μικρόβιο πάνω στὴ γῆ. Τὰ πάντα ἦταν καθαρά. Κι ὁ ἄν­θρω­πος πλάστηκε νά ᾽νε ἀθάνατος, νὰ μὴν πε­θαί­νῃ. Αὐτὸς ὅμως ἁμάρτησε· καὶ μετὰ τὴν ἁ­μαρτία ἄρχισαν οἱ ἀσθένειες. Κι ὅσο αὐξάνει ἡ ἁμαρτία, τόσο ἐμφανίζονται καὶ νέες ἀσθένειες.
Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια οἱ ἀσθένειες ἦταν λίγες, τώρα παρουσιάστηκαν πολλές· καὶ φοβε­ρώτερη εἶνε ὁ καρκίνος, ποὺ σὰν σκούπα ἠλε­κτρικὴ σαρώνει τὴν ἀνθρωπότητα. Κι ἀπὸ μᾶς πολλοὶ θὰ πέσουμε ἀπὸ τὸν καρκίνο. Ποιός εὐ­θύνεται γιὰ τὶς ἀσθένειεςι; ποιά ἡ αἰτία τους; Ἡ ἁμαρτία μας. «Ἀπὸ τῶν πολλῶν μου ἁμαρτι­ῶν ἀσθενεῖ τὸ σῶμα, ἀσθενεῖ μου καὶ ἡ ψυχή», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας (παρακλ. καν., μεγαλυν.). Ἂν οἱ ἄν­θρωποι μετανοοῦσαν κ᾽ ἔπαυαν ν᾽ ἁμαρτάνουν, διαφορετικὴ θὰ ἦταν ἡ κατάστασι.
Ἀρρώστησες λοιπόν; κι ἂν δὲν ἀρρώστησες τώρα, θ᾽ ἀρρωστήσῃς αὔριο. Τί πρέπει νὰ κάνῃς; τί λέει τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἡ Ἐκκλησία;
Νὰ καλέσῃς τὸ γιατρό· γιατὶ ὁ Θεὸς μᾶς τὸν ἔδωσε καὶ πρέπει νὰ τὸν τιμοῦ­με (βλ. Σ. Σειρ. 38,1).
Ἀκόμη, νὰ πάρῃς τὰ φάρμακα ποὺ σοῦ δίνει. Διότι κι αὐτὰ τοῦ Θεοῦ εἶνε· γίνονται ἀπὸ χορ­τάρια καὶ βότανα· γεμᾶτα εἶνε τὰ βουνά μας ἀπὸ αὐτά. Τὰ παίρνουν ξένοι καὶ κάνουν φάρμακα. Ἔκανε ὁ Θεὸς τὰ βότανα, ἀλλὰ ἔδωσε καὶ σοφία πῶς νὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε. Ζοῦσε παλαιότερα στὸ Ἅγιο Ὄρος ἕνας καλόγερος, ὁ Γυμνάσιος Λαυριώτης, ποὺ ἐπὶ 20-25 χρόνια σπούδασε ἐκεῖ, ἔμαθε τὰ βότανα, καὶ μ᾽ αὐτὰ θεράπευε τὸν κόσμο· γιὰ κάθε ἀσθένεια εἶχε τὸ κατάλληλο βότανο. Τὸν ἐξώντωσαν ὅμως οἱ γιατροί, γιατὶ ἐκεῖνοι ἔπαιρναν χρήματα, ἐνῷ αὐτὸς ἔδινε καὶ τὰ φάρμακα δωρεάν.
Ἀρρώστησες λοιπόν; θὰ κάνῃς καὶ τὴ δίαιτα ποὺ σοῦ λέει ὁ γιατρός.
Γενικά, θὰ συμμορφώνεσαι μὲ τὶς ἐπιταγὲς τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης.
Ἀρρώστησες; Κάνε τέλος καὶ κάτι ἄλλο, ποὺ δὲν τὸ κάνουν σήμερα πολλοί· κάλεσε τὸν ἱερέα νὰ κάνῃ εὐχέλαιο· νὰ ἐξομολογη­θῇς καὶ νὰ πάρῃς τὴ θεία κοινωνία. ῾Υπάρχουν πλούσι­οι, ἑκατομμυριοῦχοι κ᾽ ἐφοπλι­­σταί, ποὺ ἀρρώ­στησαν, πῆγαν μέχρι Ἀμερική, Σουηδία, Λονδῖνο καὶ δὲν θεραπεύτηκαν. Ποῦ βρῆκαν θεραπεία; Σ᾽ ἕνα ᾽ξωκκλήσι· ἐκεῖ γονάτισαν, προσ­ευχήθηκαν, παρακάλεσαν τὸ Θεό. Δὲν εἶνε ψέ­μα, ἡ πίστι μας εἶ­νε ὁλοζώντανη· ἀλλὰ δυσ­τυ­χῶς ξεφύγαμε καὶ τώρα οἱ ἐλπίδες μας εἶνε σὲ φάρμακα, γιατρούς, στὸν ἕνα καὶ στὸν ἄλ­λο· μόνο στὸ Θεὸ δὲν εἶνε. Οἱ παλιοὶ εἶ­χαν μεγάλη παρηγορία τὴ θρησκεία μας· τώ­ρα ἐμεῖς πιστεύουμε μόνο στὴ γῆ, ὄχι στὸν οὐρανό.
※ Ἐὰν λοιπὸν ἀρρώστησες, κάνε αὐτά. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἔρθῃ ὁ θάνατος μέσα στὸ σπίτι, τί θὰ κάνῃς; Ἂν ἀρρωστήσῃ ὁ πατέρας, ἡ μάνα, καὶ κινδυνεύουν νὰ πεθάνουν, κ᾽ ἔρχεται ὁ χάρος μὲ τὰ μαῦρα φτερά του ν᾽ ἁρπάξῃ κάποιον ἀ­πὸ τοὺς οἰκείους, τί πρέπει νὰ κάνῃς;
Κλάψε, γιατὶ φεύγει ἕνας ἄνθρωπός σου.
Ἀλλὰ μὴν ἀπελπιστῇς, μὴν τραβᾷς τὰ μαλλιά σου, μὴ χτυπιέσαι, μὴ πενθεῖς ἀπαρηγόρητα.
Μὴ διακόπτεις τὸν ἐκ­κλη­σιασμό, ὅπως μερικοὶ ποὺ κάνουν χρόνια γιὰ νὰ ἐπανέλθουν. Δὲν εἶνε ὀρθὸ αὐτό, εἶνε κακό. Ἡ ἐκ­κλησία δὲν εἶνε χορός, διασκέδασι, γλέντι· εἶνε παρη­γοριά. Τώρα μάλιστα νά ᾽ρχεσαι συχνότερα.
Καὶ νὰ πιστεύῃς – τί; ὅτι ἡ ζωή μας δὲν εἶνε σὰν τοῦ ζῴου. Ποιός ψεύτης κι ἀπατεώνας δι­έ­δωσε, ὅτι τελειώνουμε ὅπως ψοφάει τὸ ζῷο; Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε σὰν τὸ ζῷο· ἔχει μεγαλεῖο, ἔχει ψυχὴ ἀθάνατη, δὲν πεθαίνει ποτέ. Τὸ σῶμα λειώνει μέσ᾽ στὸ χῶμα, ἀλλὰ ἡ ψυχὴ πετάει στὰ οὐράνια, κοντὰ στὸ Θεό.
Αὐτὰ νὰ πιστεύῃς, ἀδελφέ μου, μὲ ὅλη τὴν καρδιά σου. Καὶ ἔτσι, ὅταν ἔρθῃ ὁ θάνατος, θά ᾽σαι ἕτοιμος νὰ τὸν δεχτῇς χωρὶς ταραχὴ καὶ κλονισμό. Νὰ εἶσαι βέβαιος ἑκατὸ τοῖς ἑ­κατό, ὅτι ὅπως ὁ Χριστὸς ἀνέστησε τὸ Λάζαρο, τὸ γυιὸ τῆς χήρας καὶ τὴν κόρη τοῦ Ἰαείρου, ἔτσι μιὰ μέρα πάνω ἀπ᾽ τὰ μνήματα θὰ ἠχήσῃ ἡ σάλπιγγα τοῦ ἀρχαγγέλου καὶ ὅλοι οἱ νεκροὶ θ᾽ ἀναστηθοῦν. Νὰ τὰ πιστεύῃς αὐ­τά· ἂν δὲν τὰ πιστεύῃς, δὲν εἶσαι Χριστιανός.
Ὅλοι τότε, ἄντρες καὶ γυναῖκες, λευκοὶ καὶ μαῦ­ροι καὶ ἐρυθρόδερμοι, παπᾶδες καὶ δε­σποτάδες καὶ ἄρχοντες, οἱ μικροὶ καὶ οἱ μεγά­λοι, «γυμνοὶ καὶ τετραχηλισμέ­νοι (=ξεσκεπασμένοι, ἀκάλυπτοι)» (Ἑβρ. 4,13), θὰ παρουσιαστοῦ­με ἐν­ώπιον τοῦ φοβεροῦ κριτηρίου καὶ θὰ δώ­σουμε λόγο γιὰ τὸ τί κάναμε στὸν κόσμο.

