Σφαγη αθωων οσιομαρτυρων
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΘ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2450
Τῶν ἐν τῇ μονῇ Ἁγ. Σάββα ἀναιρεθέντων
Σάββατο 19 Μαρτίου 2022 ἐσπέρας
Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
Σφαγὴ ἀθῴων ὁσιομαρτύρων
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἂν ἀνοίξετε τὸ Μηναῖο τῆς Ἐκκλησίας, θὰ δῆτε ὅτι γράφει· «τῇ Κ΄ τοῦ αὐτοῦ μηνός (δηλαδὴ στὶς 20 Μαρτίου εἶνε ἡ) μνήμη τῶν ἁγίων ἀββάδων, τῶν ἀναιρεθέντων ὑπὸ τῶν Μαύρων ἐν τῇ Μονῇ τοῦ ἁγίου Σάββα τοῦ ἡγιασμένου».
Ἡ λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα εἶνε, ὅπως θὰ ἔχετε ἀκούσει, στοὺς Ἁγίους Τόπους. Καὶ οἱ ἅγιοι ποὺ γιορτάζουν σήμερα μαρτύρησαν ἐκεῖ ἐπὶ βασιλέως Ἡρακλείου (620-641 μ.Χ.)· ἐσφάγησαν ἀπὸ τοὺς Σαρακηνούς, Ἄραβες ποὺ τὰ συναξάρια τοὺς ὀνομάζουν Μαύρους ἢ Αἰθίοπες.
* * *
Οἱ ἅγιοι αὐτοὶ ζοῦσαν στὸ μοναστήρι τους ἥσυχα καὶ ἀσκητικά, λατρεύοντας καὶ ὑμνώντας τὸ Θεὸ στὶς ἡμερονύκτιες ἀκολουθίες. Οἱ βάρβαροι καταστρέφοντας πόλεις τῆς Παλαιστίνης νόμισαν ὅτι οἱ μοναχοὶ κρύβουν ἐκεῖ θησαυροὺς καὶ κινούμενοι ἀπὸ τὸν διάβολο ὥρμησαν κατὰ τῆς λαύρας μὲ διάθεσι λῃστρική. Ἴσως κάποιος κακὸς πληροφοριοδότης –τί μπορεῖ νὰ κάνῃ τὸ ψέμα– τοὺς εἶπε, ὅτι αὐτοὶ οἱ καλόγεροι κάνουν τὸ φτωχὸ ἀλλὰ εἶνε πλούσιοι κι ὅτι στὰ ὑπόγεια τοῦ Ἁγίου Σάββα κρύβουν πιθάρια μὲ χρυσᾶ νομίσματα.
Ἔφτασαν στὸ μοναστήρι. Μερικοὶ μοναχοὶ βγῆκαν, τοὺς προϋπάντησαν ταπεινὰ καὶ τοὺς εἶπαν, ὅτι ἡ μονὴ βοηθοῦσε καὶ φιλοξενοῦσε πάντα ἐξ ἴσου Χριστιανοὺς καὶ μὴ Χριστιανούς. Οἱ ἐπιδρομεῖς ὅμως ζήτησαν νὰ τοὺς παραδώσουν τὸ χρυσάφι ποὺ εἶχαν. Ποιό χρυσάφι; οἱ μοναχοὶ τοὺς ἐξήγησαν, ὅτι δὲν ἔχουν οὔτε τὰ ἀναγκαῖα γιὰ νὰ φᾶνε καὶ νὰ σκεπαστοῦν. Δὲν ἔχουμε τίποτα νὰ σᾶς δώσουμε, εἶπαν· μὰ ἐκεῖνοι δὲν πίστευαν. Ἔψαξαν παντοῦ, πῆγαν στ᾿ ἀμπάρια, κατέβηκαν στὶς ἀποθῆκες, δεξιὰ – ἀριστερά. Δὲν βρῆκαν τίποτα ἐννοεῖται. Ὁπότε ὠργισμένοι ἄρχισαν νὰ τοὺς κατακόβουν. Ἄλλους χτύπησαν μὲ βέλη, ἄλλους τοὺς ἔκοψαν τὸ κεφάλι, ἄλλους τοὺς ἔσπασαν τὸ κρανίο μὲ πέτρες, ἄλλους τοὺς ἔβαλαν κάτω καὶ τοὺς κομμάτιασαν ὅπως λιανίζει ὁ χασάπης τὰ κρέατα, ἄλλους τοὺς κέντησαν μὲ τὰ σπαθιά, ἄλλους τοὺς ξεκοίλιασαν κ᾽ ἔχυσαν τὰ αἵματά τους καταγῆς. Τέλος, ἀφοῦ πλέον λεηλάτησαν τὰ κελλιὰ καὶ μὲ κάθε τρόπο ὠργίασαν στὸ μοναστήρι καὶ ἔγινε στὸ προαύλιο μιὰ λίμνη ἀπὸ αἵματα μαρτυρικά, ἔβαλαν φωτιὰ καὶ σηκώθηκαν κ᾽ ἔφυγαν.
