Αυγουστίνος Καντιώτης



Ἡ βασιλεια του Χριστου μενει εις τον αιωνα – «Και της βασιλειας αυτου ουκ εσται τελος» (Λουκ. 1,33)

date Δεκ 19th, 2021 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2432

Κυριακὴ πρὸ Χρ. Γεννήσεως (Ματθ. 1,1-25)
19 Δεκεμβρίου 2021
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου

Ἡ βασιλεια του Χριστου μενει εις τον αιωνα

«Καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος» (Λουκ. 1,33)

ΠαντοκρατΤὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο, ἀγαπητοί μου, τῆς Κυριακῆς πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως (βλ. Ματθ. 1,1-25), ἔχει ἕνα μεγάλο κατάλογο ὀνομάτων· εἶνε τρεῖς δεκατετράδες (42 ὀνόματα). Ἐκ πρώ­της ὄψεως τὰ ὀνόματα αὐτὰ δὲν ἔχουν ἐν­δι­α­φέρον· ὅποιος ὅμως μελετᾷ τὴν ἁγία Γραφή, Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη, ἀρχίζει νὰ καταλα­βαίνῃ, γιατί τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο φώτισε τὸν εὐ­αγγελιστὴ Ματθαῖο νὰ γράψῃ αὐτὸ τὸν κατάλογο στὴν ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου του, καὶ γιατί ἡ Ἐκκλησία ὥρισε νὰ διαβάζωνται τὰ ὀνόματα αὐτὰ σήμερα· εἶνε μία περιληπτικὴ ἀφήγη­σι τοῦ σχεδίου τῆς θείας οἰκονομίας, πῶς δηλα­δὴ ὁ Θεὸς μερίμνησε νὰ σωθῇ τὸ ἀνθρώπινο γένος διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ του.

Ὁ κατάλογος ἀρχίζει ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ γιὰ νὰ καταλήξῃ στὸ Χριστό, ποὺ ἑτοιμαζόμαστε νὰ ἑ­ορτάσουμε τὴ Γέννησί του. Ἡ πρώτη δεκα­τετράδα ὀνομάτων ἀρχίζει μὲ τὸν Ἀβραὰμ (ἔ­ζησε τὸ 2.000 π.Χ.) καὶ φτάνει στὸν βασιλέα Δαυΐδ (ἔζησε τὸ 1.000 π.Χ.). Ἡ δεύτερη δεκα­τε­τράδα ἀρχίζει ἀπὸ τὸν Δαυῒδ καὶ φτάνει στὸν Ἰεχονία «ἐπὶ τῆς μετοικεσίας Βα­βυλῶνος» (ἔ.ἀ. 1,11) τὸ 586 π.Χ.. Καὶ ἡ τρίτη δεκατετράδα ἀρ­χίζει μὲ τὸν Ἰεχονία καὶ φτάνει στὸ Χριστό. Ὁ Δαυῒδ λοιπὸν καὶ ἡ «μετοικεσία Βαβυλῶνος» ἢ βαβυλώνιος αἰχμαλωσία εἶνε δύο σημαν­τικοὶ σταθμοὶ στὴν ἱστορία τῆς σωτηρίας μας.
Γιὰ τὸν προφητάνακτα Δαυῒδ ἔχουμε μιλή­σει καὶ ἄλλοτε. Τώρα σᾶς παρακαλῶ νὰ στρέψουμε τὴν προσοχή μας στὸ ἄλλο γεγο­νός, στὴν βαβυλώνιο αἰχμαλωσία.