* * *

Μακάριοι τότε, ἀγαπητοί μου, ὅσοι θά ᾽χουν εἰσιτήριο. Λοι­πὸν σᾶς συνιστῶ· τὰ εἰσιτήριά σας! Ὅπως ὅ­ταν πρόκειται νὰ ταξιδέψετε παίρνετε εἰσιτή­ριο, ἔτσι κ᾽ ἐδῶ τώρα· ὅλοι νὰ ἑτοιμάσουμε τὰ εἰσιτήριά μας γιὰ τὸν ἄλλο κό­σμο, τὴν αἰωνι­ότη­τα, γιὰ νὰ μᾶς δεχτῇ ἐκεῖ ὁ Θεὸς διὰ πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ καὶ πάντων τῶν ἁγίων· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου Ἀσβεστοπέτρας – Ἑορδαίας τὴν Κυριακὴ 9-11-1980 πρωί. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 14-10-2021.

 Τι πρεπει να κανης οταν αρρωστησεις; τι λεει το Ευαγγελιο & η Εκκλησια; Να καλεσης το γιατρο· γιατι ο Θεος μας τους εδωσε. Να παρης τα φαρμακα που σου δινει. Διοτι κι αυτα του Θεου ειναι· απο χορ­ταρια & τα βοτανα γινονται. (Τα νεα «εμβολια», χρησιμοποιουν εκτρωμενα νηπια, ας προσεχουμε). Να καλεσης τον παπα να κανη ευχελαιο· να εξομολογη­θης & να κοινωνισης.  Τωρα ξεφυγαμε, οι ελπιδες μας ειναι μονο σε φαρμακα & γιατρους. Πιστευουμε στον καθε απατεωνα· μονο στο Θεο δεν πιστευουμε. Οι παλιοι ειχαν μεγαλη παρηγορια στον Θεο· τωρα εμεις πιστευουμε μονο στη γη & οχι στον ουρανο.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.