Δὲν πέρασε ὅμως πολὺς καιρὸς καὶ ὅλοι αὐτοὶ ἐξωλοθρεύτηκαν ἀπὸ ἀρρώστια, ποὺ ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἔστειλε καὶ τοὺς τιμώρησε.
Ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες πήραν θάρρος ὅσοι σώθηκαν καὶ πλησίασαν. Τί νὰ δοῦν; Θέαμα φρικαλέο· τεμαχισμένα σώματα καὶ αἵματα χυμένα παντοῦ, καμένα κελλιὰ καὶ λεηλατημένες ἐκκλησίες. Τότε ἕνας, ἀσκητής, ὁ ἀββᾶς Νικομήδης, βλέποντας συγκλονισμένος ὅλ᾽ αὐτά, θυμήθηκε τὸν προφήτη Ἠσαΐα ποὺ λέει κάπου· «Ἄνδρες δίκαιοι αἴρονται, καὶ οὐδεὶς κατανοεῖ. ἀπὸ γὰρ προσώπου ἀδικίας ᾖρται ὁ δίκαιος· ἔσται ἐν εἰρήνῃ ἡ ταφὴ αὐτοῦ, ἦρται ἐκ μέσου» (Ἠσ. 57,1)· ἄνδρες, λέει, δίκαιοι φονεύονται καὶ κανείς δὲν τοὺς λυπᾶται μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ χαλασμό. Θυμήθηκε ὅμως καὶ τὸ ῥητὸ τοῦ Σολομῶντος ποὺ λέει· «Οἱ δέ εἰσιν ἐν εἰρήνῃ. καὶ γὰρ ἐν ὄψει ἀνθρώπων ἐὰν κολασθῶσιν, ἡ ἐλπὶς αὐτῶν ἀθανασίας πλήρης· καὶ ὀλίγα παιδευθέντες μεγάλα εὐεργετηθήσονται» (Σ. Σολ. 3,3-5)· στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων, λέει, φαίνεται ὅτι τιμωροῦνται, ἀλλ᾽ αὐτοὶ ἔχουν γαλήνη καὶ τὴν ἐλπίδα ὅτι μὲ λίγη δοκιμασία κέρδισαν τὰ μεγαλεῖα τῆς αἰωνιότητος, κληρονόμησαν τὴν ἀθανασία.
Ναί, φονεύθηκαν μ᾽ αὐτὸ τὸν βίαιο τρόπο. Ἀλλ᾽ ἀνεξιχνίαστες οἱ βουλὲς τοῦ Κυρίου. Ἐμεῖς βέβαια θὰ περιμέναμε ἄγγελος νὰ τοὺς φυλάξῃ, ἀλλὰ τὰ σχέδια τοῦ Θεοῦ εἶνε ἄγνωστα. Δὲν σημαίνει ὅτι, ἐπειδὴ εἶσαι δίκαιος καὶ ἅγιος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, θὰ εἶνε στὴ ζωή σου ὅλα καλά· ἐπιτρέπει ὁ Κύριος καὶ δυσάρεστα γεγονότα. Συμβαίνει ὅμως καὶ τὸ ἄλλο· αὐτὴ ἡ πρόσκαιρη σωματικὴ δοκιμασία προκάλεσε σ᾽ αὐτοὺς μία αἰώνια εὐεργεσία.
Ἦρθε ἐπίσης ἐπὶ τόπου καὶ ὁ πατριάρχης Ἰεροσολύμων ἅγιος Μόδεστος (632-634), κι ὅταν εἶδε τοὺς νεκροὺς καὶ τὰ κελλιὰ ἔρημα ἔσκυβε ἀσπαζόταν τὰ ἱερὰ λείψανα καὶ δὲν μποροῦσε νὰ συγκρατήσῃ τὰ δάκρυά του.
Αὐτὴ ἦταν μιὰ ἀπὸ τὶς πολλὲς περιπέτειες ποὺ πέρασε ἡ περίφημη μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα, ἡ ὁποία ἀπέχει λίγα χιλιόμετρα ἀπὸ τὴ Βηθλεὲμ πρὸς τὴ Νεκρὰ Θάλασσα.