* * *

Ἂς μεταφερθοῦμε, ἀγαπητοί μου, νοερῶς στὸν 6ο π.Χ. αἰῶνα καὶ ἂς παρακολουθήσουμε τὴν ἐξιστόρησι ἀπὸ τὸ 25ο κεφάλαιο τοῦ βι­βλίου Δ΄ Βασιλειῶν. Ἡ μεγάλη δύναμις ποὺ ἐ­πικρατοῦσε στὸν τότε γνωστὸ κόσμο ἦταν οἱ Βαβυλώνιοι ἢ Χαλδαῖοι. Βασιλιᾶ τὰ χρόνια ἐ­κεῖνα εἶχαν τὸν ξακουστὸ Ναβουχοδονόσορα, ὁ ὁποῖος βασίλευσε 43 χρόνια. Νικοῦσε κάθε ἀντίπαλο· ἕνεκα μάλιστα τῆς ἀσεβείας καὶ τῶν ἁ­μαρτιῶν τῶν Ἑβραίων ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε αὐ­τὸς νὰ ὑποδουλώσῃ καὶ τὸν ἐκλεκτὸ λαό του.
Μιὰ μέρα μὲ τὰ στρατεύματα καὶ τὰ ἅρματά του πολιόρκησε ἀσφυκτικὰ τὴν Ἰερουσαλήμ. Ἔπεσε πεῖνα, ποὺ ἔκαμψε τὴν ἀντίστασι τῶν πολιορκουμένων. Ἐπιχείρησαν νὰ διαφύ­­γουν, ἀλλὰ οἱ Χαλδαῖοι τοὺς κυνήγησαν καὶ συνέλαβαν τὸν βασιλέα τους Ἐζεκία. Τὸν ἔ­φεραν μπροστὰ στὸ Ναβουχοδονόσορα. Αὐ­τὸς τὸν δίκασε καὶ μπροστὰ στὰ μάτια του ὁ Ναβουχοδονόσορ ἔσφαξε τὰ παιδιά του τὰ πριγκιπόπουλα, τύφλωσε τὸν ἴδιο καὶ τὸν μετέ­φερε σιδηροδέσμιο στὴ Βαβυλῶνα. Ἔ­πειτα ἔβαλε φωτιά, ἔκαψε τὸ ναὸ τοῦ Σολο­μῶν­τος καὶ τὰ ἀνάκτορα τοῦ βασιλιᾶ. Σύλησε τὸν πλοῦτο ποὺ βρῆκε καὶ θανάτωσε τοὺς ἱερωμέ­νους. Τέλος, ὅ­πως ὁ τσοπᾶνος ὁδηγεῖ τὸ κοπάδι στὸ μαντρί, ἔτσι ὁ Ναβουχοδονόσορ ὡδήγησε τοὺς Ἑβραίους μακριὰ ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη. (Αὐτὸ συνέβη καὶ μ᾽ ἐμᾶς στὴ Μικρὰ Ἀσία ὅταν ὁ Κεμὰλ μᾶς κυνήγησε καὶ ἔ­κα­νε πρόσφυγες χιλιάδες Χριστιανούς). Ὁ Ναβουχοδονόσορ, λοιπόν, ἅρπαξε τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς μετέφερε μακριά, στὴ Βαβυλῶνα. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐννοεῖ τὸ σημερι­νὸ εὐαγγέ­λιο ὅταν λέει «ἐπὶ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶ­νος» (Ματθ. 1,11). Ἐκεῖ στὴ Βαβυλῶνα ἔζη­σαν ἑ­βδο­μήντα χρόνια μὲ πόνο καὶ δάκρυ, ἕ­ως ὅ­του ἐπιστρέψουν πάλι στὴν Ἰερουσαλήμ.
Μὴ νομίσουμε ὅμως ὅτι ὁ ἀγέρωχος ἐκεῖ­νος κατακτητὴς ἦταν ἀδέσποτος· δοκίμαζε φόβους καὶ αὐτός. Κάποτε, ὅ­πως διαβάζουμε στὸ 4ο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τοῦ προφήτου Δα­νιήλ, ὁ Ναβουχοδονόσορ εἶ­­δε ἕνα ὄνειρο ποὺ τὸν τάραξε. Τί εἶδε; Φύτρωσε στὴ μέση τῆς γῆς ἕνα πελώριο δέν­τρο, ποὺ ἅπλωνε τὰ κλαδιά του στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης καὶ τὰ ὕ­ψωνε ὣς τὸν οὐρανό. Τὰ φύλλα καὶ οἱ καρποί του ἦταν πλούσιοι. Στὰ κλαδιά του φώλιαζαν ἁρ­πακτι­κὰ πουλιὰ καὶ στὴ σκιά του κατέφευγαν ἄγρια θεριά· κάθε ζωντανὸ εὕρισκε ἐκεῖ τροφή. Μὰ ξαφνικὰ ἀκούστηκε φωνὴ ἀγγέλου ἀπ᾽ τὰ οὐ­ράνια· Μπρός, ξυλοκόποι, χτυ­πᾶ­τε τὸ δέν­τρο μὲ τσεκούρια, κόψτε τὰ κλαδιά, μαδῆστε τὰ φύλλα, ῥῖξτε κάτω τοὺς καρπούς, διῶξτε ἀπ᾽ αὐτὸ πουλιὰ καὶ θεριά· νὰ μείνῃ μόνο ἡ ῥίζα του… Τί σήμαινε τὸ ὄνειρο; Μόνο ὁ Δανιὴλ μπόρεσε νὰ τὸ ἐξηγήσῃ. Τὸ δέν­τρο, εἶπε, εἶσαι σὺ ὁ ἴδιος, βασιλιᾶ· εἶνε ἡ αὐτοκρατορία σου, ποὺ ἁπλώθηκε σ᾽ ἀνατολὴ καὶ δύσι, κι ἀπ᾽ τὴν ὑπερηφάνειά σου νόμιζες πὼς θὰ φτάσῃς καὶ στὰ ἄστρα, θὰ γίνῃς θεὸς ἐπὶ τῆς γῆς. Μὰ ἔρ­χεται ἡ ὥρα τῆς τιμωρίας, γιὰ νὰ μάθῃς ὅτι μό­νο ὁ Ὕψιστος κυριεύει στὸν κόσμο.
Ὁ Ναβουχοδονόσορ ὅμως ἔμεινε ἀμετανό­­ητος. Καὶ μετὰ ἀπὸ δώδεκα μῆνες, σὲ ὥρα ποὺ καμάρωνε τὰ μεγαλεῖα του, ξαφνικὰ ἔχασε τὸ μυαλό του, ἀγρίεψε, καὶ γιὰ ἕνα διάστη­μα ἔζησε μέσα στὰ δάση σὰν ἄγριο θηρίο. Μετὰ ἀπὸ καιρὸ ἦρθε πάλι στὸν ἑαυτό του.