* * *
Τὸ μοναστήρι αὐτὸ ὑπάρχει μέχρι σήμερα. Εἶνε ἕνα ἀπὸ τὰ λίγα ποὺ ὁ χρόνος δὲν κατάφερε νὰ τὸ διαλύσῃ· παραμένει καὶ λειτουργεῖ χίλια πεντακόσα τώρα χρόνια. Κρατάει τὶς παραδόσεις τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τὸ τυπικὸ ὅπως στὴν ἐποχὴ τοῦ ἁγίου Σάββα. Ναὶ ζῇ! μὲ τὴ διαφορά, ὅτι δὲν ἔχει τώρα τὴν παλαιά του δόξα. Ἄλλοτε ζοῦσαν ἐκεῖ χίλιοι καλόγεροι, σήμερα εἶνε λίγοι· καὶ ὅλοι –πρὸς τιμὴν τῆς πατρίδος μας– εἶνε Ἕλληνες. Κρύβει μαργαριτάρια ἡ λαύρα αὐτή.
Κάποιος φοιτητὴς τῆς θεολογίας ποὺ γνωρίζει τὴ μονή, μοῦ ἔλεγε, ὅτι ἕνας μοναχὸς πῆγε ἐκεῖ μικρὸ παιδὶ καὶ ἔφθασε σὲ ἡλικία ἑκατὸν δεκατριῶν ἐτῶν, ὑγιής, μὲ ὅλες τὶς αἰσθήσεις του. Μιὰ ἁπλοϊκὴ καρδιά, ποὺ ὅταν μιλάῃ λέει λίγα λόγια ἀλλὰ γεμᾶτα εὐωδία καὶ χάρι. Καὶ κάτι ἄλλο ἀξιοθαύμαστο· τὸ πρωὶ ἁπλώνει τὰ χέρια του καὶ βλέπεις τὰ πουλιὰ νὰ πετᾶνε καὶ νὰ ἔρχωνται ὅλα ἐπάνω του.
Τέτοια πράγματα κάνει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἐκεῖ στὴν ἐρημιά. Κανείς δὲν τοὺς ξέρει αὐτούς. Ἐδῶ οἱ ἐφημερίδες κάνουν θόρυβο γιὰ ἀσημαντότητες, ποὺ δὲν ἀποκλείεται νά ᾽νε κάρβουνα γιὰ τὸ πῦρ τῆς κολάσεως· καὶ ὑπάρχουν κάποιοι ἄλλοι ἐκεῖ, ποὺ ὁ κόσμος τοὺς ἀγνοεῖ μὰ λάμπουν σὰν διαμάντια.
Καὶ κάποιος ἄλλος, ῥασοφόρος αὐτός (ἀγωνιστὴς ποὺ διαμαρτυρήθηκε καὶ κατὰ τῶν οὐνιτῶν), μοῦ ἔλεγε, ὅτι ἐκεῖ στὴ λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα ἔχουν συνήθεια, ὅταν ἔρχωνται ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα καὶ ἄλλες ἑορτές, νὰ χτυπᾶνε τὴν καμπάνα – ἀλλὰ πῶς· ὄχι ὅπως ἐδῶ. Τὶς ἅγιες ἡμέρες τῆς Μεγάλης Ἐβδομάδος ἡ καμπάνα χτυπάει – πόσες φορές· τριαντατρεῖς φορές, ὅσα καὶ τὰ χρόνια τοῦ Χριστοῦ μας. Καὶ τὴ χτυπᾶνε μὲ τέτοια ἁρμονία, ποὺ σὰν νὰ καταλαβαίνῃς ὅτι κάθε φορὰ ποὺ χτυπάει φεύγει κ᾽ ἕνας πόνος τοῦ Χριστοῦ· ἕως ὅτου τὸ τελευταῖο χτύπημα, τὸ τριακοστὸ τρίτο, εἶνε τὸ «Τετέλεσται»· σὰν ν᾽ ἀκοῦς «Τετέλεσται, καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα» (Ἰω. 19,30).
Ἐκεῖ στὴν ἔρημο, μακριὰ ἀπὸ τὸν κόσμο, ἐκεῖ ποὺ δὲν ἀκούγεται τίποτε ἄλλο, ἐκεῖ οἱ καλόγεροι τὶς ἅγιες ἡμέρες ζοῦν μεγάλες ἀνατάσεις καὶ αἰσθάνονται τὰ πιὸ ἱερὰ αἰσθήματα. Ζηλεύετε;
* * *
Ζηλεύουμε, ἀδελφοί μου, νὰ βρισκόμασταν κ᾽ ἐμεῖς ἐκεῖ. Ὑπάρχει ὅμως ἕνα ἄλλο μοναστήρι ἀνώτερο! Ποιό εἶνε αὐτό, γιὰ νὰ πᾶμε σ᾽ αὐτό; εἶνε τὸ Σινά; ἡ Ἁγία Λαύρα; ὁ Ὅσιος Λουκᾶς;… Κάτι παρόμοιο ρώτησε κάποιος καὶ τὸν μέγα Βασίλειο, ποιό εἶνε τὸ καλύτερο μοναστήρι νὰ πάῃ νὰ μονάσῃ. Καὶ ὁ ἅγιος ἀπήντησε· Τὸ ἀνώτερο ἀπ᾽ ὅλα τὰ μοναστήρια, εἶνε ἡ καθαρὴ καρδιά. Μποροῦμε λοιπὸν ὅλοι νὰ βρίσκουμε καταφύγιο ἐκεῖ· καὶ ὁ οἰκογενειάρχης, καὶ ἡ γυναίκα, καὶ ὁ ἐργάτης, καὶ καθένας ποὺ ζῇ μέσα στὴ διεφθαρμένη κοινωνία. Ἂν διατηρῇς τὴν καρδιὰ καθαρή, εἶνε σὰν νὰ βρίσκεσαι σ᾽ ἕνα μοναστήρι, σὲ μιὰ ἐκκλησία, μέσα σ᾽ ἕνα ναό. Ἐὰν ὅμως ἡ καρδιὰ δὲν εἶνε καθαρή, τότε καὶ στὸν Ἅγιο Σάββα καὶ στὸ Ἅγιο Ὄρος καὶ στὰ Ἰεροσόλυμα καὶ στὸ ἁγιώτερο περιβάλλον νὰ πᾶμε, δὲν θὰ ἔχουμε τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ θὰ νιώθουμε κόλασι· ὁ Ἰούδας ἦταν κοντὰ στὸ Χριστό, στὸ καλύτερο περιβάλλον, καὶ ὅμως κολάστηκε.
Τώρα θὰ πῆτε· πῶς θ᾽ ἀποκτήσουμε τὴν καθαρὴ καρδιά; Ἀπαντῶ. Τὴν καθαρὴ καρδιὰ ἀποκτᾷ κανεὶς μὲ τὰ δάκρυα τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως. Ἕνα δάκρυ πραγματικῆς μετανοίας, ποὺ χύνουμε στὸν μάταιο αὐτὸ κόσμο, γίνεται Ἰορδάνης. Μερικοὶ πηγαίνουν στοὺς Ἁγίους Τόπους, παίρνουν νερὸ ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, τὸ φέρνουν ἐδῶ καὶ τὸ ἐμπορεύονται· λένε ὅτι τάχατες, ἂν ῥίξουν νερὸ τοῦ Ἰορδάνου μέσα στὴν κολυμβήθρα, τότε λέει τὸ βάπτισμα αὐτὸ εἶνε ἀνώτερο! Εἶνε ψεῦδος αὐτό. Χίλιες φορὲς μπορεῖ νὰ περάσῃς τὸν Ἰορδάνη, καὶ νὰ μὴν πάρῃς τίποτα. Τὸ νερὸ τῆς κολυμβήθρας ἔχει ἀξία, ὄχι γιατὶ ἔχει μέσα νερὸ τοῦ Ἰορδάνου, ἀλλὰ γιατὶ στὸ μυστήριο ἔρχεται τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο καὶ τὸ ἁγιάζει. Αὐτὸ εἶνε μία ἐκμετάλλευσις, ἕνα ἐμπόριο. Δὲν εἶνε τὸ νερὸ τοῦ Ἰορδάνου ἐκεῖνο ποὺ θὰ μᾶς ἁγιάσῃ· ἐκεῖνο ποὺ θὰ μᾶς ἁγιάσῃ εἶνε ἡ καθαρὴ καρδιά· ἐκεῖνο ποὺ θὰ μᾶς δώσῃ πραγματικὴ ἁγιότητα εἶνε νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ Θεό. Ἕνα δάκρυ ἂν χύσουμε πραγματικά, αὐτὸ εἶνε Ἰορδάνης ποὺ πλένει καὶ καθαρίζει ὅλα τὰ ἁμαρτήματά μας.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(αἴθουσα συλλόγου «Ἰω. Βαπτιστής» [Χριστοκοπίδου 12] Ἀθῆναι Κυριακὴ 16-3-1958)
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.