* * *

Κάθε ὄνομα ἀ­πὸ αὐτὰ τοῦ σημερινοῦ εὐαγ­γελίου εἶνε, ἀγαπητοί μου, καὶ μιὰ ἱστορία ποὺ διδάσκει τὴ ματαιότητα τοῦ κόσμου τούτου. Γε­νεὲς γενεῶν περνοῦν καὶ φεύγουν. Πλούσιοι πεθαίνουν, ὄμορφες γυναῖκες σαπίζουν μέσα στὰ μνήματα, λεβέντες γίνονται κόκκαλα καὶ στάχτη, στρατηγοὶ καὶ βασιλιᾶδες χάνονται. Τὰ «πάντα ῥεῖ» (Ἡράκλειτος παρὰ Μιχ. Ἰατροῦ Ε97 σ. 191, Π405 σ. 365). Ὅλα παρέρχονται, σὰν τὰ νερὰ τῶν πο­ταμῶν, σὰν τὰ φύλλα ποὺ κιτρινίζουν καὶ πέφτουν. «Πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα…» (Νεκρ. ἀκολ.).
Ἀλλὰ μέσα στὴν διαρκῆ ῥοὴ τῶν γεγονότων ὑπάρχουν καὶ μερικὰ πράγματα ποὺ μένουν. Μένει π.χ. ὁ ἥλιος χιλιάδες τώρα χρόνια, μένουν ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ὁμήρου τὰ πο­τάμια οἱ θάλασσες τὰ βουνά. Μένουν; Λάθος ἔκανα. Γιατὶ θά ᾽ρθῃ ὥρα κα­τὰ «τὴν φοβερὰν ἡμέραν Κυρίου» (ἔ.ἀ. Μακαρ. 7), τὴν ἡ­μέ­ρα τῆς Κρίσε­ως, ποὺ καὶ τὰ βουνὰ θὰ λειώ­σουν καὶ τὰ ποτά­μια θὰ ξεραθοῦν καὶ οἱ θάλασσες θ᾽ ἀδειά­σουν κι ὁ ἥλιος θὰ σβήσῃ ὅ­πως τὸ καντήλι ὅ­ταν σωθῇ τὸ λάδι του. Ὅλα φεύγουν σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο· ἕνα μένει, ἡ βασιλεία τοῦ Κυ­ρίου ἡ­μῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς εἶνε «χθὲς καὶ σή­μερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶ­νας» (Ἑβρ. 13,8).
Πόσες γενεές –ὑπολογίστε–, πόσα χρόνια πέρασαν ἀπ᾽ τὴν ἡμέρα ποὺ γεν­νήθηκε ὁ Χρι­στός! Ὅλα διαβαίνουν· κάλλη, δόξες, πλούτη, χρήματα. Πέρασαν τόσοι αἰῶνες, θὰ περάσουν κι ἄλλοι. Τὰ πάντα θὰ μεταβληθοῦν· πόλεις, κράτη, νόμοι, συστήματα, νομίσματα. Ὁ χάρ­της θ᾽ ἀλλάξῃ ἑκατὸ φορές. Ἄγνωστο τὸ μέλλον τοῦ κόσμου, ἕνα μόνο εἶνε βέβαιο· ὅτι κανείς, πο­τέ μὰ ποτέ, δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ σβή­­σῃ τὸ ὄ­νομα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶνε ἡ παρηγοριὰ καὶ σωτη­ρία τοῦ κόσμου! Ἂς πασχίζουν οἱ ἄθεοι καὶ ἄ­πιστοι νὰ ἐξαλείψουν τὸ πρόσωπό του· ματαιοπονοῦν. Ἡ ἀπόπειρά τους θυμίζει κάτι ποὺ συνέβη στὴ Θεσσαλονίκη στὰ χρόνια τῆς κα­τοχῆς· ἕνας νέος, ἀπὸ τὴν πεῖνα καὶ ἄλλα δει­νὰ ποὺ ἔζησε, ἔχασε τὸ μυαλό του, τρελλά­θηκε· ἄρχισε νὰ τρέ­χῃ στὴν κεντρικὴ ὁδὸ καὶ σὲ μιὰ στιγμὴ φοβη­θήκαμε ὅλοι, γιατὶ τὸν εἴδαμε νὰ σκαρφαλώ­νῃ σὰν γατὶ πάνω σ᾽ ἕνα στῦλο τοῦ ῥεύματος κι ἀπὸ κεῖ νὰ φτύνῃ τὸν ἥλιο καὶ νὰ λέῃ, ὅτι θὰ τὸν σβήσῃ! Ἔτσι εἶνε καὶ οἱ ἄθεοι· ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἥλιος, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ τὸν σβήσουν μὲ τὰ σάλια τους.
Γενεὲς γενεῶν παρέρχονται. Ὑπῆρξαν παλαιότερα γενεὲς μὲ πίστι. Ἡ δική μας γενεὰ εἶ­νε ἁμαρτωλὴ καὶ ἄπιστη. Ἀπὸ τοὺς ἑκατὸ χριστιανοὺς οὔτε 2 ἐκκλησιάζονται, κι ἀπὸ τοὺς χίλιους οὔτε 1 ἐξομολογεῖται. Οἱ ἐκκλησιὲς μένουν ἀδειανές, κι ἂς σημαίνῃ ἡ καμπάνα. Αὐ­τὴ ἡ καμπάνα θὰ μᾶς δι­κάσῃ ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως.
Καὶ πνευματικοὶ ὑπάρχουν γιὰ τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας, καὶ διαφώτισις ἔχει γίνει. Ἀλλ᾽ ἀφοῦ ἐπιμένουν στὴν ἄρνησι, τὰ Χριστού­γεννα ὅσους ἀρ­νοῦν­ται νὰ ἐξομολογηθοῦν δὲν θ᾽ ἀφήσω νὰ κοι­νωνήσουν. Δὲν θὰ δώσω τὰ ἅγια σὲ ψυ­χὲς ἀμετανόητες, δὲν θὰ ῥίξω τὰ διαμάντια στὸ βοῦρκο καὶ τὴν ἀτιμία. Θὰ ἐξομο­λογηθῇς, θὰ πῇς τ᾽ ἁμαρτήματά σου, θὰ πλυ­θῇς νὰ καθαριστῇς, καὶ τότε θὰ πλησιάσῃς «μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης» (θ. Λειτ.).
Ἐπικρατεῖ ἐξαθλίωσις οἰκογενειακή, κοι­νωνικὴ καὶ ἐθνική. Τί μέλλει γενέσθαι; Ἁρμόζει νὰ μᾶς πῇ ὁ Χριστός· «Ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη» (Ματθ. 17,17. Λουκ. 9,41). Κι ἂν ἐμεῖς τὸν ἀρνηθοῦμε, χιλιάδες καὶ ἑκατομμύρια – δισεκατομμύρια ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες τοῦ ψάλλουν διαρκῶς μὲ χρυσὲς κιθάρες «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐ­πὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14).
Δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ μᾶς ὁ Χριστός, ἐμεῖς ἔχουμε τὴν ἀνάγκη του· τὸ δαχτυλάκι του νὰ κουνήσῃ, ἐμεῖς γίναμε κάρβουνο. Γράψτε το, σημει­ῶ­στε το· ὅποιος, εἴτε ἄντρας εἴτε γυναίκα, πάει κόν­τρα μὲ τὸ Χριστό, θὰ γίνῃ στάχτη. Ὅποιος εἶ­νε μαζὶ μὲ τὸ Χριστό, αὐτὸς καὶ ἐδῶ θὰ ἔ­χῃ ζωὴ εἰ­ρηνικὴ καὶ ἁγία, καὶ ἐκεῖ στὸν ἄλλο κόσμο θὰ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου Τροπαιούχου – Φλωρίνης τὴν 24-12-1967, μὲ νέο τώρα τίτλο. Καταγραφή, συμπλήρωσις καὶ σύντμησις 14-11-2021.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.